Η αξιολόγηση των ιδρυμάτων της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης αποτελεί βασική συνιστώσα του Κοινού Ευρωπαϊκού Χώρου Ανώτατης Εκπαίδευσης και της κακόφημης Μπολόνια. Τα αποτελέσματά της είναι η κατάταξη-κατηγοριοποίηση των Ιδρυμάτων, ο ασφυκτικός εναγκαλισμός τους με την καπιταλιστική αγορά και τις επιχειρήσεις, η τιμωρία με μαρασμό αυτών που δεν πληρούν τους ποσοτικούς δείκτες προσαρμογής στα κριτήρια της αγοράς. Στο παιχνίδι καλούνται να ενσωματωθούν και οι φοιτητές. Το εγχείρημα έχει επιτυχία σε όλα τα Πανεπιστήμια που το φοιτητικό κίνημα έχει παραιτηθεί και ενσκύψει βαθιά στη λογική του ατομισμού και της προσωπικής μελλοντικής επαγγελματικής επιτυχίας, μέσω των επιχειρήσεων, που προσεγγίζουν σαν μέλισσες τα Πανεπιστήμια, αναζητώντας «μυαλά» και διαθεσιμότητες υποταγμένων στελεχών.
Ελληνας φοιτητής που κάνει το μεταπτυχιακό του σε Αρχιτεκτονική Σχολή της Ολλανδίας, μας έδωσε από πρώτο χέρι τις σχετικές διαφωτιστικές πληροφορίες. Οι φοιτητές καλούνται να συμπληρώσουν φόρμα αξιολόγησης, αξιολογώντας τα μαθήματα που παρακολουθούν σε μια κλίμακα από 1-10 και αν δεν είναι ικανοποιημένοι μπορούν να επιλέξουν και το λόγο που συμβαίνει αυτό (περιεχόμενο, πρόγραμμα, καθηγητής, κ.λ.π.). Τα τελικά αποτελέσματα, στην περίπτωση που είναι αρνητικά, έχουν αποδέκτη τον διδάσκοντα. Στην Αγγλία, όπου εφαρμόζεται ανάλογη διαδικασία, οι εν λόγω διδάσκοντες παίρνουν «πόδι» με συνοπτικές διαδικασίες. Στα Πανεπιστήμια γίνονται συχνά-πυκνά ημερίδες, με στόχο την επαφή των φοιτητών με εταιρίες και σε πολλές διαλέξεις ομιλητές είναι μεγαλοεργολάβοι, που διαφημίζουν τα έργα που έχει αναλάβει η εταιρία τους στην Ολλανδία ή σε άλλες χώρες.
Στα δικά μας, ο πρόεδρος της Αρχής Διασφάλισης της Ποιότητας (ΑΔΙΠ), Σπ. Αμούργης, δήλωσε τα εξής χαρακτηριστικά για να μην ξεχνιόμαστε και φαντασιωθούμε πως η αξιολόγηση έχει στόχο την ενίσχυση του δημόσιου Πανεπιστήμιου: «Το Δημόσιο δίνει λεφτά στα Πανεπιστήμια, αλλά πρέπει και να διαπιστώσουμε αν κατανέμονται σωστά. Εχουμε πλέον ένα εργαλείο το οποίο για πρώτη φορά εφαρμόζεται στην Ελλάδα, όπως σε όλες τις άλλες χώρες της Ευρωπαϊκής Ενωσης, με τα ίδια κριτήρια και την ίδια διαδικασία. Το εργαλείο αυτό αναδεικνύει τις καλές πρακτικές και διαφημίζει τελικά όποιον κάνει καλά τη δουλειά του, ενώ αυξάνει το ενδιαφέρον του κόσμου για τα τμήματα που διαθέτουν τις καλύτερες αξιολογήσεις».