Η οικονομική κρίση που αφάνισε πολλές οικογένειες εργαζόμενων, τα άγρια μέτρα που συρρίκνωσαν τους μισθούς και το οικογενειακό εισόδημα, η αβεβαιότητα για το τι μέρα μας ξημερώνει, η αγωνία για επαγγελματική αποκατάσταση σε συνδυασμό με διαμορφωμένες κοινωνικές αντιλήψεις αλλά και με κυβερνητικές αποφάσεις που διαμόρφωσαν μια νέα πραγματικότητα στις προσλήψεις και στον τρόπο διορισμού, ο φόβος για την ανεργία, αλλά και τα αδιέξοδα του σάπιου εκπαιδευτικού συστήματος και του τρόπου εισαγωγής, καθρεφτίστηκαν φέτος στα αποτελέσματα των πανελλαδικών εξετάσεων και στις βάσεις εισαγωγής.
Η οικονομική ασφυξία των νοικοκυριών παρενέβη με τρόπο εκβιαστικό πάνω στα όνειρα χιλιάδων παιδιών. Οι νέοι επιλέγουν σχολές και τμήματα με γνώμονα την αντοχή της οικογένειας να στηρίξει σπουδές σε περιοχές εκτός του τόπου κατοικίας. Ετσι σχολές μεσαίας βαθμολογικής κλίμακας, που μέχρι χθες δεν είχαν μεγάλη ζήτηση, γνωρίζουν τώρα άνθηση, αφού διαθέτουν το προσόν να εδράζονται στα μεγάλα αστικά κέντρα, τόπο κατοικίας της μισής σχεδόν εργαζόμενης Ελλάδας.
Η ίδια εικόνα παρουσιάζεται και στα ΤΕΙ των μεγάλων αστικών κέντρων.
Την πρωτιά κρατούν παραδοσιακά οι σχολές κοινωνικού γοήτρου (ιατρικές, νομικές, πολυτεχνικές), μιας και εδώ οι προσφερόμενες θέσεις είναι έτσι κι αλλιώς περιορισμένες, ενώ σ’ αυτές κατευθύνονται υποψήφιοι πολύ υψηλών βαθμολογιών, κατά κανόνα προερχόμενοι από ψηλά κοινωνικοοικονομικά στρώματα.
Από την άλλη, τα παιδαγωγικά τμήματα (δάσκαλοι, νηπιαγωγοί) χάνουν την πρωτοκαθεδρία τους στις προτιμήσεις των υποψηφίων. Η άμεση επαγγελματική αποκατάσταση (κυρίως στους δασκάλους), που τροφοδοτούσε την επιλογή τους από υποψήφιους υψηλών βαθμολογιών, μοιάζει πια όνειρο απατηλό, έπειτα από την αλλαγή στον τρόπο διορισμού και τον κυριολεκτικό αφανισμό των μόνιμων διορισμών.
Με ηχηρό τρόπο έγινε αισθητό το χάσμα ανάμεσα στα παιδιά που γράφουν κάτω από τη βάση (φέτος το ποσοστό αυτών των παιδιών ήταν 37,09%, και από αυτό το 16,48%, περίπου δηλαδή το μισό, έγραψε κάτω από 5)) και την περιορισμένη ελίτ των «αριστούχων». Η ελίτ των αριστούχων κάλυψε τις σχολές υψηλής ζήτησης και κοινωνικού γοήτρου και η «πλέμπα» τα δεκάδες τμήματα των περιφερειακών ΤΕΙ. Η κατάργηση της βάσης του 10 είναι φυσικά η εύκολη και απλοϊκή εξήγηση. Αν θέλετε απάντηση ψάξτε στο ίδιο το σχολείο, που δεν καταφέρνει να γίνει ελκυστικό για τα παιδιά, δεν είναι δροσερή πηγή ουσιαστικής μόρφωσης και ανάπτυξης της προσωπικότητας, αλλά αναπαράγει τις κοινωνικές ανισότητες, ψάξτε στο σάπιο κοινωνικό σύστημα, που με όλους τους τρόπους ευνοεί και ενισχύει τους ολίγους «έχοντες και κατέχοντες» και καταβαραθρώνει την εργαζόμενη πλειοψηφία. Σε προηγούμενο φύλλο της εφημερίδας σημειώναμε χαρακτηριστικά: «και φέτος αυτοί που προσεγγίζουν την εκπαίδευση «τεχνικά» και με γνώμονα «μετρήσιμα» κριτήρια, (π.χ. η «αξία» της καθιέρωσης της βάσης του 10 ή και η κατάργησή της), αδυνατώντας ή δεν θέλοντας να συλλάβουν ότι και η εκπαίδευση, ως υποσύνολο της Παιδείας, είναι στην ουσία της μια βαθιά και ευρεία διαδικασία, στην οποία μετέχουν πολλοί παράγοντες (κοινωνική προέλευση του μαθητή, σχέση δάσκαλου-μαθητή, τρόπος διεξαγωγής της εκπαιδευτικής διαδικασίας, μηχανισμοί αξιολόγησης με ταξικό προσανατολισμό, περιεχόμενο αναλυτικών προγραμμάτων σπουδών, ιδιαίτερα στοιχεία της προσωπικότητας του μαθητή, κλίσεις, χαρίσματα, στάση στη ζωή και της εργασία των εκπαιδευτικών κ.λπ.), που εν πολλοίς καθορίζονται από το κοινωνικό σύστημα στο οποίο ζούμε, αναλώθηκαν σε συζητήσεις για το αν η κατάργηση της βάσης του 10 μέτρησε θετικά ή αρνητικά στην απόδοση των μαθητών στις πανελλαδικές εξετάσεις, αν είχε επιπτώσεις στο επίπεδο των μαθητών και των σπουδών.
Ολοι τους κάνουν πως δεν ξέρουν ότι οι εξετάσεις είναι απλά μια στρόφιγγα που ρυθμίζει τη ροή προς την τριτοβάθμια εκπαίδευση ανάλογα με τους στόχους που επιλέγει για τις συγκεκριμένες συγκυρίες το σύστημα, ότι δε μπο- ρούν να αξιολογήσουν την ικανότητα ενός νέου παιδιού να σπουδάσει, ότι έχουν την ιδιότητα ανάλογα με την επιλογή των τορπιλών των θεμάτων «διαβαθμισμένης δυσκολίας» να κατασκευάζουν ποσοστά «άριστων» και «αποτυχημένων» και ότι σ’ αυτές μετέχουν και πολλοί αστάθμητοι παράγοντες, όπως π.χ. το άγχος, η ψυχική ένταση, μια σωματική αδιαθεσία, κ.λπ. Κλείνουν τα μάτια μπροστά στο γεγονός ότι τέσσερα χρόνια που εφαρμόστηκε η βάση του 10 χάθηκαν 70.000 θέσεις σε πανεπιστήμια και ΤΕΙ, ενώ ευνοήθηκε η αύξηση της πελατείας των κολεγίων, που δεν βάζουν τέτοια προαπαιτούμενα, δήθεν στάθμισης της ικανότητας για σπουδές, και που τώρα, με τις ευλογίες της κυβέρνησης και της ΕΕ, αναβαθμίζονται σε ιδιωτικά πανεπιστήμια».
Η κατάργηση αυτού του ισχυρού ταξικού φραγμού, της βάσης του 10, που επιβλήθηκε φέτος σκόπιμα από την κυβέρνηση, ως αντίδωρο στη γενική επίθεση που εξαπολύεται ενάντια στους εργαζόμενους για να κρατηθούν κάποια προσχήματα, είχε ως αποτέλεσμα να γεμίσουν αρκετές θέσεις των περιφερειακών ΤΕΙ με υποψήφιους χαμηλότατων βαθμολογιών. Βέβαια, από αυτούς ένα μεγάλο ποσοστό δεν θα φοιτήσει καν και θα αρκεστεί στην απλή εγγραφή, είτε γιατί αυτή καθαυτή η σχολή που εισήχθησαν είναι απαξιωμένη στη συνείδησή τους, είτε γιατί δεν μπορούν να ανταπεξέλθουν οικονομικά εάν η σχολή είναι μακριά από τον τόπο κατοικίας, είτε γιατί δεν μπορούν να ανταποκριθούν στις γνωστικές απαιτήσεις της σχολής τους.
Σύμφωνα με τα αναλυτικά στοιχεία του υπουργείου Παιδείας, φέτος συμπλήρωσαν μηχανογραφικό 106.189 υποψήφιοι (πέρυσι 92.426), γεγονός που αποδίδεται στην κατάργηση της βάσης του 10. Παρολαυτά, έμειναν εκτός ΑΕΙ-ΤΕΙ και φέτος 21.821, ενώ οι κενές θέσεις ανέρχονται σε 4.108. Συνολικά εισήχθησαν σε Πανεπιστήμια, Ανώτατες Εκκλησιαστικές Ακαδημίες, ΤΕΙ, Στρατιωτικές και Αστυνομικές Σχολές, Ακαδημίες Πυροσβεστικής και Εμπορικού Ναυτικού 84.368 υποψήφιοι -ποσοστό επιτυχίας 79,45%- (πέρυσι 68.794). Από αυτούς οι 43.659 εισάγονται σε ΑΕΙ και οι 40.709 σε ΤΕΙ.