Η υφυπουργός Εργασίας Σ. Καλαντζάκου, με ιταμό και γελοίο συνάμα τρόπο, απεφάνθη στη Βουλή ότι δεν τρέχει και τίποτα που η κυβέρνηση δεν δίνει στο ΙΚΑ τη με νόμο θεσπισμένη ετήσια επιχορήγηση (1% του ΑΕΠ), αλλά εξακολουθεί να κλέβει το μεγαλύτερο ασφαλιστικό οργανισμό, αυτόν στον οποίο ασφαλίζεται το συντριπτικά μεγαλύτερο τμήμα της εργατικής τάξης (βλέπε σχόλιο στη σελίδα 6). Ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Θ. Ρουσόπουλος, αν και πιο ικανός στην προπαγάνδα, το μόνο που κατάφερε να επιβεβαιώσει είναι πως η κυβέρνηση δεν πρόκειται να δώσει στο ΙΚΑ αυτά που χρωστάει από τις παρακρατήσεις της περιόδου 2003-2008. Παραθέτουμε χωρίς κανένα σχόλιο τον αποκαλυπτικό διάλογο που είχε με δημοσιογράφους στο press-room την περασμένη Δευτέρα.
Δημοσιογράφος: Μιας και είμαστε στο ΙΚΑ, μήπως σκοπεύει η κυβέρνηση να δώσει στο ΙΚΑ εκείνα που του οφείλει, με βάση την τριμερή χρηματοδότηση;
Ρουσόπουλος: Οι οφειλές πρέπει να δοθούν και θα δοθούν σε μια λογική ενίσχυσης του συστήματος, έτσι όπως μπορεί να αντλήσει χρήματα, όχι η κυβέρνηση από ίδια κονδύλια, βέβαια, αλλά από την εθνική οικονομία. Γνωρίζετε ότι η εθνική οικονομία έχει μια σειρά από συσσωρευμένα προβλήματα που αντιμετωπίσαμε από το παρελθόν. Γίνεται προσπάθεια. Εχουμε σκύψει με πολύ ενδιαφέρον πάνω στο θέμα και με ευαισθησία. Με την ίδια ευαισθησία θα σκύψουμε και στο θέμα του Ασφαλιστικού συνολικότερα.
Δημοσιογράφος: Είπατε ότι η κυβέρνηση θα ανταποκριθεί όπως μπορεί για τις υποχρεώσεις της απέναντι στο ΙΚΑ. Δηλαδή, δεν θα εφαρμόσει μέχρι κεραίας, να το πω έτσι, τη νομοθετική της υποχρέωση για να αποδώσει το 1% του ΑΕΠ; Γιατί και στον Προϋπολογισμό…
Ρουσόπουλος: Αυτή είναι η πρόθεση και η προσπάθεια. Γνωρίζετε πολύ καλά ότι αυτή είναι η πρόθεση. Το έχουμε πει πολλές φορές. Και αυτή είναι και η προσπάθεια.
Δημοσιογράφος: Στον Προϋπολογισμό όμως (δεν ακούγεται)…
Ρουσόπουλος: Σε όλους τους τομείς, η πρόθεση της κυβέρνησης έχει αποτυπωθεί με ξεκάθαρο λόγο και προεκλογικά και μετεκλογικά στις προγραμματικές δηλώσεις.
Δημοσιογράφος: Αυτό είναι υποχρέωση κ. Εκπρόσωπε, βάσει του νόμου. Δεν έχει να κάνει με την πρόθεση και την προσπάθεια.
Ρουσόπουλος: Βεβαίως, συμφωνούμε, γιατί το είπα και προηγουμένως. Εχει να κάνει σίγουρα με την εθνική μας οικονομία, με τις δυνατότητές της, με τους πόρους που μπορεί να αντλήσει κάποιος. Γίνεται, λοιπόν, μια προσπάθεια –και συνεχίζεται αυτή η προσπάθεια– εξυγίανσης των δημόσιων οικονομικών. Το γνωρίζετε. Πάνω σε αυτό έχουμε δουλέψει επί τριάμισι χρόνια και συνεχίζουμε να δουλεύουμε. Μια προσπάθεια ενίσχυσης του κοινωνικού κράτους. Γι` αυτό και κάνουμε ό,τι είναι απαραίτητο για να ενισχύσουμε το κοινωνικό κράτος.
Δημοσιογράφος: Αλλά, τώρα είναι σαν να μας λέτε ότι η τήρηση των υποχρεώσεων της κυβέρνησης βάσει του νόμου εξαρτάται από την πορεία της οικονομίας.
Ρουσόπουλος: Θα μου επιτρέψετε να διορθώσω ότι δεν ομιλούμε περί τήρησης υποχρεώσεων μιας κυβέρνησης, οποιασδήποτε κυβέρνησης, αλλά της ίδιας της Πολιτείας. Η Πολιτεία αυτή τη στιγμή κυβερνάται από μια κυβέρνηση, όπως η Νέα Δημοκρατία ή χθες από το ΠΑΣΟΚ κ.ο.κ. Η Πολιτεία η ίδια οφείλει να τηρεί τους νόμους της. Εάν επί σειρά ετών είχαμε αβελτηρία και σωρεύθηκαν χρέη, το ίδιο δεν συνέβη και στην Τοπική Αυτοδιοίκηση; Είναι αδύνατον μια κυβέρνηση μέσα σε τρία-τριάμισι χρόνια να λύσει όλα αυτά τα οποία σωρεύθηκαν και να αποδώσει τα του Καίσαρος του Καίσαρι. Δεν αμφισβητεί κανείς ότι πρέπει να αποδοθούν αυτά τα χρήματα, ούτε παρακρατώνται για κάποιες άλλες σκοπιμότητες. Είναι, όμως, σημαντικό ότι επί σειρά ετών, επί πάνω από 10 χρόνια, συσσωρεύθηκαν χρέη στους τομείς που αναφέραμε προηγουμένως. Μεγάλα χρέη. Δεν υπήρξαν οι έλεγχοι που έπρεπε να υπάρξουν. Και έρχεται μια κυβέρνηση να αντιμετωπίσει ένα από τα μεγάλα χρέη. Μακάρι να μπορούσαν να είχαν λυθεί νωρίτερα. Δεν λύνονται όμως.