Σύμφωνα με τα στοιχεία του υπουργείου Παιδείας (αναφέρθηκαν στη Βουλή από τον Φίλη, στη διάρκεια επίκαιρης ερώτησης του ΣΥΡΙΖΑ, και δεν διαψεύστηκαν από την υφυπουργό Παιδείας Ζέττα Μακρή), περίπου 100.000 μαθητές -92.777 για την ακρίβεια- φοιτούν σε τμήματα με αριθμό μεγαλύτερο των 26 μαθητών. Συγκεκριμένα, αναφέρθηκαν 2.022 τμήματα με 26 μαθητές, 1.211 τμήματα με 27 μαθητές, 206 τμήματα με 28 μαθητές και 60 τμήματα με 29 μαθητές.
Στο αριθμό αυτό πρέπει να προστεθούν και άλλοι 100.000 μαθητές που φοιτούν σε τμήματα των 25, που επίσης είναι ένας πολύ μεγάλος αριθμός, μία έτσι κι αλλιώς δυσμενής συνθήκη, για παιδαγωγικούς και εκπαιδευτικούς λόγους, που γίνεται εγκληματική σε περιόδους πανδημίας.
Συνολικά, δηλαδή περίπου 200.000 μαθητές «παστώνονται» στα σχολεία σε αίθουσες των 25 και 30 τετραγωνικών, τη στιγμή που οι κυβερνητικοί επιστήμονες της Επιτροπής, που εισηγήθηκαν τα πρωτόκολλα του αίσχους, σύμφωνα με τα οποία ένα τμήμα κλείνει μόνο αν νοσούν σε αυτό το 50%+1 των μαθητών, κρούουν υποκριτικά τον κίνδυνο από την μη τήρηση των μέτρων προστασίας, σημαντική παράμετρος των οποίων είναι η τήρηση των αποστάσεων.
Τον χειρισμό που έκανε η κυβέρνηση και το υπουργείο Παιδείας σε αυτήν την απαράδεκτη κατάσταση τον γνωρίζουμε: Αντί να υπάρξει σπάσιμο των τμημάτων και διορισμός του αναγκαίου εκπαιδευτικού προσωπικού, είχαμε νέες συγχωνεύσεις -πάνω από 1.000- τμημάτων, ώστε να συμπληρώνεται τουλάχιστον ο αριθμός των 25 μαθητών/τμήμα.
Οι αριθμοί αυτοί μαρτυρούν την εγκληματική διαχείριση της πανδημίας από την κυβέρνηση Μητσοτάκη και στην εκπαίδευση, πράγμα που επιχείρησε να κρύψει η Ζέττα Μακρή αναφέροντας άψυχα ποσοστά (είπε ότι σε σύνολο 77.185 τμημάτων Γενικής Παιδείας στα δημόσια σχολεία, μόνο το 4,53% αυτών έχει πάνω από 25 μαθητές), ενώ οι απόλυτοι αριθμοί είναι τρομακτικοί, αφορούν ανθρώπινες ζωές και φυσικά οι κίνδυνοι είναι τεράστιοι σε περίπτωση κρουσμάτων, καθώς υπάρχει αλληλεπίδραση με το οικογενειακό και κοινωνικό περιβάλλον.
Την κατάσταση αυτή συσκοτίζουν υπουργείο Υγείας, ΕΟΔΥ και υπουργείο Παιδείας, μη δίνοντας στοιχεία που αφορούν την περίφημη ιχνηλάτηση, εάν φυσικά αυτή είναι υπαρκτή ή γίνεται όπως πρέπει. Δηλαδή, πόσα από τα κρούσματα στις ηλικίες των 0-17 ετών αφορούν μαθητικό πληθυσμό, πόσοι νόσησαν από το οικογενειακό ή κοινωνικό περιβάλλον, από την επαφή με κρούσμα που παρουσιάστηκε σε μαθητή ή εκπαιδευτικό και αντίθετα, ποια είναι η συσχέτιση ανάμεσα στα κρούσματα στα σχολεία με το επιδημιολογικό φορτίο των περιοχών, κ.λπ.
Από τα ίδια τα στοιχεία του ΕΟΔΥ προκύπτει ότι τα κρούσματα στην ηλικιακή κατηγορία 0-17 ετών ανήλθαν σε 41.317, μέσα σε δυο περίπου μήνες λειτουργίας των σχολείων, από τις 31 Αυγούστου έως και την 1η Νοέμβρη.
Την περίοδο δε, από 1 Οκτώβρη μέχρι 1 Νοέμβρη, σε σχέση με την περίοδο από 31 Αυγούστου μέχρι 30 Σεπτέμβρη, τα κρούσματα σε αυτήν την ηλικιακή κατηγορία αυξήθηκαν κατά 6.713!
Με τα πρωτόκολλα, όμως, που επέβαλαν κυβέρνηση και ενσωματωμένοι επιστήμονες, στις 3 του Νοέμβρη που συζητήθηκαν οι επίκαιρες ερωτήσεις, μόνο το 0,2% των τμημάτων, σύμφωνα πάντα με την υφυπουργό Παιδείας, είναι σε αναστολή λόγω κοροναϊού. Εχουμε δηλαδή μια ειδυλλιακή εικόνα που καμιά σχέση δεν έχει με τη διασπορά του ιού στον μαθητικό πληθυσμό.
Γιούλα Γκεσούλη