Με πανστρατιά όλου του φάσματος των κομμάτων του άγριου νεοφιλελευθερισμού, από το ΛΑΟΣ ως το ΠΑΣΟΚ, ψηφίστηκε από το «ναό της δημοκρατίας» ο νόμος που βάζει την ταφόπλακα στο δημόσιο Πανεπιστήμιο. Από την αρχή της σχετικής συζήτησης ήταν φανερή η αγωνιώδης προσπάθεια της ΝΔ, η οποία εκφράστηκε χαρακτηριστικά από τον εισηγητή της Αρη Σπηλιωτόπουλο, να βρεθεί μια φόρμουλα-πρόφαση ώστε το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης να ψηφίσει το νομοσχέδιο, αλλά και η προσπάθεια της Διαμαντοπούλου να πετύχει τη συναίνεση, ώστε να μη φορτωθεί η κυβέρνηση και η ίδια προσωπικά το βάρος ενός τέτοιου εγχειρήματος, με δεδομένη τη μαζική αντίδραση του συνόλου της πανεπιστημιακής κοινότητας, το ξέσπασμα του φοιτητικού κινήματος, που μπορεί να πυροδοτήσει ανεξέλεγκτες καταστάσεις, μέσα σ’ ένα πλαίσιο γενικευμένης λαϊκής δυσαρέσκειας.
Ειδικά η ΝΔ, με αφορμή μια «μεταρρύθμιση», που δεν επιβλήθηκε τούτη τη στιγμή ως διακύβευμα εκ των ων ουκ άνευ για τη στήριξη της ελληνικής καπιταλιστικής οικονομίας από τα αφεντικά της τρόικας, επεδίωκε να ψηφίσει το νομοσχέδιο για να στείλει πρωτίστως ένα χειροπιαστό μήνυμα στους ξένους και ντόπιους καπιταλιστές, ότι βρίσκεται σταθερά στο πλευρό της κυβέρνησης στην επιβολή της άγριας αντιλαϊκής πολιτικής κι ας παριστάνει τον διαφωνούντα στην οικονομική πολιτική για να εξαπατήσει τον ελληνικό λαό και να τον οδηγήσει σε μια κυβερνητική εναλλαγή, που δεν θα αμφισβητεί ούτε κατ’ ελάχιστο τα συμφέροντα του κεφαλαίου και τις συμφωνίες μαζί του. Και τα δυο κόμματα εξουσίας, ΠΑΣΟΚ και ΝΔ, ήθελαν να βάλουν το πρώτο λιθαράκι στο χτίσιμο μιας όχι και τόσο μακρινής πιθανής συγκυβέρνησης, που ευελπιστούν ότι θα λειτουργήσει ως ανάχωμα στο ξέσπασμα της λαϊκής οργής. Ηθελαν παράλληλα να στείλουν το μήνυμα στον ελληνικό λαό ότι απέναντί του έχει έναν παντοδύναμο γίγαντα και συνεπώς κάθε αντιπαράθεση μαζί του είναι εκ των προτέρων χαμένη υπόθεση. Ετσι επετεύχθη η συναίνεση όχι μόνο στο παρασκήνιο, αλλά και φανερά σε επίπεδο κορυφών.
Η Διαμαντοπούλου έκανε τη ντρίπλα (υπήρξε και τηλεφωνική επικοινωνία Παπανδρέου-Σαμαρά, όπως γράφτηκε στον αστικό Τύπο), έκανε μια μικρή παραχώρηση στο θέμα της εκλογής του πρύτανη, που δεν αλλοιώνει την ουσία του νομοσχέδιου, όπως θα δούμε παρακάτω, και η ΝΔ έσπευσε να δηλώσει «ναι» στο νομοσχέδιο, σβήνοντας μονοκοντυλιά όλες τις προηγούμενες ενστάσεις της για την ουσιαστική κατάργηση του Τμήματος, τις τρίχρονες προπτυχιακές σπουδές, την κατάργηση του λέκτορα, κ.λπ. «Ξέχασε» ακόμη και την «ασήμαντη λεπτομέρεια» ότι το νομοσχέδιο είναι αντισυνταγματικό (Ταλιαδούρος: «Τοποθετούμαστε λέγοντας ότι είναι αντισυνταγματικό». Παυλόπουλος: «Η αντισυνταγματικότητα είναι κατάφωρη») και ότι είχε εγερθεί κατά την ένσταση αντισυνταγματικότητας που είχε υποβάλει ο ΣΥΡΙΖΑ.
Αλλά και η Διαμαντοπούλου αγνόησε επιδεικτικά ως μη γενόμενη την έκθεση της Επιστημονικής Επιτροπής της Βουλής, που έθετε πάμπολλα ερωτήματα αντισυνταγματικότητας του νομοσχέδιου.Το συνοικέσιο σφραγίστηκε με την σαφή κατάργηση του πανεπιστημιακού ασύλου, προς μεγάλη ικανοποίηση της ΝΔ, του ΛΑΟΣ και της Δημοκρατικής Συμμαχίας της κόρης του Μητσοτάκη. Η Διαμαντοπούλου συμπεριέλαβε στο σχετικό άρθρο (άρθρο 3 του νόμου) τις καταργούμενες διατάξεις του άρθρου 2 του νόμου 1268/1982 (Α΄ 87) και των παραγράφων 1 έως και 7 και 9 του άρθρου 3 του νόμου 3549/2007 (Α΄ 69). Παράλληλα, κατήργησε την παράγραφο που αναφερόταν στην ευθύνη της «προστασίας» του ασύλου από τον πρύτανη και έδωσε το ελεύθερο στους μπάτσους να μπουκάρουν στους πανεπιστημιακούς χώρους, χωρίς καμιά προηγούμενη «άδεια». Το πανεπιστημιακό άσυλο, σπουδαία κατάκτηση των προδιδακτορικών αγώνων και της ανεξίτηλης στο διηνεκές σφραγίδας που έβαλε η κατάληψη του Πολυτεχνείου το ’73, στενά συνυφασμένο με την συνταγματική επιταγή για «πλήρη αυτοδιοίκηση» των ΑΕΙ, που μαρτυρούσε, σε συμβολικό έστω επίπεδο, ότι η ακαδημαϊκή διαδικασία, η μόρφωση δεν μπορεί να μπει στο χυδαίο καλούπι της εμπορευματοποίησης, εξαϋλώθηκε, στέλνοντας τρομοκρατικό μήνυμα στη νεολαία, στην εργατική τάξη, στο λαό. Στη θέση του μπήκε η ρητή τρομοκρατική αναφορά ότι «σε αξιόποινες πράξεις που τελούνται εντός των χώρων των ΑΕΙ εφαρμόζεται η κοινή νομοθεσία».
Παρελθόν το άρθρο 16 του συντάγματος
Με την ψήφιση του νομοσχέδιου, το άρθρο 16 του Συντάγματος αποτελεί πια παρελθόν. Καταργήθηκε ουσιαστικά και απομένει πια μόνο η τυπική κατάργησή του στη μελλοντική συνταγματική αναθεώρηση, όπως ισχυρίστηκαν (και σωστά) μετά πεποιθήσεως οι εκπρόσωποι της ΝΔ. Απομένει πια μόνο το επόμενο βήμα: η ίδρυση ιδιωτικών πανεπιστημίων και στη χώρα μας (πρόπλασμά τους είναι ήδη τα κολέγια, τα συμβεβλημένα με πανεπιστήμια του εξωτερικού).
Η παρέμβαση του ίδιου του Παπανδρέου στη συζήτηση έδωσε το στίγμα του τέλους με ό,τι έχει απομείνει ως κατάκτηση προς όφελος της εργαζόμενης κοινωνίας (το δημόσιο Πανεπιστήμιο είναι ένα από αυτά), με τα μάτια στραμμένα κυρίως προς την τρόικα, το διεθνές και ντόπιο κεφάλαιο ως ένδειξη απόλυτης υποταγής και αποφασιστικότητας («είναι ακόμα πιο αναγκαίο να συνεχίσουμε το έργο που ξεκινήσαμε, να βάλουμε τάξη στα του οίκου μας»). Δημιούργησε το έδαφος -λειτουργώντας κάπως και ως εκβιασμός- για τη συναίνεση της ΝΔ και αποκάλυψε το βαθύ μίσος που τρέφει αυτός ο εκπρόσωπος της κεφαλαιοκρατίας για το δημόσιο Πανεπιστήμιο (χαρακτήρισε τους πανεπιστημιακούς συλλήβδην «πελατειακούς παραγοντίσκους» και τα δημόσια Πανεπιστήμια σε «κέντρα που δεν διδάσκουν ήθος και αξιοκρατία», αλλά την «πελατειακή συναλλαγή»), αλλά και τις νεοφιλελεύθερες εμμονές από τις οποίες διακατέχεται απ’ όταν ήταν υπουργός Παιδείας («οι θεσμοί που δημιουργήθηκαν στο ελληνικό πανεπιστήμιο δέσμευσαν τον ακαδημαϊκό χώρο σε μια πελατειακή αντίληψη και πρακτική».
Ενώ κάθε κεντρικός σχεδιασμός χαρακτηρίστηκε από τούτον τον ανιστόρητο και συνειδητό προβοκατορολόγο «σοβιετικό μοντέλο», προς μεγάλη ικανοποίηση της αγοράς και εξυμνήθηκε η περίφημη «αποκέντρωση»). Ο Παπανδρέου απήλλαξε τον καπιταλιστικό τρόπο παραγωγής από το σύμφυτο έγκλημα της ανεργίας, και στην περίπτωσή μας της ανεργίας των νέων πτυχιούχων, και τη φόρτωσε στο εκπαιδευτικό σύστημα και στα Πανεπιστήμια, προαναγγέλλοντας, ουσιαστικά, νέους ταξικούς φραγμούς στην πρόσβαση σ’ αυτά για τα παιδιά της εργατικής τάξης. Σφράγισε με την παρουσία του την επιβολή του νόμου, διακηρύσσοντας ότι αυτός είναι ο απόλυτος εμπνευστής, που βρήκε πρόθυμους και ομοϊδεάτες εκτελεστές και συνοδοιπόρους τη Διαμαντοπούλου και σία στο υπουργείο Παιδείας.
Οι τελευταίες αλλαγές
Οι σημαντικότερες αλλαγές της τελευταίας ώρας, που έκανε στο νομοσχέδιο η Διαμαντοπούλου, προκειμένου να φέρει τη ΝΔ στο «ναι», να ρίξει κάποιες γέφυρες στους πανεπιστημιακούς και να παραπλανήσει έστω στο ελάχιστο τους φοιτητές είναι οι εξής:
♦ Καταργείται ρητά το άσυλο, όπως προαναφέραμε.
♦ Στο 15μελές Συμβούλιο, τα εσωτερικά μέλη γίνονται 9 από 8 (8 καθηγητές και 1 φοιτητής) και τα εξωτερικά μειώνονται από 7 σε 6 (αντίστοιχη είναι η αλλαγή στην αναλογία των εσωτερικών-εξωτερικών μελών στο 11μελές Συμβούλιο των μικρών Πανεπιστημίων). Η αλλαγή αυτή δεν αλλάζει ουσιαστικά τη φιλοσοφία της ρύθμισης, αφού το Συμβούλιο είναι το παντοδύναμο όργανο που ασκεί ουσιαστικά τη διοίκηση και όχι μόνο την εποπτεία και τον έλεγχο (όπως έχουν συμβιβαστεί και ζητάνε κάποιοι «πρόθυμοι» πανεπιστημιακοί). Για πρώτη φορά στη ζωή του ελληνικού δημόσιου Πανεπιστήμιου γίνεται αποδεκτή η συμμετοχή στη διοίκηση μελών που ουδεμία σχέση έχουν με την ακαδημαϊκή κοινότητα, αντίθετα έχουν στενούς δεσμούς ή προέρχονται από τα σπλάχνα της καπιταλιστικής αγοράς ή και της αστικής πολιτικής (το τελευταίο είναι από τις αλλαγές της τελευταίας στιγμής). Δηλαδή, οι «πατριώτες» καπιταλιστές, που έχουν βγάλει τις επιχειρήσεις τους στο εξωτερικό, εκμεταλλευόμενοι τα χαμηλά μεροκάματα και τις συνθήκες γαλέρας αυτών των χωρών, που τζογάρουν στη χρεοκοπία του ελληνικού καπιταλισμού, μπορούν να έχουν λόγο στη διοίκηση του δημόσιου Πανεπιστήμιου, που υποτίθεται ότι ενδιαφέρεται για τη μόρφωση, την επιστημονική κατάρτιση και τη διάπλαση της προσωπικότητας των νέων που θα αποτελέσουν τους μελλοντικούς εργαζόμενους.
Η Διαμαντοπούλου μάλιστα εξέφρασε και απορία, γιατί ένας εφοπλιστής δε μπορεί να μετέχει π.χ. στη διοίκηση του Πανεπιστήμιου Πειραιά, που είναι ένα «ναυτικό» Πανεπιστήμιο (δυστυχώς γι’ αυτή δεν έχουμε ξεχάσει την εγκληματική δράση του αδίστακτου εφοπλιστικού κεφαλαίου. Πρόσφατο παράδειγμα το Σαμίνα); Οσον αφορά την αναλογία εσωτερικών-εξωτερικών μελών, κάλλιστα μπορούν να δημιουργηθούν πλειοψηφίες με τη συναίνεση και εσωτερικών μελών (δεν είναι όλοι άγγελοι, ούτε όλες οι ενέργειες και αποφάσεις όλων των πανεπιστημιακών είναι στην κατεύθυνση υπεράσπισης του δημόσιου Πανεπιστήμιου και των λαϊκών συμφερόντων. Γνωστός, άλλωστε, ο θεσμικός ρόλος του πανεπιστημιακού κατεστημένου στον καπιταλισμό).
♦ Ο πρύτανης εκλέγεται έμμεσα και όχι άμεσα από το Συμβούλιο. Η συμμετοχή των καθηγητών στην εκλογή γίνεται απλά για να νομιμοποιήσει μια εκ των προτέρων επιλογή από το Συμβούλιο, πρόκειται δηλαδή για μια «σικέ» διαδικασία. Συγκεκριμένα, ενώ αρχικά προβλεπόταν απευθείας εκλογή του πρύτανη και διορισμός του απ’ το Συμβούλιο, τώρα το Συμβούλιο επιλέγει τρεις υποψήφιους (ή δύο στην περίπτωση που είναι 11μελές) και στη συνέχεια καλούνται οι καθηγητές να επιλέξουν τον έναν εξ αυτών που τους έχει υποδείξει το Συμβούλιο. Ο πρύτανης εκλέγεται άπαξ για πενταετή θητεία. Παραμένουν δε ως έχουν τα υπόλοιπα: Δηλαδή η διεθνής πρόσκληση εκδήλωσης ενδιαφέροντος και η δυνατότητα προέλευσης του πρύτανη από Πανεπιστήμιο της Ελλάδας ή του εξωτερικού.
Στις τελευταίες αλλαγές ήταν η προσθήκη του επιθετικού προσδιορισμού «άριστη» στη γνώση της ελληνικής γλώσσας, που αποτελεί μαζί με την ελληνική ιθαγένεια, και τη διοικητική εμπειρία προϋποθέσεις διορισμού. Η τροποποίηση αυτή, που ήταν μια πολύ μικρή μετακίνηση της Διαμαντοπούλου από το αρχικό σχέδιο, όπως η ίδια παραδέχτηκε, «για να υπάρξει η απαραίτητη σύνθεση», ενώ «παραμένουν όλες οι βασικές επιλογές», έδωσε το πάτημα στη ΝΔ για να ανακρούσει πρύμναν και να ψηφίσει το νομοσχέδιο. Η «συνολική λογική δεν μπορεί να αλλάξει» τόνισε η υπουργός Παιδείας, γι’ αυτό και έμεινε αμετακίνητη στην εκλογή του κοσμήτορα (γίνεται από το Συμβούλιο), παρά τις αντιδράσεις και εσωκομματικών βουλευτών, που την καλούσαν να ακολουθήσει τη διαδικασία εκλογής του πρύτανη. Η Διαμαντοπούλου δεν έκανε βήμα πίσω, γιατί ήθελε να δείξει ότι η παραχώρηση στο θέμα του πρύτανη ήταν παραχώρηση τακτικής, απλά για να δώσει την πολυπόθητη αφορμή στη ΝΔ να ψηφίσει «ναι» και όχι παραχώρηση ουσίας. Και επέμενε μέχρι τέλους γιατί ήδη ήταν «καβάλα» μετά την κωλοτούμπα της ΝΔ. Αλλωστε, ο κοσμήτορας έχει σημαντικότατες αρμοδιότητες, είναι ένας απόλυτος άρχων, με θητεία μέχρι 8 χρόνια, που επιβλέπει την εφαρμογή των προγραμμάτων σπουδών και την τήρηση των νόμων, του Οργανισμού και του Εσωτερικού Κανονισμού και καθορίζει μ’ έναν ορισμένο τρόπο και τα εκλεκτορικά σώματα.
♦ Καταβλήθηκε προσπάθεια να γίνουν ορισμένες φραστικές αναδιατυπώσεις, ώστε να δοθεί η εντύπωση ότι δίνονται ουσιαστικές αρμοδιότητες στη Σύγκλητο. Ετσι, π.χ. της δόθηκαν οι αρμοδιότητες της χάραξης της εκπαιδευτικής πολιτικής, η χάραξη πολιτικής για τη διασφάλιση της ποιότητας (αξιολόγηση), η έγκριση των κανονισμών σπουδών πρώτου, δεύτερου και τρίτου κύκλου και των προγραμμάτων διά βίου μάθησης. Ολα τούτα τα επίπλαστα, όταν η οργάνωση της ακαδημαϊκής και οικονομικής λειτουργίας του ιδρύματος, η ίδρυση σχολής μεταπτυχιακών σπουδών και διά βίου μάθησης, τα ειδικά προσόντα και οι προϋποθέσεις επιλογής και εξέλιξης των καθηγητών του ιδρύματος, τα όργανα ελέγχου της τήρησης των κανόνων και οι αρμοδιότητές τους, οι βασικές αρχές λειτουργίας των προπτυχιακών και μεταπτυχιακών σπουδών, ο τρόπος αξιολόγησης του διδακτικού προσωπικού και των φοιτητών, οι απαραίτητες πιστωτικές μονάδες για την απονομή τίτλων σπουδών, η αλληλεξάρτηση των μαθημάτων, ο τρόπος αναπλήρωσής τους, οι κοινωνικές παροχές προς τους φοιτητές, η διαδικασία κατάρτισης των προγραμματικών συμφωνιών και πλείστα άλλα ορίζονται από τον Οργανισμό, ο οποίος εγκρίνεται από το Συμβούλιο! Η Σύγκλητος εξακολουθεί να είναι διακοσμητικό στοιχείο, που αρκείται στην απλή έκφραση γνώμης προς το Συμβούλιο.
♦ Από τις μεταβατικές διατάξεις αφαιρέθηκε η προθεσμία της λήξης του ακαδημαϊκού έτους 2013-2014 που δινόταν για την κατάργηση της δωρεάν διανομής «έντυπων συγγραμμάτων» στους φοιτητές. Στο κύριο, όμως, άρθρο του νόμου (άρθρο 37) δίνεται διασταλτική ερμηνεία στον όρο «σύγγραμμα», ώστε αυτός να περιλαμβάνει «κάθε έντυπο ή ηλεκτρονικό βιβλίο, περιλαμβανομένων των ηλεκτρονικών βιβλίων ελεύθερης πρόσβασης, καθώς και τις έντυπες ή ηλεκτρονικές ακαδημαϊκές σημειώσεις», ενώ δίνεται η δυνατότητα (προβλεπόταν από το νομοσχέδιο όταν αυτό κατατέθηκε στη Βουλή), με κοινή Υπουργική Απόφαση των υπουργών Οικονομικών και Παιδείας, να «ρυθμίζονται τα θέματα που αφορούν τη δωρεάν διάθεση στους φοιτητές των διδακτικών συγγραμμάτων».
Η δυνατότητα αυτή, που μπορεί π.χ. να γίνει πράξη και από του χρόνου, μαζί με το γεγονός ότι ως «διδακτικό σύγγραμμα» θεωρούνται ακόμη και οι ηλεκτρονικές σημειώσεις, μπορεί να σηματοδοτήσει την πλήρη κατάργηση των έντυπων συγγραμμάτων. Η Διαμαντοπούλου επέλεξε αυτή την αόριστη διατύπωση, αντί της κατηγορηματικής κατάργησης των έντυπων συγγραμμάτων με τη λήξη του 2013-2014, με τα μάτια στραμμένα προς τους φοιτητές, τους οποίους προσπαθεί να παραπλανήσει. Κι έτσι, όμως, ομολογεί, ότι η κατάργηση της δωρεάν διανομής των έντυπων συγγραμμάτων συνιστά ουσιαστικά την πλήρη κατάργηση της δωρεάν διανομής συγγραμμάτων και την μετακύληση του κόστους προμήθειάς τους στους φοιτητές, αφού οι ηλεκτρονικές σημειώσεις που θα παρέχονται (τώρα με την προσθήκη «δωρεάν») στους φοιτητές δεν θα επαρ- κούν (ειδικά τώρα που πετσοκόφτηκαν ακόμα και αυτές οι ελάχιστες χρηματοδοτήσεις των Πανεπιστημίων). Επίσης, διευκρινίζεται στο σχετικό άρθρο, ότι δίνεται στους φοιτητές από τον κατάλογο των διδακτικών συγγραμμάτων ένα μόνο σύγγραμμα για κάθε υποχρεωτικό ή επιλεγόμενο μάθημα.
♦ Για να ικανοποιηθεί η συντεχνία των ΤΕΙ, αλλά και για να συμβαδίσει το πνεύμα της ακόλουθης ρύθμισης με τη γενική υποβάθμιση των πανεπιστημιακών σπουδών, που γίνονται τριετείς (ο πρώτος κύκλος-προπτυχιακός), σπουδές ουσιαστικά μεταλυκειακής κατάρτισης, δίνεται η δυνατότητα στα ΤΕΙ να οργανώνουν και να προσφέρουν προγράμματα σπουδών δεύτερου κύκλου (μάστερ), σε συνεργασία με ερευνητικά κέντρα ή ινστιτούτα της αλλοδαπής ή με αντίστοιχα ιδρύματα της ημεδαπής που υπάγονται στο δημόσιο τομέα.
Μετάλλαξη του Πανεπιστήμιου
Κατά τα άλλα, ο νόμος, πια, για τα Πανεπιστήμια διατηρεί ανέπαφο το αντιδραστικό του περιεχόμενο, που μεταλλάσσει το DNA του ελληνικού δημόσιου Πανεπιστήμιου (κατά την έκφραση της Διαμαντοπούλου).
Η μετάλλαξη αυτή του Πανεπιστήμιου σε εταιρία που λειτουργεί με όρους «βιωσιμότητας» και «ανταγωνιστικότητας» συνίσταται :
♦ Στο στίγμα ενός Ιδρύματος που ο προσανατολισμός του εξαρτάται από τις εφήμερες ανάγκες της καπιταλιστικής παραγωγής, που ενδιαφέρεται αποκλειστικά για την παραγωγή αντίστοιχης «γνώσης» και τη μετάδοση δεξιοτήτων και όχι για την προαγωγή της επιστήμης. Τα άλματα στην πληροφορική και την τελειοποίηση της τεχνικής έδωσαν τη δυνατότητα στο κεφάλαιο σήμερα να αναζητά περισσότερα «χέρια», με αντίστοιχα μηδαμινά και ανύπαρκτα εργασιακά δικαιώματα και ελάχιστο προσωπικό υψηλής επιστημονικής κατάρτισης.
Ορο επίσης αποτελεί η συμμόρφωση με τα ισχύοντα στον Κοινό Ευρωπαϊκό Χώρο Ανώτατης Εκπαίδευσης (αποτελεί έκφραση του ανταγωνισμού του ευρωπαϊκού κεφαλαίου με το αμερικανικό), η συμμόρφωση με τις κατευθύνσεις της Μπολόνια. Τα παραπάνω υλοποιούνται με τη μετατροπή των προγραμμάτων σπουδών σε σούπα, μέσω της αποτίμησής τους σε πιστωτικές μονάδες, με την επιβολή του τριετούς προπτυχιακού κύκλου σπουδών, με τη συμμετοχή των Πανεπιστημίων στην απάτη της διά βίου αμάθειας μέσω της οργάνωσης αντίστοιχων προγραμμάτων ώστε να εξασφαλίζεται πρόσθετη χρηματοδότηση για την επιβίωση, με τον μπαμπούλα της αξιολόγησης και πιστοποίησης προγραμμάτων σπουδών, πτυχίων, διδακτικού προσωπικού, φοιτητών, σύμφωνα με τα ισχύοντα «διεθνώς», αλλά και με το κλείσιμο της στρόφιγγας της κρατικής χρηματοδότησης, της οποίας ακόμα και αυτό το ευτελές και πετσοκομμένο ποσό θα δίνεται υπό προϋποθέσεις.
♦ Στις τριετείς προπτυχιακές σπουδές, που ακολουθούν ο δεύτερος κύκλος μεταπτυχιακών σπουδών διάρκειας κατ’ ελάχιστο ενός έτους (κάθε έτος αποτιμάται σε 60 πιστωτικές μονάδες) και ο τρίτος κύκλος παρακολούθησης προγράμματος διδακτορικών σπουδών, που ολοκληρώνεται σε κατ’ ελάχιστο 3 έτη. Οι μεταπτυχιακές σπουδές μεταφέρονται στη Σχολή μεταπτυχιακών σπουδών, ώστε να γίνεται δυσκολότερη η πρόσβαση σ’ αυτές νέων που προέρχονται από κατώτερα κοινωνικά στρώματα και να ελαχιστοποιείται ο αριθμός των κατεχόντων υψηλή επιστημονική γνώση. Στα μεταπτυχιακά δίνεται η δυνατότητα επιβολής διδάκτρων.
♦ Στο γεγονός ότι βασική διοικητική και ακαδημαϊκή μονάδα ορίζεται η Σχολή. Το Τμήμα, βασική ακαδημαϊκή μονάδα οριζόμενη στο πεδίο συνεκτικότητας μιας επιστήμης, με στόχο την πρόοδό της, απογυμνώνεται από την κύρια αποστολή του και ορίζεται -παρά τις φραστικές βελτιώσεις που εισήγαγε η Διαμαντοπούλου, πιεζόμενη από τις αντιδράσεις-, ως το σύνολο των καθηγητών της Σχολής που διδάσκουν σ’ ένα πρόγραμμα σπουδών. Η παραπάνω ρύθμιση εντάσσεται στο πλαίσιο ρευστοποίησης των σπουδών. Η επιχειρηματική λειτουργία του Πανεπιστήμιου, η εκμετάλλευση φοιτητών-πελατών, ο αγώνας για την προσέλκυση πόρων «από τρίτους» και η απάτη των ποικιλόμορφων καταρτίσεων με το πρόσχημα της εύρεσης εργασίας, στο πλαίσιο της μπίζνας της διά βίου μάθησης, επιβάλλουν στα Πανεπιστήμια την οργάνωση προγραμμάτων σύντομου κύκλου (1-2 ετών), με το αζημίωτο. Ο τίτλος που χορηγείται μπορεί να μην είναι ισότιμος με το πτυχίο του πρώτου κύκλου σπουδών, όμως το μέλλον προς αλλού δείχνει, με την καθιέρωση του Ενιαίου Πλαισίου Προσόντων, που αλέθει πτυχία, πιστοποιήσεις, βεβαιώσεις, ακόμη και εργασιακή εμπειρία και δίνει τη δυνατότητα μεταπήδησης από το ένα επίπεδο στο άλλο με τη συλλογή πιστωτικών μονάδων και χαρτιών. Η υποβάθμιση των πτυχίων πραγματοποιείται και μέσω του Οργανισμού, που καταρτίζεται από το Συμβούλιο, με τη δυνατότητα κατάταξης σε προγράμματα σπουδών των Πανεπιστημίων, πτυχιούχων «ανώτερων σχολών διετούς και υπερδιετούς κύκλου σπουδών» (ΙΕΚ, κολέγια, κ.λπ.).
♦ Στη διοίκηση των ιδρυμάτων (Συμβούλιο) κατά το πρότυπο μιας καπιταλιστικής εταιρίας ώστε να εξασφαλίζεται η σιωπή των αμνών (καθηγητές, φοιτητές)και να αναζητούνται συνεχώς νέοι πόροι για την επιβίωση και ανάπτυξη του ιδρύματος. Το παντοδύναμο Συμβούλιο συμπληρώνει ΝΠΙΔ, που αναλαμβάνει τη διασύνδεση με την αγορά, κυρίως μέσα από τη διαχείριση και «αξιοποίηση» των ερευνητικών προγραμμάτων. Το ΝΠΙΔ διαχειρίζεται και την κινητή και ακίνητη περιουσία του ιδρύματος.
♦ Στο γεγονός ότι επιτρέπεται η ιδιωτική χρηματοδότηση και η κρατική χρηματοδότηση του δημόσιου Πανεπιστήμιου εξαφανίζεται ως συνταγματική επιταγή και κατανέμεται σε δυο ταχύτητες: Μια ελάχιστη για τα απαραίτητα (φως, νερό, τηλέφωνο, κατά το κοινώς λεγόμενο) και μια που θα κατανέμεται βάσει δεικτών (κόστος σπουδών ανά φοιτητή, διάρκεια προγραμμάτων σπουδών, αριθμός εγγραφόμενων φοιτητών, γεωγραφική διασπορά, αποθεματικό κ.λπ.). Η πρόσβαση σ’ αυτή συνδέεται με την αξιολόγηση. Το δεύτερο μέρος παίρνουν μόνο όσα ΑΕΙ ανταποκρίνονται σε οριζόμενους δείκτες ποιότητας και επιτευγμάτων (αποτελεσματικότητα εκπαιδευτικής διαδικασίας, όπως σχέση αποφοίτων-εισερχομένων, αριθμός Κέντρων Αριστείας, αριθμός εγγεγραμμένων στα προγράμματα διά βίου μάθησης, διεθνοποίηση, κ.λπ.).
♦ Στην εξόντωση των φοιτητών, στην εμπέδωση κλίματος πειθάρχησης και υποταγής. Οι φοιτητές πρέπει να μαθητεύσουν στο φόβο και την υποταγή, ώστε μελλοντικά να αποτελέσουν τα υποδειγματικά υποζύγια των καπιταλιστικών κάτεργων. Προς τούτο καταργείται και το άσυλο, αλλά και καθιερώνεται ο θεσμός του «ενεργού φοιτητή», που διαθέτει ανώτατο χρόνο σπουδών ν+2 έτη και του «αποδεδειγμένα» εργαζόμενου πάνω από 20 ώρες την εβδομάδα (ποιος αλήθεια διαθέτει τέτοιες αποδείξεις στο καθεστώς της γενικευμένης μαύρης εργασίας;), που διαθέτει ανώτατο χρόνο φοίτησης 2ν έτη. Οι φοιτητές χάνουν τη φοιτητική τους ιδιότητα εάν δεν εγγραφούν σε δυο συνεχόμενα εξάμηνα, ενώ στις μεταβατικές διατάξεις δίνεται διορία στους λεγόμενους «αιώνιους» φοιτητές να αποφοιτήσουν μέχρι το 2013-2014 ή το 2014-2015 (ανάλογα με την περίπτωση). Είναι χαρακτηριστικό ότι (άρθρο 33, παράγραφος 10) προβλέπεται η απώλεια της φοιτητικής ιδιότητας, μετά από τρίτη αποτυχία ενός φοιτητή και την αποτυχία του στην εξέταση από την ειδική τριμελή επιτροπή σ’ ένα και μόνο μάθημα!
♦ Στον ορισμό τριών βαθμίδων καθηγητικού προσωπικού, με τη μονιμότητα να διασφαλίζεται στο βαθμό του αναπληρωτή καθηγητή. Πάνω απ’ τους καθηγητές επικρέμεται ο μπαμπούλας της αξιολόγησης κάθε πέντε χρόνια. Στις επιτροπές κρίσης μετέχει τουλάχιστον ένας καθηγητής εξωτερικού. Καταργήθηκε η αρχική πρόβλεψη για καθηγητές πλήρους και αποκλειστικής απασχόλησης και εισάγεται πλήθος μορφών ελαστικής εργασίας (εντεταλμένοι καθηγητές, επισκέπτες καθηγητές, επισκέπτες μεταδιδακτορικοί ερευνητές, συνταξιούχοι καθηγητές). Για να απαλλαγεί το αστικό κράτος από το βάρος των αυξημένων δαπανών που απαιτεί η πλήρης και αποκλειστική εργασία των πανεπιστημιακών, να διευκολύνονται οι πανεπιστημιακοί, που δεν τιμούν στο μέγεθος που οφείλουν το δημόσιο χαρακτήρα των ιδρυμάτων στα οποία υπηρετούν, να αποκτούν πρόσθετα έσοδα είτε συνεργαζόμενοι στενά με καπιταλιστικές επιχειρήσεις είτε σε βάρος της τσέπης των εργαζόμενων και τελικά να προωθείται και δι’ αυτής της ρύθμισης η ιδιωτικοοικονομική λειτουργία των δημόσιων Πανεπιστημίων.
♦ Στην προετοιμασία πανεπιστημιακού «Καλλικράτη». Ο νόμος προβλέπει την έκδοση σχετικού ΠΔ για τις σαρωτικές συγχωνεύσεις-καταργήσεις ΑΕΙ, Σχολών και ΤΕΙ, με την υποχρέωση της απλής «τεκμηρίωσης» από την πλευρά του υπουργού Παιδείας. Ακόμη και το παντοδύναμο Συμβούλιο και η ΑΔΙΠ περιορίζονται στην απλή εκφορά «γνώμης», όταν πρόκειται για ζητήματα πετσοκόμματος των δαπανών, με γνώμονα πάντα «τις ανάγκες και δυνατότητες της εθνικής οικονομίας», δηλαδή τις δεσμεύσεις απέναντι στην τρόικα και το Μνημόνιο.
Γιούλα Γκεσούλη