Η επιστροφή του επιθεωρητισμού, οι υπερεξουσίες του Διευθυντή-μάνατζερ, η ευθύνη της σχολικής μονάδας να εξασφαλίζει την επιβίωσή της, η διάσπαση του ενιαίου της εκπαιδευτικής διαδικασίας με ταυτόχρονη δρομολόγηση της κατάργησης των δωρεάν βιβλίων και ο διορισμός χιλιάδων ημετέρων είναι οι βασικοί άξονες του νέου νομοσχέδιου, που προωθεί το υπουργείο Παιδείας εν μέσω θέρους, ακολουθώντας την πάγια, ύπουλη τακτική όλων των αστικών κυβερνήσεων, προκειμένου να αποφευχθούν αντιδράσεις.
Με μια καθαρά επικοινωνιακού τύπου τακτική, η Κεραμέως, κάλεσε χθες (Τρίτη 22/6) τις εκπαιδευτικές ομοσπονδίες τάχα για διαβούλευση, ενώ στην ουσία τους παρουσίασε έτοιμο το νομοσχέδιο, στις βασικές κατευθύνσεις του, και ταυτόχρονα διέρρευσε αυτές τις κατευθύνσεις σε φιλοκυβερνητική ιστοσελίδα. Σήμερα δε, το παρουσίασε στο υπουργικό συμβούλιο, με στόχο να κατατεθεί και ψηφιστεί μέσα στον Ιούλιο.
Η επιλογή αυτής της τακτικής, ιδιαίτερα μετά το στραπάτσο που υπέστη η υπουργός Παιδείας, με την καθολική σχεδόν άρνηση των εκπαιδευτικών να συμμετάσχουν στην παγίδα της «αυτοαξιολόγησης» της σχολικής μονάδας (σε ποσοστά 95% και 88% σε Πρωτοβάθμια και Δευτεροβάθμια, αντίστοιχα, οι εκπαιδευτικοί ακύρωσαν στην πράξη την επιβολή της, συμμετέχοντας στην απεργία-αποχή που κήρυξαν οι ομοσπονδίες), γίνεται για να δημιουργηθεί η εντύπωση ότι η κυβέρνηση δεν κάνει πίσω και ότι είναι αποφασισμένη να περάσει την αξιολόγηση διά πυρός και σιδήρου. Εχουν, δηλαδή, στόχο οι κινήσεις του υπουργείου να τρομοκρατήσουν τους εκπαιδευτικούς.
Τι θα περιλαμβάνει το νομοσχέδιο
Το νομοσχέδιο θα φέρει τον ψευδεπίγραφο τίτλο ««Αναβάθμιση του Σχολείου και Ενδυνάμωση των Εκπαιδευτικών». Σύμφωνα με τη λακωνική ανακοίνωση του υπουργείου Παιδείας και με όσα διέρρευσαν, οι βασικές κατευθύνσεις του είναι οι εξής:
- Οι Σχολικοί Σύμβουλοι ξαναβαφτίζονται (Συντονιστές Εκπαίδευσης ονομάστηκαν από τον ΣΥΡΙΖΑ) και ονομάζονται Σύμβουλοι Εκπαίδευσης. Από 540 που είναι σήμερα γίνονται 800. Σε κάθε Διεύθυνση θα υπάρχει Επόπτης Εκπαίδευσης και σε κάθε Περιφέρεια Περιφερειακός Επόπτης Εκπαίδευσης. Συνολικά θα υπάρχουν 116 Επόπτες στην Πρωτοβάθμια και Δευτεροβάθμια και 13 στις Περιφερειακές Διευθύνσεις Εκπαίδευσης.
- Η θητεία των στελεχών εκπαίδευσης (Διευθυντές σχολείων, Σύμβουλοι Εκπαίδευσης, Διευθυντές Εκπαίδευσης, κ.λπ.) αυξάνεται σε τέσσερα χρόνια.
- Γίνεται άρση του ορίου των δύο θητειών στο ίδιο σχολείο.
- Σε κάθε σχολική μονάδα ορίζεται από τον Διευθυντή του σχολείου ένας Ενδοσχολικός Συντονιστής ανά μία τάξη στην Πρωτοβάθμια και ανά γνωστικό αντικείμενο στη Δευτεροβάθμια. Η πρακτική αυτή είναι συνήθης σε πολλά ιδιωτικά σχολεία. Ο Ενδοσχολικός Συντονιστής, που θα απαλλάσσεται από την εξωδιδακτική απασχόληση, θα παίρνει επιπλέον μόρια στην περίπτωση που θα διεκδικεί θέση στελέχους εκπαίδευσης.
Θα έχουμε δηλαδή έναν εξαγορασμένο και απόλυτα ελεγχόμενο από τον Διευθυντή του σχολείου «γκαουλάιτερ», που θα επιβλέπει εκ του σύνεγγυς και σε καθημερινή βάση την «πρόοδο» της εκπαιδευτικής διαδικασίας και την εφαρμογή των «δράσεων» που θα έχουν αναλάβει οι εκπαιδευτικοί του τομέα του, στο πλαίσιο του «Προγραμματισμού και της Αποτίμησης του Εκπαιδευτικού Εργου» (αυτοαξιολόγηση).
Από τα παραπάνω συνάγεται ότι επιδιώκεται η δημιουργία μιας μεγάλης φιλοκυβερνητικής καμαρίλας στελεχών (αύξηση θέσεων, αύξηση θητείας, ώστε οι ημέτεροι να παραμείνουν σε περίπτωση που ο Μητσοτάκης ξανακερδίσει τις πρόωρες εκλογές – εάν γίνουν), που θα επιβάλλουν με ιδιαίτερη ζέση την κυβερνητική πολιτική, ασκώντας ταυτόχρονα τρομοκρατία στους εκπαιδευτικούς, αφού θα αποτελούν την ιεραρχική αξιολογική πυραμίδα.
- Η ατομική αξιολόγηση των εκπαιδευτικών θα περιλαμβάνει και τον θεσμό του «μέντορα» των νεοδιόριστων εκπαιδευτικών (οι οποίοι θεωρούμε ότι θα είναι «δόκιμοι» έως ότου μονιμοποιηθούν), που αρχικά είχε επινοήσει η Διαμαντοπούλου. Προς το παρόν λεπτομέρειες δεν δίνονται, όμως είναι σίγουρο ότι η ρύθμιση αυτή προσπαθεί να κρύψει την ουσία της θεσμοθέτησης του νέου αυτού μηχανισμού αξιολόγησης και πειθάρχησης του νεοδιοριζόμενου εκπαιδευτικού, μηχανισμού που επιχειρείται να ντυθεί με ένα πνεύμα απλής και άδολης συναδελφικής αλληλεγγύης και υποστήριξης. Η συμβολή του μέντορα στην «ομαλή ένταξη-προσαρμογή» του νεοδιοριζόμενου στην εκάστοτε σχολική πραγματικότητα υποκρύπτει την πίεση που θα ασκείται στο νέο εκπαιδευτικό να πειθαρχεί στις εντολές των ανωτέρων του χωρίς αντιρρήσεις και να αποδέχεται αδιαμαρτύρητα τον εργασιακό μεσαίωνα που του ετοιμάζουν και την απαξίωση του παιδαγωγικού και διδακτικού έργου του.
Ασφαλώς και δεν θα είναι απλώς ένας «έμπειρος εκπαιδευτικός». Πρέπει να έχει την έγκριση των ανωτέρων του, της ιεραρχικής διοικητικής πυραμίδας της εκπαίδευσης, να είναι δηλαδή πιστό σκυλί των εντολών και κατευθύνσεων του υπουργείου Παιδείας και της κυρίαρχης εκπαιδευτικής πολιτικής.
- Η ατομική αξιολόγηση του εκπαιδευτικού θα διενεργείται από τον Διευθυντή του σχολείου και τον Σύμβουλο Εκπαίδευσης.
Κάθε δύο χρόνια ο εκπαιδευτικός θα αξιολογείται για την υπηρεσιακή συνέπεια και επάρκεια και κάθε τέσσερα χρόνια για το παιδαγωγικό κλίμα, τη διαχείριση της τάξης και όλα τα υπόλοιπα.
Την αξιολόγηση της γενικής και ειδικής διδακτικής θα κάνει ο Σύμβουλος Εκπαίδευσης. Το παιδαγωγικό κλίμα και η διαχείριση της τάξης θα αξιολογείται από τον Διευθυντή του σχολείου, ενώ η υπηρεσιακή συνέπεια θα αξιολογείται και από τον Διευθυντή του σχολείου και από τον Σύμβουλο.
Ως προς αυτά, η Κεραμέως δεν πρωτοτύπησε. Αντέγραψε την πρακτική όλων των υπουργών Παιδείας που επιχείρησαν να επαναφέρουν τον επιθεωρητισμό στο σχολείο.
Δεν τόλμησε, όμως, να βάλει ποσοστώσεις, κάτι που προέβλεπε ο νυν αρχηγός της ΝΔ Μητσοτάκης, όταν ήταν υπουργός Διοικητικής Μεταρρύθμισης, για να μην προκαλέσει δυσάρεστους συνειρμούς στους εκπαιδευτικούς, ελπίζοντας ότι έτσι το σχέδιό της θα γίνει αποδεκτό.
- Η αξιολόγιση θα είναι τετράβαθμη και περιγραφική.
Η τετράβαθμη κλίμακα είναι η εξής: Μη ικανοποιητικός, ικανοποιητικός, πολύ καλός, εξαιρετικός.
Για τους εκπαιδευτικούς που θα ανήκουν στις κατηγορίες μη ικανοποιητικός/ικανοποιητικός προβλέπεται επιμόρφωση. Οι «μη ικανοποιητικοί» δεν θα έχουν δικαίωμα συμμετοχής στις κρίσεις για επιλογή στελεχών.
Για να μην αναδειχθεί η πραγματική ουσία και επιδίωξη της αξιολόγησης, το υπουργείο Παιδείας αποσιωπά τις συνέπειες που θα υφίσταται αυτός που θα κριθεί π.χ. δυο φορές «μη ικανοποιητικός». Επ’ αυτού έχει προβλέψει ήδη η υπάρχουσα νομοθεσία, καθώς οι κριθέντες «μη προακτέοι» δυο φορές συνέχεια ή τρεις φορές σε διάφορα χρονικά διαστήματα, παραπέμπονται με το ερώτημα της απόλυσης (π.χ. νόμος πλαίσιο 1566/1985, άρθρο 16, παρ. 5, Δημοσιοϋπαλληλικός Κώδικας).
Η Κεραμέως, διατυμπανίζει σε όλους τους τόνους ότι η αξιολόγηση θα έχει βελτιωτικό χαρακτήρα και δεν θα είναι τιμωρητική. Κανείς, βέβαια, εκπαιδευτικός δεν πιστεύει σε αυτά τα παραμύθια, γι’ αυτό και εμείς κάνουμε από τώρα την πρόβλεψη ότι και αυτό το νομοσχέδιο-έκτρωμα θα μείνει στα χαρτιά, όπως και όλες οι ανάλογες απόπειρες των προηγούμενων υπουργών Παιδείας.
Γιατί οι τραυματικές μνήμες του επιθεωρητισμού είναι ζωντανές ακόμη, ενώ οι εκπαιδευτικοί, έστω και ενστικτωδώς, αντιλαμβάνονται ότι μέσω της αξιολόγησης επιχειρείται να φορτωθούν στις πλάτες τους όλα τα κακώς κείμενα του αστικού δημόσιου σχολείου, για τα οποία αποκλειστικώς υπεύθυνη είναι η εκάστοτε κυβέρνηση.
Οι κυβερνήσεις, το υπουργείο Παιδείας και οι μηχανισμοί τους είναι αυτοί που καταρτίζουν τα προγράμματα σπουδών, συντάσσουν τα σχολικά εγχειρίδια, υποδεικνύουν μεθόδους διδασκαλίας, σύμφωνα με τους σκοπούς της εκπαίδευσης (μορφωτικούς, μαθησιακούς, παιδαγωγικούς), που δεν είναι άλλοι από την παραγωγή ανθρώπων με γνώσεις και δεξιότητες «μιας χρήσης», φθηνών και ευέλικτων, υποταγμένων στις ορέξεις των μελλοντικών εργοδοτών τους.
Είναι αυτοί που επιβάλλουν πλείστα και διαφορετικά εξεταστικά φίλτρα, ώστε να αποτρέψουν ειδικά τα παιδιά της εργατικής τάξης και των φτωχών λαϊκών στρωμάτων από τη φοίτηση σε υψηλότερες εκπαιδευτικές βαθμίδες, νομιμοποιώντας και επεκτείνοντας ακόμη και την παιδική εργασία (π.χ. διετείς επαγγελματικές σχολές για τους απόφοιτους Γυμνασίου).
Είναι οι διαχειριστές της εξουσίας, για λογαριασμό του κεφαλαίου, που κρατούν τη στρόφιγγα της κρατικής χρηματοδότησης της δημόσιας εκπαίδευσης κλειστή και ευθύνονται για τους μηδενικούς διορισμούς μόνιμων εκπαιδευτικών, για την εργασιακή ανασφάλεια των χιλιάδων αναπληρωτών, για τους τριμηνίτες αναπληρωτές, για την εγκαταλελειμμένη και υποτυπώδη υλικοτεχνική υποδομή των σχολείων, για τα ανεπαρκή να καλύψουν τις ανάγκες σχολικά κτίρια.
Ακόμη και για την πολυδιαφημισμένη «επιμόρφωση» οι κυβερνώντες έχουν την ευθύνη της ανυπαρξίας της, αφού δεν υπάρχει καμιά πρόβλεψη για σταθερή, μαζική και επαναλαμβανόμενη ουσιαστική επιμόρφωση σε πανεπιστημιακό επίπεδο των εκπαιδευτικών στα νέα δεδομένα της επιστήμης τους, ενώ έχει καταργηθεί ακόμη και η διετής επιμόρφωση των εκπαιδευτικών της Πρωτοβάθμιας στο Μαράσλειο Διδασκαλείο.
Για να μη μιλήσουμε για την υποκριτική «ευαισθησία» για τους μαθητές με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες και μαθησιακές δυσκολίες, όταν τα τμήματα ένταξης μετριούνται στα δάχτυλα, οι κενές οργανικές θέσεις εκπαιδευτικών που τα στελεχώνουν δεν αναπληρώνονται, οι αιτήσεις στα ΚΕΣΥ (Κέντρα Εκπαιδευτικής και Συμβουλευτικής Υποστήριξης) στοιβάζονται, τα προγράμματα που υποδεικνύονται για τους μαθητές με μαθησιακές δυσκολίες πραγματοποιούνται από ιδιωτικά κέντρα και απαιτούν τη συμμετοχή της «τσέπης» των γονιών. Για να μη μιλήσουμε επίσης για τα χιλιάδες προσφυγόπουλα και τα παιδιά των περιθωριοποιημένων κοινωνικά ομάδων, που είτε φοιτούν με χίλια ζόρια είτε εγκαταλείπουν μαζικά το σχολείο.
Ολα τα παραπάνω τα βιώνουν οι εκπαιδευτικοί, γι’ αυτό και στην καλύτερη περίπτωση δεν τρέφουν καμιά εμπιστοσύνη στις κυβερνήσεις και το υπουργείο Παιδείας που επιδιώκουν να επιβάλλουν την αξιολόγηση, ντύνοντάς την κάθε φορά με διάφορα παραπλανητικά «στολίδια».
Ακόμα και εκείνοι, που αφελώς πιστεύουν ότι στον καπιταλισμό μπορεί να υπάρξει και μη τιμωρητική αξιολόγηση, δεν συναινούν σε τέτοιου είδους στραγγαλιστικές διαδικασίες, επειδή κυριαρχούνται από το φόβο και την ανασφάλεια για το μέλλον που τους επιφυλάσσεται.
- Η αυτονομία της σχολικής μονάδας συνδέεται με την αξιολόγησή της και μέσω αυτής και με την αξιολόγηση του εκπαιδευτικού. Στο πλαίσιο αυτό εντάσσονται οι αυξημένες υπερεξουσίες του Διευθυντή-μάνατζερ και η υποβάθμιση του ρόλου του Συλλόγου Διδασκόντων. Ο Διευθυντής επιλέγει τον Συντονιστή Εκπαίδευσης και συμμετέχει στην αξιολόγηση του εκπαιδευτικού.
Είναι αυτός που μπορεί να οργανώσει «επιμορφωτικές δράσεις» και να διαθέσει το σχολικό κτίριο και τις υποδομές του δημόσιου σχολείου (π.χ. σε εταιρίες, σε ΜΚΟ, σε ομάδες που πραγματοποιούν σεμινάρια διαφόρων ειδών, σε φροντιστήρια για την πραγματοποίηση εξετάσεων με συμμετοχή πολλών μαθητών ή και ενήλικων ατόμων κ.ά.), προκειμένου να αποκομίσει «οφέλη», δηλαδή να αποκομίσει πόρους από «τρίτους» για τη λειτουργία του.
Η κακόφημη «αυτονομία» γίνεται το όχημα για να απαλλαγεί το αστικό κράτος ακόμη και από αυτές τις ελάχιστες δαπάνες για τη δημόσια εκπαίδευση.
Στο πλαίσιο της «αυτονομίας» εντάσσεται και το πολλαπλό βιβλίο, που θα εφαρμοστεί από το σχολικό έτος 2022-23. Ο Σύλλογος Διδασκόντων κάθε σχολείου θα επιλέγει ένα βιβλίο για κάθε επιστημονικό αντικείμενο από έναν κατάλογο εγκεκριμένων εναλλακτικών βιβλίων που θα προτείνονται από το ΙΕΠ. Το μέτρο θα συνδυαστεί με την ολοκλήρωση των νέων αναλυτικών προγραμμάτων.
Το πολλαπλό βιβλίο ήρθε στην εκπαιδευτική επικαιρότητα με ένταση όταν πρόεδρος του Συμβουλίου Πρωτοβάθμιας Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης ήταν ο Μπαμπινιώτης, το 2009, και συνδέθηκε με την άντληση των επιπλέον απαιτούμενων γνώσεων και πληροφοριών από τις ηλεκτρονικές βιβλιοθήκες και το διαδίκτυο.
Πρόκειται για ένα μέτρο που σαφώς σπάει το ενιαίο της εκπαιδευτικής διαδικασίας, καθώς υπονοείται η επιλογή βιβλίων να γίνεται ανάλογα με τις ανάγκες κάθε περιοχής και τις δυνατότητες του μαθητικού πληθυσμού τους. Εν ολίγοις είναι ένα μέτρο που «πατάει» στις ταξικές διακρίσεις.
Αλλά επίσης είναι ένα βήμα για την κατάργηση των δωρεάν βιβλίων στη δημόσια εκπαίδευση. Θυμίζουμε ότι μόλις πρόσφατα Δελτίο Τύπου του υπουργείου Παιδείας μας πληροφορούσε τα εξής: «Παράλληλα προγραμματίζεται η μεταρρύθμιση του ‘’πολλαπλού βιβλίου’’. Η κατάργηση του μονοπωλίου του ενός και μοναδικού σχολικού εγχειριδίου συνάδει πλήρως με τη φιλοσοφία των νέων ΠΣ, ώστε ο εκπαιδευτικός/μαθητής να μπορεί με κριτική σκέψη να συνδυάσει πληροφορία από πολλές πηγές. Ολα τα βιβλία θα είναι διαθέσιμα σε ψηφιακή μορφή και προγραμματίζεται να ενισχυθούν από κονδύλια του Ταμείου Ανάκαμψης για την ανάπτυξη επιπλέον ψηφιακού υλικού και εφαρμογών».
Η αναφορά αυτή δεν είναι αθώα. Ούτε αποσκοπεί στην προαγωγή της κριτικής σκέψης των μαθητών, όπως υποκριτικά διατείνεται το υπουργείο, αφού η ασκούμενη πολιτική στην εκπαίδευση καθώς και αυτά που δρομολογούνται, συνηγορούν στον αυστηρό προσανατολισμό στις δεξιότητες της αγοράς με στόχο τη διαμόρφωση του «μερικού», φθηνού ανθρώπου-εργαζόμενου. Επειδή έχουμε μάθει να διαβάζουμε πίσω από τις εύηχες εκφράσεις, θεωρούμε πολύ πιθανή την κατάργηση της δωρεάν διανομής σχολικών βιβλίων! Εκεί παραπέμπει η αναφορά ότι «όλα τα βιβλία θα είναι διαθέσιμα σε ψηφιακή μορφή».
Στη διαπίστωση αυτή συνηγορεί και η εγκύκλιος (Αρ. Πρωτ.: Φ.31/ 42917/Δ1, 14-4-2021) της υφυπουργού Ζέττας Μακρή για «Επαναχρησιμοποίηση διδακτικών βιβλίων Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης για το σχολικό έτος 2021-2022».
Γιούλα Γκεσούλη