Ακόμα και από τα επιλεγμένα αποσπάσματα του πορίσματος της «Επιτροπής Ειδικών για την Επανεξέταση των Θεσμών της Ελληνικής Αγοράς Εργασίας», που έδωσε στη δημοσιότητα ο Κατρούγκαλος, φαίνεται καθαρά ότι δεν υπάρχει κατεύθυνση επιστροφής στα ισχύοντα στις εργασιακές σχέσεις κατά την προ-μνημονιακή περίοδο, αλλά κατεύθυνση διατήρησης των αντεργατικών ανατροπών της μνημονιακής περιόδου, ακόμα και χειροτέρευσης. Σε όλα τα ζητήματα υπάρχουν δύο απόψεις, μια κάπως συντηρητική και μια άκρως νεοφιλελεύθερη. Αυτός ο «διχασμός» είναι το καλύτερο άλλοθι για την προώθηση νέων αντεργατικών ανατροπών, αφού η κυβέρνηση -με άλλοθι την πίεση της τρόικας και κυρίως του ΔΝΤ- θα μπορεί να πει ότι δεν υπάρχουν ενιαίες θέσεις για το ποιες είναι οι «βέλτιστες ευρωπαϊκές πρακτικές». Αλλωστε, σύμφωνα με το τρίτο Μνημόνιο, οι απόψεις της Επιτροπής είναι καθαρά συμβουλευτικές και όχι υποχρεωτικές. Οταν η ίδια η Επιτροπή εμφανίζεται «διχασμένη» και στο πόρισμά της παρουσιάζονται ισότιμα και οι δύο απόψεις (δε λειτούργησε με τη λογική της πλειοψηφίας, όπως συμβαίνει πάντοτε σε τέτοιες επιτροπές), δημιουργείται μια καλή ιδεολογική-προπαγανδιστική βάση για την προώθηση των νέων αντεργατικών ανατροπών.
Ομως, στο 65σέλιδο πόρισμα της Επιτροπής, που έχει αναρτηθεί στον ιστότοπο του υπουργείου Εργασίας… στα αγγλικά (για ευνόητους λόγους δεν μεταφράστηκε) μπορεί να βρει κανείς πολύ περισσότερα απ' όσα επέλεξε να δώσει στη δημοσιότητα ο Κατρούγκαλος.
Καταρχάς, μπορεί να βρει την κατεύθυνση κατοχύρωσης των αντεργατικών ανατροπών της τελευταίας εξαετίας: «Δεν συνιστούμε την επιστροφή στο προηγούμενο σύστημα, ιδιαίτερα δε με το ύψος των μισθών πριν από την κρίση, αλλά έναν εκσυγχρονισμό σύμφωνα με τις ευρωπαϊκές βέλτιστες πρακτικές (…) Προτείνουμε επίσης τη δυνατότητα προσωρινών παρεκκλίσεων από τις συλλογικές συμβάσεις, όταν οι εταιρείες βρίσκονται σε σοβαρές οικονομικές δυσκολίες». Σ' αυτό συμφωνεί και η πουλημένη συνδικαλιστική γραφειοκρατία. Η Επιτροπή σημειώνει ότι αυτή συμφωνεί πως ««μια ταχεία επιστροφή στα προ κρίσης κατώτερα επίπεδα μισθών και αυξήσεων των κατώτατων μισθών, όπως πριν το 2009, δε θα ήταν σκόπιμη, ούτε δυνατή στο άμεσο μέλλον»!
Ο χώρος δεν επιτρέπει εκτενέστερη ανάλυση (θα επανέλθουμε σε επόμενα φύλλα), γι' αυτό θα σταθούμε μόνο σε ένα θέμα. Η Επιτροπή όχι μόνο δεν προτείνει επιστροφή του κατώτερου μισθού στα 751 ευρώ, αλλά προτείνει παραπέρα μείωση του ήδη πετσοκομμένου κατώτατου μισθού και επέκτασή του σε μεγαλύτερη γκάμα εργαζόμενων (όχι μόνο στους κάτω των 25 ετών). Ο «υπο-κατώτατος» μισθός, όπως τον χαρακτηρίζουν, προτείνεται να αντικατασταθεί από έναν νέο «υπο-κατώτατο μισθό», που δε θα επιβάλλεται με ηλικιακά κριτήρια, αλλά με κριτήρια εργασιακής εμπειρίας. Αν η ηλικία είναι ένα μη αμφισβητήσιμο μέγεθος, η εργασιακή εμπειρία είναι ένας παράγοντας τόσο ασαφής όσο που να επιτρέπει την απόλυτη καπιταλιστική αυθαιρεσία. Γράφει η Επιτροπή:
«Ο υπο-κατώτατος μισθός για τους νέους θα αντικατασταθεί από έναν υπο-κατώτατο μισθό με βάση την εργασιακή εμπειρία. Θα ισούται με το 85% του κατώτερου μισθού κατά τον πρώτο χρόνο απόκτησης εργασιακής εμπειρίας και με το 95% τον δεύτερο χρόνο. Η ρύθμιση αυτή δεν ισχύει για τους μαθητευόμενους και τους σπουδαστές που κάνουν πρακτική άσκηση για περισσότερους από τρεις μήνες, όπως προβλέπεται από τα προγράμματα των σπουδών τους. Γι' αυτές τις περιπτώσεις, οι κοινωνικοί εταίροι θα αποφασίζουν για τον αντίστοιχο υπο-κατώτατο μισθό και τις αυξήσεις»!
Ετσι, θα έχουμε κατώτατο μισθό 498 ευρώ (χαμηλότερο από τα 511 που ισχύουν σήμερα για τους κάτω των 25 ετών) κι ακόμα χαμηλότερο για τους πρακτικά ασκούμενους. Οπως με κυνισμό λέει η Επιτροπή, «οι υπο-κατώτατοι μισθοί για ανειδίκευτους δικαιολογούνται όσο είναι ακόμα στη διαδικασία εκμάθησης της εργασίας. Οι χαμηλότεροι μισθοί αντικατοπτρίζουν τη μικρότερη παραγωγικότητα. Με τον τρόπο αυτό, μπορεί να διευκολυνθεί η μετάβαση από το σχολείο στην εργασία»!