Ο υπουργός Παιδείας συνέχισε να ψεύδεται ασύστολα για το θέμα των κολεγίων, ακόμα και έξω από την πόρτα της 59ης Συνόδου των Πρυτάνεων, που όμως δεν έδειξε να συμμερίζεται τη δική του «αλήθεια».
Οι Πρυτάνεις αν και δεν υιοθέτησαν τις σκληρές εκφράσεις των μεγαλύτερων Ιδρυμάτων {Πανεπιστήμιο Αθηνών, Εθνικό Μετσόβειο Πολυτεχνείο, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης (πιο ήπια), Πανεπιστήμιο Πατρών}, για ρητή καταδίκη και αντίσταση στην Οδηγία της ΕΕ, εντούτοις εξέφρασαν καθαρά, στην ομόφωνη απόφασή τους, την αντίθεσή τους στη γνωστή Οδηγία και στην απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστήριου. «Η 59η Σύνοδος εκφράζει την έντονη ανησυχία της από την απόφαση του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και την αντίθεσή της στην εκ των πραγμάτων αναγνώριση των Κέντρων Ελευθέρων Σπουδών, μέσω της αποδοχής των επαγγελματικών δικαιωμάτων των αποφοίτων τους», σημειώνει χαρακτηριστικά η απόφαση της Συνόδου και συνεχίζει: «Το Δημόσιο Πανεπιστήμιο είναι, σύμφωνα με το άρθρο 16 του Συντάγματος, ο φορέας της Ανώτατης Παιδείας και Εκπαίδευσης… Αλλες μεταλυκειακές, εκπαιδευτικού τύπου δομές, οι οποίες με την προαναφερθείσα απόφαση φαίνεται να παρεισφρέουν στο χώρο της Ανώτατης Παιδείας και Εκπαίδευσης δεν μπορεί να γίνουν αποδεκτές».
Βέβαια, οι Πρυτάνεις δεν μπόρεσαν να υπερβούν το ρόλο εφ ω ετάχθησαν να υπηρετούν στο σύστημα, και η κατάληξη της απόφασής τους ήταν να κινηθούν μέσα σε νομικά πλαίσια σε εγχώριο και ευρωπαϊκό επίπεδο. Παρολαυτά, η απόφασή τους ήταν χαστούκι για τον υπουργό Παιδείας, ο οποίος και πάλι έκανε πως δεν κατάλαβε.
Χαρακτηριστικό του κλίματος είναι και το γεγονός ότι το Μετσόβειο Πολυτεχνείο αποχώρησε από τη Σύνοδο, μόλις εμφανίστηκε ο υπουργός Παιδείας.
Στη συνέντευξη Τύπου, που έδωσε μετά τη Σύνοδο ο Στυλιανίδης, συνέχισε τις γνωστές ψευδολογίες, ότι δηλαδή η «διορατικότητα της ελληνικής κυβέρνησης να ζυγίσει σωστά το κοινοτικό δίκαιο και το ελληνικό σύνταγμα» και «να διαμορφώσει το συγκεκριμένο νομικό πλαίσιο» μας έσωσε από το γεγονός ότι «κάθε περίπτερο στην Ελλάδα θα μπορούσε να δίνει πτυχία». Είναι εξοργιστικό πόσο ανερυθρίαστα μπορεί ο υπουργός Παιδείας να ισχυρίζεται τούτα τα μεγάλα ψέματα. Οταν το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο θεωρεί «στην ψύχρα» το ελληνικό σύνταγμα ένα κ…λόχαρτο, που δεν έχει καμιά εφαρμογή στο καθεστώς των κολεγίων, που θεωρούνται ξένο έδαφος, στο οποίο λόγο έχουν αποκλειστικά οι αρμόδιες αρχές των χωρών που χορηγούν τα πτυχία, στις οποίες εδράζονται τα πανεπιστήμια που έχουν συμβληθεί με τα εν λόγω «μαγαζιά». Οταν δεν υπάρχει αμφιβολία ότι το «κάθε περίπτερο» θα χορηγεί «πτυχία», αφού η αποδοχή της Μπολόνια από τα ευρωπαϊκά κράτη έχει εξωθήσει τα ξένα πανεπιστήμια να κινούνται δραστήρια προς άγρα φοιτητών-πελατών. Οταν σπουδές τριετούς διάρκειας θεωρούνται πανεπιστημιακές και ικανές να οδηγούν σε πτυχία που δίνουν πρόσβαση σε επαγγελματικά δικαιώματα ίδια με αυτά που χορηγούν πανεπιστήμια τετραετούς, πενταετούς και εξαετούς διάρκειας σπουδών (ελληνικά πανεπιστήμια). Δεκάρα δεν αξίζουν οι διαβεβαιώσεις Στυλιανίδη ότι τα ελληνικά πανεπιστήμια και ΤΕΙ «δεν έχουν να φοβηθούν τίποτα» και προκλητικά ηχούν οι παραινέσεις του προς τα ελληνικά πανεπιστήμια «να αφήσουν πίσω τα φοβικά σύνδρομα και τις ιδεοληψίες».
Παρά τις φιλότιμες προσπάθειες που κατέβαλε ο υπουργός Παιδείας να κάνει το μαύρο άσπρο, δεν μπόρεσε στη συνέχεια να κρύψει την αλήθεια, πιεζόμενες από τους δημοσιογράφους. Ετσι αποκάλυψε το ζουμί, που δεν είναι άλλο από το ότι το ελληνικό κράτος δεν μπορεί να ασκεί κανέναν απολύτως έλεγχο στην ουσιαστική λειτουργία των επιχειρήσεων, που φέρουν τον τίτλο του κολεγίου και που αφορά στο πρόγραμμα σπουδών, το περιεχόμενό τους και την ποιότητα και τα προσόντα του διδακτικού προσωπικού και ότι οφείλει να αρκείται στα σχετικά έγγραφα και τις βεβαιώσεις που του παρέχει το ξένο πανεπιστήμιο, με το οποίο είναι συμβεβλημένο το κολέγιο. «Παράλληλα ελέγχει (ο νόμος που έφτιαξε στο πόδι η κυβέρνηση το καλοκαίρι) το κολέγιο όταν είναι αμιγώς ελληνικό και όσον αφορά τα αναλυτικά του προγράμματα και το επίπεδο των διδασκόντων. Οταν είναι όμως κολέγιο θα λειτουργεί με καθεστώς δικαιόχρησης, δηλαδή franchising ή validation δεν θα ελέγχεται το πρόγραμμα, αλλά θα ελέγχεται η αντιστοίχηση», είπε.
Ο υπουργός Παιδείας απέφυγε να δεσμευτεί ως προς το αίτημα του Πολυτεχνείου να θεωρούνται οι σπουδές σε αυτό (πενταετούς διάρκειας) επιπέδου master, συναρτώντας πιθανή σχετική απόφαση με τη στάση του Πολυτεχνείου στο θέμα της αναγνώρισης των επαγγελματικών δικαιωμάτων των συναφών σχολών των ΤΕΙ, ασκώντας εμμέσως πλην σαφώς καθαρό εκβιασμό στο Ιδρυμα.
Μπορεί το Πολυτεχνείο, στην προσπάθειά του να υπερασπιστεί τα διπλώματά του, με την πρότασή του αυτή να ανοίγει το δρόμο στη Μπολόνια (το έχουμε επανειλημμένα επισημάνει ως σοβαρότατο λάθος), αφού με αυτή οι σπουδές διασπώνται σε κύκλους (3 χρόνια προπτυχιακές σπουδές, 2 χρόνια master, 3 χρόνια διδακτορικό), όμως και ο Στυλιανίδης και η κυβέρνηση προωθώντας την ψευτοανωτατοποίηση των ΤΕΙ υποβαθμίζουν άμεσα στη χώρα μας τις πανεπιστημιακές σπουδές και εφαρμόζουν τις κατευθύνσεις της Μπολόνια.
Από την άλλη, οι ανεκδιήγητοι πρόεδροι των ΤΕΙ, κολλημένοι στα συντεχνιακά τους σύνδρομα, αδιαφορώντας για το πού μπορεί να οδηγήσουν τις πανεπιστημιακές σπουδές στη χώρα μας αυτά τα τερτίπια, τα ενταγμένα στις κατευθύνσεις της Μπολόνια, ζητούν από τον υπουργό Παιδείας τα ΤΕΙ να μετονομαστούν σε Πανεπιστήμια (εζήλωσαν τη δόξα των γνωστών βρετανικών polytechnics)! Και είναι χαρακτηριστικό ότι ο υφυπουργός Ταλιαδούρος, που παρέστη στη Σύνοδο των Προέδρων των ΤΕΙ, δεν απέρριψε το αίτημα, λέγοντας «θα το δούμε στο μέλλον». Για την αντιστοιχία των γεγονότων, θυμίζουμε πως τα βρετανικά αυτά «πανεπιστήμια» είναι κυρίως αυτά που έχουν συμβληθεί με τα «δικά μας» μαγαζιά των Κέντρων Ελευθέρων Σπουδών, που φέρουν το φωτοστέφανο των «κολεγίων», χορηγώντας αβέρτα «διπλώματα», που με την ευρωπαϊκή Οδηγία 89/48 και τη συνέχειά της, την 36/05, οδηγούν σε επαγγελματικά δικαιώματα ίσα με αυτά των αποφοίτων των ελληνικών ΑΕΙ.
Ενα άλλο στοιχείο, που δεν πρέπει να προσπεράσουμε, είναι η έμμεση απειλή του Στυλιανίδη προς τα Πανεπιστήμια, να αποδεχτούν την κατάσταση που επικρατεί σε όλες τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ενωσης, κατάσταση που επικροτεί και η ελληνική κυβέρνηση και το ντόπιο κεφάλαιο. Η απειλή είναι η δραστική περικοπή της κρατικής χρηματοδότησης προς τα δημόσια Πανεπιστήμια και η βίαιη εξώθησή τους προς «άλλες πηγές» (επιχειρήσεις δηλαδή και ιδιώτες), που θα οδηγήσουν νομοτελειακά στην πλέρια υποταγή των Πανεπιστημίων στην αγορά και τις ορέξεις της. Αλλωστε, ο πρόσφατος νόμος για τις μεταπτυχιακές σπουδές αυτή ακριβώς την απειλή κάνει πράξη.
«Ενα άλλο στοιχείο που μας διευκολύνει στη σύγκριση, αλλά μας δείχνει και το δρόμο για το μέλλον, ένα δρόμο που το συζήτησα πολύ αναλυτικά με τους Πρυτάνεις, είναι ότι τα ελληνικά Πανεπιστήμια λαμβάνουν το 90% των πόρων τους από το ελληνικό κράτος, από το Δημόσιο, ενώ ο μέσος όρος στα ευρωπαϊκά Πανεπιστήμια και στα Πανεπιστήμια της ζώνης του ΟΟΣΑ είναι 65%. Το υπόλοιπο, δηλαδή το 35%, στα ευρωπαϊκά Πανεπιστήμια διασφαλίζεται από ιδιωτικούς πόρους. Δώσαμε αυτό το στοιχείο στην ηγεσία των Ανωτάτων Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων, γιατί το θεωρούμε εξαιρετικά ενδιαφέρον γιατί πιστεύουμε ότι μπορεί να προσδώσει μια νέα δυναμική. Στόχος μας δεν πρέπει να είναι μόνο η αύξηση των δημοσίων δαπανών για την παιδεία, αλλά και η αύξηση των ιδιωτικών δαπανών», σημείωσε με νόημα ο υπουργός Παιδείας.








