Τη μέρα που ανακοινώνονταν άλλοι 101 νεκροί από κοροναϊό, αποτέλεσμα της εγκληματικής πολιτικής της κυβέρνησης Μητσοτάκη, που από τη μια οδήγησε στην ανεξέλεγκτη διασπορά του ιού και στην έκρηξη της πανδημίας σε όλη τη χώρα και από την άλλη άφησε εντελώς ανοχύρωτο το ΕΣΥ, με αποτέλεσμα άνθρωποι να πεθαίνουν χωρίς την απαραίτητη νοσηλευτική φροντίδα, η ίδια κυβέρνηση οργάνωσε ένα νέο όργιο κρατικής καταστολής, με ξύλο και συλλήψεις όσων θέλησαν να τιμήσουν τη μνήμη του Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου, που δολοφονήθηκε σαν σήμερα πριν από δώδεκα χρόνια από τον μπάτσο Κορκονέα.
Το γράψαμε και απ’ αφορμή την επίσης χουντικού τύπου απαγόρευση των εκδηλώσεων για το Πολυτεχνείο: η κυβέρνηση Μητσοτάκη λειτουργεί σαν κοινός προβοκάτορας, προσπαθώντας ν’ αλλάξει την πολιτική ατζέντα και να καταστήσει βασικό διακύβευμα το «ναι ή όχι στην πορεία», αντί του «τι πρέπει να γίνει για να αντιμετωπιστεί αποτελεσματικά η πανδημία, μετά την εγκληματική πολιτική της κυβέρνησης;».
Στις 17 Νοέμβρη, η σύγκρουση αναδείχτηκε ως σύγκρουση με τμήμα της κοινοβουλευτικής αντιπολίτευσης (μολονότι δεν ήταν μόνο ο Περισσός που κατέβηκε), σήμερα περιορίστηκε σε σύγκρουση με δυνάμεις της λεγόμενης εξωκοινοβουλευτικής αριστεράς. Η ουσία, όμως, είναι η ίδια: Ξύλο και συλλήψεις, στοίβαγμα των συλληφθέντων στις κλούβες και μετά σε κελιά της ΓΑΔΑ. Και άφθονα τηλεοπτικά πλάνα που κυριαρχούν πάνω στις δραματικές εξελίξεις που σφραγίστηκαν με τους 101 νέους θανάτους το τελευταίο 24ωρο.
Ακόμα και οι εικόνες της κατασταλτικής επιχείρησης δείχνουν ότι στο μυαλό του πρωθυπουργού και των επιτελών του, που έδωσαν τις εντολές, δεν ήταν η προστασία της δημόσιας υγείας, αλλά ο κρατικός τσαμπουκάς, μέσω του οποίου προσπαθούν να αλλάξουν την ατζέντα (κλείνοντας ταυτόχρονα το μάτι στο δεξιό ακροατήριο, στους «νοικοκυραίους» που θέλουν «νόμο και τάξη»).
Εκδίδοντας απαγόρευση των συγκεντρώσεων άνω των τεσσάρων ατόμων (στην πραγματικότητα βάζοντας το Σύνταγμα στο «γύψο» για μια μέρα), η κυβέρνηση Μητσοτάκη ποντάρισε στην ενεργοποίηση αντικατασταλτικών αντανακλαστικών. Εβγαλε την απαγόρευση, μολονότι είχε διαπιστώσει ότι δεν υπήρχαν καν καλέσματα για διοργάνωση πορειών, ότι τα κοινοβουλευτικά κόμματα δε συμμετείχαν καθόλου και ότι υπήρχε μόνο ένα κάλεσμα με υπογραφές προσώπων για παρουσία στον τόπο της δολοφονίας «για να αφήσουμε ένα λουλούδι, ένα γράμμα, μία υπόσχεση».
Αντί για «διαχείριση» της κατάστασης (όπως έκανε με τις ολιγομελείς συγκεντρώσεις στην απεργία της 26ης Νοέμβρη), η κυβέρνηση Μητσοτάκη επέλεξε την προβοκάτσια, την όξυνση, την καταστολή.
Για να λέμε τα πράγματα με τ’ όνομά τους, η κυβέρνηση Μητσοτάκη εκμεταλλεύεται το γεγονός ότι το μεγαλύτερο μέρος των οργανωμένων δυνάμεων που αναφέρονται στο εργατικό και το λαϊκό κίνημα (κοινοβουλευτικές και εξωκοινοβουλευτικές) απουσιάζει από το μέτωπο της αντιμετώπισης της πανδημίας, έχοντας αφήσει την πρωτοβουλία στα χέρια της κυβέρνησης, αρκούμενο σε γενικόλογες καταγγελίες (ούτε το αίτημα για πραγματικά καθολικό λοκντάουν, για να γλιτώσουν ζωές δικών μας ανθρώπων, δεν τολμά να ψελλίσει) και αναγορεύοντας σε μείζον ζήτημα τις εκδηλώσεις της κρατικής καταστολής, η απάντηση στις οποίες μετατρέπεται σε ζήτημα πολιτικής ύπαρξης στις συνθήκες της πανδημίας. Οσο συμβαίνει αυτό, η κυβέρνηση –σκεπτόμενη με καθαρά γκεμπελίστικο τρόπο- προχωρά σε κατασταλτικού τύπου προβοκάτσιες, προσπαθώντας να υποδείξει ως εχθρούς του λαού, ως υπεύθυνους για την έκρηξη της πανδημίας και τις καθημερινές εκατόμβες νεκρών, τις μερικές εκατοντάδες που θέλησαν να διαδηλώσουν στο Πολυτεχνείο ή τις ολιγομελείς ομάδες που θέλησαν σήμερα ν’ αφήσουν ένα λουλούδι στον τόπο της δολοφονίας του Γρηγορόπουλου.
Εγείρονται, φυσικά, ζητήματα τακτικής για το οργανωμένο κομμάτι του κινήματος. Για τη δυνατότητά του να προσανατολίζεται σωστά και να παρεμβαίνει στο πραγματικό πεδίο της ταξικής αντιπαράθεσης (που σήμερα είναι η αντιμετώπιση της πανδημίας με όρους προστασίας των ευάλωτων ανθρώπων μας και των εργατικών δικαιωμάτων) και όχι στο πεδίο που στήνει ο ταξικός αντίπαλος. Για το ότι, αφήνοντας την πρωτοβουλία στην κυβέρνηση και απουσιάζοντας από τη μάχη για το μείζον ζήτημα, παίρνεις ένα βαθμό συνυπευθυνότητας, όσο κι αν υποστηρίζεις το αντίθετο.
Αυτό δε θα μας εμποδίσει, όμως:
- Να καταγγείλουμε τις χουντικής έμπνευσης απαγορεύσεις (με κουρέλιασμα του ίδιου του ισχύοντος αστικού Συντάγματος) και την απογείωση της κρατικής καταστολής (κατά παράβαση, μάλιστα, των υγειονομικών κανόνων προστασίας από τον κοροναϊό).
- Να απαιτήσουμε την άμεση απελευθέρωση όλων των συλληφθέντων, που κρατούνται επί ώρες συνωστισμένοι σε κλειστούς χώρους, χωρίς καμιά προστασία πέρα από τις μάσκες που είχαν μαζί τους.
- Να καταγγείλουμε την κυβέρνηση Μητσοτάκη για το διαρκές έγκλημα σε βάρος του ελληνικού λαού.
- Να καλέσουμε σε συστράτευση για την αντιμετώπιση της πανδημίας που θερίζει ζωές, με όρους προστασίας της ζωής και της υγείας των δικών μας ανθρώπων και όχι με όρους καπιταλιστικής «κανονικότητας».
Στις 29 Σεπτέμβρη, μέσα σ’ ένα κλίμα γενικής μακαριότητας, ζητήσαμε: Lockdown ΤΩΡΑ, για να μη θρηνήσουμε εκατόμβες νεκρών. Ηδη, θρηνούμε εκατόμβες νεκρών και η μακάβρια αλυσίδα δεν έχει ορατό τέλος.
Στις 14 Νοέμβρη προειδοποιήσαμε ότι Το Μπέργκαμο είναι πολύ κοντά… Αυτά που γίνονται τις τελευταίες εβδομάδες στα νοσοκομεία της χώρας δε διαφέρουν επί της ουσίας απ’ αυτά που έγιναν στο Μπέργκαμο.
Ας συστρατευθούμε όλοι και όλες, εργαζόμενοι, νέοι και ιατρονοσηλευτικό προσωπικό, γύρω από τα μείζονα, τα επιτακτικά αιτήματα των ημερών:
- Καθολικό lockdown, για να περιοριστεί δραστικά η διασπορά του ιού. Εξασφάλιση πλήρους μισθού και ασφάλισης για όλους τους εργαζόμενους. Απαγόρευση απολύσεων.
- Αμεση ενίσχυση του ΕΣΥ με γιατρούς και νοσηλευτές.
- Αμεση επίταξη του ιδιωτικού τομέα υγείας και ενσωμάτωσή του υπό ενιαία διοίκηση και διαχείριση του ΕΣΥ.