Η τακτική που ακολουθεί ο Περισσός σε όλες τις κινητοποιήσεις (εργατικές, μαθητικές) που έχει κάποιο λόγο, επιρροή και καθοδήγηση σε μια μερίδα αυτών που αγωνίζονται (π.χ. απεργία εργατών στη Χαλυβουργία, Συντονιστική Επιτροπή Μαθητών Αθήνας) είναι να «φουσκώνει» τον αγώνα και στη συνέχεια, στην πιο κρίσιμη καμπή, όταν ειδικά εμφανίζονται ταλαντεύσεις στις διαθέσεις και κούραση στο ίδιο το υποκείμενο του αγώνα (εργάτες, εργαζόμενοι, μαθητές), να σαλπίζει υποχώρηση.
Και αυτό γιατί στόχος είναι η αποκόμιση πολιτικής υπεραξίας, η διεύρυνση της εκλογικής βάσης και όχι η ουσιαστική στήριξη των κινημάτων, η προσπάθεια να κατανοήσουν αυτοί που αγωνίζονται τα βαθύτερα αίτια της κατάστασης που τους οδήγησαν στο δρόμο, να αποκτήσουν δηλαδή σταθερή ταξική συνείδηση και διάθεση ανατροπής του σάπιου εκμεταλλευτικού συστήματος. Και βεβαίως στόχος είναι να προστατευθεί το σύστημα από τους κινδύνους που μπορούν να δημιουργήσουν «ανεξέλεγκτες» καταστάσεις, όταν οι αγωνιζόμενοι αμφισβητούν με λόγια και πράξεις την «τάξη και την ασφάλεια» (όλοι θυμόμαστε την αισχρή στάση των δυνάμεων του Περισσού, που έδρασαν ως δύναμη προστασίας της Βουλής και καταστολής έναντι των διαδηλωτών, την περίοδο που φούντωνε η αγανάκτηση για τα Mνημόνια). Η αγωνία που διακατέχει μονίμως τον Περισσό (που καπηλεύεται την ιστορία του επαναστατικού ΚΚΕ, παρασέρνοντας και εγκλωβίζοντας νεολαίους και εργαζόμενους) είναι πώς θα δώσει διαπιστευτήρια στον αστισμό ως ένα καθόλα νόμιμο κοινοβουλευτικό κόμμα.
Στην περίπτωση των μαθητικών καταλήψεων δεν μας ξένισε η στάση του. Οι μαζικές διαθέσεις των μαθητών να βροντοφωνάξουν ότι δεν πάει άλλο με την εγκληματική πολιτική της κυβέρνησης στα σχολεία εν μέσω πανδημίας («πατίκωμα» μαθητών σε 25άρια και 28άρια τμήματα, άρνηση διορισμού μόνιμων εκπαιδευτικών και αναγκαίου προσωπικού καθαριότητας), που έβαζε και βάζει σε κίνδυνο την υγεία τους και την υγεία και προστασία των οικογενειών τους και η υιοθέτηση από τη μεριά τους των καταλήψεων των σχολείων, ως ένα δυναμικό και ισχυρό όπλο αγώνα, εξανάγκασε τον Περισσό να μπει στο «παιχνίδι» και να στηρίξει τις καταλήψεις. [Γνωρίζουμε την επιφυλακτική και πολλές φορές εχθρική στάση του Περισσού σε τέτοιες δυναμικές μορφές αγώνα, που ζορίζουν το σύστημα, στάση που έχει εκφραστεί πάμπολλες φορές στο παρελθόν στα Πανεπιστήμια και τα σχολεία].
Οι δυνάμεις του μπαίνουν σε αυτές τις κινητοποιήσεις, τις οποίες μάλιστα προσπαθούν να καπηλευτούν, μόνο όταν τους παρασέρνει το ρεύμα και δεν μπορούν να κάνουν αλλιώς, γιατί θα μείνουν έξω από τα γεγονότα.
Το μαθητικό κίνημα των καταλήψεων έδωσε έναν δύσκολο αγώνα. Εχοντας απέναντί του κυβέρνηση, υπουργείο Παιδείας, εισαγγελείς, μπάτσους και «αγανακτισμένους» γονείς, άντεξε, ζορίζοντας άγρια την κυβέρνηση, πετυχαίνοντας να καταρρίψει όλη την προπαγάνδα κατασυκοφάντησης (π.χ. αρνητές μάσκας), αποδεικνύοντας σε όλη την εργαζόμενη κοινωνία ότι ο αγώνας του ήταν και είναι δίκαιος και ότι η ευθύνη βαραίνει εξ ολοκλήρου την κυβέρνηση.
Είναι τώρα πάνω από ένας μήνας που οι μαθητές παλεύουν. Ουσιαστικά μόνοι τους (η επί του πρακτέου στήριξη μερίδας γονιών και αριστερών εκπαιδευτικών δεν αρκεί), αφού οι κατεξοχήν συνοδοιπόροι και συμπαραστάτες τους στον αγώνα για προβλήματα που είναι κοινά, οι εκπαιδευτικοί, απείχαν. Δεν εξέφρασαν μαζικά την αποδοκιμασία τους στην εγκληματική πολιτική της κυβέρνησης, δεν συμπαρατάχθηκαν μαζικά με τους μαθητές, απαιτώντας από τις ομοσπονδίες να πάρουν θέση με μαζική απεργία και όχι με λόγια του αέρα. Η μίζερη και αναποφάσιστη στάση τους ήταν αυτή που δεν έκαψε με την ανάσα της το σβέρκο της συνδικαλιστικής γραφειοκρατίας που έμεινε θεατής.
Σε αυτές τις συνθήκες, το κίνημα των μαθητικών καταλήψεων είναι φυσικό να έχει περιορισμένα «καύσιμα». Ουδείς ψόγος γι’ αυτό.
Ο ψόγος είναι για τον Περισσό, που αντί να στηρίξει αυτό το κίνημα, να του εξηγήσει ότι τώρα είναι η αποφασιστική στιγμή να δυναμώσει ο αγώνας, τώρα που το δεύτερο κύμα της πανδημίας γίνεται εφιαλτικό, ενώ η κυβέρνηση και οι ενσωματωμένοι επιστήμονες συνεχίζουν το χαβά τους, αντί να πιέσει μέσω των συνδικαλιστικών δυνάμεων που διαθέτει στους εκπαιδευτικούς για δυναμικές κινητοποιήσεις, καλλιεργεί την ητοπάθεια, την οποία προσπαθεί να καμουφλάρει με ιαχές περί «νίκης». Είναι άλλο πράγμα οι αντοχές που διαθέτει το ίδιο το κίνημα -που θα αποφασίσει με αμεσοδημοκρατικές διαδικασίες αν μπορεί να συνεχίσει- και άλλο η στάση και η τακτική που πρέπει να του υποδείξει μια ταξική δύναμη στους κόλπους του (λέμε τώρα, γιατί αυτός ο χαρακτηρισμός δεν αφορά τον Περισσό).
ΥΓ. Η ύπουλη αυτή τακτική του Περισσού ξεκίνησε ήδη από τις αρχές Οκτώβρη με συχνά άρθρα της ΚΝΕ και κορυφώνεται τώρα με τη διακίνηση προκήρυξης στα σχολεία και σχετική αφίσα (Ριζοσπάστης 24/10: ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΗ ΝΕΟΛΑΙΑ ΕΛΛΑΔΑΣ: «Το δίκιο νίκησε! Κάτω τα χέρια από τους αγώνες των μαθητών!»).
Πλαισιώθηκε δε από αρθρογραφία και εκκλήσεις μέσω Ριζοσπάστη για «ανοιχτά σχολεία» και «χαμένες ώρες» διδασκαλίας (https://eksegersi.gr/politiki/ο-περισσός-αναφανδόν-υπέρ-των-ανοιχτ/)
Γιούλα Γκεσούλη