Σε πλήρη αναντιστοιχία με την οργή, το θυμό, την αγωνία για το αύριο, αλλά και τις λαϊκές αντιδράσεις, διεξήχθη η 80ή Γενική Συνέλευση της Διδασκαλικής Ομοσπονδίας. Σάπιοι ως το μεδούλι, οι αντιπρόσωποι των ΠΑΣΚ-ΔΑΚΕ, δε δίσταζαν, ακόμη και σήμερα, να δηλώνουν ότι αισθάνονται υπερήφανοι που ανήκουν σ’ αυτές. Κανέναν προβληματισμό, κανένα σκεπτικισμό, έστω, δεν επέδειξαν αυτοί οι αντιπρόσωποι για τη λαίλαπα που πλήττει την εργαζόμενη κοινωνία (διευθυντάδες πολλοί, ακόμη και αιρετοί και περιφερειακοί διευθυντές, αγκιστρωμένοι από την εξουσία). Το Μνημόνιο ήταν εξοβελισμένο (ούτε καν σαν όρος υπήρχε) από τις τοποθετήσεις τους. Μιλούσαν λες και επρόκειτο για μια συνηθισμένη εποχή σκληρής, έστω, λιτότητας.
Σε ανάλογο κλίμα ήταν και η συμπεφωνημένη ανάμεσα στις δυο παρατάξεις εξουσίας ημερήσια διάταξη, ενώ δεν πάρθηκε καμιά ουσιαστική απόφαση. Πώς θα μπορούσε, άλλωστε, να συμβεί αυτό, τη στιγμή που η συνδικαλιστική γραφειοκρατία έχει ταχθεί ψυχή τε και σώματι με την πλευρά του κεφαλαίου, έχει αποφασίσει να βάλει γερή πλάτη στην επιβολή της οικονομικής κατοχής, στον εξανδραποδισμό των εργαζόμενων, έχει γίνει κακοφορμισμένη πληγή και γάγγραινα για το κίνημα; Η μόνη έγνοια της ήταν η διατήρηση των προνομίων της, από τα οποία απέδειξε ότι είναι σφιχτά γαντζωμένη, δίνοντας σκληρή μάχη, με τερτίπια, παζάρια και «κωλοτούμπες» για τη διατήρησή τους, όταν μπήκε ως απαίτηση από πολλούς συλλόγους η μείωση της συνδικαλιστικής συνδρομής, που παρακρατείται ετσιθελικά από τους εκπαιδευτικούς. Σε αγαστή συνεργασία ΠΑΣΚ-ΔΑΚΕ, σε πολύ χαμηλούς τόνους στις μεταξύ τους αντιπαραθέσεις, έκτισαν διαδικασίες που στραγγάλιζαν κάθε πιθανότητα ουσιαστικής συζήτησης. Παρήλασαν απ’ το βήμα με χίλια δυο πρόσωπα και εναλλασσόμενους ρόλους (πρόεδροι, αιρετοί, μέλη ΔΣ, εκπρόσωποι παρατάξεων, απλοί αντιπρόσωποι), κατατρόγωντας το χρόνο της ΓΣ. Με όργανο το «διορισμένο» στην ουσία, από αυτές προεδρείο τους, τραμπούκισαν με συνεχείς διακοπές, παρεμβάσεις και απαγόρευση τοποθέτησης ενάντια σε κάθε εκπαιδευτικό-αντιπρόσωπο που ήταν εκτός των τειχών.
Πρέπει να σημειώσουμε ότι στο παιχνίδι αυτό δεν αντιστάθηκαν ουσιαστικά και οι παρατάξεις του ΠΑΜΕ και των Παρεμβάσεων, που βολεύονται από το status που επικρατεί στο μεταξύ τους μοίρασμα του χρόνου για τοποθετήσεις.
Το ΠΑΜΕ ακολούθησε τη γνώριμη τακτική της περιχαράκωσης των μελών του και ντοπαρίσματός τους με μια ανέξοδη αντικαπιταλιστική ρητορεία, που κατέληγε τελικά σε κάλεσμα για την ενίσχυση των δυνάμεών του. Λες και αν πάρει περισσότερες έδρες στο ΔΣ της Ομοσπονδίας, θα αλλάξει τίποτε, θα αλλάξει προσανατολισμό και ρόλο η συνδικαλιστική γραφειοκρατία.
Οι Παρεμβάσεις ανέπεμψαν ύμνους στο «κίνημα της πλατείας», το αναγόρευσαν σε ύψιστη μορφή αντιπαράθεσης με το Μνημόνιο και τους απολογητές του. Οι επαναστατικές τους κορώνες ενάντια στο Μνημόνιο μπλέκονταν συνεχώς με αυταπάτες διαχειριστικού τύπου (παύση πληρωμών, μη αναγνώριση του χρέους) και διατυπώνονταν αιτήματα (έξοδος από το ευρώ, την ΟΝΕ, την ΕΕ, κοινωνικοποίηση τραπεζών και παραγωγικών τομέων), χωρίς να γίνεται η παραμικρή αναφορά στο ζήτημα της εξουσίας, στην αναγκαιότητα της κοινωνικής επανάστασης, που θα τα επιβάλει.
Καθ’ όλη τη διάρκεια της ΓΣ, Παρεμβάσεις και ΠΑΜΕ, με τα λεγόμενά τους και με τη στάση τους, ούτε μια στιγμή δεν έβαλαν θέμα ρήξης με τη συνδικαλιστική γραφειοκρατία (ούτε καν σε επίπεδο ζύμωσης, ούτε καν ως διακήρυξη τακτικής, τι πρέπει δηλαδή να κάνει ένα ταξικό κίνημα), ως μια από τις βασικές προϋποθέσεις νίκης οποιουδήποτε μελλοντικού αγώνα. Απέδειξαν, παρά τις μεγαλοστομίες ενάντια στην κυβέρνηση και το σύστημα, ότι δεν τη θεωρούν μακρύ χέρι του συστήματος μέσα στο κίνημα, ότι δε θέλουν να κόψουν τους δεσμούς μαζί της, παίζοντας και αυτές στο παιχνίδι διαχείρισης των εκπαιδευτικών και των αγώνων τους.