«Πρώτα από όλα να ολοκληρώσουμε τάχιστα και εντός χρονοδιαγράμματος την δεύτερη αξιολόγηση. Χωρίς υποχωρήσεις αρχών αλλά και χωρίς κωλυσιεργίες και άσκοπες καθυστερήσεις (…) Κλείνουμε λοιπόν έγκαιρα και χωρίς εκπτώσεις αλλά και χωρίς άσκοπες κωλυσιεργίες τη δεύτερη αξιολόγηση (…) Η προοπτική της έγκαιρης κατάληξης των διαπραγματεύσεων για την δεύτερη αξιολόγηση, αλλά και το συνακόλουθο άνοιγμα των συζητήσεων για την ρύθμιση του ελληνικού χρέους, είναι γεγονός ότι ανοίγει επιτέλους θα έλεγα, μια χαραμάδα ρεαλιστικής ελπίδας για τον ελληνικό λαό και για τη χώρα μας. Για την υπέρβαση της κρίσης».
Αυτό είναι το ύψιστο καθήκον που έθεσε ο Τσίπρας στους υπουργούς του, μιλώντας στην πρώτη συνεδρίαση-φιέστα του ανασχηματισμένου υπουργικού συμβούλιου. Η δεύτερη αξιολόγηση έγινε η νέα «μεγάλη ιδέα του έθνους», γιατί μόνο άμα κλείσει αυτή μπορεί ν' ανοίξει «χαραμάδα ρεαλιστικής ελπίδας» για τον ελληνικό λαό, όπως είπε ο Τσίπρας.
Μπορεί, βέβαια, κάποιος να κάνει αμέσως το συνειρμό: άμα η συγκυβέρνηση των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ λέει ανοιχτά ότι «καίγεται» να κλείσει τη δεύτερη αξιολόγηση, γιατί να μην τη χορέψουν στο ταψί οι υποτιθέμενοι αντίπαλοί της του κουαρτέτου/τρόικας; Γιατί να μη στυλώσουν τα πόδια, απαιτώντας την ικανοποίηση όλων των απαιτήσεών τους; Ειδικά τώρα, που οι ευρωπαϊκοί «θεσμοί» θέλουν να πείσουν το ΔΝΤ να συμμετάσχει και χρηματοδοτικά στο τρίτο Μνημόνιο, γιατί να μη συνταχθούν πίσω από τις σκληρότερες νεοφιλελεύθερες προτάσεις του, ξέροντας ότι η ελληνική κυβέρνηση θα υποκύψει;
Ολ' αυτά είναι σενάρια του αστικού Τύπου, που αρέσκεται να κατασκευάζει δράματα και κρίσιμες συγκρούσεις, πρώτο γιατί αυτά «πουλάνε» στην πιάτσα και δεύτερο γιατί μ' αυτά τα σενάρια εγκλωβίζουν τον ελληνικό λαό σε μια λογική διαχείρισης της μνημονιακής πολιτικής, περιορίζοντας την κριτική του σκέψη στον ένα ή τον άλλο χειρισμό της εκάστοτε κυβέρνησης.
Η πείρα των εξίμισι μνημονιακών χρόνων δείχνει πως αλλιώς παίζεται το παιχνίδι. Δεν είναι από τη μια οι «καλές» ελληνικές κυβερνήσεις και από την άλλη η «κακή» τρόικα. Τριβές υπάρχουν, ασφαλώς, όμως αυτές αφορούν το χρονοδιάγραμμα προώθησης και όχι αυτή καθεαυτή την αντιλαϊκή πολιτική. Οι κυβερνήσεις έχουν ανάγκη να εμφανίζονται ως διαπραγματευόμενες, συχνά και εκβιαζόμενες, για να δημιουργούν άλλοθι έναντι των ψηφοφόρων τους. Γι' αυτό και καλό είναι να κρίνουμε με βάση το αποτέλεσμα και όχι με βάση το θέατρο της «σκληρής διαπραγμάτευσης» που κάθε μνημονιακή κυβέρνηση παίζει. Ακόμα και σ' αυτό το επίπεδο, η συγκυβέρνηση των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ μοιάζει πλέον τόσο ίδια με τις προκατόχους της.
«Δεδομένων των συνθηκών, μπορούμε να πούμε ότι αποφύγαμε τα χειρότερα» είπε ο Τσίπρας αναφερόμενος στο Ασφαλιστικό. Θυμόσαστε, ασφαλώς, τον αναστεναγμό ανακούφισης του Παπακωνσταντίνου, όταν έλεγε ότι «σώσαμε τον 13ο και τον 14ο μισθό», ή του Βενιζέλου, όταν έλεγε ότι «με το PSI πετύχαμε τη μεγαλύτερη μείωση χρέους σε όρους καθαρής παρούσας αξίας». Πίσω από την «αποφυγή των χειρότερων» προσπαθούσαν να κρύψουν τα εφιαλτικά πακέτα μέτρων που τσάκιζαν μισθούς και συντάξεις, που έβαζαν αντιλαϊκούς φόρους, που διέλυαν την κοινωνική πρόνοια, που ξεπουλούσαν την κρατική περιουσία. Το γεγονός ότι ο Τσίπρας επιστρατεύει το ίδιο επιχείρημα, ενώ παράλληλα ζητά από τους υπουργούς του να τρέξουν για να κλείσουν τη δεύτερη αξιολόγηση, γιατί απ' αυτό εξαρτάται το αν θ' ανοίξει «μια χαραμάδα ρεαλιστικής ελπίδας», δεν είναι απλά ένας συμβολισμός απόλυτης πολιτικής υποταγής. Είναι και απόδειξη του ότι η συριζαϊκή κλίκα ποντάρει αποκλειστικά και μόνο στην υποστήριξη του αστικού κόσμου για να παρατείνει όσο γίνεται περισσότερο την παραμονή της στην εξουσία.
Σύμφωνα με το αφήγημα (εδώ ταιριάζει απόλυτα η λέξη) του Τσίπρα, η δεύτερη αξιολόγηση πρέπει να κλείσει γιατί μετά, όπως είπε ο Τσίπρας στο υπουργικό συμβούλιο, «ξεκινά στην ώρα της, στο Eurogroup στις 5 Δεκέμβρη, η συζήτηση για τα απαραίτητα μέτρα για το χρέος» και «εντός του πρώτου τριμήνου του 2017, εντάσσονται και τα ελληνικά ομόλογα στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ».
Ακόμα και τοις μετρητοίς να τα πάρουμε αυτά, θα έπρεπε να θέσουμε δύο ερωτήματα: Πρώτο, σε τι θα ωφελήσει τον ελληνικό λαό η όποια ρύθμιση του χρέους και η ένταξη των ελληνικών ομολόγων στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ; Δεύτερο, ποιο είναι το αντίτιμο για τη ρύθμιση του χρέους και την ένταξη στην ποσοτική χαλάρωση;
Ξεκινώντας από το δεύτερο, δεν είναι δύσκολο να προβλέψουμε το αντίτιμο. Θα πρέπει να περάσουν άμεσα οι νέες ανατροπές στα εργασιακά και να γίνουν οι προετοιμασίες για τα πετσοκόμματα στις κύριες συντάξεις αρχής γενομένης από το 2017 (γιατί διαφορετικά δε βγαίνει ο «λογαριασμός» του νέου ασφαλιστικού συστήματος, έτσι όπως το έχουν θεσμοθετήσει). Το γεγονός ότι ο Κατρούγκαλος «την έκανε με ελαφρά πηδηματάκια» από το υπουργείο Εργασίας, αφήνοντας στο πόδι του μια φιλόδοξη ψευτογιάπισσα, ως ένδειξη, είναι ασφαλέστατη γι' αυτό που θ' ακολουθήσει. Και βέβαια, κανένα κυβερνητικό στέλεχος (από τον Τσίπρα μέχρι τους οικονομικούς υπουργούς) δεν μπαίνει στον πειρασμό να υποσχεθεί στον ελληνικό λαό κάποια ελάφρυνση στο ορατό μέλλον. Αερολογούν μόνο με αναπτυξιολογία, υποσχόμενοι έξοδο από την κρίση. Ας αφήσουμε το ότι η έξοδος από την κρίση ταυτίζεται με την… έξοδο στις αγορές, που θυμίζει τόσο πολύ το δίδυμο Σαμαρά-Στουρνάρα το 2014.
Και η αναδιάρθρωση του χρέους; Καταρχάς, να σημειώσουμε ότι τη φιλολογία «όλα τα μέτρα τώρα, όπως συμφωνήσαμε» την έχουν παρατήσει. Μετρώντας μία προς μία τις λέξεις του ο νέος κυβερνητικός εκπρόσωπος δήλωσε: «Ο κ. Σόιμπλε για πρώτη φορά αποδέχθηκε ότι θα πρέπει να ανοίξει ήδη η συζήτηση στις 5 του Δεκέμβρη, με θέμα τα βραχυπρόθεσμα μέτρα του ελληνικού χρέους». Ο Σόιμπλε, βέβαια, που είναι ένας κυνικός ιμπεριαλιστής αλλά όχι καραγκιόζης σαν τους Τσιπραίους, αυτό το λέει από τον περασμένο Μάη. Το ίδιο ο Ρέγκλινγκ, ο Ντεϊσελμπλούμ, ο Μοσκοβισί. Οι Τσιπραίοι, όμως, έλεγαν ότι πρέπει να συζητήσουν και να συμφωνήσουν και τα μεσοπρόθεσμα και τα μακροπρόθεσμα μέτρα, για να καθησυχαστούν οι επενδυτές και να σπεύσουν να επενδύσουν στην Ελλάδα.
Μόνο κάποια βραχυπρόθεσμα μέτρα, λοιπόν, ενός χρέους που το έχει πληρώσει πολλές φορές μέχρι τώρα ο ελληνικός λαός και που πρέπει να συνεχίσει να διεκδικεί να μην πληρώσει ούτε δεκάρα στους ιμπεριαλιστές τοκογλύφους. Επομένως, ο ελληνικός λαός θα συνεχίσει να πληρώνει τα ίδια υπέρογκα τοκοχρεολύσια στους ιμπεριαλιστές δανειστές (και λίγο μεγαλύτερα τα πρώτα χρόνια, αν τα κυμαινόμενα επιτόκια μετατραπούν σε σταθερά) κι όταν έρθει η ώρα για τα μεσομακροπρόθεσμα μέτρα (επιμήκυνση των λήξεων), θα υπάρξει σκληρή δέσμευση του ελληνικού κράτους (με ή χωρίς νέο Μνημόνιο), ότι θα εξακολουθήσει να εφαρμόζει την ίδια σκληρή δημοσιονομική λιτότητα και να διατηρεί άθιχτη την κινεζοποίηση των εργαζόμενων.