Ενα εκπληκτικό έγγραφο, που εισηγείται την κατάργηση των κατώτερων συντάξεων του ΙΚΑ, συζητήθηκε στο Διοικητικό Συμβούλιο του Ιδρύματος στις 22 Νοέμβρη. Βέβαια, δεν πάρθηκε καμιά απόφαση, όμως και μόνο το γεγονός ότι ένα τέτοιο έγγραφο γράφτηκε και συζητήθηκε δείχνει την κατεύθυνση στην οποία σκέφτονται ακόμα και υπηρεσιακοί παράγοντες του ΙΚΑ.
Το θέμα της συζήτησης στο ΔΣ του ΙΚΑ ήταν «η εξέλιξη των εσόδων και η προοπτική για περιορισμό της εισφοροδιαφυγής». Στην εισήγηση, λοιπόν, της Γενικής Διεύθυνσης Ασφαλιστικών Υπηρεσιών του ΙΚΑ, που υπογράφεται από τη γενική διευθύντρια Δ. Γιαννοπούλου, αναφέρεται:
«Ενα από τα μεγάλα προβλήματα του ασφαλιστικού συστήματος του ΙΚΑ είναι και η διαστρέβλωση της αρχής της ανταποδοτικότητας λόγω της χορήγησης των κατωτάτων ορίων συνταξιοδότησης».
Αφού, λοιπόν, η χορήγηση των κατώτερων συντάξεων είναι ένα από τα μεγάλα προβλήματα, ανάλογη πρέπει να είναι και η λύση:
«Χορήγηση των παροχών ανάλογα με τον αριθμό των ημερών εργασίας – Σύστημα Παροχών πλήρως ανταποδοτικό».
Ας πάρουμε τα πράγματα με τη σειρά. Γιατί η κατώτερη σύνταξη «στρεβλώνει την ανταποδοτικότητα»; Γιατί υποτίθεται ότι περιλαμβάνει δυο τμήματα: το οργανικό, που βγαίνει με βάση την κλίμακα υπολογισμού της σύνταξης, και το προνοιακό, που συμπληρώνεται από το ΙΚΑ για να φτάσει η χορηγούμενη σύνταξη στο όριο της κατώτερης σύνταξης. Αυτό το δεύτερο τμήμα, το ονομαζόμενο προνοιακό, υποτίθεται ότι είναι μη ανταποδοτικό, ότι δεν το δικαιούται δηλαδή ο συνταξιούχος και του δίνεται χάρισμα. Μιλάμε για συντάξεις των 500 ευρώ σε εργαζόμενους με 4.500 ένσημα, δηλαδή με 15 χρόνια πλήρη εργασία. Και τους λένε ότι ένα κομμάτι απ’ αυτά τα 500 ευρώ είναι χάρισμα, δεν τα δικαιούνται και πρέπει κάποια στιγμή να κοπούν!
Εκεί οδηγεί η απομάκρυνση από τις ταξικές αρχές και η προσχώρηση σε μια μπακάλικη λογική, σε μια διαδικασία λογιστικής αντιμετώπισης της κοινωνικής ασφάλισης. Και ποιος καθόρισε πόσο πρέπει να είναι η οργανική σύνταξη; Το ΙΚΑ (δηλαδή οι κυβερνήσεις), με βάση αυθαίρετους μαθηματικούς υπολογισμούς. Μάλιστα, αυτός ο καθορισμός έγινε την περίοδο που λυμαίνονταν άτοκα τα αποθεματικά του ΙΚΑ, μέχρι που τα εξαφάνισαν. Είχαν δηλαδή κάθε λόγο να ορίζουν σε πολύ χαμηλά επίπεδα τις συντάξεις, για να συσσωρεύονται όσο γίνεται μεγαλύτερα αποθεματικά και να τα μοιράζουν ως δανεικά κι αγύριστα στους καπιταλιστές. Χρειάστηκαν πολύχρονοι αγώνες του εργατικού κινήματος για να φτάσει κάποια στιγμή η κατώτερη βασική σύνταξη του ΙΚΑ να είναι ίση με 20 ημερομίσθια ανειδίκευτου εργάτη. Η κατάκτηση αυτή περιέχει μια ταξική λογική. Μαζί με την επικουρική σύνταξη ο συνταξιούχος να παίρνει όσα παίρνει ένας εργαζόμενος που πληρώνεται με το βασικό. Να παίρνει, δηλαδή, μια σύνταξη που να του επιτρέπει ίσα-ίσα να ζει. Να μην υπάρχουν συντάξιμες αποδοχές που να είναι χαμηλότερες από το βασικό, γιατί τότε ο συνταξιούχος θα αντιμετωπίζει πρόβλημα επιβίωσης.
Με τους αντιασφαλιστικούς νόμους η κατάκτηση αυτή γκρεμίστηκε. Η κατώτερη σύνταξη αποσυνδέθηκε από τα 20 βασικά ημερομίσθια και σήμερα είναι περίπου 17 ημερομίσθια. Δεν τους φτάνει, όμως, αυτό και τώρα εισηγούνται να καταργηθεί η ίδια η έννοια της κατώτερης σύνταξης, μια από τις ελάχιστες δικλίδες ασφαλείας που περιλαμβάνει το κοινωνικοασφαλιστικό σύστημα και να αντικατασταθεί με τον αυθαίρετο τρόπο υπολογισμού του λεγόμενου οργανικού κομματιού.
Και βέβαια, οι αλλαγές δεν θα σταματήσουν μόνο στην κατώτερη σύνταξη. Η πρόταση είναι σαφής. Χορήγηση όλων των συντάξεων ανάλογα με τον αριθμό των ημερών εργασίας. Τέρμα δηλαδή και η τελευταία πενταετία (που πριν τους αντιασφαλιστικούς νόμους ήταν διετία) ως βάση υπολογισμού του συντάξιμου μισθού και εφαρμογή ενός συστήματος «ασφαλιστικών μονάδων», σαν κι αυτό που εφαρμόζουν οι ιδιωτικές ασφαλιστικές εταιρίες.
Μ’ αυτό τον τρόπο, η κοινωνική ασφάλιση χάνει το χαρακτήρα της. Δεν έχει νόημα να υπάρχει. Δεν έχουμε πια κοινωνική ασφάλιση, αλλά σκέτη ασφάλιση που στηρίζεται σε μια λογική αποταμίευσης και αξιοποίησης αυτών των αποταμιεύσεων από ένα φορέα, που μπορεί να ονομάζεται ΙΚΑ, μπορεί να ονομάζεται και Ιντεραμέρικαν. Δεν έχει καμιά σημασία ποιος είναι ο φορέας. Η αρχή μιας στοιχειώδους αλληλεγγύης ανάμεσα στους εργαζόμενους, που περιεχόταν σε όλα τα συστήματα κοινωνικής ασφάλισης, εξοβελίζεται.
Η διοίκηση του ΙΚΑ έσπευσε να πει ότι αυτή ήταν μια προσωπική άποψη ενός στελέχους. Το ζήτημα, όμως, δεν είναι αυτό. Αυτό που αποκαλύπτεται είναι πως όλοι οι προβληματισμοί συγκλίνουν σ’ αυτή την κατεύθυνση, γι’ αυτό και ακόμα και τα επαγγελματικά στελέχη παίρνουν το θάρρος να κάνουν τέτοιες προτάσεις.








