Οι εικόνες της περασμένης Τετάρτης και Πέμπτης ήταν χαρακτηριστικές για τα στρατόπεδα που αντιπαρατίθενται και συγκρούονται το τελευταίο διάστημα.
Την Τετάρτη πλημμύρισαν και πάλι οι δρόμοι των μεγαλύτερων πόλεων της χώρας από τα κύματα της φοιτητικής διαμαρτυρίας. Ηταν η τέταρτη Τετάρτη από την αρχή του χρόνου που το κίνημα των φοιτητικών καταλήψεων βγήκε στους δρόμους. Δεκάδες χιλιάδες νέα παιδιά διαδήλωσαν και πάλι την απόφασή τους να μην αφήσουν να περάσει η αναθεώρηση του άρθρου 16, να μην αφήσουν τον εφιαλτικό νόμο-πλαίσιο να γίνει νόμος του κράτους.
Τις δυο προηγούμενες μέρες (Δευτέρα και Τρίτη) εκατοντάδες γενικές συνελεύσεις σε όλη τη χώρα επαναβεβαίωσαν την απόφαση των φοιτητών να κρατήσουν τα τμήματα των ΑΕΙ και ΤΕΙ υπό κατάληψη. Ηταν και αυτές μαζικότατες. Η κυβερνητική ΔΑΠ στις περισσότερες συνελεύσεις δεν τόλμησε να εμφανιστεί. Οπου εμφανίστηκε με όρους δημοκρατικών διαδικασιών έμεινε ισχνή μειοψηφία. Σε μερικές περιπτώσεις δοκίμασε να επανέλθει στην τακτική των «Κενταύρων» και των «Ρέιντζερ», επιστρατεύοντας ορδές τραμπούκων. Ηττήθηκε κατά κράτος και είναι λιγότερες από τα δάχτυλα του ενός χεριού οι περιπτώσεις που κατάφερε να νικήσει. Μια νίκη χωρίς αντίκρισμα, όμως, γιατί μια δράκα τραμπούκων δε μπορεί να υποκαταστήσει την αγωνιστική διάθεση της πλειοψηφίας των φοιτητών.
Την Πέμπτη, μια ομάδα πανεπιστημιακών, που εκφράζει ό,τι πιο μαύρο και αντιδραστικό υπάρχει στα πανεπιστήμια, έχοντας προετοιμάσει την εμφάνισή της μέσω των ΜΜΕ, συναντήθηκε με τη Γιαννάκου στο υπουργείο Παιδείας, για να εκφράσει τη συμφωνία της στην επιχειρούμενη «μεταρρύθμιση της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης» και να προσπαθήσει να δώσει υπόσταση στο «διάλογο». Συναντήθηκαν με την υπουργό Παιδείας εκφράζοντας μόνο τον εαυτό τους και τους σπόνσορές τους. Χωρίς να έχουν τα κότσια να θέσουν τις απόψεις τους στην κρίση των γενικών συνελεύσεων του κλάδου τους. ‘Η μάλλον έχοντας δει τις απόψεις τους να απορρίπτονται από την πλειοψηφία των συναδέλφων τους στις συνδικαλιστικές διαδικασίες του κλάδου τους. Τόση είναι η δημοκρατικότητα αυτών των «πνευματικών ανθρώπων».
Συγκρίνετε, λοιπόν, αυτές τις εικόνες. Από τη μια έχουμε κοινωνικές διεργασίες στο φως της μέρας. Μέσα από δημοκρατικές διαδικασίες. Με αποφάσεις από τεράστιες πλειοψηφίες. Από την άλλη έχουμε εξουσιαστικές διεργασίες πίσω από κλειστές πόρτες. Από μειοψηφίες που δεν αντέχουν να θέσουν τις απόψεις τους στη βάσανο των δημοκρατικών διαδικασιών, αλλά κινούνται με τον τσαμπουκά της εξουσίας και μόνο.
Το φοιτητικό κίνημα δείχνει σ’ αυτό το δεύτερο γύρο πιο ώριμο, έχοντας αξιοποιήσει τις εμπειρίες του προηγούμενου γύρου. Τότε που άφησε στη μέση τη «δουλειά», τσιμπώντας στον ελιγμό της κυβέρνησης και δίνοντάς της το χρόνο να ανασυνταχθεί. Τώρα έστειλε τους κήρυκες της «εξεταστικολογίας» στο διάολο και ανάγκασε τους πιο «ντροπαλούς» από δαύτους να μαζευτούν και να κάνουν «γαργάρα» τις «ρεαλιστικές» τους προτάσεις.
Οι αδυναμίες, όμως, εξακολουθούν να υπάρχουν. Και πρέπει να ξεπεραστούν. Για να λέμε τα πράγματα με τ’ όνομά τους, είναι αδυναμίες που οφείλονται σε γραφειοκρατικές και αντιδημοκρατικές αντιλήψεις παρατάξεων, που είτε θέλουν να επιβάλουν τις δικές τους απόψεις στο κίνημα είτε θεωρούν το κίνημα «κοπάδι» και τον εαυτό τους «φωτισμένη πρωτοπορία». Κι όσο κατατρύχονται μ’ αυτόν τον αγώνα επιβολής, λειτουργούν σαν βαρίδια στο κίνημα εμποδίζοντάς το να κινηθεί πιο γρήγορα και πιο πρωτοβουλιακά.