Ο εκτρωματικός νόμος πλαίσιο Κεραμέως (ν. 4957/2022) ολοκλήρωσε και επιτάχυνε την επιχειρηματική λειτουργία του δημόσιου πανεπιστήμιου, που ευδοκιμούσε στα ΑΕΙ τα τελευταία χρόνια, διαμορφώνοντας και τις ανάλογες συμπεριφορές από το επιστημονικό-διδακτικό-ερευνητικό προσωπικό, μειώνοντας τυχόν αντιστάσεις. Ειδικά οι λεγόμενες παραγωγικές σχολές έδιναν και δίνουν «ρέστα» σε αυτήν την κατεύθυνση σε στενή σύνδεση με τις καπιταλιστικές επιχειρήσεις.
Το νέο μοντέλο διοίκησης που επέβαλε ο νόμος 4957 έβαλε και την ταφόπλακα στα «στεγανά» και τις «προκαταλήψεις» των ακαδημαϊκών διοικήσεων που, κατά τον Μητσοτάκη, δεν βοηθούσαν τα πανεπιστήμια να «προσαρμοστούν με την ταχύτητα που απαιτείται» στην επιχειρηματικότητα. Οι γνωστές Πρυτανικές Αρχές παραγκωνίστηκαν και τις αρμοδιότητές τους και τα ηνία ανέλαβε το Συμβούλιο Διοίκησης, στο οποίο συμμετέχουν και εξωγενείς παράγοντες, άνθρωποι της «αγοράς», εκπρόσωποι διεθνών καπιταλιστικών οργανισμών και τα ρέστα.
Το Συμβούλιο Διοίκησης, που αποτελείται από 6 εσωτερικά μέλη που εκλέγονται από το σύνολο των μελών ΔΕΠ και 5 επίλεκτα εξωτερικά μέλη που επιλέγονται από τα εσωτερικά μέλη, κατόπιν διεθνούς πρόσκλησης εκδήλωσης ενδιαφέροντος, είναι ένα υπερσυγκεντρωτικό, αυταρχικό όργανο, που ψηφίζει και παύει τον Πρύτανη, διορίζει και παύει τον Κοσμήτορα (τον επιλέγει μεταξύ τριών υποψηφιοτήτων) και τους Αντιπρυτάνεις, ορίζει τον Πρόεδρο Τμήματος και Διευθυντή Τομέα, διορίζει τον Εκτελεστικό Διευθυντή, έχει τον απόλυτο διοικητικό και οικονομικό έλεγχο του ΑΕΙ.
Ετσι, λοιπόν, η Σύγκλητος, που αποτελείται από τον Πρύτανη, τους Κοσμήτορες των Σχολών, τους Προέδρους των Τμημάτων, έναν εκπρόσωπο από κάθε κατηγορία μελών Ειδικού Εκπαιδευτικού Προσωπικού (Ε.Ε.Π.), Εργαστηριακού Διδακτικού Προσωπικού (Ε.ΔΙ.Π.), και Ειδικού Τεχνικού Εργαστηριακού Προσωπικού (Ε.Τ.Ε.Π.) και εκπροσώπους των φοιτητών, είναι δεμένη χειροπόδαρα από το Συμβούλιο Διοίκησης και οι αρμοδιότητές της, ακαδημαϊκές και ερευνητικές, είναι ουσιαστικά αποδυναμωμένες, καθώς ο στρατηγικός σχεδιασμός είναι στα χέρια του παντοδύναμου Συμβούλιου.
Η επιβολή αυτού του νέου τρόπου διοίκησης, που «κούμπωσε» με την σταθερή υποχρηματοδότηση του δημόσιου πανεπιστήμιου και πάτησε πάνω στο έδαφος μιας υπαρκτής επιχειρηματικής λειτουργίας, έστω όχι και τόσο δυναμικής και με διακυμάνσεις ανάμεσα στα πανεπιστημιακά ιδρύματα, και πάνω στο έδαφος του σκληρού ανταγωνισμού και της αποδοχής πρακτικών «αποτελεσματικότητας» με κριτήρια αγοράς, ήταν συνειδητή επιλογή της κυβέρνησης Μητσοτάκη και του αστικού συστήματος. Συνειδητή επιλογή, ώστε οι διοικήσεις των πανεπιστημίων να είναι προσδεδεμένες στο άρμα των κυβερνητικών επιλογών, που υπηρετούν τη στρατηγική του κεφαλαίου.
Ετσι, σήμερα, δεν μας προκαλεί εντύπωση που οι Σύγκλητοι των ΑΕΙ δεν ορθώνουν ανάστημα στην επιλογή Μητσοτάκη να προωθήσει τα ιδιωτικά πανεπιστήμια, προσφέροντας γη και ύδωρ στα επιχειρηματικά συμφέροντα που δραστηριοποιούνται και στον χώρο της ανώτατης εκπαίδευσης.
Τοποθετούνται στο νομοθετικό έκτρωμα με μισόλογα, στηρίζουν -στην καλύτερη περίπτωση- ξέπνοα το άρθρο 16 και μπαίνουν στη συζήτηση κάνοντας βελτιωτικές προτάσεις, αντί να απορρίψουν οριζοντίως και καθέτως το νομοσχέδιο.
Για να αποφύγουν τον πλήρη εξευτελισμό έχουν και κάποιες αναφορές κατά της μεθόδευσης που επιχειρεί η κυβέρνηση να παρακάμψει με νομικό τερτίπι το άρθρο 16 αντί να ακολουθήσει την νόμιμη οδό της συνταγματικής αναθεώρησης και ζητούν περισσότερο χρόνο για «διάλογο».
Μητσοτάκης και Πιερρακάκης επιθυμούν βεβαίως πλήρη και καθαρή δημόσια στήριξη, πλην όμως, οι Σύγκλητοι, σε αυτήν τη φάση, δεν μπορούν να τους την προσφέρουν απροκάλυπτα, γιατί στο δρόμο είναι το φοιτητικό κίνημα που δίνει με επιμονή τον δίκαιο αγώνα, είναι πανεπιστημιακοί καθηγητές και εργαζόμενοι στο πανεπιστήμιο. Σε αντίθεση με τις Συγκλήτους, τα μέλη ΔΕΠ και το διοικητικό, εργαστηριακό προσωπικό έχει ξεκάθαρες θέσεις ενάντια στα ιδιωτικά μαγαζιά των εμπόρων της γνώσης και παλεύει να ανατρέψει τους κυβερνητικούς σχεδιασμούς.
Η απόφαση της Συγκλήτου του ΕΚΠΑ
Η Τριτοβάθμια Εκπαίδευση τα τελευταία σαράντα χρόνια γνώρισε σημαντική ανάπτυξη τόσο σε εκπαιδευτικό όσο και σε ερευνητικό, επίπεδο. Παρά την υπερδεκαετή οικονομική κρίση και τις συνέπειές της, τα ελληνικά δημόσια Πανεπιστήμια παράγουν αξιοσημείωτο ερευνητικό έργο, ενώ οι απόφοιτοί τους διακρίνονται επιστημονικά και επαγγελματικά στην Ελλάδα και στο εξωτερικό.
Λαμπρό παράδειγμα αποτελεί το Ε.Κ.Π.Α., το οποίο πρόσφατα κατέγραψε εντυπωσιακό άλμα ανόδου στις διεθνείς κατατάξεις και περιλαμβάνεται πλέον στα 90 καλύτερα Πανεπιστήμια του κόσμου και στα 16 καλύτερα Πανεπιστήμια της Ευρώπης. Οι επίσης πρόσφατες υπογραφείσες συνεργασίες με κορυφαία πανεπιστήμια της Ευρώπης και της Αμερικής αναδεικνύουν την πρωτοπορία του δημόσιου Πανεπιστημίου στην εξωστρέφεια και τις διεθνείς συνεργασίες.
Το δημόσιο Πανεπιστήμιο αποτέλεσε και συνεχίζει να αποτελεί την ατμομηχανή της εκπαίδευσης στη χώρας μας, ταυτόχρονα δε λειτουργεί και ως η επιστημονική ραχοκοκαλιά της, παράγοντας νέα γνώση και καινοτομία που έχουν συμβάλει σε σημαντικό βαθμό στην οικονομική ανάπτυξη της Ελλάδας. Σήμερα η ενίσχυση του δημοσίου Πανεπιστημίου, με βάση τις προτάσεις τις οποίες από καιρό έχει διατυπώσει η πανεπιστημιακή κοινότητα, αποτελεί απόλυτη προτεραιότητα. Είναι επιτακτική ανάγκη η επαναπροκήρυξη όλων των θέσεων προσωπικού που απώλεσε το Πανεπιστήμιο τα προηγούμενα χρόνια καθώς επίσης και η αύξηση της χρηματοδότησης με σκοπό τη βελτίωση των υποδομών για την παροχή υψηλού επιπέδου εκπαιδευτικής και ερευνητικής δραστηριότητας.
Η Πολιτεία οφείλει να εγγυάται την απρόσκοπτη λειτουργία και ανάπτυξη των δημοσίων Πανεπιστημιακών Ιδρυμάτων, κάτι που μπορεί να επιτευχθεί μόνο με την πλήρη 100% κάλυψη των πάγιων λειτουργικών αναγκών τους, ενώ η επιβράβευση των Ιδρυμάτων πρέπει να αφορά ποσοστό πέραν της πλήρους χρηματοδότησής τους.
ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΝΙΣΧΥΣΗ ΑΝΩΤΑΤΩΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΩΝ ΙΔΡΥΜΑΤΩΝ (ΜΕΡΟΣ ΄Γ)
Πολλές από τις προτεινόμενες ρυθμίσεις που αφορούν τα δημόσια Πανεπιστήμια, όπως η αναπλήρωση των αφυπηρετήσεων του προσωπικού των Πανεπιστημίων, είναι στη σωστή κατεύθυνση, παρότι οι ανάγκες των Πανεπιστημίων υπερβαίνουν κατά πολύ το επίπεδο αυτών των αναγκαίων παρεμβάσεων.
Σχετικά με τις αφυπηρετήσεις παρατηρείται ότι το σχέδιο νόμου δημιουργεί την εντύπωση ότι δεν επιτάσσεται μέχρι το 2025 η αναπλήρωση των αφυπηρετούντων. Για το λόγο αυτό, προτείνουμε να προβλεφθεί η αναπλήρωση 1:1 ρητώς και χωρίς χρονικό περιορισμό. Ταυτόχρονα δε, θεωρούμε ότι πρέπει να γίνει ρητή μνεία και για το έτος 2024, ώστε να αποτελεί αμέσως εφαρμόσιμο κανόνα και όχι απλή μελλοντική ευχή, υποκείμενη ανά πάσαν στιγμήν σε νομοθετική αναθεώρηση. Επιπροσθέτως, θα πρέπει να υπάρξει ρητή αναφορά στο νόμο ότι οι πληρωτέες θέσεις των αφυπηρετούντων δεν θεωρούνται νέες θέσεις και για το λόγο αυτό να προστεθεί στο νόμο επιπλέον πρόβλεψη από πλευράς της πολιτείας για προκήρυξη νέων θέσεων σύμφωνα με τον υποχρεωτικό, βάσει νόμου, προγραμματισμό των Α.Ε.Ι.. Με τον τρόπο αυτό και με δεδομένη την πρόβλεψη για αναπλήρωση των θέσεων των αφυπηρετούντων, ζητούμε να παραμένουν οι πιστώσεις τους στο Α.Ε.Ι., ώστε να μπορούν να προκηρυχθούν άμεσα έτσι ώστε μετά την αποχώρηση του αφυπηρετούντος να υπάρξει ομαλή και άμεση αναπλήρωση από το διάδοχο προσωπικό.
Επιπλέον, διορθωτικές ρυθμίσεις όπως αυτές που αφορούν τη διαδικασία εκλογής οργάνων διοίκησης, είναι στην πραγματικότητα διορθώσεις θεσμικών άστοχων νομοθετικών πρωτοβουλιών του Υπουργείου Παιδείας κατά τα προηγούμενα χρόνια που οδήγησαν σε αδιέξοδα και επέτειναν τα προβλήματα.
Επισημαίνεται, ωστόσο, ότι ορισμένες ρυθμίσεις χρήζουν επανεξέτασης (όπως η δυνατότητα να εκλεγεί Πρόεδρος από συναφές Τμήμα) ή μερικής τροποποίησης (όπως η αντιπροσωπευτική εκπροσώπηση των Σχολών στην Επιτροπή Ερευνών του ΕΛΚΕ).
ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΚΑΙ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΡΟΣΩΠΩΝ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ (ΜΕΡΟΣ ΄Δ)
Σχετικά με την ίδρυση Νομικών Προσώπων Πανεπιστημιακής Εκπαίδευσης (ΝΠΠΔ) η Σύγκλητος θεωρεί ότι για να συζητηθούν τέτοιες μεγάλες μεταρρυθμίσεις στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση, η συνταγματική αναθεώρηση είναι η θεσμικά προτιμητέα διαδικασία, η οποία εξασφαλίζει πλήρως την ασφάλεια δικαίου.
Το δημόσιο Πανεπιστήμιο που πρωτοπορεί και διακρίνεται διεθνώς απονέμει πτυχία με κύρος στους φοιτητές του και δεν φοβάται κανένα ανταγωνισμό.
Ωστόσο, στη μετά – λυκειακή και Τριτοβάθμια Εκπαίδευση έχει δημιουργηθεί ένα άναρχο τοπίο. Κολέγια, που λειτουργούν ως παραρτήματα Πανεπιστημίων, προσφέρουν πτυχία με επαγγελματική κατοχύρωση, αντίστοιχη των Δημοσίων ΑΕΙ. Η Πολιτεία, αν και αρνείται ότι πρόκειται για ακαδημαϊκή αναγνώριση, δημιούργησε το ΑΤΕΕΝ το οποίο, δίκην ΔΟΑΤΑΠ, χρεώνει μαθήματα στους αιτούντες επαγγελματική αναγνώριση και τα Τμήματα υποχρεούνται, επ’ απειλή διοικητικών και ποινικών κυρώσεων, να εξετάζουν τους υποψηφίους, νομιμοποιώντας μια έμμεση ακαδημαϊκή αναγνώριση των προσόντων τους.
Η κανονικοποίηση του τοπίου αυτού πρέπει να είναι ζητούμενο της ακαδημαϊκής κοινότητας και όχι μόνο. Η όποια λύση, όμως, προκριθεί δεν θα πρέπει να λειτουργεί υπονομευτικά προς τη δημόσια εκπαίδευση και το δημόσιο συμφέρον.
Όλη η Τριτοβάθμια Εκπαίδευση της χώρας μας θα πρέπει να υπόκειται στο ίδιο νομικό πλαίσιο και να υπακούει στους ίδιους νομικούς και ακαδημαϊκούς κανόνες. Σε όλα τα Ιδρύματα Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης θα πρέπει να τηρούνται οι ίδιοι όροι επιλογής των φοιτητών (καθορισμός από την Πολιτεία των όσων έχουν δικαίωμα πρόσβασης στην Τριτοβάθμια εκπαίδευση), διοίκησης των Ιδρυμάτων και πρόσληψης, μονιμοποίησης και εξέλιξης των διδασκόντων.
Υποστηρίζουμε την προσπάθεια κανονικοποίησης του άναρχου τοπίου της μετα – λυκειακής εκπαίδευσης που θα οδηγήσει σε αξιολόγηση και βελτίωση της ήδη παρεχόμενης μη κρατικής Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης, ωστόσο, εκφράζονται επιφυλάξεις για το εάν τα ΝΠΠΕ θα ενισχύσουν ποιοτικά τον ακαδημαϊκό χάρτη της πατρίδας μας. Είναι απαραίτητο να διασφαλιστούν αυστηρά ακαδημαϊκά κριτήρια ώστε τα ΝΠΠΕ να προσφέρουν πτυχία με πραγματικό αντίκρισμα που δεν θα υπονομεύουν το μέλλον των φοιτητών τους.
Ειδικότερα, η Σύγκλητος παρατηρεί ότι στο υπό διαβούλευση νομοσχέδιο όσον αφορά στην ίδρυση ΝΠΠΕ:
– Απουσιάζει πλήρως η πρόβλεψη ότι μετά την ίδρυση παραρτημάτων ξένων Πανεπιστημίων ως ΝΠΠΕ, τα Κολέγια παύουν να λειτουργούν ως παραρτήματα και δεν χορηγούν επαγγελματικά δικαιώματα αντίστοιχα των δημοσίων και μη κρατικών ΑΕΙ. Οφείλει ρητά το νομοσχέδιο να αναφέρει ότι τα Κολέγια, που δεν είναι ΝΠΠΕ, δεν παρέχουν σπουδές πανεπιστημιακού επιπέδου και ως εκ τούτου δεν αναγνωρίζονται επαγγελματικά δικαιώματα στους αποφοίτους τους (για επαγγέλματα που χρήζουν πτυχίου ανώτατης εκπαίδευσης).
– Η ΕΒΕ του επιστημονικού πεδίου, την οποία προβλέπει το νομοσχέδιο, έχει πολύ μεγάλη διαφορά από την βάση εισαγωγής σε Σχολές υψηλής ζήτησης (στην Ιατρική Σχολή Ε.Κ.Π.Α. η βάση εισαγωγής είναι 19.000 μόρια ενώ η ΕΒΕ για τα ΝΠΠΕ είναι μόλις 10.000 μόρια). Το σχέδιο νόμου οφείλει να διασφαλίζει την ισονομία πρόσβασης και την αίσθηση δικαίου όλων των υποψηφίων.
– Η πρόβλεψη για μόνιμο διορισμό τριάντα (30) μελών ΔΕΠ ανά Σχολή θα πρέπει να συσχετιστεί με τον αριθμό εισακτέων και τα Προγράμματα Σπουδών που θα προσφέρονται. Η αναλογία φοιτητών – μόνιμων Καθηγητών θα πρέπει να είναι σύμφωνη τουλάχιστον με τον μέσο όρο της αναλογίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση ή στην αντίστοιχη Σχολή του δημόσιου Πανεπιστημίου. Το ίδιο θα πρέπει να ισχύει και για τις υπόλοιπες κατηγορίες του προσωπικού του Παραρτήματος.
– Δεν υπάρχει πρόβλεψη για τον τρόπο επιλογής, εκλογής, διορισμού, εξέλιξης των διδασκόντων. Είναι αναγκαίο να θεσπίσει η Πολιτεία ακαδημαϊκά κριτήρια, αντίστοιχα με τα ισχύοντα στα δημόσια Ιδρύματα. Σε ένα εκπαιδευτικό σύστημα είναι αδιανόητη η εφαρμογή διαφορετικών κανόνων ανάλογα με τη χώρα – έδρα του μητρικού Ιδρύματος. Θα δημιουργηθεί ένα άναρχο τοπίο, το οποίο δεν θα μπορεί να κανονικοποιηθεί και να αξιολογηθεί συστηματικά. Επιπροσθέτως, θα πρέπει να προβλεφθούν κοινά όρια ηλικίας συνταξιοδότησης σε όλα τα Α.Ε.Ι., δημόσια και μη κρατικά.
– Απουσιάζει η πρόβλεψη για την Φοιτητική Μέριμνα. Αν και γίνεται αναφορά για κτηριακή πιστοποίηση από τον ΕΟΠΠΕΠ, δεν αναγράφονται οι κανόνες βάσει των οποίων θα πραγματοποιείται η πιστοποίηση αυτή (φοίτηση, στέγαση, σίτιση).
– Όλα τα Προγράμματα Σπουδών που προτείνονται από τα ΝΠΠΕ θα πρέπει να είναι πιστοποιημένα από την ΕΘΑΑΕ, και όχι από τα μητρικά Ιδρύματα, για λόγους ισονομίας και αίσθησης δικαίου. Εννοείται ότι οι υποχρεώσεις που έχουν τα δημόσια Α.Ε.Ι. ως προς την ΕΘΑΑΕ θα αποτελούν υποχρεώσεις και των ΝΠΠΕ. Στο νομοσχέδιο υπάρχουν διφορούμενες διατυπώσεις (όπως, πιστοποιήσεις από ΕΘΑΑΕ ή/και από μητρικά Ιδρύματα, πιστοποίηση ενός και όχι του συνόλου των Προγραμμάτων Σπουδών κλπ.) οι οποίες θα πρέπει να απαλειφθούν.
– Δεν γίνεται ξεκάθαρη αναφορά στην υποχρέωση διεξαγωγής επιστημονικής έρευνας στα ΝΠΠΕ. Παγκοσμίως βασική υποχρέωση των Α.Ε.Ι. αποτελεί η διεξαγωγή βασικής και εφαρμοσμένης έρευνας και οι διδάσκοντες κρίνονται και για αυτό τους το έργο. Ωστόσο η πρόσβαση στα κονδύλια για την έρευνα αυτή θα πρέπει να δοθεί στα ΝΠΠΕ μετά τη λειτουργία όλων των Προγραμμάτων Σπουδών τους και την αξιολόγησή τους από την ΕΘΑΑΕ τουλάχιστον μετά από μία πενταετία.
– Στο νομοσχέδιο δεν γίνεται καμία αναφορά για τη διάρκεια σπουδών, για κατώτατο και ανώτατο όριο φοίτησης από τους φοιτητές (όπως ορίζεται για τα δημόσια Α.Ε.Ι.). Θα πρέπει ρητά να αναφέρεται ότι τυχόν Προγράμματα Σπουδών τριετούς φοίτησης δεν μπορούν να είναι ισοδύναμα με τα αντίστοιχα τετραετή ή πενταετή των δημοσίων Α.Ε.Ι., ούτε να προσφέρουν τα ίδια επαγγελματικά δικαιώματα.
– Είναι αναγκαίο να υπάρξουν νομικές δικλείδες ασφαλείας που θα κατοχυρώνουν τα ζωτικά εθνικά συμφέροντα της χώρας μας.
Η Σύγκλητος θεωρεί ότι η υιοθέτηση των προτάσεων της, με απόλυτη προτεραιότητα την ενίσχυση των δημόσιων Πανεπιστημίων, θα διασφαλίσει την ποιοτική ενίσχυση του ακαδημαϊκού χάρτη της χώρας.
Η απόφαση της Συγκλήτου του Ιόνιου Πανεπιστήμιου
Με ομόφωνο ψήφισμα η Σύγκλητος του Ιονίου Πανεπιστημίου στη 12η συνεδρίαση ακαδ. έτους 2023-2024 που πραγματοποιήθηκε στις 20-02-2024, τοποθετήθηκε σχετικά με το σχέδιο νόμου του Υπουργείου Παιδείας, Θρησκευμάτων και Αθλητισμού με τίτλο «Ενίσχυση του Δημόσιου Πανεπιστημίου – Πλαίσιο λειτουργίας μη κερδοσκοπικών παραρτημάτων ξένων πανεπιστημίων».
Η απόφαση βασίζεται στα ψηφίσματα των Τμημάτων του Ιονίου Πανεπιστημίου.
Η Σύγκλητος του Ιονίου Πανεπιστημίου μετά από διεξοδική συζήτηση επί του σχεδίου νόμου του Υπουργείου Παιδείας, Θρησκευμάτων και Αθλητισμού με τίτλο «Ενίσχυση του Δημόσιου Πανεπιστημίου – Πλαίσιο λειτουργίας μη κερδοσκοπικών παραρτημάτων ξένων πανεπιστημίων», αποφάσισε ομόφωνα τα εξής:
Εκφράζουμε σοβαρότατες ενστάσεις τόσο για την συνταγματικότητα της επιχειρούμενης αλλαγής ως προς την πρόβλεψη λειτουργίας μη κερδοσκοπικών παραρτημάτων ξένων πανεπιστημίων, όσο και για την σκοπιμότητα αλλαγής των μεγεθών της ανώτατης εκπαίδευσης στη χώρα. Το εν λόγω Νομοσχέδιο προβλέπει τη δημιουργία νέας νομικής μορφής Πανεπιστημιακών Ιδρυμάτων παρά τις επιταγές του Άρθρου 16 του ισχύοντος Συντάγματος της Ελλάδας. Επισημαίνουμε τη βαρύτητα της συνταγματικής απαγόρευσης και εκφράζουμε τη βαθύτατη ανησυχία μας για τις συνέπειες της αιφνίδιας υποβάθμισης της σημασίας της και της επιχειρούμενης παράκαμψής της.
Το νομοσχέδιο κατατίθεται χωρίς την αναγκαία διαβούλευση με τα Δημόσια ΑΕΙ. Ζητούμε έστω και τώρα ουσιαστικό διάλογο της ακαδημαϊκής κοινότητας με την Πολιτεία για τα θέματα του Νομοσχεδίου. Στην σημερινή συγκυρία απαιτείται η ουσιαστική ενίσχυση όλων των προσπαθειών υπεράσπισης της ποιότητας του Ελληνικού Πανεπιστημίου και της περαιτέρω ανάπτυξης και διεθνούς παρουσίας του. Το Ελληνικό Δημόσιο Πανεπιστήμιο αποτελεί πυλώνα γνώσης, έρευνας και πολιτισμού, έχει διαμορφώσει αξιόλογη ακαδημαϊκή παράδοση και έχει συμβάλει τόσο στη διαμόρφωση υψηλού επιπέδου ανθρώπινου κεφαλαίου για την ελληνική οικονομία όσο και στην κοινωνική κινητικότητα.
Η έλευση στη χώρα μας Παραρτημάτων Ξένων Ιδρυμάτων και η λειτουργία τους με την καινοφανή μορφή των Νομικών Προσώπων Πανεπιστημιακής Εκπαίδευσης αναμένεται να έχει σοβαρές επιπτώσεις, ιδίως στα Πανεπιστήμια της περιφέρειας και στα νησιωτικά (και πολυνησιωτικά) Ιδρύματα. Δεδομένου του κεντρικού ρόλου που το Δημόσιο Πανεπιστήμιο της περιφέρειας επιτελεί στον τομέα της τοπικής και περιφερειακής ανάπτυξης μέσω της στήριξης του παραγωγικού και κοινωνικού ιστού των Περιφερειών, το στοιχείο αυτό αναμένεται να έχει μεγάλες αρνητικές συνέπειες τόσο στην οικονομική και κοινωνική λειτουργία πολλών ελληνικών περιφερειών όσο και στον ρόλο τους στην αναπτυξιακή πορεία της χώρας.
Αρνητικές επιπτώσεις αναμένονται επίσης στην αγορά εργασίας και μάλιστα σε ήδη κορεσμένα επαγγέλματα. Σε επίπεδο κοινωνικής συνοχής οι συνέπειες προβλέπονται δυσμενείς, με αύξηση των κοινωνικών ανισοτήτων και μείωση της κοινωνικής κινητικότητας.
Η αύξηση των πόρων για τη Δημόσια Ανώτατη Εκπαίδευση και η στήριξή της αποτελούν αναγκαίες προϋποθέσεις για κάθε προσπάθεια αναβάθμισής της. Η συνεχής υποχρηματοδότηση των Πανεπιστημίων, η ελλιπής στελέχωση και η απολύτως ανεπαρκής κάλυψη των ποικίλων αναγκών στη φοιτητική μέριμνα (σίτιση και στέγαση του φοιτητικού πληθυσμού), στην έρευνα (εργαστηριακός εξοπλισμός, βιβλιοθήκες) υπονομεύουν το μέλλον του Δημόσιου Πανεπιστημίου, καθώς δεν επιτρέπουν την εκδίπλωση όλων των δυνατοτήτων του. Η ανάγκη στήριξης του Δημόσιου Πανεπιστημίου στην περιφέρεια συναρτάται άμεσα με την ανάγκη της ανάπτυξης των περιφερειών της χώρας και την ανταπόκριση στην ευρωπαϊκή στρατηγική για συμπεριληπτικότητα. Το νομοσχέδιο δεν παρέχει προβλέψεις αυτής της αναγκαίας στήριξης, στοιχείο το οποίο σε συνάρτηση με την επιχειρούμενη πρόβλεψη λειτουργίας ιδιωτικών ΑΕΙ αναμένεται να δημιουργήσει προβλήματα βιωσιμότητας των Δημόσιων ΑΕΙ, ιδίως στην περιφέρεια.
Το νομοσχέδιο που κατατέθηκε για βελτίωση του πλαισίου λειτουργίας του Δημοσίου Πανεπιστημίου δεν ανταποκρίνεται στην ανάγκη κάλυψης των άμεσων αναγκών βελτίωσης και εκσυγχρονισμού του θεσμικού πλαισίου. Συνεχίζει, όπως και ο ισχύων ν. 4957/2022, να διακατέχεται από λογική υπερρύθμισης, καθώς και ασφυκτικού ελέγχου όλων των θεμάτων που αφορούν στη διοίκηση και λειτουργία των Ελληνικών Πανεπιστημίων. Η λογική αυτή αποτελεί μεγάλο εμπόδιο για την ανταπόκριση του Δημόσιου Πανεπιστημίου στις σύγχρονες ανάγκες της κοινωνίας.
Επίσης, το νομοσχέδιο προωθεί μια προβληματική διαδικασία εκλογής των μελών της Επιτροπής Ερευνών. Ασχολείται μονομερώς με τα ακαδημαϊκά θέματα τονίζοντας τον διδακτικό προσανατολισμό των Ιδρυμάτων, ενώ δεν ανταποκρίνεται στοιχειωδώς στην ανάγκη ενίσχυσης του ερευνητικού τους προσανατολισμού με θεσμικά μέτρα. Η σημασία της έρευνας και τα κίνητρα για αυτήν δεν περιλαμβάνονται στο κατατεθέν νομοσχέδιο.
Εξάλλου, προκαλεί έκπληξη και ανησυχία για το ετεροβαρές των προβλέψεων ότι τα ανωτέρω προκύπτουν ενώ το προτεινόμενο πλαίσιο για τη λειτουργία των Ιδιωτικών Πανεπιστημίων είναι εξαιρετικά λιτό με μόλις 27 άρθρα, αποτελεί ένα σύνολο γενικών και ασαφών διατυπώσεων χωρίς τη θέσπιση δικλίδων ασφαλείας και μηχανισμών ελέγχου τήρησης των προβλεπομένων, ενώ παραπέμπουν σχεδόν για όλα τα κρίσιμα θέματα στους Κανονισμούς των Μητρικών Ιδρυμάτων.
Η ύπαρξη ενός τόσο γενικού πλαισίου για τα Ιδιωτικά Πανεπιστήμια, σε συνδυασμό με το υπερρυθμιστικό υπόδειγμα που προωθεί, ο ίδιος νόμος, για τα Δημόσια Πανεπιστήμια, δημιουργεί συνθήκες ακραίου αθέμιτου ανταγωνισμού. Είναι σαφές ότι υφίσταται ανάγκη απαραίτητων διευκρινίσεων και κάλυψης θεμελιωδών ζητημάτων για τη λειτουργία των Ιδιωτικών Πανεπιστημίων, που παραμένουν απολύτως ασαφή. Στην περίπτωση που η ίδρυση των Ιδιωτικών Πανεπιστημίων επιτρεπόταν από το Σύνταγμα, η εγκαθίδρυση ενός ενιαίου θεσμικού πλαισίου και η διαμόρφωση μιας ενιαίας στρατηγικής για την ανώτατη εκπαίδευση στην Ελλάδα θα ήταν αναγκαία.
Βασική πτυχή του ανωτέρω συνιστά η πλήρης αυτοδιοίκηση του Δημοσίου Πανεπιστημίου, την οποία σθεναρά διεκδικούμε. Η αυτοδιοίκηση αυτή σε συνδυασμό με την κοινωνική λογοδοσία του Ιδρύματος διασφαλίζει την αποτελεσματική λειτουργία του με βάση τον στρατηγικό σχεδιασμό που τεκμηριωμένα και αιτιολογημένα εκπονεί. Στο πλαίσιο αυτό απαιτείται άρση της πρακτικής της υπερρύθμισης και σεβασμός στις αποφάσεις των Ιδρυμάτων για την στρατηγική τους και τα βήματα ανάπτυξής τους.
Ζητούμε λοιπόν πραγματική αυτονομία και αυτοδιοίκητο σε θέματα:
Ακαδημαϊκά, όπως τα σχετιζόμενα με τη δημιουργία και κατάργηση νέων Τμημάτων και Προγραμμάτων Σπουδών όλων των κύκλων, την εισαγωγή φοιτητών και τον αριθμό των εισακτέων, Οικονομικής Διαχείρισης, πέραν της ετήσιας έγκρισης του Τακτικού Προϋπολογισμού,
Οργανωτικά, όσον αφορά τον ορισμό και την εκλογή Οργάνων και Επιτροπών Διοίκησης των επιμέρους διοικητικών μονάδων, Υπηρεσιακής εξέλιξης, με βάση τους Κανονισμούς των Ιδρυμάτων.
Συμπερασματικά, στη σημερινή συγκυρία:
- Αντιτασσόμαστε σθεναρά στην μεθόδευση ίδρυσης ιδιωτικών Πανεπιστημίων μέσω παράκαμψης της ρητής συνταγματικής απαγόρευσης.
- Διεκδικούμε σεβασμό στο αυτοδιοίκητο του Δημόσιου Πανεπιστημίου, ουσιαστική θεσμική ευελιξία, και μεταχείριση ανάλογη του κύρους που έχει στην ελληνική κοινωνία και της προσφοράς του στη γνώση, στην έρευνα, στην ανάπτυξη και στον πολιτισμό της χώρας.
- Απαιτούμε την άμεση αύξηση της χρηματοδότησης για την κάλυψη των ανελαστικών αναγκών του Δημόσιου Πανεπιστημίου και για τη διαμόρφωση των αναγκαίων υποδομών για τη λειτουργία του (λειτουργία επαρκών φοιτητικών εστιών, ολιστική φοιτητική μέριμνα, εργαστηριακός εξοπλισμός για την έρευνα, ψηφιακός μετασχηματισμός, ενημέρωση έντυπων και ψηφιακών βιβλιοθηκών).
- Κρίνουμε ως απαραίτητη μια εθνική στρατηγική μεταρρύθμισης των δημόσιων ελληνικών Πανεπιστημίων, με ειδικό σχέδιο για κάθε πανεπιστήμιο και με στόχο την σύγκλιση των ποιοτικών και ποσοτικών δεικτών τους με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο.
- Ζητούμε, έστω και την έσχατη αυτή ώρα, ουσιαστικό διάλογο με το Υπουργείο σχετικά με το περιεχόμενο του νομοσχεδίου.
Η απόφαση της Συγκλήτου του ΠΑΜΑΚ
Η Σύγκλητος του Πανεπιστημίου Μακεδονίας στη σημερινή συνεδρίασή της (10/16.2.2024), μετά από διεξοδική συζήτηση επί του σχεδίου νόμου του Υπουργείου Παιδείας, Θρησκευμάτων και Αθλητισμού, με τίτλο «Ενίσχυση του Δημόσιου Πανεπιστημίου – Πλαίσιο λειτουργίας μη κερδοσκοπικών παραρτημάτων ξένων πανεπιστημίων», με ομόφωνη απόφαση όλων των παρόντων μελών της, αποφάσισε τα εξής:
Βρισκόμαστε σήμερα εν όψει της δημιουργίας Ιδιωτικών Πανεπιστημιακών Ιδρυμάτων παρά το παραμένον σε ισχύ Άρθρο 16 του Συντάγματος.
Αναλογιζόμαστε, τη βαρύτητα της συνταγματικής απαγόρευσης και εκφράζουμε την ανησυχία μας για τις συνέπειες της αιφνίδιας υποβάθμισης της σημασίας της και την προτεινόμενη νομοτεχνική παράκαμψή της.
Ανησυχούμε, διότι η συζήτηση για τα Ιδιωτικά Πανεπιστήμια γίνεται μέσα σε κλίμα πόλωσης, με τα Πανεπιστήμια κλειστά, χωρίς τις απαραίτητες δυνατότητες διαλόγου με τα μέλη της Πανεπιστημιακής μας Κοινότητας.
Ζητάμε, ανοιχτό διάλογο με την Πολιτεία, ειλικρινή και εμπεριστατωμένη επικοινωνία με την Πανεπιστημιακή Κοινότητα, απαραίτητα βήματα τα οποία μέχρι σήμερα δεν έχουν καν δρομολογηθεί.
Η κατάθεση νομοσχεδίου για τη δημιουργία Ιδιωτικών Πανεπιστημίων αποτελεί για τη χώρα κρίσιμη αλλαγή σελίδας. Μέσα στα δεδομένα της συγκυρίας που μόλις περιγράψαμε χρειάζεται η ενίσχυση όλων των προσπαθειών υπεράσπισης της ποιότητας του Ελληνικού Πανεπιστημίου και της διατήρησης της υπεροχής του. Η Ελληνική Δημόσια Ανώτατη Εκπαίδευση δεν έχει να φοβηθεί τον ανταγωνισμό από την αντίστοιχη ιδιωτική. Η δημιουργία Ιδιωτικών Πανεπιστημίων δεν απειλεί την ποιότητα των σπουδών, ούτε τη θέση που έχει το Ελληνικό Πανεπιστήμιο στην Ελληνική κοινωνία, παρ’ όλη τη διαχρονική άρνηση της Πολιτείας να στηρίξει ουσιαστικά το Ελληνικό Δημόσιο Πανεπιστήμιο. Οι προκρούστειες «λύσεις» που επιβλήθηκαν σε βάρος Πανεπιστημίου και Πανεπιστημιακών κατά τη διάρκεια της στενωπού της Δημοσιονομικής Κρίσης, δεν απέτρεψαν την Ελληνική κοινωνία από το να συνεχίζει να εμπιστεύεται και να αγκαλιάζει το Δημόσιο Πανεπιστήμιο. Το Ελληνικό Δημόσιο Πανεπιστήμιο έχει δημιουργήσει σημαντική ακαδημαϊκή παράδοση και έχει συμβάλει στη διαμόρφωση υψηλού επιπέδου ανθρώπινου κεφαλαίου για την ελληνική οικονομία. Αποτελούσε, αποτελεί και θα εξακολουθήσει να αποτελεί το στόχο, το όνειρο και το καύχημα της ελληνικής κοινωνίας.
Στην αισιοδοξία μας για το μέλλον του Ελληνικού Δημοσίου Πανεπιστημίου, συνηγορεί η Ευρωπαϊκή εμπειρία η οποία καταδεικνύει πως παρά τη μη ύπαρξη αναλόγου τύπου συνταγματικής απαγόρευσης το εγχείρημα των ιδιωτικών Πανεπιστημίων δεν έχει κατά κανόνα επιτύχει. Στην πραγματικότητα έχει εκφυλισθεί σε Πανεπιστήμια χαμηλής ακαδημαϊκής αξίας, περιορισμένης επιστημονικής εμβέλειας και κύρους. Από την άλλη μεριά η επίκληση του πετυχημένου παραδείγματος των μεγάλων Πανεπιστημίων των Ηνωμένων Πολιτειών, προς υπεράσπιση αυτού που στη χώρα μας τιτλοφορείται ως μη κερδοσκοπικό, αλλά στην ουσία απολύτως κερδοσκοπικό-ιδιωτικό πανεπιστήμιο, δεν συνιστά για γνωρίζοντες πανεπιστημιακούς δασκάλους και ακαδημαϊκούς, ούτε στέρεη ούτε αξιόπιστη επιχειρηματολογία. Πανεπιστήμια αυτής της κλάσης δεν έχουν λόγο να έρθουν και να δημιουργήσουν παραρτήματα στη χώρα μας.
Η έλευση στη χώρα μας περιορισμένου ακαδημαϊκού διαμετρήματος Ιδρυμάτων θα απορροφήσει πιθανότατα τη ζήτηση για σπουδές, σε αναλόγου επιπέδου Ιδρύματα της ευρύτερης περιοχής μας και θα αποτελέσει διέξοδο για υποψηφίους που δεν επιτυγχάνουν τις βάσεις εισαγωγής σε Τμήματα υψηλής ζήτησης ή/και σε Τμήματα, κατά κύριο λόγο, της Αθήνας και της Θεσσαλονίκης. Η πληρωμή διδάκτρων θα αντισταθμίζει τις χαμηλές βαθμολογικές επιδόσεις και θα διασφαλίζει την είσοδο τόσο σε σχολές υψηλής ζήτησης όσο και την παραμονή στα δύο μεγάλα αστικά κέντρα. Από πουθενά ωστόσο δεν προκύπτει ότι η έλευση αλλοδαπών πανεπιστημίων του τύπου που περιγράψαμε, μέσω ανταγωνισμού ή μέσω μιας κάποιας άλλης διάδρασης, θα βελτιώσει το επίπεδο σπουδών στη Δημόσια Ανώτατη Εκπαίδευση. Οι αρνητικές όμως επιπτώσεις στα Πανεπιστήμια της περιφέρειας, στην αγορά εργασίας και μάλιστα σε ιδιαίτερα κορεσμένα επαγγέλματα, στις κοινωνικές ανισότητες αλλά και στην κοινωνική κινητικότητα θα είναι τα δισεπίλυτα προβλήματα της επόμενης μέρας.
Η δημιουργία Ιδιωτικών Πανεπιστημίων ακόμα και αν μακροπρόθεσμα αποτύχουν συνιστά για τη χώρα και την Ανώτατη εκπαίδευση αλλαγή παραδείγματος. Αποτελεί πρόκληση για το Δημόσιο Πανεπιστήμιο, το οποίο όμως έχει τις δυνατότητες να απαντήσει, να απαιτήσει ισονομία και δίκαιη μεταχείριση, όπως και να εκμεταλλευθεί αυτήν την εξέλιξη σε θετική κατεύθυνση και για το δικό του συμφέρον.
Η αύξηση των πόρων για τη Δημόσια Ανώτατη Εκπαίδευση αποτελεί προϋπόθεση για κάθε προσπάθεια αναβάθμισής της. Η λειτουργία, ωστόσο, του Δημοσίου Πανεπιστημίου, οι σχέσεις του με την Πολιτεία και η ανάγκη για κοινωνική δικαιολόγηση των πόρων που διατίθενται για τη βελτίωσή του, είναι και αυτά ζητήματα πρώτης γραμμής, που σήμερα μπαίνουν ξανά, ίσως πιο επίκαιρα από ποτέ στην ημερήσια διάταξη.
Το νομοσχέδιο που κατατέθηκε για βελτίωση του πλαισίου λειτουργίας του Δημοσίου Πανεπιστημίου, παρά τα 170 σχεδόν άρθρα που περιλαμβάνει, πόρρω απέχει από την κάλυψη των άμεσων αναγκών βελτίωσης και εκσυγχρονισμού του θεσμικού πλαισίου. Συνεχίζει, όπως και ο ισχύων ν. 4957/2022, να διακατέχεται από μια λογική υπερρύθμισης, κεντρικού και ασφυκτικού ελέγχου όλων των θεμάτων που αφορούν στη διοίκηση και λειτουργία των Ελληνικών Πανεπιστημίων. Αποκαλυπτική ως προς αυτό είναι η τελευταία έκθεση της ΕΘ.Α.Α.Ε, η οποία επισημαίνει την κατάταξη της χώρας μας ως προς το αυτοδιοίκητο των Πανεπιστημίων της, στην τελευταία θέση μεταξύ ενός συνόλου 30 Ευρωπαϊκών χωρών.
Ο νέος νόμος, παρά τα κατ’ αρχήν εξαγγελθέντα για τη διαμόρφωση ενός φιλελεύθερου πλαισίου για το Ελληνικό Δημόσιο Πανεπιστήμιο:
Προβλέπει, στην ίδια λογική με το ν. 4957/2022, διατάξεις και ρυθμίσεις για όλα τα θέματα που αφορούν την διοίκηση και τις εκλογές οργάνων διοίκησης, ειδικά μάλιστα για τα τελευταία, αντιμετωπίζοντας τα λάθη των αρχικών ρυθμίσεων για την εκλογή του Συμβουλίου Διοίκησης με ακόμα περισσότερες και πολυπλοκότερες ρυθμίσεις, με ακόμα περισσότερα λάθη.
Αυξάνει και γραφειοκρατικοποιεί ακόμα περισσότερο τον οικονομικό έλεγχο των Πανεπιστημιακών Ιδρυμάτων μέσω νέων ρυθμίσεων για τους προϋπολογισμούς των.
Προωθεί μια εξόχως προβληματική διαδικασία εκλογής των μελών της Επιτροπής Ερευνών, δημιουργεί ερωτήματα για τη διαμόρφωση των μελλοντικών της εσόδων και αφήνει ανέγγιχτο το θέμα της ισχύος του Δημόσιου Λογιστικού όσον αφορά τη λειτουργία της.
Ασχολείται μονομερώς με τα ακαδημαϊκά θέματα τονίζοντας τον διδακτικό προσανατολισμό των Ιδρυμάτων παραβλέποντας την ανάγκη ενίσχυσης του ερευνητικού τους προσανατολισμού με θεσμικά μέτρα. Η σημασία της έρευνας και τα κίνητρα για αυτήν δεν αντανακλώνται στις ρυθμίσεις που έχουν κατατεθεί.
Είναι δε άκρως προβληματικό ότι όλα αυτά συμβαίνουν όταν το προτεινόμενο πλαίσιο για τη λειτουργία των Ιδιωτικών Πανεπιστημίων είναι εξαιρετικά λιτό με μόλις 27 άρθρα, αποτελεί ένα σύνολο γενικών διατυπώσεων, παραπέμποντας σχεδόν για όλα τα κρίσιμα θέματα στους Κανονισμούς των Μητρικών Ιδρυμάτων. Σημειωτέον ότι, οι προτεινόμενες ρυθμίσεις δεν είναι συμβατές ούτε με το Δίκαιο της Ε.Ε., το οποίο δεν θέτει υποχρέωση τήρησης τέτοιων προβλέψεων.
Η ύπαρξη ενός τόσο γενικού πλαισίου για τα Ιδιωτικά Πανεπιστήμια, σε συνδυασμό με το υπερρυθμιστικό υπόδειγμα που προωθεί, ο ίδιος νόμος, για τα Δημόσια Πανεπιστήμια, δημιουργεί συνθήκες ακραίου αθέμιτου ανταγωνισμού. Είναι σαφές ότι υφίσταται ανάγκη απαραίτητων διευκρινίσεων και κάλυψης θεμελιωδών ζητημάτων για τη λειτουργία των Ιδιωτικών Πανεπιστημίων που παραμένουν θολά. Ανεξάρτητα από τη συμφωνία μας με το όλον εγχείρημα, ή όχι, είναι προφανές ότι δεν ζητάμε τη διαμόρφωση ενός ανάλογου υπερρυθμιστικού πλαισίου και για τα Ιδιωτικά Πανεπιστήμια. Απαιτούμε όμως την εγκαθίδρυση ενός ανάλογου πλαισίου και τη διαμόρφωση μιας παρεμφερούς λογικής, για τη λειτουργία και του Δημοσίου Πανεπιστημίου. Δηλαδή: Ενίσχυση του εν πολλοίς ανύπαρκτου Αυτοδιοίκητου, για όλα τα θέματα που αφορούν στη λειτουργία του Δημοσίου Πανεπιστημίου.
Ζητάμε λοιπόν, πραγματική αυτονομία και αυτοδιοίκητο σε θέματα:
Ακαδημαϊκά, όπως τα σχετιζόμενα με τη δημιουργία και κατάργηση νέων Τμημάτων και Προγραμμάτων Σπουδών, την εισαγωγή φοιτητών και τον αριθμό των εισακτέων,
Οικονομικής Διαχείρισης, πέραν της ετήσιας έγκρισης του Τακτικού Προϋπολογισμού,
Οργανωτικά, όσον αφορά την εκλογή Οργάνων και Επιτροπών Διοίκησης των επιμέρους διοικητικών μονάδων,
Υπηρεσιακής εξέλιξης, με βάση τους Κανονισμούς των Ιδρυμάτων.
Όλα αυτά, πάντα με τη διασφάλιση ισχυρών Θεσμών Αξιολόγησης και επίτευξης εκ των προτέρων συμφωνηθέντων με την εποπτεύουσα Αρχή, προγραμματικών Στόχων.
Συμπερασματικά, στη σημερινή, πιθανότατα μη αντιστρέψιμη εξέλιξη δημιουργίας Ιδιωτικών Πανεπιστημίων, το Δημόσιο Πανεπιστήμιο, οφείλει να εκμεταλλευθεί τη συγκυρία που έχει δημιουργηθεί και να διεκδικήσει ισονομία, θεσμική ευελιξία, σεβασμό στο αυτοδιοίκητο και μεταχείριση ανάλογη του κύρους που έχει στην ελληνική κοινωνία.
Ομόφωνη απόφαση της ΠΟΣΔΕΠ
Η ΕΓ της ΠΟΣΔΕΠ, εν όψει της απόφασης της κυβέρνησης να καταθέσει τελικά το νομοσχέδιο, παρά την αντίθεση της ΠΟΣΔΕΠ, των συλλόγων μελών ΔΕΠ σε όλη την Ελλάδα, των Συγκλήτων των πανεπιστημίων, καθώς και την αντίθεση των φοιτητριών και φοιτητών και της πανεπιστημιακής κοινότητας που εκφράστηκε με μαζικές κινητοποιήσεις,
αποφασίζει
- Επαναβεβαιώνει την σταθερή στάση της ΠΟΣΔΕΠ στη βάση των ομόφωνων αποφάσεων του 16ου συνεδρίου της, ενάντια στην παράκαμψη – παραβίαση του άρθρου 16 και στην ίδρυση ιδιωτικών «Πανεπιστημίων».
- Επιμένει στην ανάγκη μιας ουσιαστικής διαβούλευσης για την μετρήσιμη ενίσχυση του Δημόσιου Πανεπιστημίου, την αναγκαία στελέχωση, την απαραίτητη χρηματοδότηση, τη θεσμική θωράκιση των δημοκρατικών λειτουργιών και του αυτοδιοίκητου, καθώς αυτές είναι οι πραγματικές ανάγκες της Ανώτατης Εκπαίδευσης στη χώρα μας.
Στην κρίσιμη περίοδο που διανύουμε καλούμε την Πανεπιστημιακή κοινότητα σε αγωνιστική εγρήγορση.
Θεωρούμε αναγκαία την προκήρυξη απεργίας για την Τρίτη 27 Φλεβάρη, ημέρα που ξεκινά η συζήτηση του νομοσχεδίου στη Διαρκή Επιτροπή Μορφωτικών Υποθέσεων της Βουλής, και καλούμε τους συλλόγους μελών ΔΕΠ να πάρουν αποφάσεις για κινητοποιήσεις (απεργία, στάση εργασίας, εκδηλώσεις κλπ), καθώς και για πολύμορφες δράσεις ενημέρωσης και ενεργοποίησης θεσμικών και κοινωνικών φορέων και ολόκληρης της κοινωνίας.
Συμμετέχουμε στην 24ωρη πανελλαδική απεργία την Τετάρτη 28 Φλεβάρη για το έγκλημα των Τεμπών, όπως αποφασίστηκε στο συνέδριό μας.
Καλούμε σε κινητοποίηση τον κλάδο τις ημέρες συζήτησης και ψήφισης του νομοσχεδίου στην Ολομέλεια της Βουλής (προκήρυξη απεργίας για τις 7 και 8 Μάρτη με αποφάσεις των συλλόγων) και οργανώνουμε, σε συντονισμό και με άλλους φορείς, πανελλαδικό συλλαλητήριο στην Αθήνα με συγκέντρωση στο Σύνταγμα την ημέρα ψήφισής του.
ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΔΙΕΥΡΥΜΕΝΟΥ ΚΕΝΤΡΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΣΥΛΛΟΓΟΥ ΔΕΠ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΑΙΓΑΙΟΥ
Όχι στην κατάθεση του Νομοσχεδίου για τα Ιδιωτικά Πανεπιστήμια!
Όχι στην περαιτέρω εμπορευματοποίηση του δημόσιου πανεπιστημίου!
Αγώνας για μια δημόσια και δωρεάν παιδεία, ενάντια στην ίδρυση ιδιωτικών πανεπιστημίων!
Το Κεντρικό Συμβούλιο του Συλλόγου ΔΕΠ Πανεπιστημίου Αιγαίου σε ανοικτή διευρυμένη συνεδρίαση με συμμετοχή πολλών μελών του στις 21/02 συζήτησε διεξοδικά το Σχέδιο Νόμου με τίτλο «Ενίσχυση του Δημόσιου Πανεπιστημίου – Πλαίσιο λειτουργίας μη κερδοσκοπικών παραρτημάτων ξένων πανεπιστημίων» που κατατέθηκε για διαβούλευση στις 8/2. Κατέληξε ότι αυτό αποτελεί αρνητική τομή στην εκπαίδευση στη χώρα μας. Εάν ψηφιστεί, η λειτουργία των ιδιωτικών πανεπιστημίων θα υποβαθμίσει δραματικά την τριτοβάθμια εκπαίδευση και θα αποτέλεσε εμπόδιο στην ανάπτυξη της επιστήμης.
Εκφράζουμε τις βασικές αρχές:
η μόρφωση είναι και πρέπει να παραμείνει δημόσιο αγαθό και δικαίωμα, όχι εμπόρευμα και προνόμιο, και σε αυτήν πρέπει να έχουν όλοι και όλες ισότιμη πρόσβαση.
μόνο η δημόσια και δωρεάν ανώτατη εκπαίδευση διασφαλίζει την ακαδημαϊκή ελευθερία, την ισότητα πρόσβασης στις πανεπιστημιακές σπουδές, στη γνώση και την έρευνα, την ανεξαρτησία της σκέψης, και την ποιότητα των σπουδών.
ο δημόσιος χαρακτήρας της ανώτατης εκπαίδευσης εξασφαλίζεται από το Σύνταγμα και η διαρκής ενίσχυση του ελληνικού δημόσιου πανεπιστημίου με επαρκείς πόρους για τη διασφάλιση υψηλού επιπέδου ανθρώπινου δυναμικού και υποδομών αποτελεί αποκλειστικό καθήκον της Πολιτείας.
το πανεπιστήμιο είναι από τους δημόσιους χώρους ελεύθερης διακίνησης ιδεών, χώρος ελεύθερης και κριτικής σκέψης και πρέπει έτσι να παραμείνει και να προστατευθεί.
Καταλήξαμε, επαναλαμβάνοντας τις αποφάσεις του Συλλόγου μας (17/7/2023, 8/12/2023, 31/01/2024) ότι μετά την εμπορευματοποίηση του δημόσιου πανεπιστημίου (βλ. δίδακτρα στα περισσότερα μεταπτυχιακά, προγράμματα Δια Βίου Εκπαίδευσης κα) που έχει επέλθει από τις κυβερνητικές πολιτικές των τελευταίων χρόνων, η κυβέρνηση επιχειρεί μέσω του νέου νομοσχεδίου την ιδιωτικοποίηση μέρους της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης.
Ειδικότερα καταλήξαμε ότι η ίδρυση ιδιωτικών ή μη κρατικών πανεπιστημίων:
παραβιάζει απροκάλυπτα το άρθρο 16 του Συντάγματος.
θα δημιουργήσει συνθήκες που καμία σχέση δεν έχουν με την ακαδημαϊκή ελευθερία, την κριτική και ελεύθερη σκέψη, με την ανάπτυξη της έρευνας καθώς:
αυτά πρόκειται για κέντρα που παρέχουν τίτλους επ’ αμοιβή και υπακούν πρωτίστως σε εμπορικές – επιχειρηματικές προτεραιότητες,
υπακούουν στις απαιτήσεις και στα συμφέροντα των ιδιωτικών παρόχων παρά σε ερευνητικές και παιδαγωγικές ανάγκες,
είναι εκπαιδευτήρια που σκοπό έχουν το κέρδος και δεν έχουν καμία σχέση με έρευνα, διδασκαλία και παραγωγής επιστημονικής γνώσης.
θα δημιουργήσει συνθήκες ανισότιμης πρόσβασης στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, θα κάνει το δημόσιο πανεπιστήμιο ακόμη πιο ταξικό και θα οδηγήσει στην υποτίμηση των πτυχίων.
θα επεκτείνει περαιτέρω την επιχειρηματική λογική στη λειτουργία του δημόσιου πανεπιστημίου:
ήδη στο νομοσχέδιο επιβλήθηκαν στα δημόσια πανεπιστήμια δίδακτρα σε προπτυχιακό επίπεδο σε αλλοδαπούς φοιτητές, προλειαίνοντας το έδαφος για επιβολή διδάκτρων σε όλους τους προπτυχιακούς φοιτητές.
ήδη στο νομοσχέδιο περιορίζεται ακόμη περισσότερο ο δημοκρατικός χαρακτήρας του δημόσιου πανεπιστημίου με τη μεταβίβαση πολλών αρμοδιοτήτων της Συγκλήτου στον Πρύτανη, της Κοσμητείας στον Κοσμήτορα και της Συνέλευσης του Τμήματος στον Πρόεδρο, κατόπιν απόφασης των ανάλογων οργάνων.
θα οδηγήσει στην υποβάθμιση των κοινωνικών και ανθρωπιστικών σπουδών, στην εντονότερη εξάρτηση της εφαρμοσμένης έρευνας από το ιδιωτικό κεφάλαιο, και στο χτύπημα της βασικής έρευνας.
θα λειτουργήσει σε βάρος των πανεπιστημίων κυρίως της περιφέρειας μέσω της θεσμοθέτησης του συγκεκριμένου τρόπου εισαγωγής σ΄αυτά (βαθμός εισαγωγής, η ΕΒΕ κάθε επιστημονικού πεδίου): Eιδικότερα για το Πανεπιστήμιο Αιγαίου, ένα ακριτικό και πολυνησιωτικό πανεπιστήμιο τα πανάκριβα αεροπορικά και ακτοπλοϊκά εισιτήρια, τα υποβαθμισμένα νοσοκομεία, η ανύπαρκτη πρωτοβάθμια υγεία, η υποβαθμισμένη φοιτητική μέριμνα οι όχι επαρκείς φοιτητικές εστίες είναι παράγοντες που δημιουργούν ακόμη δυσχερέστερες συνθήκες για την παραμονή των φοιτητών στα νησιά του πανεπιστημίου.
μεσοπρόθεσμα, θα ενισχύσει τη συγκέντρωση του πληθυσμού στα μεγάλα αστικά κέντρα της ενδοχώρας, προκαλώντας την περαιτέρω δημογραφική και οικονομική συρρίκνωση της περιφέρειας αλλά και τη συρρίκνωση της κοινωνικής ζωής.
θα πιέσει για περισσότερη υποχρηματοδότηση του δημόσιου πανεπιστημίου: ήδη στο νομοσχέδιο η χρηματοδότηση των δημόσιων πανεπιστημίων από τον τακτικό προϋπολογισμό με βάση τους αντικειμενικούς δείκτες μειώνεται από 80% σε 70%, όταν αυτοί οι τελευταίοι καθορίζουν σε μεγάλο μέρος τις ανελαστικές δαπάνες κάθε ιδρύματος.
Θα πιέσει για πιο δυσμενείς εργασιακές σχέσεις στο δημόσιο πανεπιστήμιο, μεταξύ άλλων θα επηρεάσει αρνητικά τους ήδη χαμηλούς μισθούς των διδασκόντων και των εργαζόμενων σ΄αυτά.
Θεωρούμε ότι η απόφαση της Συγκλήτου του Πανεπιστημίου Αιγαίου αποτυγχάνει να σταθεί στο ύψος των περιστάσεων αδυνατώντας να εκφράσει την αγωνία των περισσοτέρων διδασκόντων και εργαζόμενων του Πανεπιστημίου μας. Καλούμε τη διοίκηση του Πανεπιστημίου να σταθεί ενάντια στην ίδρυση ιδιωτικών πανεπιστημίων, ενάντια στην κατάλυση του Συντάγματος, ενάντια στην απαξίωση του Πανεπιστημίου Αιγαίου και ενάντια στην ψήφιση του Νομοσχεδίου, για πραγματικά δημόσια και δωρεάν παιδεία.
Είμαστε κατηγορηματικά αντίθετοι σ΄αυτήν τη νομοθετική πρωτοβουλίας της κυβέρνησης.
Δηλώνουμε ότι θα συνεχίσουμε τον αγώνα μας για μια δημόσια και δωρεάν παιδεία, ενάντια στην πλήρη απαξίωση και υποβάθμιση του δημόσιου πανεπιστημίου και ενάντια στην ίδρυση ιδιωτικών πανεπιστημίων.
Προκηρύσσουμε 48ωρη απεργία την ημέρα κατάθεσης του νομοσχεδίου.
Διεκδικούμε από την Ομοσπονδία των πανεπιστημιακών, την ΠΟΣΔΕΠ, την προκήρυξη απεργιακών κινητοποιήσεων ενόψει της ψήφισης του νομοσχεδίου και τη στήριξη της συνδικαλιστικής δράσης των μελών της.
Τασσόμαστε υπέρ της προάσπισης του δημόσιου, δωρεάν και δημοκρατικού χαρακτήρα του πανεπιστημίου, σε συντονισμό με τους φοιτητικούς και άλλους συλλόγους.
Τασσόμαστε στο πλευρό των φοιτητών και φοιτητριών που αγωνίζονται για μια δημόσια και δωρεάν παιδεία, ενάντια σε αυθαίρετες κυβερνητικές και εισαγγελικές παρεμβάσεις στον δίκαιο αγώνα τους.
Καταγγέλλουμε τις αστυνομικές επεμβάσεις στο Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης, στο ΑΠΘ. Δεν θα δεχθούμε να γίνει κανονικότητα η επέμβαση κατασταλτικών δυνάμεων μέσα στο πανεπιστήμιο.
Διεκδικούμε την ενίσχυση των δημόσιων πανεπιστημίων σύμφωνα με τις πραγματικές τους ανάγκες και ειδικότερα την ενίσχυση των περιφερειακών πανεπιστημίων και δη των ακριτικών όπως το δικό μας.
Διεκδικούμε επαρκή χρηματοδότηση, προκηρύξεις νέων θέσεων μελών ΔΕΠ, διοικητικού και τεχνικού προσωπικού, ενίσχυση της φοιτητικής μέριμνας.
Οργανώνουμε δράσεις ενημέρωσης των τοπικών κοινωνιών σε συντονισμό με τους Συλλόγους Διοικητικού Προσωπικού και ΕΕΔΙΠ του Πανεπιστημίου Αιγαίου.
Επιβεβαιώνουμε τη συμμετοχή μας στις συναντήσεις και κινητοποιήσεις του συντονισμού των Συλλόγων ΔΕΠ και οργανώνουμε κοινές δράσεις για την ενημέρωση της ελληνικής κοινωνίας.
Είναι μια ιστορική στιγμή για το δημόσιο ελληνικό πανεπιστήμιο και πρέπει να σταθούμε στο ύψος της!
Ομόφωνο ψήφισμα ΔΣ ΕΣΔΕΠ Πολυτεχνικής Σχολής Ξάνθης, 16/02/2024
Ο ΕΣΔΕΠ Πολυτεχνικής Σχολής Ξάνθης, με βάση τις πρόσφατες εξελίξεις στην παιδεία λαμβάνοντας υπόψη και το μαζικό πανελλαδικό, πανεκπαιδευτικό συλλαλητήριο στις 8/2/2024, καλεί τα συλλογικά πανεπιστημιακά όργανα, την τοπική κοινωνία, τη νεολαία και τα μέλη ΔΕΠ να απαιτήσουν από την Κυβέρνηση:
- να αποσύρει το νομοσχέδιο για την ίδρυση ιδιωτικών πανεπιστημίων, τα οποία θα επιφέρουν επάλληλες επιπτώσεις στα πτυχία, στα εργασιακά δικαιώματα, καθώς και στις αμοιβές των αποφοίτων μας, στο εκπαιδευτικό και ερευνητικό έργο μας, στις εργασιακές συνθήκες, στη δημόσια και δωρεάν ανώτατη εκπαίδευση, και στις οικονομικές αντοχές της ευρύτερης κοινωνίας. Το νέο νομοσχέδιο συνιστά μία παράκαμψη του Άρθρου 16 του Συντάγματος και σηματοδοτεί μία τομή.
- να σταματήσει κάθε απόπειρα ποινικοποίησης των διεκδικήσεων των μελών της πανεπιστημιακής κοινότητας (διοικήσεων, διδασκόντων, φοιτητών/τριών, και εργαζομένων).
- να στηρίξει την ουσιαστική αναβάθμιση του Δημοσίου Πανεπιστημίου στο ύψος των σύγχρονων και πραγματικών αναγκών με την απαιτούμενη στελέχωση και χρηματοδότηση , με ενίσχυση των υποδομών του (κτιριακών, υλικοτεχνικών), προκήρυξη θέσεων μελών ΔΕΠ, ΕΔΙΠ, ΕΕΠ, ΕΤΕΠ και διοικητικού προσωπικού, και ριζική βελτίωση των συνθηκών διαβίωσης και φοίτησης για τους φοιτητές/τριες. Χρηματοδότηση σε υποδομές και στελέχωση με εκπαιδευτικό, εργαστηριακό αλλά και διοικητικό προσωπικό, στο ύψος των πραγματικών αναγκών των ΑΕΙ, των προσδοκιών της νεολαίας και της προόδου των επιστημών και των τεχνών, προς όφελος της κοινωνίας και της εξωστρέφειας των ΑΕΙ που ευαγγελίζεται μεν η πολιτεία, αλλά ουδόλως διευκολύνει. Ιδιαίτερα το ΔΠΘ έχει ανάγκη την ενίσχυση και στελέχωση ώστε να εξελιχθεί σε κόμβο εκπαίδευσης των επιστημών και των τεχνών.
Είναι πραγματική πρόκληση να κατατίθεται τέτοιο νομοσχέδιο σε μία συγκυρία που το ελληνικό πανεπιστήμιο υποφέρει από χρόνια υποχρηματοδότηση και υποστελέχωση. Μέχρι πρόσφατα οι αποχωρήσεις μελών ΔΕΠ δεν αναπληρώνονταν, κάτι το οποίο δυστυχώς συνεχίζει να ισχύει μέχρι και σήμερα, με τις συνταξιοδοτήσεις διοικητικού και εργαστηριακού προσωπικού. Επιπρόσθετα, τα Εργαστήριά μας λειτουργούν επί χρόνια υποστελεχωμένα, ορισμένα εξ αυτών δίχως ούτε ένα μέλος Εργαστηριακού Διδακτικού ή Τεχνικού Προσωπικού. Η Ελλάδα παραμένει η χώρα με τη μεγαλύτερη αναλογία φοιτητών ανά διδάσκοντα απέχοντας από τον ευρωπαϊκό́ μέσο όρο κατά 34 μονάδες.
Το νομοσχέδιο που είναι πλέον σε διαβούλευση κρίνεται ως μη αποδεκτό στο σύνολό του:
α. επί της αρχής. Αποτελεί κατάφωρη παραβίαση του ελληνικού συντάγματος η εκχώρηση μέρους της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης σε ιδιώτες. Οπως κι αν επιχειρεί να τους βαφτίσει τους ιδιώτες η κυβέρνηση, ειτε τους αποκαλεί Νομικά Πρόσωπα Πανεπιστημιακής Εκπαίδευσης (ΝΠΠΕ), είτε τους αποκαλεί μη κερδοσκοπικά εκπαιδευτικά ιδρύματα, η πραγματικότητα είναι η ίδια και θυμίζει με θυμηδία τα βαφτίσια της τρόικας σε θεσμούς και στη συνέχεια σε επιτροπές ελέγχου. Η επίκληση της συμμορφούμενης με το Ενωσιακό Δίκαιο ερμηνείας του Άρθρου 16 είναι πρόκληση. Ιδιαίτερα τώρα, με νωπές ακόμη τις μνήμες από την τραγωδία των Τεμπών. Αυτή καθαυτή η επίκληση του ενωσιακού δικαίου και των κοινοτικών οδηγιών έφεραν τον άγαρμπο κατακερματισμό των ελληνικών σιδηροδρόμων, μια προχειροδουλειά του ποδαριού που αποτέλεσε την απαρχή του κακού των έργων που λιμνάζουν, των προθεσμιών που χάνονται, των ευθυνών που διαχέονται, των υποδομών που απαξιώνονται, των εργολάβων που πλουτίζουν, των αγκαλιών που αδειάζουν από αγαπημένα πρόσωπα. Υποσχόμενοι τότε καλύτερης ποιότητας, ασφάλειας και ταχύτητας υπηρεσίες προσέφεραν πόνο, δυσβάσταχτο πόνο, οργή και απαξίωση. Μια άλλη πρωτοφανής προχειροδουλειά είναι αυτή που επιχειρείται τώρα. Υποσχόμενοι σήμερα καθρεφτάκια σε ιθαγενείς, θα επιφέρουν την απόλυτη απορρύθμιση και εξαθλίωση στην υψηλότης ποιότητας, παρά την υποχρηματοδότηση, δημόσια τριτοβάθμια εκπαίδευση που προσφέρει στην ελληνική κοινωνία υψηλής στάθμης επαγγελματίες και λειτουργούς.
β. Απόδειξη της προχειροδουλειάς η πρόβλεψη μόνο της Ελάχιστης Βάσης Εισαγωγής Πεδίου στα μη κρατικά ΑΕΙ που αυτομάτως σημαίνει δυνατότητα εισόδου με εξαιρετικά χαμηλή βαθμολογία σε σχολές υψηλότατης κοινωνικής ευθύνης και απαιτήσεων. Εκτιμάται (με βάση τα αποτελέσματα των πανελληνίων εξετάσεων του ετους 2023), ότι με κύρια (και στην ουσία μοναδική) προϋπόθεση ένα χοντρό πορτοφόλι, η “εκπτωσιακή” προϋπόθεση για την εισαγωγή σε οποιαδήποτε ιδιωτική νομική σχολή θα είναι βαθμολογία μόλις 9.4/20 (όταν η Νομική Κομοτηνής απαιτεί 17.0/20), σε ιδιωτική ιατρική σχολή βαθμολογία 9.3/20 (όταν η Ιατρική Αλεξανδρούπολης απαιτεί 18.3/20), σε ιδιωτική πολυτεχνική σχολή 9.9/20 (όταν οι πολυτεχνικές σχολές στην Ξάνθη απαιτούν περί το 14/20). Βεβαίως εκτός από ηθικά και κοινωνικά ζητήματα (όποιος έχει χρήματα σπουδάζει ό,τι θέλει), τίθεται και ζήτημα κοινωνικού κόστους (π.χ. θέματα ιατρικής ευθύνης, σχεδιασμούυποδομών και κατασκευών κ.λπ.), ενώ αυτονόητη είναι η περαιτέρω υποβάθμιση του λυκείου και της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης γενικότερα, καθώς πλέον ο πήχης εισαγωγής στην τριτοβάθμια εκπαίδευση θα κατέλθει σημαντικά.
γ. οι προβλεπόμενες διαδικασία εξπρές για την αδειοδότηση ιδιωτικών ιδρυμάτων, όταν για απλές διαδικασίες στελέχωσης των δημόσιων πανεπιστημίων απαιτούνται 7-10 μήνες, είναι σκανδαλώδης. Ταυτόχρονα η κυβέρνηση ενισχύει τον εναγκαλισμό των δημοσίων ΑΕΙ και τα επιφυλάσσει ένα ολοένα και πιο δαιδαλώδες γραφειοκρατικό τρόπο λειτουργίας με δημοκρατικό έλλειμμα συνεχίζοντας τον «νόμο Κεραμέως». Τα δημόσια πανεπιστήμια είναι αντιμέτωπα με έναν ασφυκτικό νόμο πλαίσιο περίπου 300 άρθρων, ενώ η λειτουργία των ΝΠΠΕ καθορίζεται από λιγότερα από 30 άρθρα, παρέχοντάς στα ΝΠΠΕ πολύ μεγαλύτερους βαθμούς ελευθερίας και ευελιξίας συγκριτικά με τα δημόσια πανεπιστήμια.
δ. η ίδρυση των νέων Νομικών Προσώπων Πανεπιστημιακής Εκπαίδευσης είναι προάγγελος της βίαιης ιδιωτικοποίησης των δημόσιων πανεπιστημίων, καθώς στο εγγύς μέλλον, με μία εκ νέου επίκληση της ισότητας και της απαγόρευσης από το Ενωσιακό Δίκαιο του διαχωρισμού των όρων λειτουργίας συναφών δημόσιων και ιδιωτικών φορέων, όλα τα δημόσια πανεπιστημιακά ιδρύματα θα ενταχθούν, εν όλω ή εν μέρει, σε αυτή τη νέα μορφή νομικού προσώπου. Προχωρώντας έτσι σε μία άλλη «διασταλτική», αλλά ταξική ερμηνεία του Συντάγματος είναι αναμενόμενο ότι θα καθιερωθούν τα δίδακτρα και σε προπτυχιακό επίπεδο δημόσιων πανεπιστημίων, αποκλείοντας τους οικονομικά ασθενέστερους από τα ΑΕΙ. Ήδη οι πρώτες αναφορές επί του θέματος αποτελούν μια πραγματικότητα στον τηλεοπτικό χώρο.
ε. η σημερινή εμπειρία από τα κολλέγια (τα αυριανά ιδιωτικά πανεπιστήμια) είναι εξόχως αρνητική, παρά την εύνοια που έδειξε το πολιτικό προσωπικό, όπως προκύπτει από την ανύπαρκτη κατάταξή τους στις διεθνείς λίστες. Δυστυχώς, αυτή η εμπειρία επαληθεύεται και στον νέο προς ψήφιση νόμο. Πράγματι, η προβλεπόμενη μεταξύ του ΝΠΠΕ (καινοφανής ονομασία σύμφωνα και με τη διεθνή πρακτική) και του μητρικού προσώπου σχέση μπορεί να στηρίζεται σε συμφωνίες πιστοποίησης ή δικαιόχρησης (franchising) και δεν διαφέρει από αυτή των υφιστάμενων κολλεγίων. Ούτε υπάρχει, κάποια πρόβλεψη στο νομοσχέδιο ως προς το χαρακτήρα του μητρικού ιδρύματος, εάν δηλαδή το μητρικό ίδρυμα έχει κερδοσκοπικό χαρακτήρα οπότε και συνολικά η δραστηριότητα θα έχει κερδοσκοπικό χαρακτήρα. Η δυνατότητα δε του μητρικού ιδρύματος στο σχεδιασμό, λειτουργία και διοίκηση χωρίς ουσιαστικό έλεγχο και χωρίς ουσιαστική συμμετοχή των εγχώριων μελών ΔΕΠ (μόνο συμβουλευτικός ρόλος) υποβαθμίζει το ρόλο των ΔΕΠ καθώς και την ακαδημαϊκή αυτοτέλεια δημιουργώντας επιπρόσθετα ερωτηματικά για την ακαδημαϊκή ελευθερία
στ. θα μειωθεί η ροή φοιτητών στα περιφερειακά πανεπιστήμια ενώ με βάση την αρχή του ίσου ανταγωνισμού θα απλωθεί και στα ΝΠΠΕ η δημόσια (πενιχρή) χρηματοδότηση. Τα περιφερειακά πανεπιστήμια είναι μία πολυέξοδη και πολύχρονη επένδυση του Ελληνικού λαού που επέφερε σημαντικό οικονομικό, επαγγελματικό, πολιτισμικό κεφάλαιο στις τοπικές κοινωνίες και συμβάλλει τα μέγιστα στην κοινωνική συνοχή.
ζ. Στο νομοσχέδιο δεν περιλαμβάνεται ο κανόνας 1:1 (μεταξύ αποχωρήσεων – συνταξιοδοτήσεων και νέων προσλήψεων) σε ό,τι αφορά το εργαστηριακό προσωπικό και τη γραμματειακή υποστήριξη. Αντιθέτως, εισάγεται η αναλογία 70% (σταθερή χρηματοδότηση) και 30% (κυμαινόμενη σύμφωνα με την “αξιολόγηση” χρηματοδότηση) στον τακτικό προϋπολογισμό, έναντι της ισχύουσας 80%-20%, κάτι το οποίο αποτελεί προανάκρουσμα της περαιτέρω συρρίκνωσης και συγχώνευσης των ήδη υποχρηματοδοτούμενων περιφερειακών και μη ιδρυμάτων ως αυτοεκπληρούμενη προφητεία.
Επίσης, το ΔΣ του ΕΣΔΕΠ Πολυτεχνικής Σχολής Ξάνθης καταδικάζει:
- Τις έξωθεν παρεμβάσεις ενάντια στην ακαδημαϊκή κοινότητα και στην αυτοτέλεια και στο αυτοδιοίκητο των πανεπιστημιακών ιδρυμάτων. Η ακαδημαϊκή κοινότητα έχει τη δυνατότητα να βρίσκει λύσεις με κατανόηση και αλληλοσεβασμό. Συγκεκριμένα, αποδοκιμάζουμε, ως ακαδημαϊκοί δάσκαλοι, την επέμβαση των ΜΑΤ στην Πανεπιστημιούπολη της Κομοτηνής. Να σταματήσει κάθε απόπειρα ποινικοποίησης των διεκδικήσεων των μελών της πανεπιστημιακής κοινότητας.
- την άκαμπτη επιβολή διενέργειας ηλεκτρονικών εξετάσεων από τον υπουργό, που δημιουργεί, σε ορισμένες περιπτώσεις, ερωτηματικά για το αδιάβλητό τους. Μια τέτοια επιβολή εκτιμούμε πως καταλύει την αποκλειστική ακαδημαϊκή αρμοδιότητα των πανεπιστημιακών δασκάλων να κρίνουν αυτοί πότε είναι εφικτή, αδιάβλητη και δίκαιη μια εξ αποστάσεως εξέταση.
Για τους παραπάνω λόγους το ΔΣ του ΕΣΔΕΠ Πολυτεχνικής Σχολής Ξάνθης αιτείται:
Ι. την άκαμπτη τήρηση του Συντάγματος, τον σεβασμό και τη διατήρηση του Άρθρου 16. Είναι θέμα Δημοκρατίας, είναι θέμα εμπιστοσύνης μεταξύ πολιτείας και πολίτη και πηγάζει από την ιστορική εμπειρία του λαού μας.
ΙΙ. την απόσυρση του Μέρους Γ΄ και Δ’ του προς ψήφιση Νομοσχεδίου, για όλους τους παραπάνω λόγους.
ΙΙΙ. Να ενισχυθούν τα δημόσια πανεπιστήμια με υποδομές (εργαστήρια, βιβλιοθήκες, δίκτυα, εστίες κλπ) με το κατάλληλο προσωπικό και την αναγκαία χρηματοδότηση. Ιδιαίτερα για το ΔΠΘ είμαστε υπέρ τη διεύρυνσης ενδυνάμωσής του, αλλά με τις κατάλληλες υποδομές και στελέχωση.
ΙV. Εμπέδωση του αυτοδιοίκητου και δημοκρατικού τρόπου λειτουργίας του Πανεπιστημίου σε όλα τα επίπεδα χωρίς έξωθεν επεμβάσεις. Ισχυροποίηση του Τμήματος ως βασικού κυττάρου δημοκρατίας και απλοποίηση των γραφειοκρατικών διαδικασιών. Οι υποψήφιοι Πρόεδροι Τμημάτων να είναι ενεργά μέλη ΔΕΠ του εκάστοτε Τμήματος.
V. Δημοκρατικό διάλογο με τους φοιτητές μέσω των ιστορικών φοιτητικών συλλόγων τους.
VI. Εξασφάλιση επαρκών και κατά το πλείστον δωρεάν όρων φοίτησης και διαβίωσης (σίτισης – στέγασης) των φοιτητών και φοιτητριών αλλά και ενίσχυση των υποψηφίων διδακτόρων.
VIΙ. Κάλυψη όλων των εισοδηματικών απωλειών και του αυξημένου κόστους διαβίωσης των τελευταίων ετών, καθώς και επαναφορά του επιδόματος παραμεθορίου το οποίο αντιστάθμιζε το αυξημένο κόστος συμμετοχής σε επιστημονικά συνέδρια – ημερίδες και διεπιστημονικές και ερευνητικές συναντήσεις συνεργασίας.
Το ΔΣ του ΕΣΔΕΠ Πολυτεχνικής Σχολής Ξάνθης, επίσης αποφασίζει:
- Δημοκρατικό διάλογο με τους φοιτητές, μέσω των ιστορικών φοιτητικών συλλόγων τους, και τη συμμετοχή του Συλλόγου σε οποιαδήποτε δράση αποφασιστεί (π.χ., ενημέρωση, συγκέντρωση).
- Να παρακινήσει τα μέλη του για την κοινοποίηση και εξωστρέφεια των αιτημάτων μας, μέσω αρθρογραφίας και παρουσίας τους στα ΜΜΕ, στο πλαίσιο της διακίνησης ιδεών και απόψεων.
- Διοργάνωση εκδήλωσης-συζήτησης υβριδικά με διάφορους φορείς της πόλης και της ακαδημαϊκής κοινότητας την επόμενη εβδομάδα (θα ακολουθήσει ενημερωτική ανακοίνωση) με θέμα: «Πολυνομοσχέδιο για την Τριτοβάθμια Παιδεία: Μεταρρύθμιση και αναβάθμιση ή απορρύθμιση και υποβάθμιση; Προβληματισμοί για μια αποτελεσματική και ανθρωποκεντρική πανεπιστημιακή παιδεία».
- Σύγκληση νέας Έκτακτης Γενικής Συνέλευσης πριν την ψήφιση του επίμαχου νομοσχεδίου τη Δευτέρα 26 Φεβρουαρίου 2024 (θα ακολουθήσει ενημερωτική ανακοίνωση).
ΟΜΟΦΩΝΗ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ ΓΕΝΙΚΗΣ ΣΥΝΕΛΕΥΣΗΣ ΤΟΥ ΕΝΙΑΙΟΥ ΣΥΛΛΟΓΟΥ ΔΕΠ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟΥ ΚΡΗΤΗΣ
Το δημόσιο πανεπιστήμιο συμβάλλει σημαντικά στην ανάπτυξη της χώρας, είναι ο κύριος μοχλός κοινωνικής ανέλιξης, και παραμένει διεθνώς ανταγωνιστικό, παρά την πολύχρονη υποχρηματοδότησή του, κυρίως βασιζόμενο στην ποιότητα και το έργο του προσωπικού του. Πρώτη προτεραιότητα της πολιτείας θα πρέπει να είναι η ενίσχυσή του και όχι η ίδρυση παρόχων ανώτατης εκπαίδευσης από παραρτήματα ξένων πανεπιστημίων, ασαφούς ποιότητας, όπως προβλέπει το νομοσχέδιο του ΥΠΑΙΘΑ. Η ίδρυση μη κρατικών ή ιδιωτικών, κερδοσκοπικών ή μη, πανεπιστημίων προϋποθέτει, πρώτα από όλα, τη συνταγματική αναθεώρηση.
Οι σημειακές βελτιώσεις για το δημόσιο πανεπιστήμιο που εισάγει το νομοσχέδιο του ΥΠΑΙΘΑ συνοδεύουν σαν περιτύλιγμα τις ρυθμίσεις για τα ξένα παραρτήματα και δεν αντιμετωπίζουν σε καμία περίπτωση το πρόβλημα της υποχρηματοδότησης της ανώτατης εκπαίδευσης.
Ο Ενιαίος Σύλλογος ΔΕΠ του Πολυτεχνείου Κρήτης:
- Συντάσσεται με την ομόφωνη απόφαση του 16ου συνεδρίου της ΠΟΣΔΕΠ σχετικά με το νομοσχέδιο.
- Ζητά να αποσυρθεί από το παρόν νομοσχέδιο το τμήμα που αφορά στην ίδρυση των ξένων παραρτημάτων γιατί παρακάμπτει το άρθρο 16 του Συντάγματος το οποίο προβλέπει ότι «η ανώτατη εκπαίδευση παρέχεται αποκλειστικά από ιδρύματα που αποτελούν νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου με πλήρη αυτοδιοίκηση».
- Θεωρεί ότι είναι επιτακτική ανάγκη η θεσμική και οικονομική ενίσχυση του δημόσιου πανεπιστημίου και θα αναλάβει πρωτοβουλίες προς την κατεύθυνση αυτή.