Οταν η κυβέρνηση Καραμανλή προωθούσε και τελικά ψήφιζε τον τελευταίο ασφαληστρικό νόμο, κάποια στιγμή του Ρουσόπουλου του ξέφυγε και είπε ότι «αυτό είναι όντως το πρώτο μέρος, που αφορά τον ιδιωτικό τομέα. Δεν έχω κάτι περισσότερο να σας πω τώρα για επόμενο στάδιο». Οταν ξέσπασε θόρυβος, μάζεψε την προηγούμενη δήλωση χαρακτηρίζοντάς την «ασαφή» και διαβεβαίωσε ότι «δεν είναι στις προθέσεις της κυβέρνησης να μεταβάλει το Ασφαλιστικό των δημοσίων υπαλλήλων».
Οντως, η κυβέρνηση Καραμανλή δεν προώθησε αλλαγές στο Ασφαλιστικό των εργαζόμενων στο Δημόσιο. Είχε την υπομονή να περιμένει την απόφαση του ΔΕΚ (Δικαστήριο Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων), για να χρησιμοποιήσει αυτή σαν μοχλό μιας ιστορικής σημασίας ανατροπής στο ασφαλιστικό σύστημα στο Δημόσιο. Μιας ανατροπής την πρωτοβουλία της οποίας δεν θα είχε η κυβέρνηση, αλλά η αντιπολίτευση και η συνδικαλιστική γραφειοκρατία. Η ανατροπή αυτή είναι η κατάργηση της «ασφάλισης στον εργοδότη» και η δημιουργία ασφαλιστικού φορέα (Ταμείου).
Εχουμε και άλλη φορά γράψει ότι η λεγόμενη «ασφάλιση στον εργοδότη» είναι η πιο προοδευτική μορφή ασφάλισης που απαντιέται στον καπιταλισμό. Είναι ένα σύστημα στο πλαίσιο του οποίου ο εργοδότης είναι αποκλειστικά υπεύθυνος για την καταβολή των συντάξεων και των άλλων ασφαλιστικών παροχών και δε μπορεί να ξεφύγει από τις υποχρεώσεις του. Αντίθετα, στην ασφάλιση με τη μορφή ασφαλιστικών ταμείων ο εργοδότης είναι υποχρεωμένος απλά να καταβάλλει τις εισφορές του. Συντάξεις και λοιπές παροχές καταβάλλονται από το Ταμείο, το οποίο είναι αποκλειστικά υπεύθυνο. Τα Ταμεία, όμως, υπόκεινται στα σκαμπανεβάσματα της αγοράς εργασίας και των γενικότερων συνθηκών που διαμορφώνονται. Τα κράτη απαι- τούν τη λειτουργία των Ταμείων με αυστηρά «ανταποδοτικά» κριτήρια, με αποτέλεσμα οι συντάξεις και οι άλλες ασφαλιστικές παροχές να μην καθορίζονται από τις ανάγκες των ασφαλισμένων, αλλά από τη χρηματοοικονομική κατάσταση στην οποία βρίσκονται τα Ταμεία, ανεξάρτητα του συστήματος διοίκησής τους.
Στην Ελλάδα, «ασφάλιση στον εργοδότη» είχαν οι δημόσιοι υπάλληλοι και οι εργαζόμενοι στη ΔΕΗ. Αυτό που έγινε με τους δεύτερους είναι παράδειγμα προς αποφυγή για τους δημόσιους υπάλληλους. Πρώτα κατάργησαν την «ασφάλιση στον εργοδότη» (νόμος Βενιζέλου) και έφτιαξαν ανεξάρτητο φορέα (ΟΑΠ ΔΕΗ) και αργότερα (νόμος Πετραλιά) διέλυσαν και αυτόν τον ανεξάρτητο φορέα, με αποτέλεσμα τα ασφαλιστικά τους δικαιώματα να υποστούν καίρια πλήγματα. Τα πλήγματα για τους εργαζόμενους και συνταξιούχους του Δημόσιου θα είναι μεγαλύτερα, αφού θα τους βάλλουν σ’ ένα υπερταμείο χωρίς αποθεματικά, εξαρχής ελλειμματικό, που θα ασκεί συνεχώς πίεση για μείωση των συντάξεων και των λοιπών ασφαλιστικών παροχών.
Η ιδέα για τη δημιουργία Ταμείου δεν είναι καινούργια. Είναι του ΠΑΣΟΚ, που προσπάθησε να την προωθήσει το 2003 (σχέδιο Σκανδαλίδη). Τώρα, απλώς η ιδέα παρουσιάζεται σαν… υπερώριμη, προκειμένου να παρακαμφθεί η απόφαση του ΔΕΚ. Γι’ αυτό και το ΠΑΣΟΚ, πριν ακόμα ανακοινωθεί η απόφαση του ΔΕΚ, είχε έτοιμη την ανακοίνωσή του, που από τη μια κατήγγειλε την κυβέρνηση (για να βγάλει πολιτική υπεραξία) και από την άλλη «έσπρωχνε» στη δημιουργία Ταμείου ως λύση. Η Χριστοφιλοπούλου πήρε σβάρνα ραδιόφωνα και εφημερίδες για να πλασάρει αυτή την άποψη.
Ο Παπαθανασίου, σε γραπτή δήλωσή του, δεν πήρε ευθέως θέση. Αφού πρώτα αποκάλυψε παλιές τοποθετήσεις και ενέργειες των Πασόκων, που προωθούσαν την εξίσωση των ορίων ηλικίας ανδρών-γυναικών, κατέληξε σιβυλλικά: «Ας συντονίσουμε τις δυνάμεις μας, ώστε να βρούμε μια λύση δίκαιη και κοινωνικά αποδεκτή από την κοινοτική νομοθεσία». Αφησε, δηλαδή, ορθάνοιχτο το παράθυρο, προτιμώντας η πρόταση να του κατατεθεί από την ΑΔΕΔΥ, η οποία μια βδομάδα μετά την απόφαση του ΔΕΚ και την επίσημη υποβολή της πρότασης του ΠΑΣΟΚ δεν έχει πει κουβέντα.
Για την προβληματικότητα του Ταμείου που θα δημιουργηθεί οδηγός μας είναι το σχέδιο που είχε υποβάλει στην ΑΔΕΔΥ το Μάη του 2003 ο Σκανδαλίδης, χωρίς η ΑΔΕΔΥ να πάρει θέση ή έστω να το δημοσιοποιήσει. Πόροι του Ταμείου θα είναι οι ασφαλιστικές εισφορές (6,67% εργαζόμενου, 13,33% εργοδότη, 10% κράτους), κάτι ψιλοέσοδα από παράβολα, τα έσοδα από την κινητή και ακίνητη περιουσία των υφιστάμενων ταμείων (επικουρικά και πρόνοιας) και οι… δωρεές. Αποθεματικά ούτε δεκάρα. Λες και δεν θα σχηματίζονταν αποθεματικά τόσες δεκαετίες τώρα που οι δημόσιοι υπάλληλοι ασφαλίζονται. Με δεδομένη την κατάσταση (περισσότερες αποχωρήσεις, άρα συντάξεις, και λιγότερες προσλήψεις, άρα ασφαλιστικές εισφορές), μπορούμε να φανταστούμε ότι από τον πρώτο κιόλας καιρό της λειτουργίας του αυτό το Ταμείο θα έχει ελλείμματα.