Οι θιασώτες του «εκσυγχρονισμού», του «εξευρωπαϊσμού» και άλλων τέτοιων βροντερών όρων για το ξεπούλημα της παιδείας, ακόμα και φοιτητές που πέφτουν στην παγίδα των στατιστικών, πολλές φορές κάνουν αναφορές στις διάφορες παγκόσμιες κατατάξεις πανεπιστημίων που παρουσιάζονται κατά διαστήματα από διάφορους φορείς. Στις κατατάξεις αυτές τα ελληνικά πανεπιστήμια, ακόμα και τα «πρωτοκλασάτα» σαν το ΕΚΠΑ και το ΕΜΠ, βρίσκονται συνήθως στις θέσεις μετά το 200.
Αυτές οι αναφορές γίνονται στο πλαίσιο του αγώνα που δίνουν για να πείσουν ότι τα ελληνικά πανεπιστήμια είναι μαύ-ρα χάλια, ώστε να δημιουργήσουν την πεποίθηση στον ελληνικό λαό ότι χρειάζεται να γίνουν μεταρρυθμίσεις για ν’ ανέβει το επίπεδο τους. Οποιος όμως έχει σπουδάσει έστω και για λίγο στο εξωτερικό ξέρει πολύ καλά ότι από άποψη παροχής γνώσεων τα ελληνικά πανεπιστήμια είναι σε ανώτερο επίπεδο από σχεδόν όλα τα ευρωπαϊκά, οι απαιτήσεις τους είναι πιο ψηλές και οι απόφοιτοί τους έχουν περισσότερες γνώσεις από τους ευρωπαίους συναδέλφους τους.
Εδώ δε γράφουμε για να πούμε πόσο καλά ή πόσο χάλια είναι τα ελληνικά πανεπιστήμια, αλλά για να αποκαλύψουμε τους στόχους των «μεταρρυθμιστών». Ν’ αποκαλύψουμε γιατί τα ελληνικά ιδρύματα είναι τόσο χαμηλά στις λίστες. Ας δούμε λοιπόν ποιοι είναι οι παράγοντες που προσμετρούνται για να προκύψουν οι κατατάξεις.
Αρχικά να πούμε ότι υπάρχουν δύο δημοφιλείς μετρήσεις για την κατάταξη των πανεπιστημίων, που δημοσιεύονται κάθε χρόνο. Η μία είναι η ARWU (Academic Ranking of World Universities) και η άλλη είναι η QS World University Rankings. Η πρώτη εξάγει τ’ αποτελέσματα με κυρίως ακαδημαϊκά κριτήρια, ενώ η δεύτερη λαμβάνει υπόψη και άλλους παράγοντες, όπως το πλήθος το σπουδαστών και οι επαγγελματικές προοπτικές.
Είναι πολύ πιθανό κάποιος να αναρωτηθεί, πώς μπορεί να βγει μία κατάταξη για τα πανεπιστήμια, που να λαμβάνει υπόψη της δεδομένα από έναν πολύ μεγάλο αριθμό ιδρυμάτων όλου του κόσμου, όπου υπάρχουν εντελώς διαφορετικά καθεστώτα λειτουργίας των πανεπιστημίων, και να μην πέφτει σε σφάλματα. Η απάντηση είναι ότι δεν μπορεί. Αρκεί να σας αναφέρουμε κάποιες γκάφες για να δείτε την ποιότητα των αποτελεσμάτων. Μεταξύ του 2006 και του 2007, το Washington University στο Σεντ Λούις από τη θέση 48 βρέθηκε στη θέση 161, επειδή οι υπεύθυνοι της έρευνας QS το μπέρδεψαν με το University of Washington στο Σιάτλ. Παρόμοια γκάφα έκαναν και με το πανεπιστήμιο της Ν. Καρολίνας, ενώ οι ιθύνοντες της άλλης έρευνας, της ARWU, μετά την έντονη κριτική που δέχτηκαν αναγκάστηκαν να παραδε- χτούν ότι τα αποτελέσματά τους είναι σχετικά και πολλές φορές πέφτουν σε αντιφάσεις.
Ας δούμε τώρα γιατί τα αποτελέσματα είναι (πάρα πολύ) σχετικά.
ARWU
Για τη σειρά κατάταξης υπολογίζονται τα εξής:
1) Ποιότητα της εκπαίδευσης (απόφοιτοι): Πόσοι απόφοιτοι του ιδρύματος κέρδισαν βραβεία Νόμπελ ή μετάλλια στο πεδίο τους (βαρύτητα 10%).
2) Ποιότητα του προσωπικού (καθηγητές και ερευνητές): Πόσοι από το προσωπικό κέρδισαν Νόμπελ και μετάλλια, αναφορές που έγιναν στους ερευνητές του ιδρύματος (βαρύτητα 20% το καθένα = 40%).
3) Παραγωγή έρευνας: Εργασίες που δημοσιεύτηκαν στα περιοδικά Nature και Science (οι ανθρωπιστικές κατευθύνσεις δεν λαμβάνονται υπόψη) – Εργασίες που μπαίνουν στα ευρετήρια των Science Citation Index-Εxpanded και Social Science Citation Index (βαρύτητα 20+20 = 40%).
4) Η κατά κεφαλή ακαδημαϊκή επίδοση του ιδρυμάτων: Το άθροισμα των παραπάνω παραγόντων (1, 2, 3) διαιρεμένο με το πλήθος των ακαδημαϊκών της χώρας (βαρύτητα 10%).
QS World University Rankings
Για τη σειρά κατάταξης υπολογίζονται τα εξής:
1) Η γνώμη των ακαδημαϊκών. Μέσα από λίστες e-mail, το QS κάνει μία δημοσκόπηση που απευθύνεται σε δραστήριους (;) ακαδημαϊκούς (σε 15.050 το 2010) ρωτώντας τους ποια πανεπιστήμια θεωρούν κορυφαία στον τομέα που γνωρίζουν. Αυτή η παράμετρος έχει βαρύτητα… 40%!
2) Η γνώμη των… εργοδοτών! Ναι, το QS ζητάει τη γνώμη και των καπιταλιστών (5.007 το 2010) για να πουν ποιο πανεπιστήμιο βγάζει αποφοίτους όπως τους θέλουν. Και δεν τους θέλουν μόνο να ξέρουν καλά τη δουλειά, τους θέλουν και έτοιμους να λένε «ό,τι πεις αφεντικό»… Η γνώμη του επιχειρηματικού κόσμου έχει βαρύτητα 10%.
3) Φοιτητές και Ιδρυμα. Αυτή η παράμετρος ορίζεται από στοιχεία για τους φοιτητές (αριθμός, επιδόσεις) και για το ίδρυμα (προγράμματα, δραστηριότητα). Βαρύτητα 20%.
4) Ερευνα. Παραπομπές που έγιναν προς την έρευνα του ιδρύματος και δραστηριότητα του ιδρύματος στα ερευνητικά προγράμματα (βαρύτητα 20%).
5) Διεθνοποίηση των σπουδών. Ποσοστό φοιτητών και ακαδημαϊκού προσωπικού που είναι ξένοι (βαρύτητα 10%).
Μία ανάγνωση των παραμέτρων αρκεί για να καταλάβει κανείς ότι οι δημοσκοπήσεις πριν τις εκλογές αποτελούν τέρας εγκυρότητας μπροστά στα αποτελέσματα της αξιολόγησης των πανεπιστημίων. Οταν στην πρώτη κατάταξη το κομβικό στοιχείο για τον καθορισμό των αποτελεσμάτων είναι τα βραβεία και στη δεύτερη το πόσοι σχετικά γνωστοί καθηγητές και εργοδότες ψήφισαν το κάθε ίδρυμα στα καλύτερα, αυτό που φαίνεται να μετράει πιο πολύ είναι το πόσο «δικτυωμένο» είναι το κάθε πανεπιστήμιο και όχι η ποιότητα των παρεχόμενων σπουδών. Γι’ αυτό και δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι και οι δύο κατατάξεις έχουν δεχθεί σκληρή κριτική.
Για να γίνουν, λοιπόν, τα ελληνικά πανεπιστήμια «ανταγωνιστικά», θα πρέπει να βελτιωθούν στις παραμέτρους της αξιολόγησης. Δηλαδή, να στέλνουν τους απόφοιτους σε διεθνείς διαγωνισμούς, οι καθηγητές τους να είναι καταξιωμένοι με βραβεία, να γίνουν δημοφιλή στους καθηγητές παγκοσμίως, δηλαδή να τους προσελκύουν για δουλειά με παχυλούς μισθούς, να ικανοποι-ούν τα αιτήματα των καπιταλιστών, να έχουν «καλούς» φοιτητές (με τον τρόπο που εννοεί ο καπιταλισμός το «καλός»), να έχουν μεγάλη παραγωγή «αποδοτικής» έρευνας (δηλαδή έρευνας κατά παραγγελίαν καπιταλιστικών επιχειρήσεων) και να δημιουργήσουν παραρτήματα σε άλλες χώρες. Τώρα, αν είναι δημόσια και δεν τους παρέχει χρηματοδότηση η κυβέρνηση, δε μας νοιάζει, ας γίνουν ιδιωτικά, ακόμα καλύτερα, γιατί θα έχουν και λιγότερες αναστολές στη σύνδεσή τους με τον καπιταλιστικό περίγυρο!
Θα είμαστε αφελείς, βέβαια, αν υποστηρίζαμε ότι τα πανεπιστήμια που βρίσκονται ψηλά στην κατάταξη είναι εκεί μόνο επειδή είναι δημοφιλή και έχουν τις κατάλληλες γνωριμίες… Σαφώς και παρέχουν σπουδές υψηλής ποιότητας. Αλλά τι κόστος έχουν αυτές οι σπουδές; Σε ποιους απευθύνονται; Σε παιδιά από τα φτωχολαϊκά στρώματα ή μόνο σε μια ελίτ από τους κόλπους της αστικής τάξης;
Το κόστος είναι απαγορευτικό. Οταν ένα ίδρυμα ζητά χιλιάδες ευρώ για ένα μόνο μάθημα το χρόνο, σίγουρα θα έχει από πολύ κοντά τους σπουδαστές του, θα προσλάβει τους καλύτερους καθηγητές, θα δώσει μάχη ώστε οι απόφοιτοί του ν’ αναδειχθούν σε διαγωνισμούς, θα προσελκύσει παιδιά πλούσιων οικογενειών απ’ όλο τον κόσμο και ο καθένας που θα πάρει πτυχίο θα έχει ήδη δουλειά σε κάποια πολυεθνική (αν ο μπαμπάς του ή η μαμά του δεν είναι μεγαλομέτοχος ή golden boy αυτής της πολυεθνικής).
Αυτό που πρέπει να γίνει αντιληπτό είναι ότι κάθε μορφή εξωτερικής αξιολόγησης γίνεται με στοιχεία εντελώς γενικά, που δεν αντικατοπτρίζουν την πραγματική ποιότητα των σπουδών των πανεπιστημίων, αλλά αντικατοπτρίζουν, λιγότερο ή περισσότερο, τις απαιτήσεις που έχει ο επιχειρηματικός κόσμος, η «ελεύθερη αγορά», από την τριτοβάθμια εκπαίδευση. Η κύρια απαίτηση είναι η παραγωγή στελεχών με γνώσεις, μαθημένων να υπακούν, προερχόμενων από πανεπιστήμια που βάζουν από νωρίς τους σπουδαστές τους στον ατομικό δρόμο της καριέρας και του συμβιβασμού.
Προ καιρού, δημοσιεύτηκε στην «Κ»* μια αποκαλυπτική έρευνα για την τριτοβάθμια εκπαίδευση στις ΗΠΑ, ένα σύστημα το οποίο, σύμφωνα με τις αποφάσεις της Ευρωπαϊκής Ενωσης, αποτελεί «πρότυπο», ενώ από τις εξαγγελίες της κυβέρνησης και τη φιλολογία των ΜΜΕ φαίνεται πως πρότυπο αποτελεί και για την Ελλάδα (η ξενοδουλεία και ειδικά η αμερικανοδουλεία αποτελεί εδώ και δεκαετίες, από την εποχή του Πιουριφόι και του «στρατηγέ, ιδού ο στρατός σας», ίδιον των πολιτικών και ιδεολογικών «αρχόντων» της Ψωροκώσταινας).
Αν δεν υπάρξει αντίσταση, η αμερικανοποίηση της ελληνικής τριτοβάθμιας εκπαίδευσης δε θα αργήσει καθόλου.
Θ.Χ.
Ως πηγές χρησιμοποιήθηκαν οι ιστοσελίδες της ARWU και της QS καθώς και το https://rankingwatch.blogspot.com/
* Η σκληρή «ανταγωνιστικότητα» των αμερικάνικων πανεπιστημίων, «Κόντρα», αρ. φύλλου 615, 9.10.10 (https://www.eksegersi.gr/article.php?article_id=6294&cat_id=20&pos=2&issue_id=197)