Η συγκυβέρνηση δρομολογεί νέα δεινά για την εκπαίδευση. Τούτο απορρέει από τις προγραμματικές δηλώσεις, που ανέγνωσε στη Βουλή ο νέος υπουργός Παιδείας Αρβανιτόπουλος. Ο οποίος, ως είθισται, «έντυσε» την «ποιοτική μεταρρύθμιση» που ετοιμάζει με τα ίδια τετριμμένα επιχειρήματα όλων των προηγούμενων υπουργών, που ξεπάτωσαν με τις παρεμβάσεις και τα νομοθετικά πονήματά τους τη δημόσια Παιδεία: πόλεμο στην απομνημόνευση, μορφωτική αυτοτέλεια του Λυκείου, καταπολέμηση της σχολικής διαρροής, αναγνώριση του προσωπικού κόστους και των θυσιών των εκπαιδευτικών, ποιοτική αναβάθμιση της ανώτατης εκπαίδευσης και εξορθολογισμός του χάρτη της, κ.λπ.
Ο Αρβανιτόπουλος προϊδέασε τους ανθρώπους της εκπαίδευσης, αλλά και τους μαθητές, τους φοιτητές και τους εργαζόμενους γονείς τους για την άλωση ακόμη και των λίγων δικαιωμάτων και «κεκτημένων» που τους απέμειναν με την προτροπή για «αλλαγή νοοτροπίας παντού».
Οσον αφορά στους εκπαιδευτι- κούς, η «αλλαγή νοοτροπίας» έγκειται στην αποδοχή της πλήρους χειραγώγησης και υποταγής τους, μέσω της αξιολόγησης, η οποία αποτελεί και τον πρώτο άξονα της νέας πολιτικής της συγκυβέρνησης, που θα μπει μπροστά με τη νέα σχολική χρονιά. Οχι τυχαία, η τρόικα έχει επιβάλει με το Μνημόνιο-2 «τη βελτίωση της αποδοτικότητας και της αποτελεσματικότητας του εκπαιδευτικού συστήματος» και η δωσιλογική κυβέρνηση είναι υποχρεωμένη να υποβάλλει δυο φορές το χρόνο εκθέσεις για την υλοποίηση του σχεδίου εφαρμογής της. Και βέβαια έγνοια των τροϊκανών δεν αποτελεί η «βελτίωση της ποιότητας» της παρεχόμενης εκπαίδευσης και η «αξιοκρατία» -αυτά λέγονται για να ταϊστεί με κουτόχορτο το εγχώριο πόπολο από τον υπουργό Παιδείας-, αλλά πως θα ανοίξει ο δρόμος για τις απολύσεις και των εκπαιδευτικών, καθώς αποτελεί δέσμευση η απόλυση 15.000 δημόσιων υπάλληλων μέσα στο 2012 και 150.000 ως το 2015 (ο αριθμός αυτός είναι αδύνατον να καλυφθεί μόνο με τις συνταξιοδοτήσεις). Η «αλλαγή νοοτροπίας» ασφαλώς αφορά και στους μισθούς πείνας των εκπαιδευτικών (10 χρόνια πρέπει να δουλέψει ο νεοδιόριστος εκπαιδευτικός για να πάρει το αστρονομικό ποσό των 1000 ευρώ!), για τους οποίους ο Αρβανιτόπουλος δεν είπε την παραμικρή λέξη.
Ο δεύτερος άξονας της πολιτικής της συγκυβέρνησης είναι η «ποιότητα» της εκπαίδευσης. Με αυτή νοείται η αλλαγή των αναλυτικών προγραμμάτων στην κατεύθυνση κατάκτησης των απαραίτητων δεξιοτήτων για την αγορά εργασίας. Τ’ ακού-σαμε αυτά και από τη Διαμαντοπούλου, καθώς και απ’ όλους τους θιασώτες του σχολείου της αγοράς. Οι μαθητές πρέπει να «μάθουν να μιλάνε και να γράφουν» την ελληνική γλώσσα», να ανατρέχουν στις πηγές για πληροφορίες, να γνωρίζουν μια ξένη γλώσσα και να χειρίζονται τους Η/Υ. Και για να δοθεί και η αίσθηση της ευαισθησίας απέναντι στις αδύναμες κοινωνικές ομάδες και στα παιδιά με ειδικές ανάγκες και μαθησιακές δυσκολίες, ρίχνεται και η απαραίτητη δόση ενίσχυσης των «υποστηρικτικών δομών», οι οποίες, όμως, εδώ και πολύ καιρό -και ειδικά την τελευταία διετία ελέω Μνημονίω- αποτελούν είδος υπό εξαφάνιση.
Ο τρίτος άξονας είναι η απορρόφηση των κονδυλίων του ΕΣΠΑ που δίνονται σε συγκεκριμένη κατεύθυνση για τα λεγόμενα «βιοκληματικά σχολεία», τις ψηφιακές βιβλιοθήκες, το ψηφιακό σχολείο, κ.λπ. Τα παραπάνω αποτελούν σταγόνα στον ωκεανό, μιας ανεπαρκούς στην καλύτερη περίπτωση υλικοτεχνικής υποδομής, ενώ τα προνόμια που προσφέρει η ψηφιακή τεχνολογία δε λειτουργούν συμπληρωματικά προς ένα σχολείο της ολόπλευρης μόρφωσης, αλλά ως υποκατάστατο οποιουδήποτε ψήγματος γνώσης και της διαδικασίας κατάκτησής της μέσα από τη διαρκή ζωντανή σχέση δάσκαλου-μαθητή.
«Ο συγκερασμός και η σύνθεση των στόχων της στρατηγικής ‘’Ευρώπη 2020’’ με το «διαχρονικό πνεύ-μα της ελληνικής Παιδείας» είναι ο τέταρτος άξονας. Είναι η εφαρμογή και στο ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα (το φθηνό, ευέλικτο σχολείο της αγοράς) των κατευθύνσεων της ευρωπαϊκής στρατηγικής για την ανάπτυξη και της απασχόληση.
Τουτέστιν θα προωθηθούν: Η «έξυπνη ανάπτυξη», μέσω του μονοδιάστατου προσανατολισμού του σχολείου (και με τα λεγόμενα καινοτόμα προγράμματα) στην καλλιέργεια των απαραίτητων δεξιοτήτων. Η «βιώσιμη ανάπτυξη» μέσω ενός σχολείου που θα διαμορφώνει τους αυριανούς «αποτελεσματικούς» και «ανταγωνιστικούς» εργαζόμενους και το οποίο θα χρησιμοποιεί «αποτελεσματικότερα τους πόρους». Η «ανάπτυξη χωρίς αποκλεισμούς» με «υψηλά ποσοστά απασχόλησης» (ζήσε Μάη μου να φας τριφύλλι), που πάει πακέτο, προφανώς, με την «κινεζοποίηση» της εργατικής τάξης.
Τα παραπάνω, σύμφωνα με τις εξαγγελίες του υπουργού Παιδείας, θα βρουν της εφαρμογή τους
– Στην Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση, με το στόχο του διετούς υποχρεωτικού νηπιαγωγείου (εδώ ακόμη και η μονοετής υποχρεωτικότητα, που έχει νομοθετηθεί από το 2007, έχει καταντήσει με διαρκείς ρυθμίσεις ένα πουκάμισο αδειανό), με την επέκταση του θεσμού του Ολοήμερου παιδοφυλακτήριου, με την αναμόρφωση των αναλυτικών προγραμμάτων με ενίσχυση των δεξιοτήτων και με το ψηφιακό σχολείο.
– Στη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση, με την κατάθεση εντός του έτους νομοσχέδιου για τη μεταρρύθμιση του Γενικού και Επαγγελματικού Λυκείου.
Περισσεύουν πάλι τα μεγάλα λόγια για τον «αυτοτελή μορφωτικό ρόλο» του Λυκείου, ο οποίος δεν πρόκειται στοιχειωδώς να προσδιοριστεί, όσο το σχολείο είναι προσανατολισμένο στην εξειδίκευση, στη διαμόρφωση ανθρώπων-«χεριών» για τα καπιταλιστικά κάτεργα και όσο υπάρχουν εισαγωγικές εξετάσεις για το Πανεπιστήμιο με οποιαδήποτε μορφή. Ταυτόχρονα, θα επιχειρηθεί μια ακόμη «αναβάθμιση» των Επαγγελματικών Λυκείων για να ξεγελάσουν τα όνειρά τους με νέες χάντρες και καθρεφτάκια οι ιθαγενείς, δηλαδή τα παιδιά της εργατικής τάξης.
Ο «επανασχεδιασμός του εξεταστικού συστήματος εισαγωγής στα Ανώτατα Ιδρύματα» παραπέμπεται για το 2016. Προς το παρόν, κρίνεται επαρκής ο τρόπος με τον οποίο καρατομούνται τα παιδιά της εργατικής τάξης που κάνουν όνειρα για πανεπιστημιακή εκπαίδευση.
Για τα Πανεπιστήμια, ο Αρβανιτόπουλος εξήγγειλε την πλήρη εφαρμογή του νόμου Διαμαντοπούλου, για να κόψει ευθύς εξαρχής το βήχα σε όσους έκαναν όνειρα θερινής νυκτός για απόσυρσή του. Απεδείχθη έτσι, ότι η μετατροπή του Πανεπιστήμιου σε ΑΕ, η κατεδάφιση κάθε ίχνους δημόσιου χαρακτήρα και παραπέρα η ενίσχυση της ιδιωτικοποίησης της ανώτατης εκπαίδευσης, στοχεύοντας μελλοντικά και στην ίδρυση ιδιωτικών ΑΕΙ, με αναθεώρηση του άρθρου 16 του Συντάγματος, αποτελούν στρατηγικό στόχο του συστήματος, των αστικών κομμάτων διαχείρισής του και των τροϊκανών.
Ο υπουργός Παιδείας μίλησε για «ολοκλήρωση της μεταρρύθμισης», που «σημαίνει εφαρμογή του νόμου και στο σκέλος της διοίκησης», στέλνοντας σαφές τρομοκρατικό μήνυμα στους πρυτάνεις των ΑΕΙ. Αφησε μόνο ένα μικρό παράθυρο για κάποια στρογγυλέματα, προσδοκώντας να φτιάξει κλίμα συναίνεσης, τα οποία, όμως, θ’ αφήνουν ανέγγιχτο τον πυρήνα του αντιδραστικού νόμου. Χαρακτηριστικά δήλωσε τα εξής: «όπου και αν χρειαστεί, θα γίνουν οι απαραίτητες διασαφηνίσεις και προσαρμογές, χωρίς να αλλοιώνεται ο πυρήνας, η κατεύθυνση και η φιλοσοφία της μεταρρύθμισης».
Ξεκαθάρισε ότι η κυβέρνηση θα φανεί αμείλικτη απέναντι σε κάθε αγωνιστική κινητοποίηση του κινήματος, που θ’ αντιτάσσεται στο νόμο και θα προσπαθεί να τον ακυρώσει. Η «διασφάλιση της εύρυθμης λειτουργίας των ελληνικών Ανωτάτων Ιδρυμάτων», τα «ανοιχτά ιδρύματα» εκεί ακριβώς παραπέμπουν.
Ο Αρβανιτόπουλος εξήγγειλε επίσης τον «εξορθολογισμό» του συστήματος των συγγραμμάτων (έτσι αποκαλείται κομψά η κατάργηση της δωρεάν παροχής τους στους φοιτητές) και την έναρξη του πανεπιστημιακού Καλλικράτη, με συγχωνεύσεις-καταργήσεις πανεπιστημιακών σχολών και τμημάτων.
Τέλος, προγραμματική εξαγγελία του υπουργού Παιδείας είναι και «η αναγνώριση των επαγγελματικών προσόντων» των απόφοιτων των μαγαζιών των κολεγίων, «εναρμονίζοντας τις πολιτικές μας με το ευρωπαϊκό γίγνεσθαι». Διά να λάβει σάρκα και οστά η ιδιωτικοποίηση της ανώτατης εκπαίδευσης, η υποβάθμιση των πανεπιστημιακών σπουδών και η ντε φάκτο ύπαρξη ιδιωτικών ΑΕΙ και στη χώρα μας. Η συγκυβέρνηση αποδεικνύει και επ’ αυτού τη σταθερή στοίχισή της στη μνημονιακή πολιτική. Θυμίζουμε ότι το Μνημόνιο-2 προβλέπει τα εξής:
«Η Κυβέρνηση:
– συνεχίζει να επικαιροποιεί τα στοιχεία ως προς τον αριθμό των αιτήσεων που εκκρεμούν προς αναγνώριση επαγγελματικών προσόντων και τα αποστέλλει στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή.
– παρουσιάζει προσχέδιο νόμου μέχρι το τέλος Μαρτίου 2012 προς υιοθέτηση εντός του δεύτερου τριμήνου του2012, προκειμένου να αρθεί η απαγόρευση της αναγνώρισης των επαγγελματικών τίτλων που προέρχονται από διπλώματα τα οποία απονέμονται βάσει συμφωνίας δικαιόχρησης. Οι κάτοχοι των διπλωμάτων που απονέμονται βάσει συμφωνίας δικαιόχρησης, από άλλα Κράτη Μέλη θα πρέπει να έχουν το δικαίωμα να εργάζονται στην Ελλάδα υπό τους ίδιους όρους όπως και οι κάτοχοι ελληνικών πτυχίων».
Γιούλα Γκεσούλη