Το ξέρουμε πλέον και μάλλον δεν χρειάζεται να το σχολιάζουμε: όταν ακούς υπουργούς να ορκίζονται ότι θα σώσουν την κοινωνική ασφάλιση, «βρομάει» νέα αντιασφαλιστική ανατροπή. Καμιά φορά, όμως, κάτι τους ξεφεύγει και αυτοδιαψεύδονται. Οπως ο υφυπουργός Εργασίας Γ. Κουτρουμάνης, που μιλώντας την περασμένη Τρίτη στη φιέστα ολοκλήρωσης του «κοινωνικού διαλόγου» για το ασφαλιστικό, είπε ότι η κυβέρνηση έχει κάνει τις επιλογές της, «έστω και αν αυτό συνεπάγεται πρόσκαιρο πολιτικό κόστος». Πώς είναι δυνατόν να υπάρξει «πολιτικό κόστος» από ρυθμίσεις που θα σώσουν την Ασφάλιση; Φαίνεται πως οι εργαζόμενοι είναι ηλίθιοι και δε θα μπορέσουν να καταλάβουν ότι η κυβέρνηση δουλεύει γι’ αυτούς. Θα το πάρουν στραβά και θα θεωρήσουν ότι πλήττονται τα ασφαλιστικά τους δικαιώματα, οι βλάκες.
Χρόνια στο κουρμπέτι του ασφαλιστικού ο Κουτρουμάνης (ως συνδικαλιστής των εργαζόμενων στα Ταμεία), θυμάται ασφαλώς ότι ίδια ακριβώς ήταν η επιχειρηματολογία και της Πετραλιά («σώνουμε τα Ταμεία κι ας έχουμε πολιτικό κόστος»), την οποία ο ίδιος κατακεραύνωνε.
Ο ίδιος, οπλισμένος με περισσό θράσος, δεν δίστασε να δηλώσει: «Επιλέξαμε το δύσκολο αλλά πιστεύουμε ορθό δρόμο. Να πληρώσουν εκείνοι που εισφοροδιαφεύγουν και οφείλουν, εκείνοι που καρπώθηκαν από την κατασπατάληση των πόρων και τις αδυναμίες των Ταμείων». Τόσο πολύ θα… πληρώσουν οι εισφοροκλέπτες, που η κυβέρνηση έχει ήδη ψηφίσει νέα προκλητική ρύθμιση και ο υπουργός Εργασίας Α. Λοβέρδος βγήκε στα κεραμίδια φωνάζοντας: «Ελάτε να πάρετε ασφαλιστική ενημερότητα χωρίς προκαταβολή»!
Ο Λοβέρδος δεν προσέθεσε τίποτα καινούργιο σ’ αυτά που ξέρουμε. Ανακοίνωσε το χρονοδιάγραμμα (αφού περάσει από την κρησάρα των Βρυξελλών, το νομοσχέδιο θα πάει μετά το Πάσχα στη Βουλή, για να ψηφιστεί «έως τα μέσα Μαΐου»), πέταξε τις γνωστές κορόνες περί «διάσωσης της πατρίδας μας» και προσέθεσε τις απαραίτητες δόσεις κινδυνολογίας και καταστροφολογίας («το ασφαλιστικό σύστημα σε λίγα χρόνια δεν θα είναι σε θέση να εξασφαλίσει τις συντάξεις στους δικαιούχους», «η εθνική οικονομία θα καταρρεύσει υπό το βάρος των αναγκών για ολοένα και περισσότερη κρατική χρηματοδότηση»).
Γιατί, όμως, σώνει και καλά κρατική χρηματοδότηση; Γιατί να μην πληρώσουν αυτοί που θησαυρίζουν από το μόχθο των εργατών, αυτοί στους οποίους οι κυβερνήσεις χάρισαν τα αποθεματικά των ασφαλιστικών ταμείων, μετατρέποντάς τα σε κεφάλαιο για τις καπιταλιστικές επιχειρήσεις; Τέτοιες… αμαρτωλές σκέψεις, όμως, δεν επιτρέπεται να κάνει ο υπουργός μιας κυβέρνησης που διαχειρίζεται τα συλλογικά συμφέροντα των κεφαλαιοκρατών με τον πιο σκληρό και κοινωνικά ανάλγητο τρόπο. Οπως αποδείχτηκε, όμως, δεν τις κάνουν ούτε οι «επιστήμονες» που κλήθηκαν να προσφέρουν τα φώτα τους (λέμε τώρα) στην κοινωνία και την κυβέρνηση. Αποδεικνύοντας πως δεν είναι παρά ένα τσούρμο εξωνημένων διανοούμενων, «Ταλιμπάν» στην υπηρεσία του καπιταλισμού.