Ας μου επιτραπεί τη φορά αυτή να μιλήσω σε πρώτο πρόσωπο, όχι γιατί έχω κανένα πρόβλημα ταυτότητας (με έπαιζαν τα παιδάκια όταν ήμουν μικρός κι ακόμα με παίζουν). Απλά πρόκειται να καταθέσω ατομικές σκέψεις και σε υπεραπλουστευμένη γλώσσα. Από τότε που θυμάμαι λοιπόν τον εαυτό μου να αποκτά την όποια πολιτική συνείδηση και να ενδιαφέρεται για την ελεγχόμενη γυάλα στην οποία ζει, ένα πράγμα μου προξενούσε πάντα μεγάλη εντύπωση: Ο πραγματικός ρόλος της Θεσσαλονίκης, πίσω από την όψη των πραγμάτων. Τι εννοώ;
Μιλούν διάφοροι κομπορρήμονες για μια πρωτοπόρο πόλη, για πολλά σημαντικά γεγονότα που πρωτοέγιναν ή έγιναν εδώ και άλλα τέτοια στομφώδη. Εγώ όμως απορούσα: Γιατί να δολοφονηθεί εδώ ο Λαμπράκης και τόσοι άλλοι; Γιατί να βρεθεί και να δολοφονηθεί αμέσως ο Χαλκίδης; Γιατί δεν έδρασε εδώ καμιά τοπική επαναστατική ομάδα τις τελευταίες δεκαετίες; Γιατί δεν υπήρξε ποτέ «πλατεία» με τα δικά της παιδιά; Γιατί σε ό,τι γινόταν υπήρχε πάντα αποτελεσματική αντιμετώπιση, ώστε να μην μένουν στεγανά σε διάφορες υποθέσεις; Κι αν δεν βρισκόταν οι αίτιοι, κατασκευάζονταν ώστε να μην μένουν ανοιχτές υποθέσεις (π.χ. Παγκρατίδης-δράκος).
Οι αρχές ασφάλειας της πόλης, τουλάχιστον για τον τελευταίο μισό αιώνα, θα έπρεπε να τιμηθούν με τις ανώτατες διακρίσεις για το έργο τους. Είναι πραγματικά κάτι εντυπωσιακό. Λες κι η Θεσσαλονίκη ήταν μια γειτονιά όπου όλα μαθεύονταν αμέσως, ένα διάφανο θερμοκήπιο με ελεγχόμενες καλλιέργειες. Οσο μεγάλωνα, ένοιωθα καλά το πόσο άμεσα κατοπτευόμενο ήταν το περιβάλλον σ’ αυτή τη γυάλα-τμήμα του μεγάλου ενυδρείου μέσα στο οποίο πλατσουρίζουμε. Οσοι έζησαν σ’ αυτή την πόλη ή όσοι επαναφέρουν μνήμες και βιώματα θα καταλαβαίνουν τι προσπαθώ να πω. Και δεν υπάρχει τίποτε μυστήριο σ’ αυτά τα γραφόμενα, ούτε καν από μαρξιστική σκοπιά, μιας και είναι ιδωμένα υπό το πρίσμα των εκάστοτε συνθηκών και περιστάσεων, καθώς και κάτω από τους στιγμιαία ή ευρυπρόθεσμα δημιουργούμενους αλληλοσυσχετισμούς.
Από την άλλη, η πόλη αυτή των ξεσηκωμών και της «πρωτοπορίας» έχει πάμπολλα χρόνια να παρουσιάσει κάτι σημαντικό στο πεδίο του αγώνα. Ανευρη, υποτονική και υποταγμένη πορεύεται στο μέλλον που της ετοιμάζεται. Εργασιακά, η μισή πόλη κλείνει και η άλλη μισή μεταφέρθηκε στα Σκόπια και τη Βουλγαρία και η απεργία είναι άγνωστη λέξη. Ενας στους πέντε κατοίκους είναι άνεργος ή υποαπασχολείται. Διαλυμένες ομάδες, φράξιες, γκρουπούσκουλα και άτομα προσπαθούν να περισώσουν την ατομική, μικροομαδική και γενικότερη φήμη τους, με αυτή (αυστηρά) τη σειρά ιεράρχησης. Την ώρα που καλούμαστε να ομονοήσουμε μπροστά στην καλπάζουσα λαίλαπα και την ολομέτωπη επίθεση που δέχεται η κοινωνία (όπως εν μέρει συνέβη στην Αθήνα), εδώ πάνω διυλίζεται ο κώνωπας προκειμένου να βρεθούν και να διογκωθούν αντιθέσεις και να παραμείνουμε καθένας περιχαρακωμένος στο κάστρο του. Μέσα από ατέλειωτες, κουραστικές, ανέξοδες και συχνά αγγίζουσες τη γελοιότητα συζητήσεις.
Αν σκεφτώ την αναδρομή στο παρελθόν που έκανα παραπάνω, θ’ αρχίσω να πιστεύω ότι ο χώρος έχει οριστικά αλωθεί από παντοειδείς ρουφιανοχαφιέδες. Αν τη θεωρήσω ονειροφαντασία μου, τότε θα πρέπει απλά να παραδεχτούμε ότι είμαστε πολύ «μικροί» μπρος στο μέγεθος των περιστάσεων. Μικροί, υποτονικοί και εύκολα ελεγχόμενοι.
Δεν θα μπω σε περαιτέρω λεπτομέρειες, γιατί το θέμα σηκώνει πολλή κουβέντα. Μια επισήμανση έκανα μόνο, μια αφορμή για σκέψεις.
Θοδωρής Μπακάλης