Συνάντηση με την υφυπουργό Παιδείας Ζέττα Μακρή είχε ο ευρωβουλευτής της ΝΔ Κυμπουρόπουλος, στην οποία -κατά τον ίδιο- κεντρικό θέμα συζήτησης ήταν «οι αλλαγές στην παράλληλη στήριξη» μαθητών με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες που εντάσσονται σε τάξεις του γενικού σχολείου.
Κατά τη συζήτηση πρότεινε στην υφυπουργό Παιδείας «να δοθεί στους γονείς η δυνατότητα υπόδειξης συγκεκριμένου ατόμου προς το σχολείο, στις περιπτώσεις που έχουν ήδη βρει» ενώ έκανε και την εξοργιστική «διαπίστωση» ότι για τα κενά στην παράλληλη στήριξη φταίνε οι εκπαιδευτικοί-ειδικοί παιδαγωγοί που δεν παρουσιάζονται (σ.σ. προφανώς βρίσκουν αλλού δουλειές με φούντες): «κι έτσι να αποφεύγεται η ύπαρξη κενών μετά την ειδική πρόσκληση, καθώς συνήθως ακόμη και τότε οι θέσεις δεν καλύπτονται».
Μάλιστα, σύμφωνα με τον ίδιο, «η Υφυπουργός αντιμετώπισε θετικά» την πρόταση και «δεσμεύτηκε να μείνουμε σε διαρκή επικοινωνία…, ώστε αυτές οι αλλαγές να προωθηθούν, αφού λάβουν και την έγκριση της υπουργού Παιδείας».
Είναι σαφές ότι ο Κυμπουρόπουλος λειτουργεί ως λαγός της γενίκευσης της ιδιωτικοποίησης της παράλληλης στήριξης μαθητών με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες. Είναι γνωστό επίσης ότι πάγια τακτική των αστικών κυβερνήσεων, όταν θέλουν να αλώσουν έναν δημόσιο τομέα, καταρχάς να τον υπονομεύουν, να τον ευτελίζουν, να τον αποδυναμώνουν, ώστε στη συνέχεια σαν ώριμο φρούτο να έρθει η επιβολή της πλήρους ιδιωτικοποίησής του, ως από μηχανής θεός τάχα διάσωσής του.
Το ίδιο συμβαίνει τώρα με το θεσμό της παράλληλης στήριξης στο δημόσιο σχολείο και σε αυτό έβαλαν το λιθαράκι τους όλες οι αστικές κυβερνήσεις των τελευταίων ετών, του ΣΥΡΙΖΑ συμπεριλαμβανομένου.
Πρώτα πρώτα ενέταξαν παιδιά με ειδικές ανάγκες στις τάξεις του γενικού σχολείου με το πρόσχημα της αποϊδρυματοποίησης, χωρίς παράλληλα να πάρουν τα κατάλληλα μέτρα, όταν τα τμήματα στα μεγάλα αστικά κέντρα είναι πολυπληθή και οι εκπαιδευτικοί έτσι κι αλλιώς αντιμετωπίζουν πάμπολλες δυσκολίες στο εκπαιδευτικό τους έργο. Δεύτερον, έκαναν και κάνουν ελάχιστους διορισμούς μόνιμων εκπαιδευτικών, εκπαιδευτικών ειδικής αγωγής και βοηθητικού εκπαιδευτικού προσωπικού. Τρίτον, στην παράλληλη στήριξη προσλαμβάνουν με το σταγονόμετρο, σχεδόν μέχρι το τέλος της σχολικής χρονιάς (ως τον Μάρτη) εκπαιδευτικούς-ειδικούς παιδαγωγούς και οι γονείς μαθητών με διάγνωση οδηγούνται στην απελπισία και τελικά στην πρόσληψη προσωπικού παράλληλης στήριξης, το κόστος της οποίας επιβαρύνει τους ίδιους, όταν μάλιστα οι μισθοί είναι στα τάρταρα. Τέταρτον, οι εκπαιδευτικοί παράλληλης στήριξης είναι αναπληρωτές, με ό,τι σημαίνει αυτό για τους ίδιους (εργασιακή περιπλάνηση, περιορισμένος αριθμός που εξαρτάται από τα κονδύλια του ΕΣΠΑ), αλλά και για τους μαθητές. Πέμπτον, ειδικά φέτος, οι προσλήψεις στην παράλληλη στήριξη είναι τουλάχιστον 1.000 λιγότερες από πέρυσι, ενώ τοποθετήθηκαν μέχρι 2 εκπαιδευτικοί παράλληλης στήριξης ανά σχολείο, ανεξάρτητα από τον αριθμό των μαθητών με διάγνωση. Το αποτέλεσμα είναι σε σχολεία με πολλές διαγνώσεις οι εκπαιδευτικοί αυτοί να μετατρέπονται σε «τιραμόλα» και φυσικά να μην καλύπτονται οι πραγματικές μαθησιακές ανάγκες των μαθητών με διάγνωση. Ας αφήσουμε δε, το γεγονός ότι λόγω των πολλών κενών που δημιουργούνται στα σχολεία εξαιτίας νόσησης από την πανδημία, οι εκπαιδευτικοί της παράλληλης στήριξης υποχρεώνονται να αναλάβουν εξ ολοκλήρου τις τάξεις, αφήνοντας σύξυλους τους μαθητές με ειδικές ανάγκες.
Για όλα αυτά την αποκλειστική ευθύνη φέρνουν οι κυβερνήσεις του κεφαλαίου. Την εποχή δε, του αγρίως νεοφιλελεύτθερου Μητσοτάκη, ήταν φυσικό να ξεσαλώσει και ο Κυμπουρόπουλος και να ζητά τη γενίκευση της ιδιωτικοποίησης της παράλληλης στήριξης, βρίσκοντας μάλιστα ευήκοα ώτα στην υφυπουργό Παιδείας Ζέττα Μακρή, πράγμα που σημαίνει ότι η «πρωτοβουλία» δεν ήταν αποκλειστικά δική του.
Το σίριαλ της ιδιωτικοποίησης, διά του θεσμικού πλαισίου, της παράλληλης στήριξης έχει ως εξής:
Με τους Νόμους 3699/2008 (άρθρο 7, παράγ.4) και 4186/2013 (άρθρο 28, παράγ. 18), δίνεται η δυνατότητα στους γονείς να επιλέγουν ειδικό βοηθό: «Οι παράλληλες στηρίξεις των αυτιστικών μαθητών, καθώς και κάθε άλλης αναπηρίας ή ειδικής εκπαιδευτικής ανάγκης, ανανεώνονται αυτόματα κατόπιν σχετικής εισήγησης του οικείου ΚΕΔΔΥ και της σύμφωνης γνώμης των γονιών του μαθητή. Η υποστήριξη του μαθητή μπορεί να υλοποιείται και από ειδικό βοηθό που εισηγείται και διαθέτει η οικογένεια του μαθητή κατόπιν σύμφωνης γνώμης του Διευθυντή και του Συλλόγου διδασκόντων της σχολικής μονάδας. Το ίδιο ισχύει και στην περίπτωση στήριξης από σχολικό νοσηλευτή κατόπιν γνωμάτευσης δημόσιου νοσοκομείου».
Στη συνέχεια, τη σκυτάλη παραλαμβάνει ο ΣΥΡΙΖΑ, που με το Νόμο 4452/2017 (άρθρο 11, παράγ. 3) καθορίζει τα δικαιολογητικά που απαιτούνται για τους εκπαιδευτικούς και σχολικούς νοσηλευτές που επιλέγονται και πληρώνονται από τους γονείς, χωρίς τις τυπικές «αξιοκρατικές» διαδικασίες επιλογής προσωπικού (ΑΣΕΠ) και τα οποία είναι τα εξής «αξιοκρατικά»: το βιογραφικό και το καθαρό ποινικό μητρώο!
Γιούλα Γκεσούλη