Με στόχο να παρουσιάσει ότι διεξάγει έναν διαφορετικό, ουσιαστικό διάλογο για την Παιδεία ή και να πείσει κάποιους εκπαιδευτικούς να συμμετάσχουν σ' αυτόν, δίνοντας πιστοποιητικό νομιμότητας στον προσχηματικό διάλογο και αποσπώντας με παραπλανητικό τρόπο τη συναίνεσή τους, ο υπουργός Παιδείας έστειλε ανοικτή επιστολή-πρόσκληση συμμετοχής στους συλλόγους διδασκόντων.
Στην επιστολή του, ο Ν. Φίλης, υποδεικνύει στους εκπαιδευτικούς και τα θέματα πάνω στα οποία πρέπει να επικεντρωθούν και να καταθέσουν τους προβληματισμούς και τις προτάσεις τους.
Τους καλεί επίσης να πραγματοποιήσουν για το σκοπό αυτό εκτός από τις δικές τους παιδαγωγικές συνεδριάσεις και συζητήσεις «με τη συμμετοχή όλων των μελών της Εκπαιδευτικής Κοινότητας (εκπαιδευτικοί, γονείς και μαθητές)». Υποδεικνύει δε, και τον τρόπο καταγραφής των απόψεων και της ανάρτησής τους στη σχετική ιστοσελίδα του «διαλόγου» από έναν εκπαιδευτικό του συλλόγου διδασκόντων, ο οποίος θα εργαστεί σ' αυτή την κατεύθυνση «εθελοντικά».
Κοντολογίς, ο υπουργός Παιδείας ψάχνει για «λαγούς» που θα τον βγάλουν από την δύσκολη θέση, αφού ως τώρα όπου έγινε απόπειρα από την Επιτροπή Διαλόγου να πραγματοποιηθεί «δημόσιος διάλογος», αυτή απέτυχε παταγωδώς, μετά την κινητοποίηση που πραγματοποίησαν σύλλογοι εκπαιδευτικών, αναπληρωτές και αδιόριστοι.
Και βέβαια απέτυχε γιατί, παρά τη διαφημιστική εκστρατεία του υπουργείου Παιδείας, δεν συμμετείχε σεβαστός όγκος της βάσης των εκπαιδευτικών, οι οποίοι έχουν πάθει πολλά, όπως όλοι οι εργαζόμενοι, γι' αυτό και είναι εξαιρετικά καχύποπτοι και εξοργισμένοι.
Τα «Ενδεικτικά θέματα», που υποδεικνύει για συζήτηση στους συλλόγους διδασκόντων ο υπουργός Παιδείας είναι: «η υλοποίηση της 14χρονης υποχρεωτικής εκπαίδευσης, το ολοήμερο σχολείο, η Ειδική Αγωγή, η Ενισχυτική Διδασκαλία ή η Πρόσθετη Διδακτική Στήριξη, τα ωρολόγια και αναλυτικά προγράμματα, ο όγκος και η ποιότητα της ύλης των μαθημάτων, η αξιολόγηση μαθητών και μαθητριών, οι επιπτώσεις του εξεταστικού συστήματος στην εκπαιδευτική διαδικασία, η μαθητική διαρροή και η σχολική αποτυχία, η βελτίωση των σχέσεων μεταξύ των μελών της εκπαιδευτικής κοινότητας, η επιμόρφωση και η παιδαγωγική στήριξη των εκπαιδευτικών, τα προβλήματα υλικοτεχνικής υποδομής και στελέχωσης των σχολείων, η σύνδεση των παραπάνω με συνολικές νομοθετικές ρυθμίσεις ή με επιμέρους μέτρα».
Το υπουργείο Παιδείας ακολουθεί και σήμερα, επί συριζαίων, την πεπατημένη, που ακολούθησαν όλοι οι προηγούμενοι υπουργοί Παιδείας, κάθε φορά που ετοίμαζαν μια αντιδραστική μεταρρύθμιση και παρίσταναν ότι έτειναν ευήκοον ους στις αγωνίες της εκπαίδευσης και των ανθρώπων της.
Αλήθεια, τί από τα παραπάνω προβλήματα που ταλανίζουν το δημόσιο σχολείο δεν γνωρίζει το υπουργείο Παιδείας, όταν αυτό και η πολιτική που ακολούθησαν διαχρονικά όλες οι κυβερνήσεις είναι οι βασικοί υπαίτιοι της δημιουργίας τους; Οταν ως τώρα έχουν πραγματοποιηθεί εκατοντάδες κινητοποιήσεις εκπαιδευτικών και απεργίες και έχουν κατατεθεί στο υπουργείο όχι μόνο οι θέσεις των ομοσπονδιών της συνδικαλιστικής «τους» γραφειοκρατίας, αλλά και χι-λιάδες υπομνήματα των αγωνιζόμενων εκπαιδευτικών;
♦ Δε γνωρίζει π.χ. ότι η υλοποίηση της 14χρονης υποχρεωτικής εκπαίδευσης, που με κομπορρημοσύνη διατείνεται ότι επιθυμεί, απαιτεί σημαντικότατη δημόσια χρηματοδότηση, μαζικούς διορισμούς μόνιμων εκπαιδευτικών και κατάργηση των δυο τύπων λυκείου που συντηρούν στην πράξη τον διαχωρισμό των μαθητών σε πατρίκιους και πληβείους, αναπαράγοντας τις κοινωνικές ανισότητες;
Και όλα αυτά την ίδια στιγμή που η συγκυβέρνηση των Τσιπροκαμμένων υπογράφει Μνημόνια, που εξαϋλώνουν τις δημόσιες δαπάνες για την Παιδεία και δίνει όρκους πίστης και υποταγής στις εκθέσεις του ΟΟΣΑ, που ισχυρίζονται ότι οι κακοδαιμονίες του ελληνικού εκπαιδευτικού συστήματος είναι π.χ. οι εξής: α) Η μισθολογική δαπάνη ανά μαθητή είναι άνω του μέσου όρου του ΟΟΣΑ, κυρίως επειδή οι έλληνες εκπαιδευτικοί έχουν λιγότερες διδακτικές ώρες και η Ελλάδα έχει μικρότερες σε αριθμό μαθητών τάξεις. β) Υπάρχει η συνταγματική επιταγή για δωρεάν εκπαίδευση. γ) Η δομή του κόστους του συστήματος είναι μη βιώσιμη και μη αποδοτική και είναι συμφυής μιας παρωχημένης αναποτελεσματικής κεντρικής εκπαιδευτικής δομής.
♦ Δε γνωρίζει ότι τα τελευταία 6 μνημονιακά χρόνια συνταξιοδοτήθηκαν χιλιάδες εκπαιδευτικοί και διορίστηκαν μόνο δυο με τρεις εκατοντάδες;
Ο ίδιος ο Φίλης που λέει ότι θα πραγματοποιήσει 20.000 διορισμούς την επόμενη τετραετία, στη συνέχεια παραδέχεται ότι για φέτος δεν υπάρχει κανένας τέτοιος σχεδιασμός και στην τελική όλα εξαρτώνται από τη συγκατάθεση ή μη της τρόικας και την «πρόοδο των δημοσιονομικών».
♦ Δε γνωρίζει ότι η Ενισχυτική Διδασκαλία και η πρόσθετη Διδακτική Στήριξη είναι κατά βάση θέμα χρηματοδότησης και διορισμών; Οδεύουμε προς το τέλος της σχολικής χρονιάς και κανένας από αυτούς τους θεσμούς δεν έχει ακόμα ενεργοποιηθεί.
Στη συνάντηση με τις εκπαιδευτικές ομοσπονδίες κατά την τελευταία κινητοποίηση των εκπαιδευτικών, ο υπουργός Παιδείας παραδέχτηκε ότι η έναρξη της Πρόσθετης Διδακτικής Στήριξης δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί λόγω έλλειψης χρηματικών πόρων και η Eνισχυτική Διδασκαλία θα ξεκινήσει σε 1-2 εβδομάδες, δηλαδή έναν μήνα πριν το τέλος της σχολικής χρονιάς.
♦ Τι προτάσεις θέλει τάχα για την Ειδική Αγωγή, όταν σπεύδει να καταθέσει (ν)τροπολογία, με την οποία καταργεί ουσιαστικά τα Τμήματα Ενταξης και ταυτίζει το ρόλο και τη λειτουργία τους με αυτόν της παράλληλης στήριξης που κατά γενική ομολογία, λόγω της μιζέριας στους αναγκαίους διορισμούς, έχει καταστεί αναποτελεσματική; Και όταν επιμένει σε αυτή την τροπολογία παρά τις γενικευμένες αντιδράσεις;
♦ Τι σόι υποδείξεις αποζητά από τον εκπαιδευτικό κόσμο και τους γονείς για τα προβλήματα υλικοτεχνικής υποδομής, όταν οι λειτουργικές δαπάνες -πάντα «κουτσές»- έχουν εξαϋλωθεί τα χρόνια της κρίσης; Εκτός και αν θέλει να του δώσουν τη συγκατάθεσή τους να πραγματοποιήσει την οδηγία της έκθεσης του ΟΟΣΑ, που αφού διαπιστώνει «περιορισμένη παράδοση στήριξης σε ιδιωτικούς φορείς για εξυπηρέτηση δημοσίων σκοπών», προτείνει στη συνέχεια ως λύση «κάθε βαθμίδα του εκπαιδευτικού συστήματος να αναλάβει ευθύνη για την αποδοτική χρήση των πόρων της», πράγμα που σημαίνει χρηματοδότηση από «άλλες πηγές», δηλαδή από ιδιώτες, επιχειρήσεις και τους ίδιους τους γονείς. Η πρόταση του βουλευτή Τριανταφυλλίδη για δίδακτρα στο δημόσιο σχολείο, δημοσιευμένη στην «Αυγή», αν και ερμηνεύτηκε ως ακραία και προσωπική άποψη, εντούτοις δεν είναι στον αέρα, αλλά πατά σε υπαρκτές προτάσεις που έρχονται «από ψηλά».
♦ Τι ακριβώς περιμένει ο Ν. Φίλης να του απαντήσουν οι εκπαιδευτικοί για τα ωρολόγια και αναλυτικά προγράμματα; Δεν είναι το ίδιο το υπουργείο και η συγκυβέρνηση που αδυνατούν ως τώρα να καλύψουν τα κενά στα σχολεία, που κατά γενική ομολογία θα παραμείνουν ως τέτοια -κενά- (περίπου 3.000) ως το τέλος της χρονιάς; Και είναι γνωστό ότι αυτή η κατάσταση έχει οδηγήσει σε «αναγκαστικές» μετακινήσεις εκπαιδευτικών από σχολείο σε σχολείο ώστε σε συνδυασμό με τη μείωση των αναγκαίων ωρών διδασκαλίας των γνωστικών αντικειμένων να δίνεται η εντύπωση ότι όλα τα μαθήματα σε όλα τα σχολεία πραγματοποιούνται κανονικά ενώ γίνονται απλώς «πασαλείμματα».
Την τακτική αυτή του υπουργείου Παιδείας καταγγέλλει και η ΔΟΕ, επισημαίνοντας τα εξής:
«Οσο το υπουργείο συνεχίζει να βλέπει διδακτικές ώρες αντί για σχολικές τάξεις, τόσο θα συνεχίσει να διαλύει δημοτικά σχολεία. Η πολιτική ηγεσία του υπουργείου πρέπει να καταλάβει ότι η έλλειψη νηπιαγωγού, δασκάλας/δασκάλου από μια τάξη σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να αντισταθμιστεί από μια παρέλαση διδασκόντων. Οι μαθητές θέλουν τον άνθρωπο που θα τον εμπιστεύονται, που θα τους γνωρίζει, θα τους καταλαβαίνει και στην κατανόηση αυτή θα βασίζεται για να στηρίξει το μαθητή στη σχέση του με τη γνώση και τον κόσμο του σχολείου. Στην Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση, το κέντρο δεν βρίσκεται στα γνωστικά αντικείμενα, βρίσκεται στα πρόσωπα των ανθρώπων του: μαθητών και εκπαιδευτικών. Στο δημοτικό σχολείο τάξη χωρίς δάσκαλο είναι τάξη στην οποία στερούμε τα βασικά μορφωτικά δικαιώματα, γιατί στις ηλικίες αυτές προϋπόθεση της μορφωτικής διαδικασίας είναι η προσωπική σχέση δασκάλου μαθητή.
Οταν λοιπόν το υπουργείο φιλοδοξεί να καλύψει ένα κενό σε τάξη μεταφέροντας δυο τρεις συναδέλφους από γειτονικά σχολεία για να διδάξουν στην τάξη αυτή μέρος του προγράμματός της, μπαλώνει μεν το λογιστικό κενό, αφήνει όμως εντελώς ακάλυπτη την παιδαγωγική σχέση».
♦ Τέλος, για ποιες επιπτώσεις του εξεταστικού συστήματος στην εκπαιδευτική διαδικασία μιλούν οι συριζαίοι; Δεν είναι ο επικεφαλής της Επιτροπής Διαλόγου Α. Λιάκος που προτείνει «αναβαθμισμένο απολυτήριο» λυκείου, που θα αποκτάται βεβαίως με διαφόρων ειδών αξιολογικές κρίσεις και εξετάσεις για τις σχολές υψηλής ζήτησης, που είναι περιζήτητες κυρίως από τα παιδιά τα προερχόμενα από εύπορα και υψηλού μορφωτικού επιπέδου κοινωνικά στρώματα, ενώ για τους «παρίες» της εκπαίδευσης, τα παιδιά δηλαδή των φτωχών λαϊκών στρωμάτων προορίζονται χωρίς εξετάσεις οι σχολές που είναι στα αζήτητα της αγοράς εργασίας;