Από τη συνέντευξη Μητσοτάκη στη ΔΕΘ. Ερώτηση της Κατερίνας Σερέτη (newsit.gr): «Καλησπέρα σας κ. Πρόεδρε. Θέλω να σας κάνω δύο ερωτήσεις, η μία έχει να κάνει με την πανεπιστημιακή αστυνομία και το θέμα της συνέπειας λόγων και έργων. Αυτή η απόφαση ελήφθη στην πρώτη σας κυβερνητική θητεία, για την πανεπιστημιακή αστυνομία, δεν ευδοκίμησε, ζήσαμε μια κατάσταση με παλινωδίες δύο ετών. Καταργήθηκε τελικά; Τι θα γίνει με το προσωπικό; Θα μεταφερθεί σε άλλες υπηρεσίες; Θα αναλάβει άλλο ρόλο; Μπορείτε να μας απαντήσετε σε αυτό;…
Κυριάκος Μητσοτάκης: Η πανεπιστημιακή αστυνομία δεν καταργείται, αντιθέτως ενισχύεται στη λογική της καλύτερης και πιο οργανικής ένταξης στην ίδια τη ζωή των πανεπιστημίων. Για να γίνει όμως αυτό, κα Σερέτη, χρειάζεται και μία πιο συστηματική συνεργασία με τους Πρυτάνεις, οι οποίοι έχουν υποχρέωση να καταρτίσουν σχέδια ασφάλειας των πανεπιστημιακών ιδρυμάτων τα οποία διοικούν και να συνεργαστούν με την πανεπιστημιακή αστυνομία, προκειμένου τα πανεπιστήμιά τους να είναι ασφαλή. Το αυτονόητο, δηλαδή.
Θέλω να θυμίσω επίσης ότι η πανεπιστημιακή αστυνομία δεν είναι υποκατάστατο για την κανονική αστυνομία. Οποτε χρειάζεται η αστυνομία, και με τις ειδικές δυνάμεις που διαθέτει εάν αυτό κριθεί απαραίτητο επιχειρησιακά, έχει κάνει παρεμβάσεις κι έχει απελευθερώσει χώρους οι οποίοι βρίσκονταν υπό κατάληψη, για να μπορέσουμε με αυτόν τον τρόπο να επανέλθουμε σε μία κανονικότητα, την οποία πιστεύω ότι επιζητεί η συντριπτική πλειοψηφία και των φοιτητών και των καθηγητών και των εργαζόμενων στα πανεπιστήμια.
Σε αυτήν την πολιτική θα επιμείνουμε. Τονίζω, όμως, χρειαζόμαστε μια πιο ενεργή συμμετοχή και των ίδιων των Πρυτάνεων, που στο κάτω-κάτω έχουν την ευθύνη για να καταρτίσουν τα σχέδια ασφάλειας που αφορούν τα πανεπιστήμιά τους.
Ομως πιστεύω ότι συνολικά -παρότι ακούω την κριτική την οποία λέτε και όντως ως κυβέρνηση μερικές φορές δεν έχουμε στείλει τα πιο συνεκτικά και συγκροτημένα μηνύματα γύρω από το ζήτημα της πανεπιστημιακής αστυνομίας- η κατάσταση στα πανεπιστήμιά μας είναι πολύ καλύτερη σήμερα από ό,τι ήταν πριν από τέσσερα χρόνια. Κινούμαστε στη σωστή κατεύθυνση και σε αυτήν πρέπει να επιμείνουμε.
Ο αλαζόνας, αυτοκρατορίσκος Μητσοτάκης αρνείται να παραδεχτεί δημόσια το στραπάτσο που υπέστη -κυρίως ο ίδιος προσωπικά και δευτερευόντως η κυβέρνηση των α(χ)ρίστων- στο ζήτημα της Πανεπιστημιακής Αστυνομίας. Ενα ζήτημα στο οποίο τόσο προεκλογικά (πριν τον σχηματισμό της κυβέρνησης Κούλη 1) όσο και μετεκλογικά είχε επενδύσει τα μάλα, στοχεύοντας στο συντηρητικό και ακροδεξιό ακροατήριο των ψηφοφόρων. Κατά τον ίδιο, το αφήγημα «νόμος και τάξη», στην περίπτωση των Πανεπιστημίων της δήθεν «ανομίας», θα εύρισκε την εφαρμογή του στην Πανεπιστημιακή Αστυνομία.
Ηταν δε τόσο πορωμένος με αυτό το αντιδραστικό κατασταλτικό σχέδιο, που δεν έπαιρνε υπόψη του την ιστορία της δράσης του φοιτητικού κινήματος, την οποία άλλωστε αγνοούσε από πρώτο χέρι, καθώς, ως πορφυρογέννητος, δεν είχε περάσει ούτε απέξω από το ελληνικό δημόσιο Πανεπιστήμιο.
Η κατάληξη ήταν προδιαγεγραμμένη. Η Πανεπιστημιακή Αστυνομία απέτυχε να εγκατασταθεί στο δημόσιο Πανεπιστήμιο, επειδή οι φοιτητές ύψωσαν τείχος αντίστασης. Στο τέλος απέμεινε στον Μητσοτάκη η γελοιότητα του σόου που έστησε με τον τότε υπουργό Μπάτσων και Καταστολής Θεοδωρικάκο έξω από την πύλη του ΕΚΠΑ, την οποία προσπάθησε να υπερκεράσει με άλλα σόου, όπως αυτά της εισβολής σε άδεια φοιτητικά στέκια εντός των πανεπιστημιακών χώρων.
Επίσης πρέπει να σημειώσουμε ότι ο Μητσοτάκης δεν βρήκε πρόθυμους αρωγούς στην επιχείρησή του τους Πρυτάνεις, με εξαίρεση τον δεξιό, προκλητικά «πρόθυμο», πρώην Πρύτανη του ΑΠΘ, επειδή εκ της επαφής τους με τη φοιτητική νεολαία έχουν συναίσθηση της ευαισθησίας της σε ζητήματα καταστολής, άρα και της αποτυχίας ενός τέτοιου εγχειρήματος, και επειδή δεν θέλουν να διακινδυνέψουν την θέση τους ερχόμενοι σε αντιπαράθεση με το φοιτητικό κίνημα.
Τι κάνει, λοιπόν, εδώ ο Μητσοτάκης; Αρνείται να παραδεχτεί το φιάσκο («η πανεπιστημιακή αστυνομία δεν καταργείται, αντιθέτως ενισχύεται») και πετάει το μπαλάκι στους Πρυτάνεις «οι οποίοι έχουν υποχρέωση να καταρτίσουν σχέδια ασφάλειας των πανεπιστημιακών ιδρυμάτων».
Μάλιστα η κατάρτιση αυτών των «σχεδίων ασφαλείας» [σύσταση ειδικής Ομάδας Προστασίας Πανεπιστημιακού Ιδρύματος (Ο.Π.Π.Ι.), στέγαση σε κάθε πανεπιστημιακό χώρο του «τμήματος» της εν λόγω ομάδας ασφαλείας, διεύρυνση των μέτρων όπως ελεγχόμενη είσοδος, σύστημα καμερών που θα δίνει εικόνα σε κεντρικό «control room» που θα ελέγχεται από αστυνομικούς, περιφράξεις κ.λπ. και βεβαίως ενίσχυση των διατάξεων του πειθαρχικού και του ποινικού Δικαίου] αποτελεί προϋπόθεση για να μην καταργηθεί, αλλά αντιθέτως να ενισχυθεί η πανεπιστημιακή αστυνομία: «Για να γίνει όμως αυτό (σ.σ.: η μη κατάργηση αλλά αντιθέτως η ενίσχυση), κα Σερέτη, χρειάζεται και μία πιο συστηματική συνεργασία με τους Πρυτάνεις, οι οποίοι έχουν υποχρέωση να καταρτίσουν σχέδια ασφάλειας των πανεπιστημιακών ιδρυμάτων».
Και γιατί ο Μητσοτάκης δεν περίμενε πρώτα να καταρτίσουν οι Πρυτάνεις τα «σχέδια ασφάλειας» και μετά να βάλει την πανεπιστημιακή αστυνομία να προσπαθεί να εισβάλει και να περιπολεί μέσα στο πανεπιστημιακό campus; Ρητορικό είναι το ερώτημα. Γιατί το μίσος του για την φοιτητική νεολαία τον τύφλωνε, γιατί ήθελε γρήγορα να παράξει αποτέλεσμα που να δικαιώνει το σλόγκαν «νόμος και τάξη», δείχνοντας στο ακροδεξιό του ακοατήριο «ενότητα λόγων και έργων», την οποία διατυμπάνιζαν και επαινούσαν τα παπαγαλάκια των «πετσωμένων» ΜΜΕ.
Στην απάντησή του ο Μητσοτάκης λέει επίσης ότι η πανεπιστημιακή αστυνομία «δεν είναι υποκατάστατο για την κανονική αστυνομία». Προσπαθεί έτσι να καλύψει το γεγονός ότι τελικά οι περιπολίες των ΟΠΠΙ γύρω από τα πανεπιστημιακά campus γίνονταν με τη συνοδεία ΜΑΤ και οπλοφόρων μπάτσων διά τον φόβο των Ιουδαίων, ενώ και οι τρομοκρατικές εισβολές στα άδεια φοιτητικά στέκια έγιναν από δυνάμεις της αστυνομίας όλων των διευθύνσεων και τύπων, από ομάδες της ΔΙ.ΑΣ, της ΔΡΑΣΗ και της Ο.Π.Κ.Ε.