Μας έχει συνηθίσει το think tank του Συνδέσμου Επιχειρήσεων και Βιομηχανιών (ΣΕΒ), το ΙΟΒΕ (Ιδρυμα Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών), σε μελέτες για την εκπαίδευση, που υπηρετούν καθαρά τα συμφέροντα του ντόπιου και ξένου κεφαλαίου. Μελέτες, που εκ των προτέρων έχουν συγκεκριμένο στόχο, να οδηγηθούν σε προτάσεις κάθε άλλο παρά «ουδέτερες» πολιτικά και ιδεολογικά.
Ετσι και η τωρινή μελέτη του ΙΟΒΕ για την Επαγγελματική Εκπαίδευση και Κατάρτιση (ΕΕΚ) έρχεται να υπηρετήσει τη στρατηγική των καπιταλιστών για τη συγκεκριμένη κατεύθυνση και μάλιστα έχει και εντολοδόχο τον κρατικό ΟΑΕΔ. Γι’ αυτό και τα «συμπεράσματά» της ταιριάζουν όχι μόνο με τη γενικότερη στρατηγική του κεφαλαίου στον τομέα αυτό, αλλά και με τις πολιτικές επιλογές της κυβέρνησης Μητσοτάκη.
Καταρχάς, το ΙΟΒΕ διαπιστώνει ότι «για να είναι αποτελεσματική η ΕΕΚ πρέπει να ανταποκρίνεται στις νέες ανάγκες και προκλήσεις της σύγχρονης οικονομίας και κοινωνίας…». Για τον ψοφοδεή, κομπραδρόρικο ελληνικό καπιταλισμό, τον προσανατολισμένο στην «τουριστική βιομηχανία», με όλες σχεδόν τις μεταποιητικές επιχειρήσεις φευγάτες στις χώρες των Βαλκανίων, χωρίς βαριά βιομηχανία, με πληθώρα ξένων εργατών γης άγρια εκμεταλλευόμενων, μιλάμε. Εκείνο, λοιπόν, που προσπαθεί να κρύψει το ΙΟΒΕ είναι η απαίτηση των καπιταλιστών για φθηνά εργατικά χέρια, με δεξιότητες ad hoc, δεξιότητες δηλαδή που απαιτεί κάθε φορά η αγορά εργασίας, που γρήγορα μπορεί να αποκτηθούν όσο και να αλλάξουν. Εξ ου και η επινόηση της συνεχούς «επανακατάρτισης». Ολα αυτά αποτελούν μιας πρώτης τάξεως δικαιολογία για να κρυφτούν τα τεράστια ποσοστά ανεργίας, η μακροχρόνια παραμονή στη στρατιά των ανέργων, που είναι σύμφυτες με τον καπιταλισμό και τις κρίσεις του.
Η μελέτη υπογραμμίζει επίσης την «απουσία συμμετοχής των κοινωνικών εταίρων στο σχεδιασμό της ΕΕΚ», καθώς και την «απουσία δομών ΕΕΚ μετα-γυμνασιακού επιπέδου».
Και οι δυο αυτές «διαπιστώσεις» συμπίπτουν όλως τυχαίως με όσα έχει θεσμοθετήσει η κυβέρνηση Μητσοτάκη για την ΕΕΚ.
Με όσα ψηφίστηκαν πρόσφατα (νόμος 4763/2020), νομοθετήθηκε το Κεντρικό Συμβούλιο Επαγγελματικής Εκπαίδευσης και Κατάρτισης (Κ.Σ.Ε.Ε.Κ.) «με τριετή θητεία, με συμμετοχή και των κοινωνικών εταίρων, εκπροσώπων της αγοράς και λοιπών εμπλεκόμενων φορέων» (3 εκπρόσωποι των τριτοβάθμιων οργανώσεων των εργοδοτών, 1 εκπρόσωπος της Ενωσης Περιφερειών Ελλάδος, 1 εκπρόσωπος της Κεντρικής Ενωσης Δήμων Ελλάδος, 1 εκπρόσωπος της Κεντρικής Ενωσης Επιμελητηρίων Ελλάδος, καθώς και 3 εκπρόσωποι της συνδικαλιστικής γραφειοκρατίας της ΓΣΕΕ, που έχει πια θεσμικό ρόλο στο σύστημα, αποτελώντας το μακρύ χέρι της εργοδοσίας και του κράτους στο εργατικό κίνημα).
Το Συμβούλιο είναι αυτό που εισηγείται στον υπουργό Παιδείας και κάνει προτάσεις «για τον σχεδιασμό της εθνικής πολιτικής σε θέματα επαγγελματικής εκπαίδευσης, κατάρτισης και διά βίου μάθησης».
Νομοθετήθηκε επίσης το Συμβούλιο Σύνδεσης με την Παραγωγή και την Αγορά Εργασίας (Σ.Σ.Π.Α.Ε.). Αποστολή του είναι η «υποβολή εισηγήσεων-γνωμοδοτήσεων προς το Κ.Σ.Ε.Ε.Κ. για θέματα επαγγελματικής εκπαίδευσης και κατάρτισης και, ιδίως, για τους τομείς και ειδικότητες που πρέπει να λειτουργήσουν στα δημόσια Ι.Ε.Κ., Μεταλυκειακό Ετος-Τάξη Μαθητείας, ΕΠΑ.Λ., δημόσιες Ε.Σ.Κ και ΕΠΑ.Σ. Μαθητείας του Ο.Α.Ε.Δ., καθώς και τα ειδικά μαθήματα, τα προγράμματα και τις δραστηριότητες, πέραν του εγκεκριμένου κορμού μαθημάτων, εφόσον τεκμηριωμένα αποσκοπούν στην ενίσχυση του αναπτυξιακού χαρακτήρα της συγκεκριμένης περιφέρειας».
Στο όργανο αυτό συμμετέχουν και πάλι εκπρόσωποι εργοδοτικών φορέων, της Περιφέρειας και της Περιφερειακής Ενωσης Δήμων, καθώς και αστογραφειοκράτες συνδικαλιστές της ΓΣΕΕ.
Οσον αφορά τη δεύτερη «διαπίστωση», δηλαδή των δομών ΕΕΚ μετα-γυμνασιακού επιπέδου, με τον ίδιο νόμο ιδρύονται Επαγγελματικές Σχολές Κατάρτισης (Ε.Σ.Κ.) και Επαγγελματικές Σχολές (ΕΠΑ.Σ.) Μαθητείας του Ο.Α.Ε.Δ. Πρόκειται για διετείς δομές που απευθύνονται σε απόφοιτους Γυμνασίων. Ετσι, και με τη βούλα του νόμου καθιερώνεται η παιδική εργασία. Δεκατετράχρονα παιδιά καλούνται να γίνουν εργατάκια (αντικαθιστώντας τους καλφάδες του μεσαίωνα και της οθωμανικής κυριαρχίας), αφού η «άπονη ζωή» ή το γεγονός ότι «δεν παίρνουν τα γράμματα» τα οδηγούν να ξεχάσουν από πολύ νωρίς τα όνειρά τους.
Παράλληλα, η ένταση των ταξικών φραγμών στο Λύκειο επιδιώκει τη στροφή των παιδιών της εργατικής τάξης στην ΕΕΚ. Η αγρίως νεοφιλελεύθερη κυβέρνηση του Κούλη, όπως και όλες οι προηγούμενες, ανησυχούν που το 72% των μαθητών επιλέγουν τα Γενικά Λύκεια, προσδοκώντας στη συνέχεια σε πανεπιστημιακές σπουδές, και μόνο το 28% τις δομές της Επαγγελματικής Εκπαίδευσης και Κατάρτισης. Ανησυχούν γιατί θεωρούν πως αυτή η ιστορικά διαμορφωμένη τάση στην Ελλάδα αποτελεί εν δυνάμει κίνδυνο για τα θεμέλια του συστήματος.
Η μελέτη θεωρεί ότι «η ΕΕΚ και ειδικά η μαθητεία αποτελούν κεντρικούς πυλώνες της νέας δέσμης μέτρων της ΕΕ για την απασχόληση των νέων».
Και γι’ αυτό έχει φροντίσει η κυβέρνηση επεκτείνοντας τη μαθητεία, την τσάμπα δηλαδή εξασφάλιση εργατικής δύναμης στα καπιταλιστικά κάτεργα, στις διετείς επαγγελματικές σχολές αμέσως μετά το Γυμνάσιο.
Εκείνο, για το οποίο «καίγονται» και πιέζουν οι καπιταλιστές και επικαλείται το ΙΟΒΕ, είναι η «καλύτερη δυνατή αξιοποίηση των κοινοτικών κονδυλίων που προορίζονται για τη στήριξη των μεταρρυθμίσεων και των επενδύσεων στην ΕΕΚ».
Κοντολογίς, το ενδιαφέρον είναι για το παραδάκι που θα εισρεύσει στις δομές της ΕΕΚ, στις οποίες- ειδικά σε αυτές της Κατάρτισης- μπορεί να έχουν και αυτοί μερίδιο.
Γιούλα Γκεσούλη