Το υπουργείο Παιδείας βάζει μπροστά και την αξιολόγηση του εκπαιδευτικού. Επιλέγει σ’ αυτή τη φάση, για να μην προκαλέσει «άγχος» στους εκπαιδευτικούς (για να μην ξεθάψει δηλαδή τις νωπές ακόμη μνήμες του επιθεωρητισμού), τον αδύναμο κρίκο, τον νεοδιοριζόμενο εκπαιδευτικό, του οποίου ο μόνιμος διορισμός μένει υπό αίρεση για δυο χρόνια («δόκιμος εκπαιδευτικός»). Πάνω δε απ’ το κεφάλι του, προσθέτει στην αξιολογική πυραμίδα και τον «μέντορα» (εκτός του Σχολικού Συμβούλου και του Διευθυντή του σχολείου, σύμφωνα με το νομοθετικό πλαίσιο της αξιολόγησης).
Η φάρσα της «δημόσιας διαβούλευσης» για το θεσμό του μέντορα ήδη ξεκίνησε (29/11), με ένα κείμενο που προσπαθεί να κρύψει την ουσία της ίδρυσης του νέου αυτού μηχανισμού αξιολόγησης και πειθάρχησης του νεοδιοριζόμενου εκπαιδευτικού, μηχανισμού που επιχειρείται να ντυθεί με ένα πνεύμα απλής και άδολης συναδελφικής αλληλεγγύης και υποστήριξης (ο μέντορας είναι εκπαιδευτικός που υπηρετεί στο ίδιο ή σε όμορο σχολείο, με το νεοδιοριζόμενο). Η συμβολή του μέντορα στην «ομαλή ένταξη/προσαρμογή του νεοδιοριζόμενου στην εκάστοτε σχολική πραγματικότητα» υποκρύπτει την πίεση που θα ασκείται στο νέο δάσκαλο να πειθαρχεί στις εντολές των ανωτέρων του χωρίς αντιρρήσεις και να αποδέχεται αδιαμαρτύρητα τον εργασιακό μεσαίωνα που του ετοιμάζουν και την απαξίωση του παιδαγωγικού και διδακτικού έργου του, στο πλαίσιο του «νέου σχολείου», του προσαρμοσμένου στις «νέες συνθήκες» και τις «νέες ανάγκες» (που είναι ανάγκες της αγοράς).
Στο κείμενο αναφέρεται επίσης ότι ο μέντορας «ενθαρρύνει το νεοδιοριζόμενο εκπαιδευτικό και του παρέχει ευκαιρίες για έμπνευση, αναστοχασμό και αυτοαξιολόγηση στα πλαίσια μιας ισότιμης σχέσης», ενώ στη λήξη του πρώτου έτους της μεντορικής σχέσης (που έχει διάρκεια δύο ετών, όσο δηλαδή και η διάρκεια του θεσμού του «δόκιμου εκπαιδευτικού»), μέντορας και νεοδιοριζόμενος υποβάλλουν από κοινού υπόμνημα στο Σχολικό Σύμβουλο με τις δραστηριότητες που έχουν πραγματοποιήσει, καθώς και με σκέψεις, απόψεις, κ.λπ. για τη βελτίωση του θεσμού. Θυμίζουμε ότι η «αυτοαξιολόγηση» είναι η απαρχή της αξιολόγησης του εκπαιδευτικού, το πρώτο «αθώο» βήμα για την καθιέρωσή της και η συμμετοχή του μέντορα σ’ αυτήν επιδιώκει απλώς να την απενοχοποιήσει (ότι γίνεται δηλαδή με τη συμμετοχή κάποιου πιο έμπειρου εκπαιδευτικού που «στηρίζει παιδαγωγικά, διδακτικά και συναισθηματικά» το νεοδιοριζόμενο).
Αλλά και ο μέντορας δεν είναι απλώς ένας έμπειρος εκπαιδευτικός. Πρέπει να έχει την έγκριση των ανωτέρων του, της ιεραρχικής διοικητικής πυραμίδας της εκπαίδευσης, να είναι δηλαδή πιστό σκυλί των εντολών και κατευθύνσεων του υπουργείου Παιδείας και της κυρίαρχης εκπαιδευτικής πολιτικής. Γι’ αυτό πρέπει να έχει και «αυξημένα προσόντα», εκτός της πενταετούς διδακτικής προϋπηρεσίας και η αίτησή του να εγκριθεί από τον Περιφερειακό Διευθυντή Εκπαίδευσης. Σύμφωνα με το σχέδιο «διαβούλευσης», καταρτίζονται πίνακες υποψηφίων μεντόρων ανά εκπαιδευτική περιφέρεια και οι τελικοί πίνακες επικυρώνονται από τον οικείο Περιφερειακό Διευθυντή Εκπαίδευσης, ύστερα από πρόταση του ΑΠΥΣΠΕ ή ΑΠΥΣΔΕ (για Πρωτοβάθμια και Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση αντίστοιχα). Ο μέντορας δε, για κάθε νεοδιοριζόμενο εκπαιδευτικό, επιλέγεται από τον τελικό πίνακα και ορίζεται από τον οικείο Σχολικό Σύμβουλο, σε συνεργασία με το Διευθυντή της σχολικής μονάδας.








