Τι του λείπει του ψωριάρη, φούντα με μαργαριτάρι. Το πρόβλημα του ελληνικού καπιταλισμού είναι η ύφεση και η ύφεση δεν είναι αποτέλεσμα της έλλειψης ρευστότητας, αλλά αποτέλεσμα της ραγδαίας μείωσης της καταναλωτικής δυνατότητας του ελληνικού λαού. Οι δουλειές πέφτουν, οι επιχειρήσεις δεν επενδύουν, οι τράπεζες δεν δανείζουν με ρίσκο. Αλλιώς, λοιπόν, θα έπρεπε να τοποθετηθεί το ζήτημα και όχι ως ζήτημα μείωσης της ρευστότητας, λόγω του έκτακτου βραχυπρόθεσμου κρατικού δανεισμού. Ο δανεισμός αυτός, ως αποτέλεσμα της λειτουργίας του κυκλώματος ΕΚΤ – ιδιωτικές τράπεζες – ελληνικό κράτος, αποτελεί δώρο στις τράπεζες για την εξασφάλιση της κερδοφορίας τους και όχι ένα κακό που προέκυψε ξαφνικά. Η ΕΚΤ έβγαλε το τεράστιο κέρδος της από την κερδοσκοπία με το ελληνικό ομόλογο και οι ελληνικές τράπεζες πήραν το δικό τους μερίδιο κέρδους δανείζοντας για μια ακόμη φορά το ελληνικό κράτος.
Την Πέμπτη 16 Νοέμβρη, το ελληνικό κράτος δεν χρεοκόπησε, όπως κινδυνολογούσε ο Στουρνάρας, μολονότι δεν πήρε τη δόση από τους δανειστές του. Γιατί δεν χρεοκόπησε; Γιατί τρεις μέρες πριν, τη Δευτέρα 13 Νοέμβρη, προχώρησε σε δημοπρασία εντόκων γραμματίων του δημοσίου, η οποία «πήγε καλά», όπως δηλώθηκε αρμοδίως. Τι σημαίνει «πήγε καλά»; Σημαίνει ότι συγκεντρώθηκε το ποσό που χρειαζόταν για να μη «χρεοκοπήσουμε».
Γιατί, όμως, θα «χρεοκοπούσαμε»; Γιατί στις 16 έληγε ένα ομόλογο ύψους 3,4 δισ. ευρώ και έπρεπε να πληρωθεί. Και ποιος είχε στην κατοχή του αυτό το ομόλογο; Μήπως κανένα από τα λεγόμενα «κεφάλαια γύπες», που περιμένουν στη γωνία για να ρουφήξουν με το μπουρί το αίμα του ελληνικού κράτους; Οχι, δεν ήταν «κεφάλαιο γύπας» ο κάτοχος του συγκεκριμένου ομολόγου. Τα «κεφάλαια γύπες» (vulture funds κατά την αγγλοσαξονική ορολογία) έχουν φροντίσει ν’ αγοράσουν ομόλογα που διέπονται από το βρετανικό δίκαιο και τα πληρώνονται στο ακέραιο, διότι αυτά τα ομόλογα (γύρω στα 10 δισ. ευρώ είναι συνολικά, όπως λέει η χρηματιστηριακή πιάτσα) δεν μπήκαν στο PSI. Οι «γύπες» τ’ αγόρασαν με έκπτωση γύρω στο 70% με 80% της ονομαστικής τους τιμής και τώρα θησαυρίζουν βγάζοντας 70 με 80 ευρώ για κάθε κατοστάρικο που επένδυσαν.
Το ομόλογο που έληξε στις 16 Νοέμβρη το είχε στην κατοχή της η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα. Και γιατί δεν το κρατούσε μερικές μέρες, ώστε να το πληρωθεί όταν η Ελλάδα θα έπαιρνε τη δόση; Γιατί δεν έκανε, δηλαδή, αυτό που κάνουν μεταξύ τους οι έμποροι της πιάτσας, που όταν έχουν μια ταμιακή στενότητα, τηλεφωνούν σ’ αυτόν που έχει την επιταγή και του λένε «σε παρακαλώ, κράτησέ την μερικές μέρες, να μαζέψω τα λεφτά να σε πληρώσω»; Αυτά γίνονται μεταξύ εμπόρων και επαγγελματιών, όχι μεταξύ ενός σοβαρού ιδρύματος, όπως η ΕΚΤ, και ενός κράτους.
Οι έμποροι και οι επαγγελματίες γιατί κάνουν τέτοιες εξυπηρετήσεις ο ένας στον άλλο; Μην φανταστείτε ότι οι λόγοι είναι ηθικοί. Είναι πρωτίστως οικονομικοί. Αν δεν κάνει την εξυπηρέτηση, αν πάει στην τράπεζα και σφραγίσει την επιταγή εκείνος που την κατέχει, δεν είναι καθόλου σίγουρος ότι θα πάρει τα λεφτά του. Ενώ περιμένοντας μερικές μέρες διατηρεί ακέραιες τις ελπίδες του να εισπράξει. Για τον ίδιο ακριβώς λόγο η ΕΚΤ δεν κάνει καμιά διευκόλυνση στις ημερομηνίες εξόφλησης. Διότι ξέρει ότι τα λεφτά της θα τα πάρει οπωσδήποτε. Πώς; Με το βραχυχρόνιο δανεισμό του ελληνικού κράτους.
Πώς βρέθηκε αυτό το ομόλογο στα χέρια της ΕΚΤ; Το αγόρασε στη δευτερογενή αγορά, όταν διάφοροι «επενδυτές» έσπευδαν να ξεφορτωθούν τα ελληνικά ομόλογα. Πόσο το αγόρασε; Το πολύ στο 70% της ονομαστικής του τιμής. Δηλαδή, η ΕΚΤ έβγαλε ένα καθαρό κέρδος τουλάχιστον 1 δισ. ευρώ. Ταυτόχρονα, υποχρέωσε το ελληνικό κράτος να προχωρήσει σε βραχυπρόθεσμο δανεισμό για ν’ αποπληρώσει ένα ομόλογο μακροπρόθεσμου δανεισμού. Ετσι, κονόμησαν και οι ελληνικές τράπεζες που είναι αυτές που συμμετέχουν, με συντριπτικό ποσοστό στον συνεχώς ανακυκλούμενο βρχυχρόνιο δανεισμό του ελληνικού κράτους, ο οποίος από το πρώτο Μνημόνιο ακόμη έγινε υποχρεωτικός. Δηλαδή, η τρόικα δεν χορήγησε το σύνολο των δανείων που ήταν απαραίτητα στο ελληνικό κράτος, αλλά άφησε ένα ποσό (πάνω από 10 δισ. που κοντεύουν πλέον τα 20 δισ.) που υποχρεωτικά πρέπει να αντλείται με τον επαχθέστατο (ως προς το ύψος των επιτοκίων) βραχυχρόνιο δανεισμό, προκειμένου να συντηρείται η κερδοφορία των ελληνικών τραπεζών.
Γράφτηκε ότι με το βραχυχρόνιο δανεισμό από τις ελληνικές τράπεζες, προκειμένου να πληρωθεί στην ώρα του το ομόλογο που κατείχε η ΕΚΤ, η ελληνική οικονομία στερήθηκε ισόποση ρευστότητα. Σωστές είναι οι προσθαφαιρέσεις, όμως το παραμυθάκι της στέρησης ρευστότητας πρέπει κάποια στιγμή να σταματήσει. Δηλαδή, αν οι τράπεζες δεν αγόραζαν τα έντοκα γραμμάτια που εκτάκτως εξέδωσε η κυβέρνηση, θα δάνειζαν αυτό το χρήμα σε επιχειρήσεις και νοικοκυριά; Θα το έριχναν στην αγορά, κατά το κοινώς λεγόμενο; Θα έπαιρναν, δηλαδή, το ρίσκο του δανεισμού μιας παραπαίουσας οικονομίας;