«Αν η κυβέρνηση έκρινε ότι οφείλει να κηρύξει τριήμερο εθνικό πένθος για το ναυάγιο έξω από την Πύλο, καλώς έκρινε. Δεν έχω κάτι να προσθέσω», γράφει ο Πρετεντέρης στη στήλη του στα σημερινά «Νέα».
Στο καπάκι αναιρεί πρόστυχα τη… συγκατάβασή του: «Απλώς να θυμίσω ότι είναι ένα ναυάγιο που συνέβη εκτός εθνικής επικράτειας και ελληνικών χωρικών υδάτων, στο οποίο δεν εμπλεκόμαστε καθ’ οιονδήποτε τρόπο κι απλώς σπεύσαμε να συντρέξουμε για να διασώσουμε τους ναυαγούς. Φυσικά κάναμε πολύ καλά».
Δεν του έχει μιλήσει κανείς για τις περιοχές ευθύνης για την έρευνα και διάσωση στη θάλασσα; Δε χρειαζόταν να του μιλήσει κανείς, τα ξέρει πολύ καλά. Τα πετάει στα σκουπίδια, όμως, ώστε, σαν κοινός προβοκάτορας, να παρουσιάσει το ελληνικό κράτος σαν… στοργικό και φιλάνθρωπο, που έτρεξε να συντρέξει και να διασώσει τους ναυαγούς, χωρίς να έχει καμιά υποχρέωση.
Το ελληνικό κράτος έχει υπογράψει διεθνείς συνθήκες. Μια απ’ αυτές, που έχει εγκριθεί από το Ελληνικό Κοινοβούλιο και επομένως έχει ενσωματωθεί στην εσωτερική έννομη τάξη, προβλέπει ότι το ελληνικό κράτος υποχρεούται να διεξάγει επιχειρήσεις έρευνας και διάσωσης στα όρια του FIR Αθηνών. Επομένως, το ελληνικό κράτος δεν «έσπευσε να συντρέξει» ναυαγούς, αλλά είχε υποχρέωση να διασώσει τους επιβαίνοντες σε πλοίο σε κίνδυνο. Δηλαδή, εμπλέκεται εξ ορισμού, βάσει των διεθνών υποχρεώσεών του, στο ναυάγιο. Εκ του αποτελέσματος δεν τα κατάφερε, αφού η συντριπτική πλειοψηφία των επιβατών (το 80% σύμφωνα με τους πιο μετριοπαθείς υπολογισμούς) πνίγηκε.
Αυτό σημαίνει ότι το ελληνικό κράτος είναι υπόλογο (μένουμε αυστηρά στη νομική πτυχή της υπόθεσης, αποφεύγοντας τις δικές μας πολιτικές κρίσεις περί εγκληματικής συμπεριφοράς). Οφείλει να δώσει εξηγήσεις γιατί δεν κατάφερε να σώσει την πλειοψηφία των επιβατών του σκάφους σε κίνδυνο, που βυθίστηκε σε απόσταση μερικών μέτρων από σκάφος του ελληνικού Λιμενικού, που ήταν αρμόδιο για τη διάσωσή τους.
Για τον Πρετεντέρη, όμως, δεν υπάρχει καμιά ανάγκη διερεύνησης, γιατί το ελληνικό κράτος «δεν εμπλέκεται καθ’ οιονδήποτε τρόπο» στο ναυάγιο που συνέβη «εκτός εθνικής επικράτειας και ελληνικών χωρικών υδάτων»!
Αφού… τελείωσε με τη νομική πτυχή της υπόθεσης, ο Πρετεντέρης «περιέλαβε» τους «αγενέστατους εγκάθετους που πήγαν να ζητήσουν τον λόγο από την Πρόεδρο της Δημοκρατίας». Οι οποίοι, εκτός από «αγενέστατοι» και «εγκάθετοι» είναι ο ένας «αφάνας» και η άλλη «υστερική». Και βέβαια, αποθεώνει τη Σακελλαροπούλου για την ατάκα «ο φράχτης είναι η προστασία των συνόρων της πατρίδας μου!».
Κι αφού χύσει τα δάκρυά του σαν ιμιτασιόν κροκόδειλος («κατά τα άλλα ασφαλώς θλιβόμαστε και πενθούμε για ένα ναυάγιο στο οποίο χάθηκαν τόσες ψυχές, έστω κι αν δεν έχουμε καμία σχέση με το γεγονός»), μας καλεί να «πάμε παρακάτω». Να συμφωνήσουμε ότι «προφανώς υπάρχει γενικότερο ζήτημα παράνομης μετανάστευσης, το οποίο εκμεταλλεύονται κυκλώματα διακινητών σε άθλιες συνθήκες ασφάλειας και με πολλά θύματα», όμως «η λύση φυσικά δεν είναι να “νομιμοποιήσουμε“ γενικώς την ελεύθερη κι ανεξέλεγκτη μετανάστευση. Αλλά να την υποβάλουμε σε σαφείς κανόνες μετακίνησης, οι οποίοι θα οριστούν όχι από τους υποψήφιους μετανάστες αλλά από τις χώρες υποδοχής τους».
Μας προειδοποιεί κιόλας: «Οποιος ονειρεύεται ότι η Ευρώπη θα ανοίξει μια μέρα τα σύνορά της για να υποδεχτεί όλη “τη δυστυχία του κόσμου“ (η διατύπωση ανήκει στον Μισέλ Ροκάρ) είναι βαθιά νυχτωμένος. Δεν θα το κάνει για να μη θέσει σε κίνδυνο την ασφάλεια, την κοινωνική και πολιτισμική συνοχή της. Δεν θα το κάνει, διότι οι λαοί της Ευρώπης στη συντριπτική πλειοψηφία τους δεν το θέλουν. Και στη δημοκρατική Ευρώπη οι κυβερνήσεις είναι “του λαού, από τον λαό, για τον λαό“. Δεν είναι του κάθε αναμαλλιασμένου σαχλαμάρα που θεωρεί ότι μπορεί να την πέφτει στην Πρόεδρο της Δημοκρατίας».
Η Λεπέν, ο Σαλβίνι, η Μελόνι, ο Ορμπαν, ο Κουρτς θα έσκαγαν από το κακό τους διαβάζοντας τις θέσεις τους να αποδίδονται με τόσο… δημοκρατική ρητορική. Επειδή αυτοί δεν διαβάζουν Πρετεντέρη, είμαστε σίγουροι ότι έσκασαν από το κακό τους ο Βελόπουλος, ο Μπογδάνος, ο Νατσιός, ο Κασιδιάρης, ο Λαγός, ο Μιχαλολιάκος.