Ποιο είναι το καθήκον των αντιρατσιστών-αντιφασιστών αυτή την περίοδο; Μήπως να σταθούν απέναντι στους νεοναζί, αλλά και στους οργανωμένους «νοικοκυραίους» και επιχειρηματίες, που αντιδρούν στην κατασκευή στρατοπέδων συγκέντρωσης προσφύγων και μεταναστών σε διάφορα σημεία της χώρας, ή να σταθούν απέναντι στην πολιτική των πογκρόμ και των απελάσεων, που έχει συμφωνήσει η κυβέρνηση με την ιμπεριαλιστική ηγεσία της ΕΕ;
Αυτό που συμβαίνει τις τελευταίες μέρες δεν είναι πρωτοφανές. Οργανωμένοι από τους τοπικούς άρχοντες «νοικοκυραίοι», είτε στην Κω είτε στα Διαβατά, κινητοποιούνται ενάντια στην απόφαση της κυβέρνησης για κατασκευή στρατοπέδων στην περιοχή τους, θεωρώντας ότι αυτό θα υποβαθμίσει την περιοχή. Τέτοιες αντιδράσεις έχουν υπάρξει και άλλες φορές, εξαιτίας της κατασκευής ή εγκατάστασης ξενώνων για ψυχικά ασθενείς, κέντρων απεξάρτησης, φυλακών. Το γεγονός ότι οι αντιδράσεις αυτές έχουν υπερσυντηρητικό, καμιά φορά και ρατσιστικό χαρακτήρα, δεν μπορεί να δικαιώσει την κυβερνητική πολιτική, η οποία όχι μόνο δε διαφέρει σε τίποτα από την πολιτική των προκατόχων της, αλλά βαθαίνει αυτή την πολιτική, εξαιτίας της όξυνσης του προσφυγικού-μεταναστευτικού ζητήματος.
Ας περιγράψουμε με απλό τρόπο αυτό που συμβαίνει σήμερα. Εξαιτίας του πολέμου στη Συρία, αλλά και της εξαθλίωσης στην ευρύτερη περιοχή της Ασίας και της Αφρικής, έχει αναπτυχθεί το μεγαλύτερο κύμα μαζικής μετανάστευσης μετά το Β' παγκόσμιο πόλεμο. Ενας αντιρατσιστής δεν μπορεί να ξεχωρίζει νομικά τον πρόσφυγα από τον μετανάστη. Από άποψη αρχών, πρέπει να τους βλέπει το ίδιο. Είναι θύματα της ιμπεριαλιστικής εκμετάλλευσης και καταπίεσης, της άγριας καταλήστευσης ολόκληρων περιοχών, των πολέμων για τον έλεγχο των αγορών και των πηγών πρώτων υλών.
Στόχος των ιμπεριαλιστικών χωρών της Ευρώπης, προς τις οποίες κατευθύνεται το μεταναστευτικό ρεύμα, είναι να βρουν τρόπους να το ανακόψουν, μετά το «σοκ» που υπέστησαν μετά τον περασμένο Αύγουστο, όταν αναγκάστηκαν να δεχτούν τους πρόσφυγες από τη Συρία, αλλά δεν είχαν αποτελεσματικό μηχανισμό για το ξεχώρισμα των προσφύγων από τους μετανάστες. «Κλειδί» στην ανάσχεση του ρεύματος είναι η Τουρκία και η Ελλάδα. Η Τουρκία, όμως, βρίσκεται σε ισχυρότερη θέση, γιατί ούτε στη Σέγκεν είναι ούτε υπό την επιτροπεία των ευρωενωσίτικων μηχανισμών βρίσκεται. Γι' αυτό και ο Ερντογάν με τον Νταβούτογλου παζαρεύουν σκληρά, με στόχο να αποσπάσουν από την ΕΕ όχι μόνο οικονομικά οφέλη, αλλά και γεωστρατηγικά οφέλη. Δεν είναι τυχαίο ότι η Μέρκελ αναγκάστηκε να επισκεφτεί δυο φορές μέσα σε λίγους μήνες την Αγκυρα, σε μια προσπάθεια να εμπλέξει την τουρκική κυβέρνηση στην πολιτική ανάσχεσης του μεταναστευτικού ρεύματος.
Αν παρομοιάζαμε Τουρκία και Ελλάδα με ένα χωνί, η Ελλάδα είναι ο λαιμός του χωνιού. Η χώρα στην οποία πρέπει να εγκλωβιστεί μεγάλος όγκος μεταναστών και να βιώσει στο πετσί του την οικονομική εξαθλίωση, τα πογκρόμ και τον εγκλεισμό σε στρατόπεδα συγκέντρωσης, ώστε αυτή η ζοφερή πραγματικότητα να λειτουργήσει σαν αντικίνητρο και να ανακόψει τη μεταναστευτική ροή. Σ' αυτό η συγκυβέρνηση Τσίπρα-Καμμένου έχει συμφωνήσει πλήρως. Προσπάθησε να καθυστερήσει κάπως τις σχετικές διαδικασίες, όχι επειδή εμφορείται από φιλομεταναστευτικά αισθήματα, αλλά για να μπορέσουν όσο το δυνατόν περισσότεροι να φύγουν από την Ελλάδα και να έχει να «διαχειριστεί» (αγαπημένη έκφραση του υπουργού Μουζάλα) αυτούς που θα ξεμείνουν, με την ελπίδα ότι κάτι θα γίνει και θα ανασχεθεί κάπως και η ροή από την Τουρκία.
Αυτή την καθυστέρηση την αντελήφθησαν, φυσικά, οι ευρωπαίοι ιμπεριαλιστές και έβαλαν το μαχαίρι στο λαιμό του Τσίπρα. Η απειλή για αποβολή της Ελλάδας από τη Σέγκεν (που νομικά και πρακτικά δεν μπορεί να γίνει, εκτός αν καταργηθεί η ίδια η Σέγκεν) ήταν το άλλοθι που χρειαζόταν η κυβέρνηση για να παρουσιάσει την αντιμεταναστευτική-πογκρομιστική πολιτική της ως απαραίτητη. Βλέπετε, όλα τα προηγούμενα χρόνια ο ΣΥΡΙΖΑ εμφανιζόταν ως ριζικά αντίθετος στην ακολουθούμενη αντιμεταναστευτική πολιτική και τώρα πρέπει να τη συνεχίσει, με πιο άγριο τρόπο μάλιστα.
Σύμφωνα με τις κυβερνητικές ανακοινώσεις, θα φτιαχτούν στρατόπεδα τριών κατηγοριών. Πρώτο, τα περιβόητα hotspots στα νησιά, όπου θα εγκλείονται όσοι φτάνουν από την Τουρκία μέσω θάλασσας, θα καταγράφονται, θα διαχωρίζονται σε πρόσφυγες και μετανάστες και θα φακελώνονται. Λένε ότι η καταγραφή θα διαρκεί από μία μέχρι τρεις μέρες, προβλέπεται όμως ότι μπορεί να φτάσει και τις 25 μέρες «σε έκτακτες περιπτώσεις». Οι πρόσφυγες και μετανάστες θα είναι έγκλειστοι στα hotspots για να μη «μολύνουν» με την παρουσία τους τις τοπικές κοινωνίες (και τον τουρισμό). Το φακέλωμά τους είναι απαραίτητο, ώστε όσοι απ' αυτούς συλληφθούν αργότερα σε κάποια ευρωπαϊκή χώρα, να απελαύνονται, σύμφωνα με τον Κανονισμό του Δουβλίνου.
Δεύτερη κατηγορία στρατοπέδων είναι οι «δομές φιλοξενίας αιτούντων άσυλο» (τα δύο στρατόπεδα σε Σχιστό και Διαβατά), οι οποίες -σύμφωνα με τον Μουζάλα- θα είναι ανοιχτές και απλώς θα φυλάσσονται από την αστυνομία. Οι διαδικασίες εξέτασης των αιτήσεων ασύλου δεν κρατάνε πλέον χρόνια, όπως στο παρελθόν. Μέσα σε δυο-τρεις μήνες το άσυλο απορρίπτεται και στο δεύτερο βαθμό και ο μετανάστης καλείται να εγκαταλείψει την Ελλάδα σε ένα μήνα. Αν αυτές οι δομές παραμείνουν ανοιχτές, τότε όσοι έκαναν άσυλο και περιμένουν απάντηση θα φροντίζουν να τις εγκαταλείπουν γρήγορα, μόλις βρουν κάπου να στεγαστούν. Θα το κάνουν για ν' αποφύγουν τον εγκλεισμό στα λεγόμενα «προαναχωρησιακά κέντρα» και την υποχρεωτική απέλαση. Επομένως, κάποια στιγμή και αυτά τα δύο στρατόπεδα θα σφραγιστούν.
Η τρίτη κατηγορία είναι τα «προαναχωρησιακά κέντρα», τα στρατόπεδα συγκέντρωσης όπως αυτά της Κορίνθου και της Αμυγδαλέζας, όπου θα κλείνονται μετανάστες που δε δέχονται να επαναπατριστούν οικειοθελώς.
Φτιάχνεται, δηλαδή, μια αλυσίδα στρατοπέδων συγκέντρωσης, που θα αποτελούν συγκοινωνούντα δοχεία. Μπορούν αυτές οι δομές να αντιμετωπίσουν -βίαια και κατασταλτικά έστω- το πρόβλημα; Ούτε για να το «διαχειριστούν» δεν είναι επαρκή. Μιλάμε για μια συνολική χωρητικότητα 30-40 χιλιάδων ψυχών, αριθμός ελάχιστος μπροστά σ' αυτούς που είναι ήδη εγκλωβισμένοι στην Ελλάδα και σ' αυτούς που θα έρθουν. Προς Βορρά τα σύνορα σφραγίζονται, από την Ανατολή όμως εξακολουθεί να έρχεται κόσμος. Και θα εξακολουθήσει να έρχεται, παρά το σφράγισμα στο Βορρά, γιατί πάντοτε υπάρχει η ελπίδα ότι θα τα καταφέρουν να περάσουν στην Ευρώπη, και πάντοτε θα υπάρχουν τα κυκλώματα των δουλέμπορων, έτοιμα να σε περάσουν και από τα σφραγισμένα σύνορα, με πολύ ακριβότερη ταρίφα, βέβαια.
Τι θα μείνει; Θα μείνει η «διαχείριση» του προβλήματος από την ελληνική κυβέρνηση, με όλο και περισσότερη βαρβαρότητα σε βάρος των προσφύγων και μεταναστών, με στόχο αυτή η βαρβαρότητα να λειτουργήσει ως αποτρεπτικός παράγοντας για όσους θα ήθελαν να περάσουν στην Ευρώπη μέσω Ελλάδας. Οσοι έχουμε ασχοληθεί με το μεταναστευτικό ζήτημα ξέρουμε ότι αυτό θα συμβεί. Θα δούμε την πρόθυμη συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ να φουντώνει το ρατσισμό, μιλώντας για τους «παράνομους» που «πρέπει να επαναπροωθηθούν», θα δούμε να γεμίζουν τα στρατόπεδα συγκέντρωσης και να οργανώνονται αστυνομικά πογκρόμ για να γεμίζουν τα στρατόπεδα και για να αισθάνονται όσοι διαφεύγουν τη σύλληψη τον τρόμο να παραμονεύει σε κάθε βήμα τους.
Και η σημερινή ελληνική κυβέρνηση ακολουθεί πειθήνια τις διαταγές της ιμπεριαλιστικής ΕΕ, περιοριζόμενη να ζητάει λεφτά για να παίξει καλύτερα το ρόλο του χωροφύλακα και του δεσμοφύλακα. Και θα προσπαθήσει να εμπλέξει τον ελληνικό λαό σ' αυτό, περιγράφοντας τους μετανάστες σαν μια απειλή. Οσοι δε θέλουμε να δούμε το ρατσισμό να φουντώνει (και το πρόβλημα να παραμένει) πρέπει ν' απαιτήσουμε αυτό που απαιτούσαμε και παλιά: «χαρτιά» σε όλους τους μετανάστες για να μπορούν να πάνε εκεί που είναι ο προορισμός τους.