Κοινή συνέντευξη τύπου έδωσαν ο Αλογοσκούφης με το Στυλιανίδη, για να παρουσιάσουν με πολλές τυμπανοκρουσίες, τις νέες δράσεις της Ψηφιακής Στρατηγικής για την Παιδεία.
Αφού ευλόγησαν τα γένια τους, εκθειάζοντας τα προγράμματα «Πανελλήνιο Σχολικό Δίκτυο» (για μαθητές πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης) και «Εθνικό Δίκτυο Ερευνας και Τεχνολογίας» για τα ακαδημαϊκά ιδρύματα, που ήδη εφαρμόζονται, πέρασαν στην περιγραφή των νέων δράσεων, οι οποίες, όπως τόνισαν, στηρίζουν την αριστεία.
Οι δράσεις αυτές, είναι οι εξής:
1)«Δες την ψηφιακά», που απευθύνεται στο 20% των επιτυχόντων με τη μεγαλύτερη βαθμολογία σε κάθε Τμήμα ή Σχολή Ανώτατης Εκπαίδευσης, τα έτη 2007 και 2006, αφορά στην επιχορήγηση κάθε τέτοιου δικαιούχου φοιτητή με το 80% της αξίας φορητού υπολογιστή και η μέγιστη επιδότηση φθάνει τα 500 ευρώ. Ο προϋπολογισμός μπορεί να φθάσει τα 12,5 εκατ. ευρώ.
2) «Ο φορητός μαθητικός υπολογιστής», που θα έχει πιλοτική εφαρμογή σε ορισμένο αριθμό σχολείων της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης. Καταρχήν θα υπάρξει υποστήριξη με εκπαιδευτικό λογισμικό για τα Μαθηματικά, τη Γεωγραφία, τη Φυσική, την Πληροφορική και την Ιστορία και θα αφορά τους μαθητές της Ε΄ Δημοτικού ως και της Β΄ Γυμνασίου.
3) «Ξεμπλόγκαρε». Η δράση αυτή είναι διαγωνισμός που απευθύνεται σε μαθητές Δημοτικού-Γυμνασίου-Λυκείου και στόχο έχει να παρακινήσει τους μαθητές να δημιουργήσουν τα δικά τους ιστολόγια, τα λεγόμενα blogs.
Στη συνέντευξη περίσσεψαν οι μεγαλοστομίες και τα ψέματα.
Παρουσιάστηκε η εικόνα ενός ιδανικού σχολείου, που χρησιμοποιεί τη σύγχρονη τεχνολογία για να ανοίξει τους ορίζοντες των νέων παιδιών, να τονώσει τη δημιουργικότητά τους και να τα κάνει κοινωνούς της γνώσης.
Μέχρι και την ικανότητα της τηλε-εκπαίδευσης να δημιουργεί ισότητα ευκαιριών, κυρίως στις απομονωμένες περιοχές, επιστράτευσαν οι δυο υπουργοί.
Ας αφήσουμε κατά μέρος το διαδικαστικό μέρος –το γεγονός δηλαδή ότι α)τα σχολεία διαθέτουν ελάχιστους υπολογιστές σε σχέση με τον αριθμό των μαθητών, β)το μάθημα της Πληροφορικής διδάσκεται κυρίως από ωρομίσθιους εκπαιδευτικούς, στην επέκταση του ωραρίου κατά κανόνα, όσον αφορά στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση και όχι στον βασικό κορμό του προγράμματος, που παρακολουθείται από το σύνολο των μαθητών, γ) οι εκπαιδευτικοί «επιμορφώθηκαν» σε ταχύρυθμα σεμινάρια, που δεν τους άφησαν παρά ελάχιστα και είχαν ως σκοπό κυρίως την απορρόφηση των σχετικών κονδυλίων- και ας περάσουμε στην ουσία.
Η κατεύθυνση σε όλα τα ανεπτυγμένα καπιταλιστικά κράτη είναι η εξάλειψη όλων των υπολειμμάτων που συνιστούσαν τις λεγόμενες «ανθρωπιστικές σπουδές» και η πλήρης υποταγή της εκπαίδευσης στις σύγχρονες ανάγκες της αγοράς.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι οι συμφωνίες που υπογράφονται (Λισσαβόνα, Μπολόνια κ.λπ.) και αποτελούν ευαγγέλιο για τις αστικές κυβερνήσεις. Το κεφάλαιο αξιοποιώντας την επιστημονική και τεχνική πρόοδο, σπάει και απλοποιεί τις ταξικές σχέσεις και βάζει στη θέση μιας σειράς παλιών στελεχών απλούς μισθωτούς σκλάβους. Με την έκρηξη της πληροφορικής και της τεχνολογίας, οι σύγχρονες μηχανές περικλείουν μεγάλο κομμάτι λειτουργιών της πνευματικής εργασίας. Η γνώση φεύγει από τον άνθρωπο και περνάει στο μηχάνημα δηλαδή στην τάξη που το κατέχει, τον κεφαλαιοκράτη και μια στενή μερίδα στελεχών της παραγωγής. Η μεγάλη μάζα των εργαζομένων σακατεύεται, μερικοποιείται όλο και περισσότερο. Ο εργάτης πρέπει να καταπνίξει έναν ολόκληρο κόσμο από παραγωγικές κλίσεις και χαρίσματα, να μετατραπεί σε απλό εξάρτημα της μηχανής. Το σχολείο ως προθάλαμος της παραγωγής, αναλαμβάνει να παίξει αυτό το ρόλο, της καλλιέργειας δηλαδή μόνο των απαραίτητων δεξιοτήτων που έχει ανάγκη η σύγχρονη παραγωγή και παράλληλα της ιδεολογικής χειραγώγησης. Ούτε λόγος να γίνεται για ολόπλευρη μόρφωση και ανάπτυξη της προσωπικότητας, για δυνατότητες να ζήσει ο νέος και να χαρεί τον υλικό και πνευματικό πολιτισμό. Η εκπαίδευση γίνεται ρηχή, κωδικοποιημένη σε πληροφορίες, ευέλικτη, προσαρμοσμένη στις εκάστοτε ανάγκες της αγοράς, πλαισιωμένη από συνεχείς αξιολογικές κρίσεις, που λειτουργούν απωθητικά, απορριπτικά και τρομοκρατικά για τους μαθητές και προφανώς φθηνή. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι τα νέα αναλυτικά προγράμματα και βιβλία και οι «καινοτομίες» τύπου «ευέλικτης ζώνης», που δεν αφήνουν περιθώρια ανάπτυξης σκέψης και συναισθηματικής νοημοσύνης και υποβιβάζουν την «έρευνα» σα στοιχείο της εκπαιδευτικής διαδικασίας και τη μαθητική συλλογικότητα σε ανούσιες παρουσιάσεις για το φαίνεσθαι, με τις πλάτες «χορηγών» και βεβαίως των γονιών.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι οι συμφωνίες που υπογράφονται (Λισσαβόνα, Μπολόνια κ.λπ.) και αποτελούν ευαγγέλιο για τις αστικές κυβερνήσεις. Το κεφάλαιο αξιοποιώντας την επιστημονική και τεχνική πρόοδο, σπάει και απλοποιεί τις ταξικές σχέσεις και βάζει στη θέση μιας σειράς παλιών στελεχών απλούς μισθωτούς σκλάβους. Με την έκρηξη της πληροφορικής και της τεχνολογίας, οι σύγχρονες μηχανές περικλείουν μεγάλο κομμάτι λειτουργιών της πνευματικής εργασίας. Η γνώση φεύγει από τον άνθρωπο και περνάει στο μηχάνημα δηλαδή στην τάξη που το κατέχει, τον κεφαλαιοκράτη και μια στενή μερίδα στελεχών της παραγωγής. Η μεγάλη μάζα των εργαζομένων σακατεύεται, μερικοποιείται όλο και περισσότερο. Ο εργάτης πρέπει να καταπνίξει έναν ολόκληρο κόσμο από παραγωγικές κλίσεις και χαρίσματα, να μετατραπεί σε απλό εξάρτημα της μηχανής. Το σχολείο ως προθάλαμος της παραγωγής, αναλαμβάνει να παίξει αυτό το ρόλο, της καλλιέργειας δηλαδή μόνο των απαραίτητων δεξιοτήτων που έχει ανάγκη η σύγχρονη παραγωγή και παράλληλα της ιδεολογικής χειραγώγησης. Ούτε λόγος να γίνεται για ολόπλευρη μόρφωση και ανάπτυξη της προσωπικότητας, για δυνατότητες να ζήσει ο νέος και να χαρεί τον υλικό και πνευματικό πολιτισμό. Η εκπαίδευση γίνεται ρηχή, κωδικοποιημένη σε πληροφορίες, ευέλικτη, προσαρμοσμένη στις εκάστοτε ανάγκες της αγοράς, πλαισιωμένη από συνεχείς αξιολογικές κρίσεις, που λειτουργούν απωθητικά, απορριπτικά και τρομοκρατικά για τους μαθητές και προφανώς φθηνή. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι τα νέα αναλυτικά προγράμματα και βιβλία και οι «καινοτομίες» τύπου «ευέλικτης ζώνης», που δεν αφήνουν περιθώρια ανάπτυξης σκέψης και συναισθηματικής νοημοσύνης και υποβιβάζουν την «έρευνα» σα στοιχείο της εκπαιδευτικής διαδικασίας και τη μαθητική συλλογικότητα σε ανούσιες παρουσιάσεις για το φαίνεσθαι, με τις πλάτες «χορηγών» και βεβαίως των γονιών.
Το περιβάλλον του σχολείου περιστοιχίζεται από μια γενικευμένη υποκουλτούρα, που κρατά δέσμιο τον νέο, τον εργαζόμενο και δεν του αφήνει περιθώρια ανάπτυξης της προσωπικότητάς του.
Η είσοδος των Η/Υ στην εκπαίδευση δε μπορούσε να ξεφύγει από αυτό το γενικό πλαίσιο. Η γνώση υπάρχει και πάλι μόνο στο μηχάνημα και σ’ αυτούς που παράγουν και ελέγχουν το software, δηλαδή τις μεγάλες καπιταλιστικές επιχειρήσεις ανάλογης τεχνολογίας, που κάνουν αναβαθμίσεις σε τρόπο ώστε να μεγιστοποιούν τα κέρδη τους και φράζουν το δρόμο σε κάθε πραγματική καινοτομία. Χαρακτηριστική είναι η αποικιοκρατική συμφωνία της κυβέρνησης με τη Microsoft.
Εκπαιδευτικοί και μαθητές μαθαίνουν απλά τον χειρισμό των Η/Υ και τώρα μετατρέπονται σε παπαγάλους του λογισμικού της Microsoft για να είναι μια ζωή πελάτες του Μπιλ Γκέιτς.
Εκπαιδευτικοί και μαθητές μαθαίνουν απλά τον χειρισμό των Η/Υ και τώρα μετατρέπονται σε παπαγάλους του λογισμικού της Microsoft για να είναι μια ζωή πελάτες του Μπιλ Γκέιτς.
Η αποθέωση των Η/Υ, ως το απαύγασμα της «μοντέρνας» εκπαίδευσης, φανερώνει ότι αυτοί που τη διαλαλούν βλέπουν τον υπολογιστή όχι σαν ένα απλό βοηθητικό εργαλείο στην εκπαιδευτική διαδικασία, αλλά σαν υποκατάστατο του δάσκαλου και του βιβλίου. Αν υποθέσουμε ότι η χρήση του γενικεύεται στο σχολείο, αυτό θα ήταν μια φθηνή λύση, που θα απάλλασσε το κράτος από την υποχρέωση διορισμών εκπαιδευτικών και από την έκδοση κάθε φορά νέων βιβλίων. Ο Στυλιανίδης υπήρξε πολύ αποκαλυπτικός, όταν ισχυριζόταν ότι ο υπολογιστής μπορεί να αντικαταστήσει έναν εκπαιδευτικό στην απομεμακρυσμένη επαρχία, δίνοντας τη δυνατότητα στο μαθητή να παρακολουθήσει το μάθημα που γίνεται στο αστικό κέντρο. Τα περί ισότητας στις ευκαιρίες, στην ξεχασμένη επαρχία, το θεωρούμε απλά γελοιωδέστατο.
Ομως η σχέση δάσκαλου- μαθητή που αναπτύσσεται μέσα από συγκρούσεις, αμφισβητήσεις, αλλά και καλές στιγμές , όπου έστω και για λίγο, έστω και στιγμιαία μπορεί να επιτευχθεί πραγματική μέθεξη, είναι αναντικατάστατη για την οικοδόμηση της όποιας γνώσης και την καλλιέργεια της προσωπικότητας. Η άψυχη, άχρωμη τοποθέτηση του μαθητή απέναντι σε μια ψυχρή οθόνη διαλύει και τη συλλογικότητα της τάξης και στερεί το παιδί από χαρές, φιλίες, εμπειρίες καλές και κακές, που προσφέρουν μόνο οι διαπροσωπικές σχέσεις. Η διαλεκτική σχέση μαθητή-δάσκαλου και των μαθητών μεταξύ τους αντικαθίσταται από τη σχέση υπολογιστή-χρήστη, που είναι μια καθαρά εξατομικευμένη σχέση και βεβαίως διαμεσολαβημένη από τα μονοπώλια που ελέγχουν software και hardware. Αντιλαμβανόμαστε, φυσικά, την επιδείνωση δυσάρεστων καταστάσεων σε μια κοινωνία έντονου ατομισμού και ανταγωνισμού, που θα έχει μια τέτοια εξέλιξη.
Γιούλα Γκεσούλη








