Σε κλίμα κινηματικής απραξίας πραγματοποιήθηκε την περασμένη Κυριακή στο Πολυτεχνείο η χρονιάτικη απολογιστική συνέλευση του συνδικάτου οικοδόμων Αθήνας. Οι συμμετέχοντες σ’ αυτή δεν ξεπερνούσαν τα 250-300 άτομα, όταν μόνο τα μέλη των διοικήσεων των 24 παραρτημάτων του συνδικάτου ξεπερνούν τα 200 άτομα! Αρνητική πρωτιά για το συνδικάτο ενός κλάδου που τα τελευταία χρόνια γνώρισε μεγάλη παραγωγική άνθιση και θα περίμενε κανείς να έχει μια στοιχειώδη οργανωτική συγκρότηση λόγω αυτής της ευνοϊκής συγκυρίας.
Χρόνια τώρα όλες οι μαζικές διαδικασίες που οργανώνει το συνδικάτο (συσκέψεις, παραστάσεις, συνελεύσεις, απεργιακές συγκεντρώσεις) έχουν μια σταθερή αλλά φθίνουσα πορεία. Αντανακλούν σ’ ένα βαθμό τη γενικότερη απραξία στο χώρο της οργανωμένης καπιταλιστικής παραγωγής του κλάδου, φαινόμενο που συναντάται έντονα το τελευταίο διάστημα, ιδιαίτερα στα μετα-ολυμπιακά χρόνια. Αρκεί ν’ αναφέρω ότι σ’ ολόκληρη την Αττική δεν υπάρχει ένα εργοτάξιο που να έχει συγκροτημένη εργοταξιακή επιτροπή, που τουλάχιστον να έχουμε κάποιες δράσεις εργατών με σαφή διεκδικητικό χαρακτήρα, μ’ εξαίρεση ίσως όσες αφορούν καταβολές καθυστερημένων δεδουλευμένων.
Παρολαυτά, όμως, θεωρώ ότι είναι λάθος η προσέγγιση που ερμηνεύει την κρίση των γραφειοκρατικών διαδικασιών σε ευθεία αντανάκλαση με τις κινηματικές διεργασίες στη βάση της παραγωγής στα πλαίσια της εκμεταλλευτικής σχέσης εργατών-εργοδοτών. Οπως έδειξε και η εμπειρία της προηγούμενης περιόδου, είχαμε δράσεις εργατών που αυτονομήθηκαν απ’ την οργανωτική στέγη της γραφειοκρατικής ηγετικής ομάδας, που πρόσκειται στο ΠΑΜΕ, και σε αρκετές περιπτώσεις έδρασαν παρά και ενάντια στις μεθοδεύσεις τους. Μια τέτοια προσέγγιση σίγουρα τους βολεύει για να δικαιολογούν την απραξία τους και να αθωώνουν την πολιτική τους γραμμή. Δεν είναι τυχαίο ότι και οι απαντήσεις που δίνουν σε κριτικές που δέχονται γι’ αυτή την κατάντια, ανάγουν το πρόβλημα στη γενικότερη ήττα του εργατικού κινήματος, όπως επίσης και στις λαθεμένες πολιτικές επιλογές (βλέπε κοινοβουλευτικές) της πλατιάς μάζας των εργατών!
Κάποιες δόσεις αυτοκριτικής που κάνουν είναι για να θολώσουν τα νερά και να αποφύγουν την κριτική, μιας και δε μπορούν να παρουσιάσουν το μαύρο για άσπρο.
Τα τελευταία χρόνια έχουν συντελεστεί βαθιές αλλαγές στον κλάδο των οικοδόμων, που δεν είναι του παρόντος. Συμπερασματικά μπορούμε να πούμε ότι έχουμε μια δραματική επιδείνωση της θέσης των εργατών έναντι του κατασκευαστικού κεφαλαίου και των εργολάβων. Η νέα βάρδια των εργατών οικοδόμων, στους οποίους εντάσσεται και το μεγάλο κομμάτι των οικονομικών μεταναστών, μπήκε στην παραγωγή σε συνθήκες βαθιάς εκμετάλλευσης, που στα πλαίσιά της έχει εξαφανιστεί κάθε σταθερό κεκτημένο στα μεροκάματα, τα ωράρια, την ασφάλιση, τα μέτρα ασφάλειας κ.λπ. Η ανασφάλεια, το αβέβαιο εργασιακό μέλλον, η παρατεταμένη λιτότητα οδηγούν τους οικοδόμους ν’ ακολουθούν αυτούς τους ρυθμούς με μειωμένες έως ανύπαρκτες αντιστάσεις. Οι εξελίξεις αυτές σ’ ένα βαθμό είναι αντικειμενικές, επηρεάζονται όμως από την ταξική πάλη. Η συνδικαλιστική γραφειοκρατία του κλάδου με τη στάση και την τακτική της αδυνάτισε τη θέση των εργατών.
– Καλλιέργησε την ηττοπάθεια και το συμβιβασμό με την αγωνιστική της απραξία.
– Απέφυγε σκόπιμα να οργανώσει τις αντιστάσεις των εργατών την περίοδο της Ολυμπιάδας, δίνοντας έδαφος στις εταιρίες να επιβάλουν τον τσαμπουκά τους.
– Λειτούργησε ως κυματοθραύστης σε κάθε πρωτοβουλία που δεν την έλεγχε η ίδια.
– Απαξίωσε κάθε αμεσοδημοκρατική διαδικασία, εφαρμόζοντας λογικές κοινοβουλευτικής ανάθεσης και υποτίμησης του ρόλου των εργατών.
– Με πρόταγμα τις κοινοβουλευτικές επιλογές του πολιτικού φορέα που εκπροσωπεί, του ΚΚΕ, και το παιχνίδι των συσχετισμών στη ΓΣΕΕ, εφάρμοσε τον αναγκαστικό συνδικαλισμό μέσω του χειμερινού επιδόματος, φτάνοντας στο σημείο να κάνει 30 μέρες εκλογές για να εξασφαλίσει μια πλαστή στην ουσία μαζικότητα.
– Σε αρκετές περιπτώσεις δεν δίστασε να παίξει στο παιχνίδι των τηλεοπτικών εντυπώσεων, οργανώνοντας «αγωνιστικές» πρωτοβουλίες ακόμη και ακτιβιστικές ενέργειες που δεν εξυπηρετούσαν κανένα συγκεκριμένο στόχο του κινήματος.
Ολα τα παραπάνω αποτυπώνουν σ’ ένα βαθμό ένα συνδικαλιστικό μοντέλο που στις μέρες μας περνά βαθιά κρίση. Η νέα εποχή για το οικοδομικό κίνημα δε μπορεί να έρθει παρά μόνο σε σύγκρουση μ’ αυτό, γι’ αυτό και κάθε ταξικός αγωνιστής οφείλει καθημερινά να αποκαλύπτει στους εργάτες τον αντιδραστικό του ρόλο. Χρειάζεται ταυτόχρονα ν’ αυτονομείται απ’ αυτούς χαράζοντας αυτοτελή τακτική και όχι να παίζει το ρόλο του αριστερού μαϊντανού, παίζοντας το παιχνίδι της αλλαγής των συσχετισμών στο συνδικάτο. Η όποια συμμετοχή στα πλαίσιά του πρέπει να γίνεται επικουρικά στην ανάγκη να οργανωθούν αυτοτελείς και ανεξάρτητες δράσεις των εργατών, που θα ξεφεύγουν απ’ τον απόλυτο έλεγχο των γραφειοκρατών.
Στη δύσκολη φάση που περνά το οικοδομικό κίνημα δεν χωρούν πολιτικάντικες τακτικές. Δε μπορεί να υπάρξει καμιά ταξική βάση παρέμβασης, πέρα απ’ το έδαφος της υλιστικής και διαλεκτικής προσέγγισης των προβλημάτων. Είναι πολύ εύκολο, στο όνομα των αντιπολιτευτικών αναγκών, να υποπέσει κανείς στο βολονταρισμό και να παίζει σε ξένο γήπεδο. Ας μην ξεχνάμε ότι μπορούμε να κάνουμε πολλά για να συμβάλουμε στην πλατιά ενεργοποίηση των εργατών, δε μπορούμε όμως εμείς αποκλειστικά να δημιουργήσουμε αυτή την κίνηση. Για το μεν πρώτο απορρέουν συγκεκριμένα καθήκοντα για κάθε ταξικό αγωνιστή και κάθε εργατική συλλογικότητα. Καθήκοντα πλατιάς ζύμωσης και καθημερινής δράσης πάνω στα προβλήματα. Για το δε δεύτερο, θυμίζουμε τους νόμους κίνησης αυτής της κοινωνίας, που έχουν αντικειμενική βάση, όπως ακριβώς και στη φύση, με τη διαφορά ότι στη φύση λειτουργούν ανεξάρτητα από τη δράση των ανθρώπων, ενώ στην κοινωνία λειτουργούν στο πλαίσιο αυτής της δράσης.
Αντώνης Καραμποΐκης