Από το Γενάρη του 2010 που το προσχέδιο του νέου θεσμικού πλαισίου για τη δημιουργία «Εθνικού Δικτύου Διά Βίου Μάθησης» δόθηκε στους «κοινωνικούς εταίρους», μέχρι και λίγες ημέρες πριν, που η «Σύνοψη επί Κειμένου Εργασίας» που αφορά στο νομοσχέδιο για την «ανάπτυξη της Διά Βίου Μάθησης» παρουσιάστηκε από την Διαμαντοπούλου στο υπουργικό συμβού-λιο, το υπουργείο Παιδείας μας βομβαρδίζει με εκθέσεις ιδεών, αποκρύπτοντας το πραγματικό περιεχόμενο του νομοσχέδιου που ετοιμάζει. Και αυτό το κάνει σκόπιμα, αποσκοπώντας στα ευμενή σχόλια των παπαγαλακίων του αστικού Τύπου και στην αποτροπή αντιδράσεων από πλευράς Πανεπιστημίων και ΤΕΙ, που μπαίνουν στο ίδιο τσουβάλι με τα «μαγαζιά» κάθε εμπόρου παροχής «εκπαιδευτικών υπηρεσιών».
Ενα χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτής της τακτικής είναι το πώς π.χ. θα επιτευχθεί η περίφημη «λειτουργική διασύνδεση εκπαίδευσης και κατάρτισης (τυπικής, μη τυπικής και άτυπης)», που επαγγέλλεται η «Σύνοψη επί κειμένου Εργασίας» και τί ρόλο θα παίξει το θεσμοθετούμενο με το εν λόγω νομοσχέδιο Εθνικό Πλαίσιο Προσόντων σε αυτή. Πώς δηλαδή ένας κάτοχος πτυχίου «μεταλυκειακής εκπαίδευσης», διάφορων «βεβαιώσεων», πιστοποιητικών, ακόμη και εμπειρίας θα μπορεί να μεταπηδά σε δομές τυπικής τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, ανεβαίνοντας αντίστοιχα επίπεδα στο Εθνικό Πλαίσιο Προσόντων; (λέμε τώρα, γιατί όλα αυτά είναι πολύ θεωρητικά -χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν είναι και πολύ επικίνδυνα για το μέλλον των πανεπιστημιακών σπουδών στη χώρα μας-, αφού στην πράξη οι διάφορες δομές κατάρτισης καμιά αξία δεν είχαν για την εύρεση εργασίας και στηρίζονταν από τις κυβερνήσεις για την απόκρυψη των υψηλών ποσοστών ανεργίας, ενώ και στο καπιταλιστικό εργοστάσιο και στους χώρους δουλειάς οι ειδικότητες έχουν ουσιαστικά καταργηθεί και οι εργαζόμενοι γίνονται «μπαλαντέρ» στα διάφορα πόστα, ώστε να μην χάνεται ούτε λεπτό και να ξεζουμίζονται στο έπακρον από τον καπιταλιστή, του οποίου το διευθυντικό δικαίωμα, ειδικά στις μέρες μας, έχει απογειωθεί).
Το υπουργείο σκόπιμα αφήνει το κείμενο ασαφές ως προς τη «λειτουργική διασύνδεση», όμως υπάρχουν δεσμεύσεις έναντι των ευρωπαίων εταίρων, που έχουν άμεσο δραματικό αντίκτυπο στα Πανεπιστήμια. Οι δεσμεύσεις αφορούν, υποτίθεται, στη «διαφάνεια των πτυχίων» και πήραν σάρκα και οστά με τις γνωστές συμφωνίες της Μπολόνια, του Βερολίνου, του Μπέργκεν, κ.λπ. Αυτές οι δεσμεύσεις επιτάσσουν: α)το σπάσιμο των πανεπιστημιακών σπουδών σε κύκλους (εκ των οποίων ο πρώτος, ο προπτυχιακός, ορίζεται να είναι τριετής) β)τον καθορισμό τους με βάση τις πιστωτικές μονάδες (που συλλέγονται μέσα από ατομικές διαδρομές) και όχι την ενότητα της επιστήμης γ) οι πιστωτικές μονάδες να μπορούν να συλλέγονται και από συστήματα εκπαίδευσης εκτός του πλαισίου της ανώτατης εκπαίδευσης, συμπεριλαμβανομένων και των συστημάτων διά βίου εκπαίδευσης δ)τη θέσπιση ενός γενικού πλαισίου για τα αντίστοιχα προσόντα, που να περιλαμβάνει περιγραφικούς δείκτες, βασιζόμενους στα «μαθησιακά αποτελέσματα για τους τρεις κύκλους της ανώτατης εκπαίδευσης και εισάγει όρια πιστωτικών (ακαδημαϊκών) μονάδων για τον πρώτο και δεύτερο κύκλο».
Ενα άλλο επικίνδυνο σημείο, που δεν ξεκαθαρίζεται στη «Σύνοψη επί κειμένου Εργασίας» είναι η θέσπιση «ατομικών εκπαιδευτικών λογαριασμών» από τους οποίους «ο εργαζόμενος μπορεί να αποσύρει χρήματα για την κάλυψη των εκπαιδευτικών του αναγκών. Στους λογαριασμούς αυτούς μπορούν να καταθέτουν χρήματα αναλογικά οι εργοδότες (με φοροαπαλλαγές), το κράτος, οι ίδιοι οι εργαζόμενοι αλλά και άλλοι φορείς». Το περί κατάθεσης χρημάτων -έστω και με φοροαπαλλαγές- από τους καπιταλιστές για την βελτίωση της εκπαίδευσης των μισθωτών σκλάβων τους, είναι δύσκολο να το πιστέψουμε, ειδικά σήμερα που μας έχουν πάρει και τα «σώβρακα» και τα πτυχία δεν υπολογίζονται ούτε μια δεκάρα τσακιστή για το ύψος των αμοιβών και για την κατοχύρωση εργασιακών δικαιωμάτων. Το παραπάνω σημείο μοιάζει περισσότερο με μια φάμπρικα αφαίμαξης χρημάτων από τους ίδιους τους εργαζόμενους, που θα πασχίζουν να επιβιώσουν στη ζούγκλα της αγοράς εργασίας. Ειδικά οι νέοι, που τώρα προσπαθούν να μπουν στη δουλειά και δεν έχουν πρότερη εμπειρία της μπίζνας των μηχανισμών κατάρτισης (αρχικής και συνεχιζόμενης), είναι πιθανόν να «τσιμπήσουν» και να σπεύδουν να αγοράσουν από την τσέπη τους τις υπηρεσίες τους.
Κατά τα άλλα στο κείμενο του υπουργείου Παιδείας λέγονται διάφορα βερμπαλιστικά («γηράσκω αεί διδασκόμενος»), που γρήγορα γίνονται σκόνη με τις αναφορές ότι «η διά βίου μάθηση υποστηρίζει την αναπτυξιακή πορεία της χώρας», ότι «στοχεύει στην καλλιέργεια κοινωνικών συμπεριφορών συμβατών με τις νέες συνθήκες» και ότι «στόχος είναι η σύνδεση με την απασχόληση». Κοντολογίς, το υπουργείο διαλύει το μύθο ότι η Διά Βίου Μάθηση εξυπηρετεί το δικαίωμα του κάθε ανθρώπου να μορφώνεται διαρκώς, να κατακτά τα επιτεύ-γματα της επιστήμης , του πολιτισμού, των κοινωνικών επιστημών. Ομολογεί ότι έχει να κάνει με την αμορφωσιά, με τη διαιώνιση της δημιουργίας μισομορφωμένων-μισοειδικευμένων ανθρώπων μιας χρήσης, οι οποίοι έχουν αποδεχτεί ότι δεν θα έχουν εξασφαλισμένη εργασία και εργασιακά δικαιώματα και ότι για να επιβιώσουν πρέπει να αλλάζουν συνεχώς επάγγελμα, με τα μεσοδιαστήματα που πετάγονται στην ανεργία να γίνονται όλο και μεγαλύτερα. Στο πλαίσιο αυτό αναβαθμίζει τη συμμετοχή των «κοινωνικών εταίρων» (ΣΕΒ, ΓΣΕΒΕΕ, ΕΣΕΕ) σε όλες τις φάσεις σχεδιασμού, εφαρμογής και αξιολόγησης των δραστηριοτήτων της διά βίου μάθησης.
Το υπό κατάρτιση νομοσχέδιο αναφέρει ότι «η διά βίου μάθηση συμπεριλαμβάνει την Προσχολική Αγωγή, την Πρωτοβάθμια και Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση, την Επαγγελματική Εκπαίδευση, την Ανώτατη Εκπαίδευση, την Αρχική και Συνεχιζόμενη Επαγγελματική Κατάρτιση, τη Γενική Εκπαίδευση Ενηλίκων, καθώς και όλες τις μορφές άτυπης μάθησης εκτός εκπαιδευτικών ιδρυμάτων». Στο ίδιο τσουβάλι, λοιπόν, μπαίνουν και αλέθονται οι τίτλοι των εκπαιδευτικών βαθμίδων, τα πτυχία των πανεπιστημίων και τα «πτυχία» από κάθε είδους μαγαζιά που δραστηριοποιούνται στον τομέα της «μεταδευτεροβάθμιας εκπαίδευσης», καθώς και τα παντός είδους πιστοποιητικά και βεβαιώσεις που αποχτιούνται από τη φάμπρικα των γνωστών «σεμιναρίων», «επιμορφώσεων» και τα ρέστα, για να επιβεβαιωθεί η επικρατούσα τάση να μετρά το «μαθησιακό αποτέλεσμα» και όχι η γνώση που βρίσκεται πίσω από ένα πτυχίο. Ο αχταρμάς που δημιουργείται από το σκόπιμο ανακάτεμα της Παιδείας με την κατάρτιση μεγαλώνει τις γκρίζες ζώνες γύρω απ’ ό,τι αποκαλείται Παιδεία και μόρφωση, κάνει τα όριά τους δυσδιάκριτα και δημιουργεί ευνοϊκές συνθήκες για την άλωση της δημόσιας δωρεάν εκπαίδευσης και των πανεπιστημιακών σπουδών, ενώ στοχεύει και στο να αποφορτίσει την πίεση που ασκεί η ελληνική εργαζόμενη κοινωνία για πανεπιστημιακή μόρφωση. Η πάσης φύσεως εκπαιδευτική αγορά νομιμοποιείται και αναβαθμίζεται μπαίνοντας κάτω από την σκέπη του υπουργείου Παιδείας.
Ωστόσο αναφέρεται ότι το νομοσχέδιο «ρυθμίζει κυρίως το χώρο που βρίσκεται έξω από τα όρια του τυπικού εκπαιδευτικού συστήματος, ιδιαίτερα τη μεταδευτεροβάθμια εκπαίδευση». Βέβαια, γιατί εκεί είναι η πρεμούρα, να αναβαθμι- στούν όλοι οι έμποροι της γνώσης, μέσω της «πιστοποίησης». Θεσμοθετείται επίσης και το Εθνικό Πλαίσιο Προσόντων, που θα είναι ένα «πλαίσιο προσόντων (διπλώματα, τίτλοι, πιστοποιητικά) με τη μορφή μαθησιακών αποτελεσμάτων», του οποίου τη δημιουργία και υλοποίηση, το νομοσχέδιο αναθέτει στον Οργανισμό Πιστοποίησης Προσόντων. Ετσι δεν μαθαίνουμε πού θα καταταγούν π.χ. τα Κέντρα Μεταλυκειακής Εκπαίδευσης, δηλαδή τα κολέγια. Ανεξάρτητα από το μελάνι της σουπιάς που προσπαθεί να ρίξει το υπουργείο, κατατάσσοντας τα κολέγια σε επίπεδο κατώτερο των πανεπιστημίων, γεγονός είναι ότι αυτά που συνεργάζονται με πανεπιστήμια του εξωτερικού δίνουν «πτυχία», που χορηγούνται με την ευθύνη και τη σφραγίδα των ευρωπαϊκών πανεπιστημίων και συνεπώς η ψωροκώσταινα είναι υποχρεωμένη να τα αναγνωρίσει στην ουσία ως πανεπιστημιακά ιδρύματα, αφού έτσι διατάσσει η ευρωπαϊκή Οδηγία, που μόλις πρόσφατα ενσωματώθηκε στο εθνικό δίκαιο με το ΠΔ.
Το υπουργείο Παιδείας επιχειρεί επίσης, στο πνεύμα του «Καλλικράτη», να εμφανίσει ότι επιχειρείται μια αποκέντρωση των προγραμμάτων διά βίου μάθησης, τα οποία θα καταρτίζονται από τις Περιφερειακές Αυτοδιοικήσεις και από τους Δήμους «με την ευρύτερη συμμετοχή των τοπικών παραγωγικών δυνάμεων (Επιμελητήρια, Συνεταιρισμοί, Επαγγελματικές Ενώσεις κ.λπ.) (για να μην ξεχνιόμαστε ως προς το στόχο της διά βίου αμορφωσιάς) ώστε να συνδέονται «με τις πραγματικές τοπικές αναπτυξιακές ανάγκες».
Αντιπαρερχόμαστε τα περί «τοπικών αναπτυξιακών αναγκών» ως ανάξια σχολιασμού, τη στιγμή που όλη η Ελλάδα έχει από καιρό οδηγηθεί στο μηδέν της βιομηχανικής και αγροτικής παραγωγής και ολόκληρες περιοχές έχουν μετατραπεί σε δεξαμενές ανέργων, για να μη μιλήσουμε για την υποδουλωτική ποδηγέτηση της τρόικας ΔΝΤ-ΕΕ-ΕΚΤ. Σημειώνουμε μόνο ότι όλα αυτά είναι γενικά φούμαρα, από τη στιγμή που το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων έχει συρρικνωθεί και δεν «υπάρχει σάλιο». Οσο για τις υπεροπτικές φανφάρες του υπουργείου Παιδείας για τον επιτελικό του ρόλο στην υπόθεση, θυμίζουμε μόνο ότι τα μισά κονδύλια της κατάρτισης (αρχικής και συνεχιζόμενης) τα έχει πάρει το υπουργείο Εργασίας.