Οι μηχανοδηγοί του μετρό πραγματοποιούν απεργιακές κινητοποιήσεις με αίτημα την ένταξή τους στα βαρέα και ανθυγιεινά (ΒΑΕ).
Οι κούριερ, ντελιβεράδες, εξωτερικοί υπάλληλοι οργανώνουν κινητοποίηση με αίτημα την ένταξή τους στα ΒΑΕ.
Ποιος μπορεί να πει ότι το αίτημά τους δεν είναι δίκαιο; Ποιος μπορεί να πει ότι σωστά ανήκουν στα ΒΑΕ οι μηχανοδηγοί του ΟΣΕ και του ΗΣΑΠ, αλλά δεν πρέπει να ανήκουν στα ΒΑΕ οι μηχανοδηγοί του μετρό; Η μόνη διαφορά με τους συναδέλφους τους των άλλων εταιριών είναι πως όταν αυτοί άρχισαν να εργάζονται οι επιτροπές κρίσης για την ένταξη στα ΒΑΕ είχαν καταργηθεί και ο δρόμος για ένταξη νέων επαγγελμάτων και χώρων εργασίας είχε κλείσει. Τα ίδια (και μάλιστα στο πολλαπλάσιο) ισχύουν για τους εργάτες που οργώνουν τους δρόμους με τα μηχανάκια, με βροχή, με κρύο, με καύσωνα, αντιμετωπίζοντας καθημερινά μύριους κινδύνους και πληρώνοντας βαρύ τίμημα σε τροχαία «ατυχήματα».
Πέρα από το δίκαιο του αιτήματος των δυο κλάδων, όμως, οι κινητοποιήσεις που κάνουν αποκτούν και μια άλλη, ξεχωριστή σημασία. Είναι κινητοποιήσεις διεκδικητικές-επιθετικές και όχι αμυντικές-κακομοίρικες. Δείχνουν ένα κομμάτι της εργατικής τάξης που δεν περιμένει μοιρολατρικά την επόμενη επίθεση της κυβέρνησης, για να δώσει έναν αγώνα οπισθοφυλακών, στο τέλος του οποίου θα έχει χάσει κάποια ακόμα ασφαλιστικά δικαιώματα, αλλά θέτει αιτήματα που ξεκινούν από τις ανάγκες του και τα διεκδικεί.
Αυτό θα έπρεπε να γίνει παράδειγμα για μίμηση απ’ όλους τους εργαζόμενους. Οχι μόνο για τα ειδικά αιτήματα κάθε κλάδου, αλλά και για τα γενικά εργατικά αιτήματα. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι το ασφαλιστικό σύστημα, έτσι όπως ήταν διαμορφωμένο στα τέλη της δεκαετίας του ‘80, διαμορφώθηκε μέσα από μακρούς διεκδικητικούς αγώνες. Τίποτα δε χαρίστηκε, όλα κατακτήθηκαν. Εκτοτε, αρχής γενομένης από το 1990, μόνο απώλειες καταγράφονται. Οχι απώλειες ασήμαντες, αλλά απώλειες βασικών ασφαλιστικών δικαιωμάτων. Αυτή η συνεχής υποχωρητική πορεία, αυτή η αλυσίδα των ηττών πρέπει να τερματιστεί και γι’ αυτό αποκτούν ξεχωριστή σημασία αγώνες που θέτουν αιτήματα και δεν περιορίζονται στο «να μην περάσει».