Μπαράζ επιθέσεων ενάντια στην εκπαιδευτική κοινότητα εξακολουθεί να εξαπολύει το υπουργείο Παιδείας, κρίνοντας ότι η πανδημία αποτελεί ένα ευνοϊκό πλαίσιο, προκειμένου να «περπατήσουν» οι αντιεκπαιδευτικοί, αντιδραστικοί σκοποί του. Μετά το πατατράκ που υπέστη η Κεραμέως σχετικά με την αξιολόγηση της σχολικής μονάδας («προγραμματισμός και αποτίμηση εκπαιδευτικού έργου»), αφού οι εκπαιδευτικοί σε συντριπτικότατες πλειοψηφίες ακύρωσαν στην πράξη την εφαρμογή της (95% και 88% αντίστοιχα σε Πρωτοβάθμια και Δευτεροβάθμια), συμμετέχοντας στην απεργία-αποχή που κήρυξαν οι εκπαιδευτικές ομοσπονδίες, προωθεί τώρα την αξιολόγηση των εκπαιδευτικών. Και πονηρά και ύπουλα την προωθεί όχι απλά εν μέσω πανδημίας, αλλά και εν μέσω πανελλαδικών εξετάσεων, ευελπιστώντας ότι θα ακυρώσει οποιαδήποτε σκέψη για κινητοποιήσεις.
Ηδη, η υπουργός Παιδείας κάλεσε σε «συζήτηση» ΟΛΜΕ και ΔΟΕ (ο ίδιος ο δεξιός πρόεδρος της ΟΛΜΕ διαπιστώνει ότι δεν πρόκειται για «διαβούλευση», αλλά για παρουσίαση του έτοιμου σχεδίου νόμου), ενώ φιλικός Τύπος και ιστοσελίδες δημοσίευσαν κατευθύνσεις του σχεδίου νόμου, μετά τις επιλεκτικές διαρροές από το υπουργείο, ώστε να προετοιμαστεί το κλίμα, να μετρηθούν αντιδράσεις και να δημιουργηθεί η εντύπωση ότι η κυβέρνηση δεν κάνει πίσω και ότι είναι αποφασισμένη να περάσει την αξιολόγηση διά πυρός και σιδήρου. Εχουν, δηλαδή, στόχο οι κινήσεις του υπουργείου να τρομοκρατήσουν τους εκπαιδευτικούς. Λέγεται, μάλιστα ότι το νομοσχέδιο θα παρουσιαστεί στο Υπουργικό Συμβούλιο την προσεχή Δευτέρα.
Εμείς, κάνουμε από τώρα την πρόβλεψη: και αυτός ο σχεδιασμός θα μείνει στα χαρτιά, όπως πάντα στο παρελθόν που οι αστικές κυβερνήσεις (των συριζαίων μη εξαιρουμένων) επιχείρησαν να εφαρμόσουν τέτοιες πολιτικές. Γιατί μέσα στον εκπαιδευτικό κόσμο είναι βαθιά ριζωμένη η πεποίθηση ότι η επιστροφή του επιθεωρητισμού, με τη μορφή της αξιολόγησης θα έχει τιμωρητικό χαρακτήρα, ανεξάρτητα από τις μπαρούφες και τα καμουφλάζ των κυβερνώντων και των πολιτικών προϊστάμενων του υπουργείου Παιδείας, ότι τάχα η αξιολόγηση θα επιβραβεύει απλά τους «άριστους» και θα «επιμορφώνει» τους «μη επαρκείς».
Και βέβαια, οι εκπαιδευτικοί δεν ξεχνούν τα έργα και ημέρες του Μητσοτάκη, όταν ήταν υπουργός Διοικητικής Μεταρρύθμισης, που μέσα σε μια νύκτα έβαλε λουκέτο σε δεκάδες τομείς-ειδικότητες των ΕΠΑΛ και έθεσε σε διαθεσιμότητα με την προοπτική της απόλυσης 2.500 εκπαιδευτικούς. Για να μη μιλήσουμε για τα όσα έχει ήδη πει ο εκλεκτός της ΝΔ, πρόεδρος του ΙΕΠ, Γιάννης Αντωνίου, ένθερμος οπαδός της επιστροφής του επαίσχυντου ΠΔ 152/2013 για την αξιολόγηση των εκπαιδευτικών.
Οι «διαρροές»
Το νομοσχέδιο θα περιλαμβάνει:
- Την ατομική αξιολόγηση των εκπαιδευτικών, που θα εφαρμοστεί από τον ερχόμενο Σεπτέμβρη.
- Τα κριτήρια και τις διαδικασίες επιλογής των στελεχών της εκπαίδευσης.
- Νέα βαφτίσια στην ονομασία των Σχολικών Συμβούλων (αρχικά επιθεωρητής, μετά επί «σοσιαλισμού» της πρώτης διακυβέρνησης ΠΑΣΟΚ Σχολικός Σύμβουλος, στη συνέχεια Συντονιστής Εκπαίδευσης επί ΣΥΡΙΖΑ και τώρα Σύμβουλος Εκπαίδευσης), των οποίων η ουσία του ρόλου τους δεν αλλάζει, παραμένοντας αξιολογητές του εκπαιδευτικού έργου εκπαιδευτικών και σχολικών μονάδων.
- Σύνδεση της αξιολόγησης με την «αυτονομία» της σχολικής μονάδας.
- Ρυθμίσεις για την εκκλησιαστική εκπαίδευση.
- Στην αξιολόγηση των εκπαιδευτικών μελετάται το ενδεχόμενο να πάρουν μέρος και οι μαθητές, όπως οι φοιτητές αξιολογούν τους καθηγητές τους.
Τα παραπάνω μας προϊδεάζουν για επαναφορά μιας παραλλαγής ίσως του ΠΔ 152/2013, χωρίς ουσιαστικές διαφοροποιήσεις.
Θυμίζουμε επίσης τις «σκέψεις» του υπουργείου Παιδείας από παλαιότερη δημοσίευση σε γνωστή ιστοσελίδα, σχετικά με τον τρόπο αξιολόγησης-βαθμολόγησης των μαθητών σε Δημοτικό, Γυμνάσιο-Λύκειο, τον οποίο συνδέει με την αξιολόγηση των εκπαιδευτικών:
- Δε θέλει, λέει, να μην τηρείται η βαθμολόγηση με βάση την κλίμακα 5-10 στο Δημοτικό και να πληθαίνουν οι αριστούχοι στα Γυμνάσια και Λύκεια.
Προς τούτο εξετάζει ως βοηθητικά μέσα «αντικειμενικής βαθμολόγησης» την καθιέρωση στο Δημοτικό Σχολείο ενός είδους γραπτής αξιολόγησης των μαθητών στις τρεις τελευταίες τάξεις, την επιβολή Τράπεζας Θεμάτων στο Γυμνάσιο-Λύκειο, αυξημένο και αναβαθμισμένο ρόλο στους σχολικούς συμβούλους και έλεγχο-αξιολόγηση εκείνων των εκπαιδευτικών που οι προφορικές βαθμολογίες που έβαλαν στους μαθητές θα απέχουν σημαντικά από τις βαθμολογίες που θα πετυχαίνουν οι εξεταζόμενοι στις γραπτές εξετάσεις. - Αξιολόγηση σχολικών μονάδων από τους ίδιους τους εκπαιδευτικούς, τους γονείς και τους μαθητές με χρήση ηλεκτρονικών ερωτηματολογίων. Δημιουργία δεικτών με βάση τα αποτελέσματα των ερωτηματολογίων (Πρόγραμμα της ΝΔ για την Παιδεία).
- Αξιολόγηση εκπαιδευτικώνμε αποκλειστικό στόχο τη διαρκή βελτίωση αλλά και την επιβράβευσή τους. Της συμμετοχής γονιών και μαθητών στην αξιολόγηση των εκπαιδευτικών ένθερμος υποστηρικτής υπήρξε και ο Κωστής Χαζηδάκης, που φρόντισε και εδώ να αφήσει σχετικό αποτύπωμα: «Να γίνει αξιολόγηση σχολικών μονάδων κι από εκεί θα ξεκινήσουμε. Θα υπάρχει ιστοσελίδα στο Υπουργείο που θα είναι οργανωμένη και στην πρώτη φάση η αξιολόγηση θα γίνεται από τους ενδιαφερόμενους, δηλαδή τους γονείς. Η αξιολόγηση δεν είναι μπαμπούλας. Με αυτόν τον τρόπο θα παίρνουμε αίσθηση των γονιών για το πώς τους φαίνεται το σχολείο των παιδιών τους».
- Οσον αφορά δε την «αυτονομία» της σχολικής μονάδας, δηλαδή την απαλλαγή του αστικού κράτους από την υποχρέωση της χρηματοδότησης και την ανάθεση στην ίδια τη σχολική μονάδα της διασφάλισης των πόρων, είναι σαφές ότι αυτή θα συνδεθεί στενά με την αξιολόγησή της, αλλά και με την αξιολόγηση των εκπαιδευτικών, με κριτήρια τις «πρωτοβουλίες» που οι εκπαιδευτικοί θα αναλαμβάνουν σε αυτήν την κατεύθυνση.
Εδώ εντάσσεται και ο «αναβαθμισμένος» ρόλος του διευθυντή-μάνατζερ, ο οποίος θα διοικεί το σχολείο «του» με όρους ιδιωτικοοικονομικής λειτουργίας, αλλά θα ελέγχει και τους εκπαιδευτικούς «του», ώστε η σχολική μονάδα να εκπληρώνει τους όρους που θα της επιτρέπει να επιβιώνει και να είναι «θελκτική» στην προσέλκυση «πελατών», κερδίζοντας θετικά σχόλια και πόντους στο τζόγο της αξιολόγησης.
Γιούλα Γκεσούλη