Η συγκυρία τα ‘φερε έτσι που η νέα κορύφωση του δράματος των συμβασιούχων να συμπίπτει με μια περίοδο συνταγματικής αναθεώρησης. Και όμως, ουδείς συζητά για αναθεώρηση της διάταξης που αποτελεί την πέτρα του σκανδάλου και δίνει τη βάση για όλους τους νομικούς χειρισμούς σε βάρος των συνταξιούχων.
Αναφερόμαστε στο άρθρο 103 παρ. 8, που για πρώτη φορά προστέθηκε στο Σύνταγμα με την αναθεώρηση του 2001. Την πρόταση έκανε το ΠΑΣΟΚ και συμφώνησε η ΝΔ, ενώ ΚΚΕ και ΣΥΝ διαφώνησαν και καταψήφισαν. Πρόκειται για φωτογραφική διάταξη με διπλό σκοπό: Από τη μια να μην επιτρέπει τη μονιμοποίηση των συμβασιούχων και από την άλλη να επιτρέπει στα αστικά κόμματα εξουσίας να συνεχίζουν την τακτική της ομηρίας εργαζόμενων, προσλαμβάνοντας συνεχώς συμβασιούχους τους οποίους στα χαρτιά βαφτίζουν εποχικούς, ενώ καλύπτουν πάγιες και διαρκείς ανάγκες.
«Απαγορεύεται η από το νόμο μονιμοποίηση προσωπικού που υπάγεται στο πρώτο εδάφιο (σ.σ. συμβάσεις εργασίας ιδιωτικού δικαίου) ή η μετατροπή των συμβάσεών του σε αορίστου χρόνου».
Τότε, ο Βενιζέλος με τον Παυλόπουλο δήλωναν υποκριτικά ότι η διάταξη έχει σκοπό να θέσει τέρμα στο καθεστώς των συμβασιούχων. Από το γεγονός, όμως, ότι δεν δέχτηκαν πρόταση του κοινοβουλευτικού εκπρόσωπου του ΚΚΕ Α. Σκυλλάκου να ρυθμίσουν πρώτα όλες τις εκκρεμότητες με τους συμβασιούχους, αποδεικνύεται ότι κατά νου είχαν να παρατείνουν την ομηρία των ήδη συμβασιούχων. Αλλωστε, και το ΠΑΣΟΚ συνέχισε να προσλαμβάνει συμβασιούχους, κατά παράβαση της σχετικής συνταγματικής διάταξης, και η ΝΔ κάνει το ίδιο στα τρία χρόνια της κυβερνητικής της θητείας.
Εκείνο, λοιπόν, που πρέπει να απαιτήσει το εργατικό κίνημα αυτή την περίοδο είναι να καταργηθεί αυτή η φωτογραφική διάταξη και να επανέλθει το προηγούμενο συνταγματικό καθεστώς, για να μη καλύπτονται πίσω απ’ αυτή τη διάταξη οι κυβερνήσεις. Και όμως, ούτε από τα διάφορα συντονιστικά των συνταξιούχων ούτε από τη συνδικαλιστική γραφειοκρατία προωθείται αυτό το αίτημα.