Η σχέση του πτυχίου με τα εργασιακά δικαιώματα, η σχέση της μόρφωσης με το επάγγελμα, αποτελούν αντικείμενο μόνιμης συζήτησης στους πανεπιστημιακούς χώρους. Μόνο που η πολυποίκιλη οιονεί Αριστερά έχει φροντίσει να βάλει την πραγματικότητα με το κεφάλι προς τα κάτω, θεωρώντας ζήτημα εκ των ων ουκ άνευ τη σύνδεση του πτυχίου με τα επαγγελματικά δικαιώματα. Αυτό φαίνεται ξεκάθαρα και στην τελευταία αφίσα τις ΠΚΣ, που γράφει «πτυχία με αξία, δουλειά με δικαιώματα», αλλά και στις θέσεις της ΕΑΑΚ με το γνωστό «όλα τα εργασιακά δικαιώματα στο πτυχίο». Στις τελευταίες φοιτητικές κινητοποιήσεις, μάλιστα, κυριάρχησε το σύνθημα «θέλουμε δουλειά και όχι ανεργία κάτω τα χέρια από τα πτυχία».
Ωραία, και που είναι το μεμπτό; μας ρωτάνε συχνά. Είναι πολύ λογικό, αφού σπουδάζω κάτι, να έχω την απαίτηση να βρω δουλειά πάνω στο αντικείμενο που έχω σπουδάσει.
Οταν λέμε δικαίωμα στη μόρφωση, αμέσως γεννιέται το ερώτημα: ποιοι θα σπουδάσουν, τί θα σπουδάσουν και ποια θα είναι η διαδικασία της επιλογής τους;Αυτά θα προσπαθήσουμε να προσεγγίσουμε παρακάτω.
Η μόρφωση πρέπει να νοηθεί σαν μια διαδικασία ανάπτυξης των κλίσεων του ατόμου, κοινωνικοποίησης και επιστημονικής ολοκλήρωσης, που δίνει έμφαση στην καλλιέργεια της δημιουργικής και κριτικής σκέψης, του συλλογικού, που λειτουργεί σαν ένα από τα εργαλεία που οδηγεί στην επίλυση της ανταγωνιστικής αντίθεσης πνευματικής-σωματικής εργασίας. Θέλουμε ένα σύστημα δομημένο με τέτοιον τρόπο που να παράγει κοινωνικά χρήσιμους επιστήμονες και ανθρώπους. Αν λοιπόν τεθούν κάπως έτσι οι άξονες για τη μορφωτική διαδικασία, τότε αυτομάτως το όποιο αίτημα διατυπωθεί από το επαναστατικό κίνημα αποκτά μια «σχετικότητα», με την έννοια του ανέφικτου της πραγμάτωσής του μέσα στο καπιταλιστικό σύστημα.
Τί γίνεται, όμως, με τα λεγόμενα επαγγελματικά δικαιώματα; Μια συνήθης σύγχυση είναι να μπλέκεται το δικαίωμα στη δουλειά με το επαγγελματικό δικαίωμα. Το δικαίωμα στη δουλειά συνιστά γενική διεκδίκηση, αφορά το σύνολο της εργατικής τάξης και είναι ανεξάρτητο από το μορφωτικό επίπεδο. Αντίθετα, το επαγγελματικό δικαίωμα δεν εξασφαλίζει απαραίτητα το δικαίωμα στη δουλειά, απλά σου δίνει μόνο μια δυνατότητα για εργασία, κάτω από στενό συντεχνιακό πρίσμα. Δηλαδή, η έννοια του επαγγελματικού δικαιώματος έχει αρκετά στενή εφαρμογή και δεν αφορά το σύνολο τον εργαζομένων αλλά μόνο τους αποφοίτους των ΑΕΙ-ΤΕΙ.
Τα επαγγελματικά δικαιώματα λοιπόν, βρίσκονται πάντα σε αντιστοιχία με τις ανάγκες της αγοράς εργασίας. Ετσι, από τη στιγμή που συνδέουμε τα εργασιακά δικαιώματα με το πτυχίο, δηλαδή τη μορφωτική διαδικασία, αρχίζουμε τις εκπτώσεις. Μπλεκόμαστε σε ένα φαύλο κύκλο «ανταλλαγής» πτυχιούχων με το σύστημα, σε ποιοτικό και σε ποσοτικό επίπεδο. Σου λέει η αγορά: «Κύριοι, εμείς έχουμε τόσες θέσεις εργασίας, άρα χρειαζόμαστε τόσους γεωπόνους, τόσους φυσικούς και τόσους μαθηματικούς. Κανονίστε μέσω τον εξετάσεων να περνούν στο πανεπιστήμιο όσοι χρειαζόμαστε».
Εμείς τί λέμε, «πτυχία με αξία, δουλειά με δικαιώματα»; Δηλαδή, μας πετσοκόβουν το δικαίωμα στη μόρφωση, αλλά τουλάχιστον όσοι σπουδάζουν να βρίσκουν δουλειά με το πτυχίο; Με αυτό τον τρόπο αποδεχόμαστε σιωπηρά κλειστό κύκλο εισακτέων και οδηγούμαστε στο να αβαντάρουμε συστήματα επιλογής-απόρριψης. Γιατί αλλιώς δεν γίνεται να υπάρχει αντιστοιχία μεταξύ της αγοράς εργασίας και αυτών που θα αποκτήσουν τα λεγόμενα επαγγελματικά δικαιώματα.
Εμείς τί λέμε, «πτυχία με αξία, δουλειά με δικαιώματα»; Δηλαδή, μας πετσοκόβουν το δικαίωμα στη μόρφωση, αλλά τουλάχιστον όσοι σπουδάζουν να βρίσκουν δουλειά με το πτυχίο; Με αυτό τον τρόπο αποδεχόμαστε σιωπηρά κλειστό κύκλο εισακτέων και οδηγούμαστε στο να αβαντάρουμε συστήματα επιλογής-απόρριψης. Γιατί αλλιώς δεν γίνεται να υπάρχει αντιστοιχία μεταξύ της αγοράς εργασίας και αυτών που θα αποκτήσουν τα λεγόμενα επαγγελματικά δικαιώματα.
Ετσι, αυτοί που υποστηρίζουν τη σύνδεση του πτυχίου με τα εργασιακά δικαιώματα, για να είναι συνεπείς με τις θέσεις τους, θα πρέπει να απαιτήσουν να σκληρύνουν οι εξεταστικοί φραγμοί, ώστε τουλάχιστον αυτοί οι λίγοι που θα αποφοιτούν να μπορούν να εξασφαλίζουν εργασία. Αυτό, βέβαια, εμμέσως πλην σαφώς, το κάνουν, όταν δεν μιλούν ξεκάθαρα για ελεύθερη πρόσβαση σε όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης και δεν απαιτούν κατάργηση όλων των αξιολογικών κρίσεων.
Θα μας κατηγορήσουν βέβαια ότι παραφράζουμε «τις θέσεις» και κρατάμε μόνο το ένα σκέλος, ότι δεν βλέπουμε το «ολόπλευρη μόρφωση για όλους», το «ενιαία ανώτατη εκπαίδευση» κτλ. Επίσης, ακούμε συχνά ότι όταν συνδέουν το επάγγελμα με τη μόρφωση, εννοούν ότι αυτό δεν γίνεται μέσα στον καπιταλισμό αλλά είναι αίτημα για το σοσιαλισμό.
Δηλαδή, με αυτό τον τρόπο δημιουργούν σοσιαλιστική νησίδα που μένει στον αέρα, αποσκοπώντας στο γνωστό «χάιδεμα αυτιών» του φοιτητή, βάζοντας στο ίδιο τσουβάλι μια «ρεαλιστική» λύση, που μπορεί να πραγματοποιηθεί αλλά ταυτόχρονα και δεν μπορεί, γιατί θέλουν και… σοσιαλισμό (τρομάρα τους).
Δηλαδή, με αυτό τον τρόπο δημιουργούν σοσιαλιστική νησίδα που μένει στον αέρα, αποσκοπώντας στο γνωστό «χάιδεμα αυτιών» του φοιτητή, βάζοντας στο ίδιο τσουβάλι μια «ρεαλιστική» λύση, που μπορεί να πραγματοποιηθεί αλλά ταυτόχρονα και δεν μπορεί, γιατί θέλουν και… σοσιαλισμό (τρομάρα τους).
Να σημειώσουμε εδώ, ότι ακόμα και σε μια κοινωνία μη εκμεταλλευτική, που η μόρφωση θα έχει αποκτήσει ολόπλευρο χαρακτήρα, δημιουργείται το πρόβλημα για τον τρόπο με τον οποίο θα γίνεται η επιλογή για τα επαγγέλματα, αυτό όμως είναι ζήτημα που θα λυθεί τότε, με διαδικασίες που σήμερα δεν είναι δυνατόν να προσεγγίσουμε. Εξάλλου, ένα επαναστατικό κίνημα δεν μπορεί να έχει ένα οργανωτικό μοντέλο αποκρυσταλλωμένο, όπως αυτό θεωρεί ότι το βολεύει, προσπαθώντας να το επιβάλει «από τα πάνω», χωρίς να λαμβάνει υπόψη του την κίνηση των μαζών.
Οταν, λοιπόν, μιλάνε για ενιαία ανώτατη εκπαίδευση, χωρίς να δίνουν διέξοδο στο ποιοι θα σπουδάσουν, ακυρώνουν άμεσα οποιοδήποτε αίτημα έχει να κάνει με την ποιοτική διαδικασία της μόρφωσης. Η σύνδεση της μόρφωσης με το επάγγελμα, εκτός των άλλων, μας βυθίζει ακόμα πιο βαθιά στη μερικοποίηση της γνώσης. Η ανταλλαγή πτυχιούχων με την αγορά εργασίας γίνεται πιο ξεκάθαρη, αφού αυτή δεν απαιτεί μόνο συγκεκριμένο αριθμό αποφοίτων για τις δουλειές που έχει διαθέσιμες, αλλά καθορίζει και το περιεχόμενο των σπουδών. Για παράδειγμα, μέχρι και οι πέτρες γνωρίζουν ότι η πολυδιάσπαση των οικονομικών σχολών οφείλεται στην απαίτηση της αγοράς για εξειδίκευση και μερικοποίηση του ευρύτερου κλάδου των οικονομικών επιστημών. «Γιατί να τα μάθεις όλα αυτά, αφού όταν θα βγεις για δουλειά ούτε τα μισά δεν θα σου χρειαστούν; Μάθε λοιπόν τα μισά». Αυτή η λογική των εκπτώσεων της μορφωτικής αξίας, που προέρχεται από την αγορά εργασίας, αντικατοπτρίζεται στα μάτια του φοιτητή σαν λογική του «εύκολου βολέματος». Και είναι τέτοια η αντιδραστική στροφή του φοιτητικού κινήματος που στήνονται πανηγύρια όταν μειώνονται τα μαθήματα από τα προγράμματα σπουδών. «Αντε να τελειώνουμε μια ώρα αρχίτερα», λένε.
Ενα ανατρεπτικό φοιτητικό κίνημα δεν έχει παρά να διατυπώσει (ως βασικούς άξονες) αιτήματα «μαξιμαλιστικού» χαρακτήρα, ώστε να δίνει τη δυνατότητα στο φοιτητή να προσεγγίζει τα ζητήματα της μόρφωσης από «άλλη σκοπιά». Να απαντά στο ερώτημα ποιοι θα σπουδάσουν: ΕΛΕΥΘΕΡΗ ΠΡΟΣΒΑΣΗ σε όλους και σε όλες τις βαθμίδες τις εκπαίδευσης.
Να απαντά στον τρόπο με τον οποίο θα γίνεται η επιλογή: ΚΑΤΑΡΓΗΣΗ ΟΛΩΝ ΤΩΝ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ ΚΑΙ ΑΞΙΟΛΟΓΙΚΩΝ ΚΡΙΣΕΩΝ. Και να μένει ανυποχώρητο στο να απαιτεί περιεχόμενο στη μόρφωση: ΟΛΟΠΛΕΥΡΗ ΜΟΡΦΩΣΗ ΓΙΑ ΟΛΟΥΣ. Για να μη μένουν, όμως, όλα τα παραπάνω «στον αέρα» και να συνδέονται άμεσα με ανατρεπτική κατεύθυνση πρέπει το αίτημα: ΚΑΜΙΑ ΣΥΝΔΕΣΗ ΤΗΣ ΜΟΡΦΩΣΗΣ ΜΕ ΤΟ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑ να γίνει το βασικό εργαλείο στη σκέψη του σημερινού επαναστάτη φοιτητή.
Να απαντά στον τρόπο με τον οποίο θα γίνεται η επιλογή: ΚΑΤΑΡΓΗΣΗ ΟΛΩΝ ΤΩΝ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ ΚΑΙ ΑΞΙΟΛΟΓΙΚΩΝ ΚΡΙΣΕΩΝ. Και να μένει ανυποχώρητο στο να απαιτεί περιεχόμενο στη μόρφωση: ΟΛΟΠΛΕΥΡΗ ΜΟΡΦΩΣΗ ΓΙΑ ΟΛΟΥΣ. Για να μη μένουν, όμως, όλα τα παραπάνω «στον αέρα» και να συνδέονται άμεσα με ανατρεπτική κατεύθυνση πρέπει το αίτημα: ΚΑΜΙΑ ΣΥΝΔΕΣΗ ΤΗΣ ΜΟΡΦΩΣΗΣ ΜΕ ΤΟ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑ να γίνει το βασικό εργαλείο στη σκέψη του σημερινού επαναστάτη φοιτητή.
Γιάννης Ξ.