Η γερανογέφυρα στο κάτεργο της Cosco πέρασε πάνω από τον 46χρονο εργάτη Δημήτρη Δαγκλή και προτού προλάβει να αντιδράσει, τον έκοψε στη μέση!
Η DPort Services, η βιτρίνα της Cosco, ανέφερε στην ανακοίνωσή της, ότι «ο εκλιπών βρισκόταν για άγνωστο λόγο, στην απογευματινή βάρδια και ώρα 17:16 της 25ης Οκτωβρίου του 2021, πλησίον της γερανογέφυρας νούμερο 10 του Προβλήτα ΙΙ. Η γερανογέφυρα ξεκίνησε να κινείται με εξαιρετικά αργή ταχύτητα – σύμφωνα με τη συνήθη λειτουργία της – όταν για αδιευκρίνιστους μέχρι στιγμής λόγους ήρθε σε επαφή με τη γέφυρα, με αποτέλεσμα να βρει ακαριαίο θάνατο».
Ο πρόεδρος του σωματείου (ΕΝΕΔΕΠ), όμως, ξεκαθάρισε ότι ο εργάτης ήταν κανονικά στη βάρδια του (3 το απόγευμα με 11 το βράδυ)! Είχε τελειώσει την εργασία του στη συγκεκριμένη γέφυρα και πήρε εντολή να κινηθεί προς άλλη. Ισως για να πάρει τα πράγματά του, ίσως για να μεταφέρει τους κώνους, πιάστηκε στη γέφυρα η οποία τον διαμέλισε.
Δεν είναι πρόκληση να λέει η εταιρία ότι ο εργάτης βρισκόταν στο χώρο χωρίς να έχει δουλειά; Τι πήγε να κάνει, βόλτα; Τόσο πολύ του άρεσε το κάτεργο που πήγαινε εκεί και μετά το τέλος της βάρδιας του;
Οι εργάτες δεν ξέρουν ακόμα τις ακριβείς συνθήκες υπό τις οποίες σκοτώθηκε ο συνάδελφός τους, έχουν όμως όλοι την ίδια γνώμη: «μετά από τόσα ατυχήματα, κάποια στιγμή θα θρηνούσαμε και νεκρό. Ελαχε στον Μήτσο, αλλά θα μπορούσε να είναι οποιοσδήποτε άλλος».
Προσέξτε λίγο μερικά από τα αιτήματα που έθεσε ως διεκδίκηση το σωματείο στην 24ωρη απεργία που κήρυξε μετά το θάνατο του συναδέλφου τους:
- Κανένας εργαζόμενος να μην ξαναδουλέψει 12 ώρες και κόντρα βάρδιες.
- Τέρμα οι εργατικές ομάδες με μόνο 4 άτομα. Να είναι 6, γιατί έχουμε και πολλούς σακατεμένους.
- Αμεση σύσταση Επιτροπής Υγιεινής και Ασφάλειας με τη συμμετοχή των εργαζομένων.
- Σε κάθε πόστο και ειδικότητα να υπάρχει εκπαίδευση από τους αρμόδιους φορείς.
- Κυρίως ζήτημα είναι τα μηχανήματα που λειτουργούν να είναι πλέον ασφαλή.
Τα αιτήματα αυτά περιγράφουν, από την ανάποδη την κατάσταση που επικρατεί στο εργασιακό γκέτο της Cosco. Το 12ωρο σε χώρο με τόσο εξειδικευμένη βαριά εργασία το αντιλαμβανόμαστε όλοι, όμως τι είναι η κόντρα βάρδια; Σημαίνει να σχολάς στις 7 το πρωί και να πρέπει να ξαναπιάσεις δουλειά στις 3 μετά το μεσημέρι (άρα να χτυπήσεις κάρτα στις 2)! Αν αρνηθεί ο εργάτης, αν πει «αφήστε, ρε παιδιά να πάρουμε πρώτα μια ανάσα», τον «ενημερώνουν» ότι η σύμβασή του δεν πρόκειται να ανανεωθεί.
Τι εννοούν όταν ζητούν να είναι πιο ασφαλή τα μηχανήματα; Εννοούν ότι οι χειριστές των γερανογεφυρών δεν πρέπει να πιέζονται να κάνουν «γρήγορα». Γιατί αυτό το «γρήγορα» συνεπάγεται κινδύνους. Εννοούν ότι αυτοί που δένουν τα κοντέινερ που στοιβάζονται σε ύψος εφτά ορόφων, θα πρέπει να ανεβαίνουν με καλαθοφόρο όχημα κι όχι να κρεμιούνται από τη γερανογέφυρα σαν αναρριχητές. Οποιος, όμως, ζητήσει «κλούβα» για ν’ ανέβει να δέσει μια στοίβα κοντέινερ δεν πρόκειται να ξαναδουλέψει στο γκέτο της Cosco. Εννοούν πως η δουλειά στα καράβια τη νύχτα πρέπει να γίνεται με επαρκή φωτισμό, για να μην κινδυνεύουν να γκρεμοτσακιστούν από κάποια ανοιχτή τρύπα.
Γιατί ζητούν έξι εργάτες σε κάθε «πόστα» αντί για τέσσερις που βάζει η Cosco; Γιατί ξέρουν πως μόνο έτσι μπορεί να βγει η δουλειά με στοιχειώδη ασφάλεια για τους εργάτες.
Για «προδιαγεγραμμένο έγκλημα» έκανε λόγο στην ανακοίνωσή της η ΕΝΕΔΕΠ. Κι εκφράζοντας σίγουρα όλους τους εργάτες που παίζουν καθημερινά κορόνα-γράμματα τη ζωή τους, τόνισε: «Δεν είναι η “κακιά” στιγμή. Είναι αποτέλεσμα της εντατικοποίησης της εργασίας, των ελλιπών μέτρων ασφάλειας της υγείας μας και της ακεραιότητας μας. Είναι αποτέλεσμα των απανωτών κόντρα βαρδιών, των υπερωριών, το πετάμε “νέους εργάτες” να κολυμπήσουν χωρίς την απαραίτητη εκπαίδευση».
Αυτά δεν πρέπει να μείνουν στα λόγια. Πρέπει να επιβληθούν στους σκληρούς καπιταλιστές της Cosco. Τίποτα δεν μπορούν να περιμένουν οι εργάτες από ένα αστικό κράτος που έχει διαλύσει εδώ και χρόνια κάθε ελεγκτικό μηχανισμό. Από μια κυβέρνηση κι ένα πολιτικό προσωπικό που παρουσιάζουν την Cosco σαν… πρότυπο επιχειρηματικότητας και συμβολής στην ανάπτυξη. Οπως χρόνια τώρα κουκουλώνουν τους συνεχείς τραυματισμούς εργατών, έτσι θα κουκουλώσουν και τη δολοφονία του Δημήτρη Δαγκλή. Ολοι τους κλίνουν σε όλους τους τόνους τη λέξη «ατύχημα». Και η πουλημένη ΓΣΕΕ, φυσικά, που σε ανακοίνωσή της μίλησε για «εργατικό δυστύχημα».
Μιλώντας αυστηρά νομικά, η επιβολή συνθηκών εργασιακού γκέτο, οι οποίες οδηγούν σε θάνατο εργάτη, συνιστά τον ορισμό του εγκλήματος της «ανθρωποκτονίας με ενδεχόμενο δόλο». Η καπιταλιστική εργοδοσία δεν έχει κανένα λόγο να πάρει ένα όπλο και να σκοτώσει τον εργάτη, όταν όμως επιβάλλει τέτοιες εργασιακές συνθήκες, εν γνώσει της ότι μπορεί να οδηγήσουν ακόμα και σε θάνατο, διαπράττει αυτό το βαρύτατο ποινικό αδίκημα. Κανένας εισαγγελέας, όμως, δεν θα απαγγείλει τέτοια κατηγορία και κανένα δικαστήριο δε θα καταδικάσει για τέτοιο αδίκημα. Το πολύ να φτάσουν μέχρι την αμέλεια. Οχι της καπιταλιστικής εργοδοσίας, αλλά κάποιων στελεχών της. Ενίοτε ρίχνοντας και μέρος της ευθύνης στον νεκρό εργάτη!
Ούτε θα δώσει λύση η σύσταση Επιτροπής Υγιεινής και Ασφάλειας με τη συμμετοχή των εργαζομένων (του σωματείου δηλαδή). Υπήρχαν και στη Ναυπηγοεπισκευαστική Ζώνη του Περάματος τέτοιες επιτροπές, όμως δεν σταμάτησαν τα «ατυχήματα», θανατηφόρα και μη. Γιατί και οι επιτροπές λειτουργούσαν σαν ένα γραφειοκρατικό όργανο, που δεν ασκούσε κανένα προληπτικό έλεγχο στις συνθήκες υπό τις οποίες οι εργολάβοι εξανάγκαζαν τους εργάτες να δουλεύουν. Ζωήρευαν λίγο μόνο μετά από κάποιο θανατηφόρο «ατύχημα». Λειτουργούσαν, δηλαδή, σαν ρεφορμιστικό καταπραϋντικό για να μην ξεσηκωθούν οι εργάτες.
Κι όταν κάποτε οι εργάτες πήραν το άψυχο σώμα ενός δολοφονημένου συναδέλφου τους και μπούκαραν στο υπουργείο Ναυτιλίας για να το εναποθέσουν πάνω στο γραφείο του Κατσιφάρα, το ΚΚΕ ξήλωσε τον μακαρίτη Γεράσιμο Δεστούνη, έναν πραγματικά ταξικό νευτεργάτη, από πρόεδρο της ΠΕΝΕΝ (αργότερα τον διέγραψαν και από το κόμμα), διότι αυτός οργάνωσε αυτή τη μαχητική κινητοποίηση μεταλλεργατών και ναυτεργατών και η κίνηση να πάνε τον νεκρό στο γραφείο του Κατσιφάρα ήταν… προσβλητική για την κυβέρνηση… της «αλλαγής» (του ΠΑΣΟΚ δηλαδή).
Αν οι εργάτες δεν πάρουν στα χέρια τους την υπόθεση της προστασίας της υγείας τους και της ζωής τους, κανένα κράτος δεν πρόκειται να τους τη χαρίσει. Αυτός πρέπει να είναι ένας καθημερινός συνεχής αγώνας και όχι να ανατίθεται στην όποια συνδικαλιστική γραφειοκρατία.