Αυτή τη φορά ο κεντρικός τραπεζίτης Γ. Προβόπουλος υπήρξε… άκρως πολιτικός, εστιάζοντας την Ενδιάμεση Εκθεση Νομισματικής Πολιτικής της Τραπέζης της Ελλάδος στην προειδοποίηση προς τις πολιτικές δυνάμεις να αποφύγουν την πόλωση και την αντιπαράθεση, διότι συνιστούν κίνδυνο για τη σταθερότητα της οικονομίας και τις θετικές προοπτικές του 2014.
Πώς ξαφνικά ο απαισιόδοξος (μέχρι και την προηγούμενη έκθεσή του) Προβόπουλος ανακαλύπτει τις θετικές προοπτικές του 2014; Δεν είναι δύσκολο να βρούμε την απάντηση. Ο Προβόπουλος έχει αφεντικά (στην ΕΚΤ και στο ελεγχόμενο από τη Γερμανία σύστημα διοίκησης της Ευρωζώνης) και τ’ αφεντικά θέλουν μέχρι τις ευρωεκλογές να πνέει από παντού άνεμος αισιοδοξίας. Θέλουν να περιορίσουν την επιρροή των λεγόμενων ευρωσκεπτικιστικών κομμάτων, προς τα οποία προσφεύγει ένα όλο και μεγαλύτερο τμήμα των ψηφοφόρων από τα εργαζόμενα στρώματα των ευρωπαϊκών χωρών, τα οποία ασφυκτιούν από την κρίση και τα αντιλαϊκά-αντεργατικά μέτρα με τα οποία τη διαχειρίζονται οι κυβερνήσεις του κεφαλαίου.
Επειδή, λοιπόν, τ’ αφεντικά θέλουν αισιοδοξία και επειδή ο Προβόπουλος είναι και παραδοσιακός δεξιός και επομένως έχει έναν παραπάνω λόγο να θέλει να βοηθήσει τον Σαμαρά, από «απαισιόδοξος» μετατράπηκε συγκυριακά σε «αισιόδοξο». Πρέπει, βέβαια, να κρατήσει και το ρόλο του αυστηρού τεχνοκράτη, του μπαμπά της οικονομίας, ο οποίος φροντίζει να μην κάνουν αταξίες τα παιδιά που χειρίζονται την πολιτική και υφίστανται τη λαϊκή πίεση. «Η σταθεροποίηση που καταγράφεται είναι ακόμη εύθραυστη», σημειώνει ο κεντρικός τραπεζίτης. Γι’ αυτό και η οικονομική πολιτική πρέπει να παραμείνει προσηλωμένη στην πραγματοποίηση διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων και να μην αποκλίνει από το πρόγραμμα δημοσιονομικής προσαρμογής.
Οι προοπτικές, όμως, για το 2014 είναι θετικές κατά τον Προβόπουλο. Θα υπάρξει ανάπτυξη κατά 0,5% (έβαλε λίγο πιο κάτω από το 0,6% που προβλέπουν κυβέρνηση και τρόικα), ενώ και η ανεργία θα πέσει κατά 1% σε σύγκριση με το 2013. Γι’ αυτό «απαιτείται η σύμπλευση κοινωνικών και πολιτικών δυνάμεων σε μια εθνική πολιτική για την έξοδο από την κρίση και την ανάκαμψη», λέει με νόημα ο Προβόπουλος.
Πού στηρίζεται, όμως, η εκτίμηση για θετικές προοπτικές; Στην επιβράδυνση της πτώσης της κατανάλωσης, στις εξαγωγές και τον τουρισμό, στη μικρή άνοδο των επενδύσεων, στην ταχύτερη σε σχέση με το παρελθόν απορρόφηση κοινοτικών κονδυλίων και στην επιτάχυνση των ιδιωτικοποιήσεων. Ας δούμε έναν προς έναν αυτούς τους παράγοντες για να δούμε αν δικαιολογείται η αισιοδοξία.
Η «επιβράδυνση της πτώσης της κατανάλωσης» μόνο ως ανέκδοτο ακούγεται. Από πού θα βρεθούν τα εισοδήματα που θα στηρίξουν την κατανάλωση, η οποία θα συνεχίσει να πέφτει αλλά με χαμηλότερο ρυθμό; Πώς θα σταματήσει η διαδικασία φτωχοποίησης της ελληνικής εργαζόμενης κοινωνίας;
Η ταχύτερη απορρόφηση των κοινοτικών κονδυλίων αφορά μόνο τους αυτοκινητόδρομους και ακόμα και ένας πρωτοετής οικονομικής σχολής γνωρίζει ότι η επίπτωση στην αναπτυξιακή ροπή δεν μπορεί παρά να είναι ελάχιστη. Η επιτάχυνση των ιδιωτικοποιήσεων είναι ένα ευχολόγιο που το ακούμε κάθε χρόνο. Η άνοδος (έστω και μικρή) των επενδύσεων εξαρτάται απ’ όλα τα υπόλοιπα. Τι μένει; Ο τουρισμός και οι εξαγωγές.
Ο ελληνικός καπιταλισμός συναλλάσσεται κυρίως με την ΕΕ και την Ευρωζώνη. Σ’ αυτή κατευθύνεται το σύνολο σχεδόν των εξαγωγών του, απ’ αυτή προέρχεται ο κύριος όγκος του τουριστικού ρεύματος. Επομένως, η πρόβλεψη για εξαγωγές και τουρισμό εξαρτάται από τις οικονομικές προοπτικές στην ΕΕ. Δείχνουν, άραγε, σχετική ανάπτυξη οι οικονομικές προοπτικές στην ΕΕ, ώστε να συνάγεται εξ αυτού ότι μπορούν να βελτιωθούν εξαγωγές και τουρισμός στην Ελλάδα;
Τα στοιχεία της Eurostat για το τρίτο τρίμηνο του 2013, που δημοσιεύτηκαν στα μέσα του Νοέμβρη, έδειξαν καπιταλιστική ύφεση στις χώρες του Νότου και αναπτυξιακό φρένο στο σύνολο της Ευρωζώνης, που δεν διήγε άλλωστε καμιά αναπτυξιακή άνοιξη. Το τρίτο τρίμηνο του 2013, η ισχυρότερη οικονομία της Ευρωζώνης, η Γερμανία, σημείωσε ασθενική ανάπτυξη 0,3%, ενώ η δεύτερη στη σειρά Γαλλία σοκάρισε με ύφεση -0,1%. Η τρίτη οικονομία, η Ιταλία, συνέχισε να έχει ύφεση για ένατο συνεχές τρίμηνο. Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι η Γαλλία μπήκε σε ύφεση λόγω της πτώσης των εξαγωγών και της σημαντικής μείωσης των επενδύσεων, γεγονός που τροφοδότησε τότε ένα νέο γύρο γαλλο-γερμανικών αντιπαραθέσεων, καθώς η Γαλλία (και όχι μόνο) κατηγορεί τη Γερμανία για πρακτικές «κοινωνικού ντάμπινγκ», που της επιτρέπουν να έχει μεγάλο εμπορικό πλεόνασμα, στραγγαλίζοντας την ανάπτυξη στις υπόλοιπες χώρες της Ευρωζώνης. «Κοινωνικό ντάμπινγκ», δηλαδή χαμηλή λαϊκή κατανάλωση, στη Γερμανία, ύφεση στη Γαλλία και την Ιταλία, αναιμική ανάπτυξη (από 0,1% μέχρι 0,4%) στις άλλες χώρες, ποια είναι εκείνη η αγορά που θα απορροφήσει ελληνικές εξαγωγές και θα στείλει τουρίστες;