Το πολιτικό Βατερλό των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ και του Τσίπρα προσωπικά με τον εκλογικό νόμο, η αποτυχία αλλαγής της πολιτικής ατζέντας ακόμη και με το σίριαλ της συνταγματικής αναθεώρησης, αλλά και τα δυσβάσταχτα μέτρα που ήδη υφίσταται η εργαζόμενη κοινωνία και τα νέα που θα έρθουν από τον Σεπτέμβρη, που θα βάζουν σε εφαρμογή τις νέες απαιτήσεις των δανειστών (απελευθέρωση απολύσεων, η πρόβλεψη να μπει ένα μελλοντικό ταξικό συνδικαλιστικό κίνημα «στο γύψο», κ.λπ.), καθώς και η αναπόφευκτη ενεργοποίηση του «κόφτη» σε μισθούς και συντάξεις, οδήγησε τους Τσιπροκαμμένους να προωθήσουν επιτέλους τη ρύθμιση για την ιδιωτική εκπαίδευση, αν και πετσοκομμένη.
Στις 27 Ιούλη ο Φίλης κατέθεσε στη Βουλή το νομοσχέδιο «Ρυθμίσεις για την ελληνόγλωσση εκπαίδευση, τη διαπολιτισμική εκπαίδευση και άλλες διατάξεις», στο οποίο περιλαμβάνονται και ρυθμίσεις για τα ιδιωτικά σχολεία (άρθρο 28).
Είναι η τρίτη απόπειρα της συγκυβέρνησης να βάλει μια τάξη στο χάος που επικρατεί στο χώρο αυτό, έπειτα από το γενικό ξεσάλωμα των σχολαρχών που ακολούθησε τις σχετικές ρυθμίσεις Αρβανιτόπουλου με τη μεταφορά των ιδιωτικών εκπαιδευτικών στο υπουργείο Εργασίας και την παύση ουσιαστικά κάθε ελέγχου στη λειτουργία των ιδιωτικών σχολείων από το υπουργείο Παιδείας.
Θυμίζουμε ότι η πρώτη προσπάθεια έγινε με το νομοσχέδιο Μπαλτά, που ουδέποτε κατατέθηκε στη Βουλή. Η δεύτερη από τον Φίλη (το νομοσχέδιο για την Ερευνα κατατέθηκε τελικά στη Βουλή χωρίς το άρθρο 40 που περιλάμβανε τις σχετικές ρυθμίσεις) απέτυχε επίσης, καθώς οι σχολάρχες, μαζί με όλο τον εσμό του φανερού νεοφιλελευθερισμού «ανέβηκαν στα κεραμίδια» και οι συριζαίοι ανέκρουσαν πρύμναν, αφού δε θέλουν να συγκρουστούν με το κεφάλαιο -ντόπιο και ξένο- σε όλα τα επίπεδα, προκειμένου να παραμείνουν στην εξουσία.
Τώρα, όμως, καθώς οι γενικότερες πολιτικές εξελίξεις έχουν «σφίξει» και η αποδοχή τους ακόμα και από τους ψηφοφόρους τους έχει καταβαραθρωθεί, προσπαθούν με τέτοιες κινήσεις να ανακτήσουν υποτυπωδώς κάποια φιλεργατικά «ατού» σε μια μερίδα εργαζόμενων, ενόψει και των νέων αντεργατικών μέτρων, που θα βαθύνουν ακόμα παραπέρα την κινεζοποίηση του ελληνικού λαού.
Μετά το άρθρο 29 του ν.682/1977 (Α΄244), όπως έχει τροποποιηθεί με την παράγραφο 2 του άρθρου 11 του Ν.1035/1980 (Α΄ 60), προστίθεται άρθρο 30, ως εξής:
«Αρθρο 30
Σχέση εργασίας, διάρκεια σύμβασης-λύση σχέσης εργασίας
1. Οι διδάσκοντες στα ιδιωτικά σχολεία εκπαιδευτικοί, υπηρετούν με σχέση εργασίας ορισμένου ή αορίστου χρόνου κατά τα οριζόμενα στις επόμενες παραγράφους.
2. Οι ιδιωτικοί εκπαιδευτικοί προτείνονται προς πρόσληψη από τον ιδιοκτήτη του ιδιωτικού σχολείου και μετά την έγκριση της πρότασης από το Διευθυντή της οικείας Διεύθυνσης συνάπτουν σύμβαση ορισμένου χρόνου, η οποία αρχίζει την ημέρα παροχής των υπηρεσιών από τον εκπαιδευτικό και λήγει την 31η Αυγούστου του δεύτερου έτους από την πρόσληψή του. Κατά τη λήξη της διετίας ο ιδιοκτήτης μπορεί να καταγγείλει τη σύμβαση. Μετά την πάροδο της διετίας και εφόσον η σύμβαση δεν καταγγελθεί κατά τα ανωτέρω, μετατρέπεται αυτοδικαίως σε σύμβαση αορίστου χρόνου.
3. Η σύμβαση αορίστου χρόνου είναι δυνατόν να καταγγελθεί μόνο για τους παρακάτω λόγους:
α) Εάν ο εργοδότης επικαλείται και αποδεικνύει επαρκώς αιτιολογημένη διαταραχή του εκπαιδευτικού κλίματος στο σχολείο λόγω αδυναμίας συνεργασίας εργοδότη-εκπαιδευτικού.
β) Κατάργηση σχολείων.
γ) Κατάργηση τάξεων και τμημάτων τάξεων. Στην περίπτωση αυτή είναι επιτρεπτή η απόλυση αυτών που έχουν τη μικρότερη προϋπηρεσία στην εκπαίδευση και μηδενίζεται το ωράριό τους. Από τις απολύσεις αυτές εξαιρούνται οι διδάσκοντες που είναι και ιδιοκτήτες των σχολείων.
δ) Συμπλήρωση του 70ού έτους της ηλικίας των εκπαιδευτικών.
ε) Οι ιδιωτικοί εκπαιδευτικοί απολύονται από τον ιδιοκτήτη του σχολείου στο οποίο υπηρετούν λόγω:
αα) σωματικής ή πνευματικής ανικανότητας που διαπιστώνεται από την οικεία κατά τόπο πρωτοβάθμια υγειονομική επιτροπή του Δημοσίου και, ύστερα από ένσταση του ενδιαφερομένου, από τη δευτεροβάθμια υγειονομική επιτροπή του Δημοσίου,
ββ) συμπλήρωσης του χρόνου υπηρεσίας που θεμελιώνει δικαίωμα προς λήψη πλήρους σύνταξης από φορέα ασφάλισης των ιδιωτικών εκπαιδευτικών. Σε αυτή την περίπτωση, η λύση της σχέσης εργασίας επέρχεται κατά την λήξη του διδακτικού έτους,
γγ) επιβολής της πειθαρχικής ποινής της απόλυσης από το οικείο πειθαρχικό συμβούλιο,
δδ) ανεπάρκειας ως προς την εκτέλεση των καθηκόντων τους, η οποία διαπιστώνεται από το οικείο υπηρεσιακό συμβούλιο και στηρίζεται σε δύο τουλάχιστον υπηρεσιακές εκθέσεις που συντάσσονται από τον αρμόδιο Διευθυντή Εκπαίδευσης και αφορούν δύο τουλάχιστον συνεχόμενα διδακτικά έτη.
4. Κατά τη διάρκεια της σύμβασης εργασίας αορίστου χρόνου, η σύμβαση μπορεί να καταγγελθεί από τον ιδιοκτήτη για τους περιοριστικά αναφερόμενους στην παράγραφο 3 λόγους.
5. Ο ιδιωτικός εκπαιδευτικός εκπίπτει αυτοδικαίως της υπηρεσίας, εάν καταδικαστεί με αμετάκλητη απόφαση σε ποινή συνεπαγόμενη απόλυση για τους δημοσίους υπαλλήλους.
6. Οι αποχωρούντες ιδιωτικοί εκπαιδευτικοί, λόγω συμπληρώσεως του συντάξιμου χρόνου ή του 70ού έτους της ηλικίας τους, δικαιούνται αποζημίωση ίση προς το ήμισυ της προβλεπόμενης στην παρ. 4 για την περίπτωση καταγγελίας της σύμβασης εργασίας.
7. Ιδιωτικοί εκπαιδευτικοί απολυόμενοι εξαιτίας ανεπάρκειας ως προς την εκτέλεση των καθηκόντων τους, η οποία διαπιστώνεται από το οικείο υπηρεσιακό συμβούλιο ή εξαιτίας επιβολής της πειθαρχικής ποινής της απόλυσης, δεν δικαιούνται αποζημίωση.
8. Μόνιμοι εκπαιδευτικοί της δημόσιας εκπαίδευσης, άλλοι μόνιμοι δημόσιοι υπάλληλοι, υπάλληλοι Ν.Π.Δ.Δ. και συνταξιούχοι, οι οποίοι δεν μετέχουν σε φορείς ελέγχου των ιδιωτικών σχολείων, δύνανται να απασχολούνται στην ιδιωτική εκπαίδευση, εφόσον υπάρχει έλλειψη στην Επετηρίδα Ιδιωτικής Εκπαίδευσης και στην αντίστοιχη ειδικότητα.
9. Η σχέση εργασίας μεταξύ του ιδιοκτήτη ιδιωτικού σχολείου και του ιδιωτικού εκπαιδευτικού λύεται με το θάνατο, την έκπτωση, την αποδοχή παραίτησης και την απόλυση, για την οποία εκδίδεται πράξη του αρμόδιου Διευθυντή Εκπαίδευσης. Στις περιπτώσεις απολύσεων ιδιωτικών εκπαιδευτικών, το αρμόδιο κατά περίπτωση Υπηρεσιακό Συμβούλιο (ΠΥΣΔΕ, ΠΥΣΠΕ, ΚΥΣΠΕ, ΚΥΣΔΕ), επιβεβαιώνει εάν η σύμβαση εργασίας καταγγέλθηκε νομίμως, διαπιστώνει εάν η καταγγελία είναι καταχρηστική ή μη και εισηγείται σχετικά με την απόλυση στον αρμόδιο Διευθυντή Εκπαίδευσης, ο οποίος έχει δέσμια αρμοδιότητα να εκδώσει διαπιστωτική πράξη, σύμφωνη με την εισήγηση του οικείου Υπηρεσιακού Συμβουλίου. Απολύσεις ιδιωτικών εκπαιδευτικών, με οποιαδήποτε σχέση εργασίας, που λαμβάνουν χώρα χωρίς την προβλεπόμενη κατά τα ανωτέρω πράξη του οικείου Υπηρεσιακού Συμβουλίου είναι άκυρες.
10. Παραίτηση ιδιωτικού εκπαιδευτικού κατά τη διάρκεια του διδακτικού έτους επιτρέπεται μόνο με τη συναίνεση του ιδιοκτήτη ή για αποχρώντα λόγο εκτιμώμενο από τον οικείο Δ/ντή Εκπαίδευσης. Η παραίτηση, για να θεωρείται έγκυρη, πρέπει να υποβάλλεται από τον εκπαιδευτικό αυτοπροσώπως στο ιδιωτικό σχολείο και εντός 5 ημερών στον Διευθυντή εκπαίδευσης. Η αποδοχή αυτής κοινοποιείται αμέσως προς τον ιδιοκτήτη, ο οποίος υποχρεούται εντός πέντε (5) ημερών να υποβάλει πρόταση για το διορισμό αντικαταστάτη. Ο παραιτηθείς δεν μπορεί να αποχωρήσει από το σχολείο πριν από την ανάληψη των καθηκόντων του αντικαταστάτη του, εκτός εάν παρήλθε μήνας από την υποβολή της παραίτησής του και δεν του έγινε κοινοποίηση της αποδοχής της. Οι διοριζόμενοι στη δημόσια εκπαίδευση, ως μόνιμοι ή ως αναπληρωτές, ιδιωτικοί εκπαιδευτικοί, λογίζονται αυτοδικαίως παραιτούμενοι από το ιδιωτικό σχολείο στο οποίο υπηρετούν, μόλις αναλάβουν υπηρεσία στη δημόσια εκπαίδευση.
11. Η απόλυση των ιδιωτικών εκπαιδευτικών εξαιτίας πειθαρχικού παραπτώματος, ανεπάρκειας ή νόσου, επέρχεται από την κοινοποίηση της οικείας πράξης στον ιδιωτικό εκπαιδευτικό.»
2. Η παράγραφος 2 του άρθρου 4 του Ν. 682/1977 (Α΄ 244) αντικαθίσταται, ως ακολούθως:
«Παρέκκλιση ως προς το ωρολόγιο πρόγραμμα διδασκαλίας και πρόσθετες εκπαιδευτικές δραστηριότητες πέραν του ωρολογίου προγράμματος, ιδίως ενισχυτική διδασκαλία, πρόσθετη διδακτική στήριξη, ενίσχυση της γλωσσομάθειας κ.λπ. επιτρέπονται, κατόπιν ελέγχου νομιμότητας ως προς το πρόγραμμα σπουδών και το παιδαγωγικό περιεχόμενο της διδασκαλίας από την κατά περίπτωση αρμόδια Δ/νση Πρωτοβάθμιας ή Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης του Υπουργείου Παιδείας, Ερευνας και Θρησκευμάτων. Οι προϋποθέσεις για την παρέκκλιση και τις πρόσθετες εκπαιδευτικές δραστηριότητες πέραν του ωρολογίου προγράμματος είναι οι ακόλουθες:
αα) Το ανώτατο όριο του εβδομαδιαίου ωρολογίου προγράμματος διδασκαλίας των ιδιωτικών σχολείων δε μπορεί να υπερβαίνει τις σαράντα (40) ώρες για όλες τις τάξεις,
ββ) Το εβδομαδιαίο ωρολόγιο πρόγραμμα διδασκαλίας (ΕΩΠΔ) αποφασίζεται το πρώτο δεκαήμερο του Σεπτεμβρίου από τον/την Διευθυντή/ντρια του σχολείου σε συνεργασία με τον σύλλογο διδασκόντων και τον υπεύθυνο σχολικό σύμβουλο. Το ΕΩΠΔ βασίζεται σε παιδαγωγικά κριτήρια κατά τη συγκρότησή του και υποβάλλεται σε τρία αντίγραφα στον αρμόδιο σχολικό σύμβουλο για θεώρηση, ο οποίος επιστρέφει ένα αντίγραφο στο σχολείο και ένα στέλνει για ενημέρωση στον οικείο Διευθυντή Εκπαίδευσης,
γγ) Η παρέκκλιση αφορά όλους τους μαθητές της τάξης ή των τάξεων για τις οποίες χορηγείται. Στην οικεία Διεύθυνση Εκπαίδευσης δηλώνεται κάθε είδους προαιρετική σχολική δράση (παρέκκλιση) μη προβλεπόμενη από το ισχύον ωρολόγιο πρόγραμμα (ΦΕΚ 1324 Β΄/2016), κατά τα ανωτέρω μαζί με τον αριθμό των τμημάτων, των μαθητών και των διδασκόντων,
δδ) Για τα ιδιωτικά Νηπιαγωγεία η έγκριση παρέκκλισης χορηγείται με διαδικασία αντίστοιχη αυτής που προβλέπεται για τα ιδιωτικά Δημοτικά Σχολεία, όπως αυτή καθορίστηκε με την παρούσα και οι διδάσκοντες θα πρέπει να έχουν τα τυπικά προσόντα που προβλέπονται από τη σχετική κείμενη νομοθεσία.»
3. Το εδάφιο β΄ της παρ. 4 του άρθρου 27 του ν. 682/1977 (Α’ 244), όπως προστέθηκε με την παρ. 14 του άρθρου 47 του ν.3848/2010 (Α΄ 71), αντικαθίσταται, ως εξής:
«β) Σε περίπτωση κατάργησης τάξεων ή τμημάτων καθώς και αν οι ώρες διδασκαλίας ενός μαθήματος δεν επαρκούν προκειμένου οι εκπαιδευτικοί να καλύψουν το ωράριο του διοριστηρίου τους, ανατίθενται στους εν λόγω εκπαιδευτικούς, άλλες σχολικές δράσεις και δραστηριότητες σύμφωνα με τις πραγματικές ανάγκες της σχολικής μονάδας, όπως ιδίως, ενισχυτική διδασκαλία, πρόσθετη διδακτική στήριξη, ενίσχυση της γλωσσομάθειας, συντονισμός κλάδου ή άλλης ομάδας εκπαιδευτικών, διοργάνωση αθλητικών, πολιτιστικών, καλλιτεχνικών και άλλων δράσεων, ανάθεση ωρών ως υπευθύνων εργαστηρίων ή διοικητικό έργο, προκειμένου να συμπληρώσουν το υποχρεωτικό τους ωράριο».
Συγκεκριμενοποιείται το καθεστώς των συμβάσεων των ιδιωτικών εκπαιδευτικών. Η αρχική σύμβαση είναι διετής και αν αυτή δεν καταγγελθεί στο τέλος της διετίας, τότε μετατρέπεται αυτοδικαίως σε αορίστου χρόνου.
Μπαίνει, λοιπόν, περιορισμός στο καθεστώς των συμβάσεων, ώστε να αποτραπεί το γιγαντωμένο φαινόμενο, μετά τις ρυθμίσεις Αρβανιτόπουλου, των ολιγόμηνων συμβάσεων, που είχαν ως αποτέλεσμα ιδιωτικοί εκπαιδευτικοί να απολύονται το καλοκαίρι -και επομένως να μην πληρώνονται- και να ξαναπροσλαμβάνονται τον Σεπτέμβρη.
Η σύμβαση αορίστου χρόνου μπορεί να καταγγελθεί, πέραν όλων των άλλων περιπτώσεων που ισχύουν και για τους δημόσιους υπαλλήλους, «εάν ο εργοδότης επικαλείται και αποδεικνύει επαρκώς αιτιολογημένη διαταραχή του εκπαιδευτικού κλίματος στο σχολείο λόγω αδυναμίας συνεργασίας εργοδότη-εκπαιδευτικού». Επίσης, στην περίπτωση κατάργησης τάξεων και τμημάτων τάξεων, καθώς και «ανεπάρκειας ως προς την εκτέλεση των καθηκόντων τους (σ.σ. των εκπαιδευτικών)».
Η «διαταραχή του εκπαιδευτικού κλίματος», η «αδυναμία συνεργασίας εργοδότη-εκπαιδευτικού», που διαπιστώνονται από τον σχολάρχη, αν και «επαρκώς αιτιολογημένες» και η «ανεπάρκεια ως προς την εκτέλεση των καθηκόντων», είναι διατυπώσεις που φανερά δίνουν το δικαίωμα στους εμπόρους της γνώσης να απολύουν τελικά τους «ανεπιθύμητους» εκπαιδευτικούς, ειδικά αυτούς που τους «μπαίνουν στη μύτη», επειδή δε δέχονται να γίνουν «πρόβατα» και να υπακούουν τυφλά στις ορέξεις τους.
Βέβαια, σύμφωνα με το νόμο, οι απολύσεις αυτές συναντούν τώρα κάποια εμπόδια, αφού περνούν από τον έλεγχο του αντίστοιχου Υπηρεσιακού Συμβούλιου, που «επιβεβαιώνει εάν η σύμβαση εργασίας καταγγέλθηκε νομίμως, διαπιστώνει εάν η καταγγελία είναι καταχρηστική ή μη και εισηγείται σχετικά με την απόλυση στον αρμόδιο Διευθυντή Εκπαίδευσης, ο οποίος έχει δέσμια αρμοδιότητα να εκδώσει διαπιστωτική πράξη».
Μπορεί οι σχολάρχες να μην επιθυμούν με τίποτε ούτε αυτά τα ελάχιστα εμπόδια, που οι συριζαίοι βάζουν για να δώσουν σάρκα και οστά στην «υγιή επιχειρηματικότητα», στην οποία ομνύουν, όμως είναι γνωστό ότι τα Υπηρεσιακά Συμβούλια είναι και αυτά κρατικά όργανα και γι’ αυτό φροντίζουν να διαφυλάττουν σε κάθε περίπτωση τα συμφέροντα του συστήματος, ειδικά σε περιπτώσεις που οξύνεται η ταξική πάλη. Το σύστημα φροντίζει να θωρακίζεται, βλέποντας μακριά, στην ανάπτυξη των ταξικών αγώνων του μέλλοντος, που μπορεί να μην είναι και τόσο μακρινοί.
Είναι χαρακτηριστική η απάντηση που έδωσε το υπουργείο Παιδείας στο θόρυβο που ξεσήκωσαν ο Σύνδεσμος Ιδιοκτητών Ιδιωτικών Σχολείων, η ΝΔ, το ΠΑΣΟΚ και τα φιλικά τους προσκείμενα ΜΜΕ: «το άρθρο δεν αφαιρεί τη δυνατότητα στους ιδιοκτήτες να απολύουν εκπαιδευτικούς με μία προϋπόθεση που ισχύει σε όλα τα πολιτισμένα κράτη: Να αιτιολογούν επαρκώς την απόλυση».
Το διδακτικό ωράριο των ιδιωτικών εκπαιδευτικών παραμένει ως έχει, σύμφωνα με όσα προβλέπει το διοριστήριό τους, ανεξάρτητα από το αν καταργηθούν τάξεις ή τμήματα, ή οι ώρες διδασκαλίας ενός μαθήματος δεν επαρκούν για την κάλυψή του. Στους εκπαιδευτικούς αυτούς ανατίθενται άλλες σχολικές δράσεις και δραστηριότητες (ενισχυτική διδασκαλία, πρόσθετη διδακτική στήριξη, ενίσχυση της γλωσσομάθειας, διοικητικό έργο, κ.λπ.) προκειμένου να συμπληρώσουν το υποχρεωτικό τους ωράριο.
Τα ιδιωτικά σχολεία μπορούν να πραγματοποιούν οποιαδήποτε εκπαιδευτική δράση πέραν του υποχρεωτικού ωρολόγιου προγράμματος (ενισχυτική διδασκαλία, πρόσθετη διδακτική στήριξη, ενίσχυση γλωσσομάθειας) με την προϋπόθεση να τη δηλώνουν και οι εκπαιδευτικοί να έχουν τα απαραίτητα τυπικά προσόντα.
Δεν υπάρχει, λοιπόν, φραγμός στις δράσεις, με τις οποίες οι σχολάρχες προσπαθούν να δελεάσουν τους πελάτες τους (ασφαλώς αυτούς που διαθέτουν και τα οικονομικά μέσα). Απλά τώρα το υπουργείο Παιδείας επιχειρεί να ελέγξει στοιχειωδώς αυτές τις δράσεις, γεγονός που θα έχει ως αποτέλεσμα να περιοριστεί η μαύρη εργασία, η φοροδιαφυγή και να τηρούνται τα τυπικά προσόντα των διδασκόντων και οι όροι εργασίας τους.
Στην πραγματικότητα οι έμποροι της γνώσης έχουν πολλούς υπόγειους τρόπους για να διαφεύγουν τον έλεγχο. Αλλα δηλώνουν στις Διευθύνσεις Εκπαίδευσης και άλλα κάνουν και όταν έρχεται ο αρμόδιος υπάλληλος να κάνει τον έλεγχο, αυτοί έχουν όλο το χρόνο να καλύψουν την παρανομία (τα ιδιωτικά σχολεία είναι «φρούρια» και δεν μπορεί ο καθένας να μπει ανεξέλεγκτα στους χώρους τους). Ας αφήσουμε δε, το γεγονός ότι πολλές Διευθύνσεις Εκπαίδευσης κάνουν συνειδητά «τα στραβά μάτια» στις παρανομίες των σχολαρχών, αφού το αστικό κράτος και οι μηχανισμοί του είναι συνδεδεμένοι σαν το νύχι με το κρέας με το κεφάλαιο και την επιχειρηματική του δράση.
Επίσης, είναι γνωστό ότι οι εκβιασμοί στους ιδιωτικούς εκπαιδευτικούς δίνουν και παίρνουν. Με τις ουρές των ανέργων να «καραδοκούν» να πάρουν τη θέση των «τυχερών εργαζόμενων», την απουσία ταξικού διεκδικητικού κινήματος και συλλογικής ταξικής συνείδησης, την απουσία ουσιαστικής προστασίας από τις ξεπουλημένες συνδικαλιστικές γραφειοκρατίες, οι εργαζόμενοι είναι πολύ εύκολο να πέσουν θύματα του εργοδότη τους. Οι σχολάρχες άλλους μισθούς φαίνεται να καταβάλλουν τυπικά στους ιδιωτικούς εκπαιδευτικούς και άλλους τελικά αυτοί να παίρνουν με συμφωνίες «κάτω από το τραπέζι».
Με την κατάθεση των ρυθμίσεων για τα ιδιωτικά σχολεία, αυτοί που δεν έχουν «κώλυμα» να εμφανίζονται ως το μακρύ χέρι του συστήματος, όπως μάταια προσπαθούν να κρύψουν οι συριζαίοι, ξεσήκωσαν θύελλα αντιδράσεων.
Ο Σύνδεσμος Ιδιοκτητών Ιδιωτικών Σχολείων έβγαλε οργισμένη ανακοίνωση, σύμφωνα με την οποία το υπουργείο Παιδείας «αποφάσισε να κάνει το μόνο που γνωρίζει καλά: να ισοπεδώσει κάθε ανταγωνιστικό πλεονέκτημα της ιδιωτικής εκπαίδευσης. Προσπαθεί να αναιρέσει, λοιπόν, με νέα τροπολογία που κατέθεσε, δύο βασικά πλεονεκτήματα: το ένα είναι η δυνατότητα επιλογής και αξιοκρατικής αντιμετώπισης του εκπαιδευτικού προσωπικού και το δεύτερο είναι οι δυνατότητες διαφοροποίησης στο εκπαιδευτικό πρόγραμμα».
Η ΝΔ διά του Φορτσάκη δήλωσε ότι «η νομοθετική ρύθμιση-τερατούργημα που προωθεί το Υπουργείο Παιδείας θα “στραγγαλίσει“ τα ιδιωτικά σχολεία».
Ο Δημήτρης Κωνσταντόπουλος, για λογαριασμό της Δημοκρατικής Συμπαράταξης απεφάνθη πως οι ρυθμίσεις για την ιδιωτική εκπαίδευση «υπηρετούν το σκληρό πυρήνα των συντεχνιών που δηλώνουν κομματικά ανήκοντες στο ΣΥΡΙΖΑ» και ότι «η ρύθμιση για τα Ιδιωτικά Σχολεία παρεμβαίνει ωμά και απροκάλυπτα στη διαμόρφωση των εκπαιδευτικών τους δραστηριοτήτων και στις εργασιακές σχέσεις των εκπαιδευτικών με αντιλήψεις που ταιριάζουν σε άλλα καθεστώτα».
Σημειώνουμε ότι το νομοσχέδιο βρίσκεται ακόμα στην επιτροπή Μορφωτικών Υποθέσεων της Βουλής. Ως προς το ποια τελικά θα είναι η κατάληξη των ρυθμίσεων για τα ιδιωτικά σχολεία (αν θα ψηφισθούν ως έχουν ή τροποποιημένες), εμείς κρατούμε επιφυλάξεις, ειδικά μετά το παρελθόν των σχετικών προσπαθειών της συγκυβέρνησης.
Σημειώνουμε επίσης ότι η κυβέρνηση κρατάει ακόμη ανοιχτό το παζάρι με όσους αντιδρούν. Γι’ αυτό δεν συμπεριέλαβε στις ρυθμίσεις και αυτές που αφορούν τα φροντιστήρια και τα κέντρα ξένων γλωσσών, που υπήρχαν στο άρθρο 40 του Φίλη, που τελικά δεν μπήκε στο νόμο για την Ερευνα.
Το άρθρο αυτό προέβλεπε ότι «Στα ιδιωτικά σχολεία απαγορεύεται η χορήγηση άδειας φροντιστηρίου και άδειας κέντρου ξένων γλωσσών».
Και με τη σχετική αιτιολογική έκθεση, το υπουργείο Παιδείας ομολογούσε ότι και «Στα ιδιωτικά σχολεία λειτουργούν σήμερα εσωτερικά φροντιστήρια χωρίς να υφίσταται επ’ αυτών ο απαραίτητος έλεγχος από το αρμόδιο Υπουργείο Παιδείας σχετικά με τους όρους και τις προϋποθέσεις λειτουργίας τους, αλλά και όσο αφορά στον έλεγχο των τυπικών τους προσόντων και του εν γένει εργασιακού καθεστώς του προσωπικού που απασχολείται σε αυτά, γεγονός το οποίο αφενός δεν είναι σύμφωνο με την συνταγματικά θεσπισμένη εποπτεία του Κράτους στην ιδιωτική εκπαίδευση, αφετέρου υποβαθμίζει την ποιότητα των παρεχόμενων εκπαιδευτικών υπηρεσιών, μερικές φορές θέτοντας και σε κίνδυνο ακόμη και την υγεία και ασφάλεια των μαθητών».
Σήμερα, το υπουργείο αφήνει το θέμα να αιωρείται, όπως επίσης δεν ρυθμίζει και τη λειτουργία γενικά των φροντιστηρίων και των κέντρων ξένων γλωσσών που έκανε το σχετικό άρθρο 40.
Οσο για την αναφορά της αιτιολογικής έκθεσης των σημερινών ρυθμίσεων ότι αυτές συνάδουν με την πρόσφατη επικύρωση από τη Βουλή του Αναθεωρημένου Ευρωπαϊκού Κοινωνικού Χάρτη, σύμφωνα με τον οποίο προστατεύονται ρητά οι εργαζόμενοι από την αναιτιολόγητη καταγγελία της σύμβασής τους, θωρούμε ότι μόνο προπαγανδιστική αξία έχει. Τρόικα, ντόπιο κεφάλαιο και οι πολιτικοί υπηρέτες τους έχουν αποδείξει ότι προκειμένου να υπηρετήσουν τα συμφέροντά τους δε διστάζουν μπροστά σε τίποτε (τα συντάγματα και τα δικαιώματα του Ανθρώπου τα έχουν κάνει ήδη κουρελόχαρτα) και κάτι τέτοιες διακηρύξεις και νομοθετήματα τα χρειάζονται μόνο για να παραμυθιάζουν τους εργαζόμενους.