Ξεκινά η εξωτερική αξιολόγηση σε Τμήμα Πανεπιστήμιου της Β. Ελλάδας, του οποίου το όνομα το υπουργείο Παιδείας και η Αρχή Αξιολόγησης (Αρχή Διασφάλισης Ποιότητας – ΑΔΙΠ) κρατούν εφτασφράγιστο μυστικό για το φόβο των Ιουδαίων (κυρίως των φοιτητών, αλλά και πανεπιστημιακών, που αντιδρούν στην αξιολόγηση-κατάταξη-κατηγοριοποίηση των Ιδρυμάτων). Για το σκοπό αυτό, στην Ελλάδα βρίσκονται ήδη οι πέντε πρώτοι αξιολογητές, που στο τέλος της εβδομάδας (το σημείωμα γράφτηκε Τρίτη βράδυ) θα ολοκληρώσουν την αξιολόγηση και στη συνέχεια θα συντάξουν έκθεση, που θα υποβάλουν, μέσω της ΜΟΔΙΠ (Μονάδα Διασφάλισης Ποιότητας) και της οικείας ακαδημαϊκής μονάδας, στην ΑΔΙΠ, η οποία φροντίζει για τη δημοσιοποίησή της. Μέχρι το τέλος του Δεκέμβρη θα υποστούν αυτή τη διαδικασία άλλα πέντε Τμήματα σε δυο Πανεπιστήμια και τρία ΤΕΙ, που έχουν ζητήσει να αξιολογηθούν, ενώ, όπως ανακοίνωσε περιχαρής η ΑΔΙΠ έχουν ζητήσει να υποβληθούν στη διαδικασία της εξωτερικής αξιολόγησης άλλα 42 περίπου Τμήματα Πανεπιστημίων και ΤΕΙ. Γι’ αυτά, όμως, η σχετική διαδικασία θα αρχίσει από τη νέα χρονιά. Τις επόμενες εβδομάδες καταφθάνουν και άλλες ομάδες εξωτερικών αξιολογητών για να επιδοθούν στο έργο που συντελείται στις 45 χώρες, που έχουν συνυπογράψει τη δημιουργία του Ενιαίου Ευρωπαϊκού Χώρου Ανώτατης Εκπαίδευσης με ορίζοντα το 2010, με την ευλογία του μεγάλου κεφάλαιου και των αστικών κυβερνήσεων.
Ταχύτατα κινήθηκε η κυβέρνηση, η οποία έσπευσε να ορίσει την «αποζημίωση» που θα λάβουν οι κύριοι αξιολογητές. Σε χαλεπούς καιρούς, που μετριέται ακόμα και η μπουκιά του εργάτη και του εργαζόμενου και υψώνεται απειλητικός ο δάχτυλος σε κάθε επίδοξη διεκδίκηση, οι «εμπειρογνώμονες», θα λαμβάνουν έκαστος το ποσό των 400 ευρώ ανά ημέρα, με μέγιστο αριθμό έξι ημέρες, εκτός από τα οδοιπορικά, που θα καταβάλλονται εξτρά από τον προϋπολογισμό του ΕΠΕΑΕΚ ΙΙ. Κοντολογίς, καθείς τους θα αναχωρήσει με το διόλου ευκαταφρόνητο ποσό των 2.400 ευρώ στην τσέπη για «δουλειά» έξι ημερών. Σύμφωνα με την κοινή απόφαση των υπουργών Παιδείας και Οικονομίας, θα διατεθούν μόνο για το 2008 (για τον επόμενο δηλαδή ενάμιση μήνα) 150.000 ευρώ για να πραγματοποιηθεί η εξωτερική αξιολόγηση των παραπάνω Ιδρυμάτων (συνολικά έξι Τμήματα σε δυο ΑΕΙ και τρία ΤΕΙ).
Θυμίζουμε ότι σύμφωνα με το νόμο 3374/2005, η εξωτερική αξιολόγηση αποτελεί το δεύτερο στάδιο της αξιολόγησης (το πρώτο είναι η εσωτερική αξιολόγηση). Η επιτροπή των εξωτερικών αξιολογητών ελέγχει και κριτικάρει τα στοιχεία της εσωτερικής αξιολόγησης, ύστερα από επιτόπια επίσκεψη στην ακαδημαϊκή μονάδα και συζητήσεις και επαφές με μέλη του διδακτικού-ερευνητικού προσωπικού, του διοικητικού προσωπικού και με φοιτητές (πάντα θα βρίσκονται πρόθυμοι κολαούζοι των επιλογών των κομμάτων εξουσίας, αλλά και εκκολαπτόμενα «γιαπάκια», που θα συνδράμουν το έργο των αξιολογητών). Ελέγχει και αξιολογεί «την ποιότητα των προγραμμάτων σπουδών, την ποιότητα του διδακτικού και ερευνητικού έργου και την ποιότητα των λοιπών υπηρεσιών (διοικητικών, υπηρεσιών φοιτητικής μέριμνας κ.λ.π.)».
Τα κριτήρια και οι δείκτες της «ποιότητας» εξαρτώνται από το βαθμό «αποτελεσματικότητας» που έχουν τα προγράμματα σπουδών, η έρευνα, η μέθοδος διδασκαλίας, το περιεχόμενο των μαθημάτων, σε σχέση πάντα με την καπιταλιστική αγορά και τις ανάγκες της. Τα Ιδρύματα που θα ικανοποιούν αυτούς τους όρους (που καμιά σχέση δεν έχουν με την προαγωγή στο σύνολό της τής επιστήμης και της έρευνας για το καλό της εργαζόμενης κοινωνίας), θα κατέχουν ξεχωριστή θέση στον πίνακα κατάταξης (που αυτόματα θα δημιουργείται, από τη στιγμή που τα αποτελέσματα της αξιολόγησης δημοσιοποιούνται), και θα έχουν πλεονεκτική χρηματοδότηση από την πολιτεία, αλλά και τις επιχειρήσεις, με τις οποίες θα αναπτύσσουν μπόλικα αλισβερίσια. Το αποτέλεσμα θα είναι η παραπέρα υποταγή των Πανεπιστημίων στα κελεύσματα της αγοράς, το ασφυκτικό δέσιμό τους πίσω από τις κατευθύνσεις της Μπολόνια και των κριτηρίων της Λισαβόνας και γενικά πίσω από όλες τις στρατηγικές του ευρωπαϊκού κεφάλαιου (στο πλαίσιο του ανταγωνισμού του με τις ΗΠΑ), η κατηγοριοποίηση των Ιδρυμάτων, ο μαρασμός αυτών που προσφέρουν σπουδές, που σήμερα θεωρούνται «μη παραγωγικές» και «αναποτελεσματικές» για το κεφάλαιο (π.χ. θεωρητικές σπουδές) και η εγκατάλειψή τους από φοιτητικό δυναμικό.
Γιούλα Γκεσούλη








