Η ίδρυση και λειτουργία ιδιωτικών σχολείων αποτελεί αντίφαση εν τοις όροις. Από τη μια μεριά προσφέρουν εκπαίδευση και από την άλλη είναι καπιταλιστικές επιχειρήσεις, που αποσκοπούν στο κέρδος (και μάλιστα το μέγιστο κέρδος).
Ομως, υποτίθεται (μιλάμε για τον καπιταλισμό, όπου όλα τα κοινωνικά αγαθά έχουν μετατραπεί σε εμπόρευμα) ότι η Παιδεία είναι κοινωνικό αγαθό και αποτελεί δικαίωμα του καθενός, επομένως θα έπρεπε να έχει καθολικό χαρακτήρα και να παρέχεται δωρεάν σε όλο τον πληθυσμό. Κατ’ επέκταση θα έπρεπε να απαγορεύεται οποιαδήποτε επιχειρηματική δραστηριότητα με αντικείμενο την εκπαίδευση.
Αυτή η διπλή φύση των ιδιωτικών σχολείων (εκπαιδευτικά ιδρύματα και ταυτόχρονα επιχειρήσεις) ανέκαθεν δημιουργούσε δύο τάσεις που δεν μπορούν επουδενί να συγκλίνουν. Στη μια πλευρά στέκονται οι εργοδότες-σχολάρχες που προσπαθούν με όλους τους τρόπους να αποκομίσουν κέρδη, ξεζουμίζοντας το προσωπικό τους και από την άλλη στέκονται οι εργαζόμενοι εκπαιδευτικοί που φωνάζουν ότι είναι «λειτουργοί», ότι θα έπρεπε δηλαδή να αποτελούν μια διαφορετική κατηγορία εργαζόμενων, που επειδή έχουν στα χέρια τους τη μόρφωση παιδιών (της αστικής τάξης και των εύπορων στρωμάτων βεβαίως) και τη διαμόρφωση χαρακτήρων και προσωπικοτήτων, θα έπρεπε να απολαμβάνουν δικαιωμάτων, όπως η παιδαγωγική ελευθερία, η δημοκρατία, η ασφάλεια στην εργασία, η ισονομία με τους συναδέλφους τους των δημόσιων σχολείων (στην πραγματικότητα τίποτε απ’ όλα αυτά δεν ισχύει ούτε στη δημόσια εκπαίδευση).
Ο πόλος των εκπαιδευτικών (ως μισθωτών εργαζόμενων και ως γνωστόν «τρομοκρατία είναι η μισθωτή σκλαβιά») είναι μονίμως πληττόμενος, ενώ η πίεση πάνω του αυξομειώνεται ανάλογα με τις εποχές, με την κατάσταση ταξικής συνειδητότητας της εργατικής τάξης, της εργαζόμενης κοινωνίας, την άνοδο ή υποχώρηση του διεκδικητικού κινήματος.
Σήμερα, ως γνωστόν, όλα τα παραπάνω είναι ζητούμενα (ταξική οργάνωση, διεκδικητικό κίνημα), ενώ συνθήκες βαθιάς απογοήτευσης επικρατούν στην εργαζόμενη κοινωνία, ειδικά μετά από τη δεκαετή μνημονιακή λαίλαπα.
Με μια αγρίως νεοφιλελεύθερη κυβέρνηση, που βρήκε αφορμή και με την πανδημία, που δημιουργεί πρόσθετες δυσμενείς συνθήκες στη συλλογική έκφραση και δράση, να τα δώσει όλα στο κεφάλαιο, είναι κατανοητό να προωθούνται νομοθετικές ρυθμίσεις που προσφέρουν τον «ουρανό με τ’ άστρα» στους σχολάρχες και ρίχνουν τους ιδιωτικούς εκπαιδευτικούς στα τάρταρα.
Κάθε άρθρο του σχετικού νομοσχέδιου έχει διπλή ανάγνωση. Ο,τι παρέχεται απλόχερα στους σχολάρχες, αυτόματα σηματοδοτεί άγρια εκμετάλλευση των ιδιωτικών εκπαιδευτικών.
Αναφέρουμε χαρακτηριστικά:
♦ Τα ιδιωτικά σχολεία πέραν του ωρολόγιου προγράμματος (υποχρεωτικού ή διευρυμένου) μπορούν να διοργανώνουν πλείστες όσες προαιρετικές δράσεις και δραστηριότητες ακόμα και εκτός διδακτικών ημερών (π.χ. τους καλοκαιρινούς μήνες), τηρουμένων και των διατάξεων περί χρονικών ορίων της εργασίας, σύμφωνα με την εργατική νομοθεσία. Στις δραστηριότητες αυτές ο σχολάρχης μπορεί να προσλαμβάνει και εκπαιδευτικούς εκτός σχολικής μονάδας.
Η ρύθμιση μετατρέπει τα ιδιωτικά σχολεία σε «υπεραγορές», που προσφέρουν «δραστηριότητες» για κάθε τσέπη, αυξάνοντας τα κέρδη των σχολαρχών. Στις δραστηριότητες αυτές είτε θα απασχολούνται νεοπροσλαμβανόμενοι είτε με εκβιασμούς και τρομοκρατία (οι απολύσεις είναι πλέον ελεύθερες) θα απασχολείται το υπάρχον προσωπικό με υποτυπώδεις αμοιβές και συμφωνίες «κάτω από το τραπέζι». Και αυτό θα συμβεί στην πλειονότητα των σχολείων που έχουν κανόνα την παραβίαση της νομιμότητας.
♦ Οι κτιριακές εγκαταστάσεις και το σύνολο των λοιπών υποδομών των ιδιωτικών σχολείων, με απόφαση αποκλειστικά των ιδιοκτητών, μπορούν να αξιοποιούνται για την παροχή υπηρεσιών που δεν αντίκεινται στη φύση της εκπαίδευσης σε χρόνους εκτός διδακτικού ωραρίου ή και διδακτικών ημερών (τα καλοκαίρια).
Και εδώ ισχύουν για τους ιδιωτικούς εκπαιδευτικούς όσα αναφέρουμε παραπάνω.
♦ Επιτρέπεται η συστέγαση των ιδιωτικών σχολείων με κέντρα δια βίου μάθησης, κέντρα ξένων γλωσσών, φροντιστήρια, κ.ά.
Η ρύθμιση παρέχει νομιμοποίηση σε όλα τα πεδία που δραστηριοποιούνται οι σχολάρχες, ενώ μάλιστα τούς ελαχιστοποιεί τα έξοδα λειτουργίας. Το κεφάλαιο συγκεντρώνεται σε λιγότερα χέρια και χτυπιούνται οι μικροί και μεσαίοι επαγγελματίες του είδους. Εννοείται ότι οι όροι και συνθήκες εργασίας των ιδιωτικών εκπαιδευτικών είναι συνθήκες γαλέρας.
♦ Οι ιδιωτικοί εκπαιδευτικοί, «εφόσον επιθυμούν» μπορούν να εργασθούν λιγότερες ώρες από αυτές του διοριστηρίου τους. Ο διορισμός περισσότερων εκπαιδευτικών της ίδιας ειδικότητας με μειωμένο ωράριο επιτρέπεται.
Η κυβέρνηση Μητσοτάκη μας θεωρεί ηλίθιους. Θέλει να μας πει ότι υπάρχουν εκπαιδευτικοί με αυτοκτονικές τάσεις που δεν θέλουν πλήρη μισθό, αλλά επιδιώκουν να μειώσουν το ωράριό τους με ταυτόχρονη μείωση των αποδοχών τους!
Εκείνο που θα συμβεί είναι οι σχολάρχες να τροποποιούν κατά το δοκούν και ανάλογα με τα συμφέροντά τους τους όρους εργασίας, καταργώντας ουσιαστικά τα διοριστήρια υπό τον φόβο της απόλυσης. Οι εκπαιδευτικοί με χρόνια υπηρεσίας θα μπορούν να αντικαθίστανται με νεότερους και φθηνότερους.
♦ Καταργείται πλήρως κάθε στοιχειώδης προστασία στις συμβάσεις των ιδιωτικών εκπαιδευτικών, καθώς αυτές εντάσσονται στο ισχύον εργατικό δίκαιο.
Απελευθερώνονται ολοκληρωτικά οι απολύσεις.
Ακόμη και αυτή η «ανεξάρτητη Επιτροπή» των τριών Πρωτοδικών καταργείται (αντικατέστησε τα Υπηρεσιακά Συμβούλια του νόμου Φίλη μετά τις πιέσεις των ιμπεριαλιστών δανειστών προκειμένου οι Τσιπροκαμμένοι να υπογράψουν το Μνημόνιο-4), που έκρινε τη νομιμότητα της καταγγελίας της σύμβασης εργασίας (αν η καταγγελία είναι καταχρηστική ή μη). Οι απολυμένοι εκπαιδευτικοί μπορούν να προσφύγουν στην Επιθεώρηση Εργασίας, όπου η διαδικασία είναι «σικέ» και συνήθως προς όφελος των εργοδοτών και στη συνέχεια στα Δικαστήρια, όπου οι διαδικασίες είναι χρονοβόρες και πολυέξοδες.
Οσον αφορά στις αποζημιώσεις έχουμε πλήρη εφαρμογή του κοινού εργατικού δικαίου: μισή αποζημίωση σε περίπτωση προειδοποίησης απόλυσης (τακτική καταγγελία), μη καταβολή αποζημίωσης σε περίπτωση απόλυσης εντός του πρώτου 12μηνου της απασχόλησης, μη καταβολή αποζημίωσης σε περίπτωση μήνυσης του εργοδότη κατά του εργαζόμενου κ.λπ.
Η κυβέρνηση καταργεί και την πρώτη διετία για να ανοίξει δρόμο στις απολύσεις χωρίς «αιτιολογία», αλλά κυρίως για να απαλλάξει τους σχολάρχες από την υποχρέωση αποζημιώσεων. Είναι γνωστό ότι η σύμβαση ορισμένου χρόνου (εν προκειμένω η διετής) καταγγέλλεται πρόωρα μόνο εφόσον υπάρχει σπουδαίος λόγος, ενώ σε αντίθετη περίπτωση, ο εργοδότης οφείλει να καταβάλλει τις αποδοχές στον εργαζόμενο μέχρι το τέλος του χρόνου της σύμβασης. Επίσης, η αποζημίωση σε περίπτωση απόλυσης εντός του πρώτου έτους απασχόλησης είναι μηδενική, ενώ στο δεύτερο έτος είναι μόλις 2 μισθοί.
Η κυβέρνηση βιάζεται να περάσει την ένταξη των συμβάσεων των ιδιωτικών εκπαιδευτικών στο εργατικό δίκαιο, κυρίως για να ξεπεραστεί το «εμπόδιο» του διοριστήριου, προτού αντιμετωπίσει η χώρα ένα νέο κύμα πανδημίας και ένα πιθανό λοκντάουν. Ολοι θυμόμαστε τι απαιτούσαν παράνομα οι σχολάρχες την περίοδο της καραντίνας. Ζητούσαν να αναστέλλουν τις συμβάσεις των εκπαιδευτικών και να τους εντάσσουν στην ΕΡΓΑΝΗ, αποφεύγοντας την καταβολή των μισθών τους, ενώ το κράτος θα τους κατέβαλε μόνο το προνοιακό βοήθημα των 800 ευρώ (534 ευρώ μηνιαίως).
Με τη νέα νομοθετική ρύθμιση τα χέρια των σχολαρχών είναι πλέον λυμένα.
Ο Μητσοτάκης, εραστής της «ιδιωτικής πρωτοβουλίας» και «επιχειρηματικότητας» έχει έναν επιπλέον λόγο να διευκολύνει με αυτήν τη ρύθμιση τα ιδιωτικά σχολεία. Θέλει πάση θυσία να προστατεύσει και θωρακίσει τον «θεσμό» (τα μικρά ιδιωτικά σχολεία κινδυνεύουν περισσότερο να βάλουν λουκέτο σε περίπτωση νέου γύρου λοκντάουν). Το ίδιο έκανε και με τη γνωστή βρομερή ιστορία της ιδιωτικής κλινικής στο Περιστέρι (οι Ταξιάρχαι) που δεν την έκλεισε ούτε μια μέρα και ας έστειλε στο θάνατο 13 ανθρώπους.
♦ Οι δομές, το εκπαιδευτικό έργο και οι εκπαιδευτικοί των ιδιωτικών σχολείων αξιολογούνται με ανάλογη εφαρμογή των κριτηρίων για τα δημόσια σχολεία. Τα ιδιωτικά σχολεία μπορούν να εφαρμόζουν και «πρόσθετα κριτήρια».
Η απόλυτη ασυδοσία! Οι σχολάρχες θα εφευρίσκουν άπειρους λόγους («κριτήρια») απόλυσης των μη αρεστών εκπαιδευτικών, αυτών που τους «μπαίνουν στη μύτη» και αρνούνται να υποκύψουν σε κάθε είδους αυθαιρεσία και εκβιασμό.
♦ Ο ιδιοκτήτης του σχολείου μπορεί να συμμετέχει σε οποιαδήποτε συνεδρίαση του συλλόγου διδασκόντων, εφόσον είναι εκπαιδευτικός.
Κυβέρνηση και υπουργείο Παιδείας δεν τηρούν καν τα προσχήματα. Ο εργοδότης θα είναι μπάστακας στις συνεδριάσεις για να ξέρει από πρώτο χέρι ποιοι έχουν την τόλμη να διατυπώνουν αντίθετες απόψεις από αυτές της εργοδοσίας για όλα τα επιμέρους θέματα του σχολείου.
ΥΓ: Ούτε η ΔΑΚΕ ιδιωτικών εκπαιδευτικών δεν άντεξε τέτοιο ξεσάλωμα. Επειδή δεν θέλει να γίνει τόσο καταγέλαστη και να χάσει ακόμη και μέλη της, ζητά την απόσυρση του νομοσχέδιου, με αναφορές που υπαινίσσονται καθαρά άλλες προθέσεις: «Γίνεται εύκολα αντιληπτό από ποιους συντάχθηκε και ποιων συμφέροντα εξυπηρετεί».
Γιούλα Γκεσούλη