Πριν από μερικές μέρες στο press room, του ξέφυγε του Ρουσόπουλου, ότι το φθινόπωρο θα έρθει νομοσχέδιο που θα αφορά το ασφαλιστικό των εργαζόμενων στο δημόσιο. Οταν οι συνάδελφοί του στην κυβέρνηση του τράβηξαν τ’ αυτιά για την ασχετοσύνη του, προσπάθησε την άλλη μέρα να τα μαζέψει, δηλώνοντας ότι αναφερόταν στις συζητήσεις για το μισθολόγιο των εργαζόμενων στο δημόσιο! Πώς γίνεται τώρα να μπερδεύει κανείς ασφαλιστικό με μισθολογικό, αυτό μόνο στο θαυμαστό κόσμο της αστικής απάτης και του σαβουάρ βιβρ μεταξύ κατεργαραίων μπορεί να γίνει δεκτό.
Δεν χρειαζόμασταν, όμως, τη «γκέλα» του Ρουσόπουλου για να συνειδητοποιήσουμε ότι οι εργαζόμενοι στο δημόσιο θα βρεθούν σε μερικούς μήνες αντιμέτωποι με μια σαρωτική επίθεση στον πυρήνα των βασικών ασφαλιστικών τους δικαιωμάτων, πιο σκληρή απ’ αυτή που δέχονται σήμερα μαζί με τους υπόλοιπους εργαζόμενους. Το θέμα έχει ανοίξει εδώ και πολύ καιρό με την παραπομπή της Ελλάδας από την Κομισιόν στο Δικαστήριο Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, που έχει γίνει με την παρασκηνιακή συμφωνία της ελληνικής κυβέρνησης. Τυπικά, αυτή η παραπομπή έχει ως αντικείμενό της τη διαφορά πέντε ετών που υπάρχει στα ηλικιακά όρια συνταξιοδότησης μεταξύ ανδρών και γυναικών (για προσλήψεις πριν το 1993, αφού μετά το 1993 τα όρια έχουν εξισωθεί στα 65, με το νόμο Σιούφα), ουσιαστικά όμως αφορά το ίδιο το ασφαλιστικό καθεστώς των δημόσιων υπαλλήλων, την ουσία του. Η Κομισιόν θεωρεί ότι η «ασφάλιση στον εργοδότη» που έχουν οι δημόσιοι υπάλληλοι ισοδυναμεί με… επαγγελματικό ταμείο (!!!) και ζητά την κατάργησή της. Ζητά, δηλαδή, τη δημιουργία ασφαλιστικού φορέα (Ταμείου) και για την κύρια σύνταξη των εργαζόμενων στο δημόσιο.
Κάποιοι ανενημέρωτοι εργαζόμενοι και μερικοί κουτοπόνηροι γραφειοκράτες συνδικαλιστές υποστηρίζουν ότι αυτό είναι ένα τεχνικό ζήτημα, στο οποίο οι εργαζόμενοι δεν πρέπει να φέρουν αντιρρήσεις, ειδικά αν κατοχυρωθούν τα 60-65 για γυναίκες-άνδρες (έως 31.12.1992). Η άποψη αυτή «μπάζει» ευθύς εξαρχής και όχι μόνο γιατί αποδέχεται το διαχωρισμό των εργαζόμενων σε πριν και μετά το 1992. «Μπάζει» γιατί αποδέχεται το πέρασμα από την πιο προοδευτική μορφή κοινωνικής ασφάλισης που απαντάται στον καπιταλισμό, την «ασφάλιση στον εργοδότη», σε μια πιο καθυστερημένη μορφή, όπως είναι η συγκρότηση ενός ασφαλιστικού ταμείου. Πέρα όμως απ’ αυτό το τόσο σημαντικό αρχειακό ζήτημα, υπάρχει το συγκεκριμένο «περιβάλλον» μέσα στο οποίο θα γίνει αυτή η αλλαγή.
Κάθε ασφαλιστικό ταμείο στη λειτουργία του καθορίζεται βασικά από δυο παράγοντες. Πρώτο από την αναλογιστική σχέση εργαζόμενων προς συνταξιούχους και δεύτερο από την αποθεματοποίησή του. Στον καπιταλισμό, όπως πλέον έχουν κατανοήσει και οι πλέον αδαείς, τα ασφαλιστικά ταμεία αντιμετωπίζονται ως επιχειρήσεις, ως λογιστικά μεγέθη και όχι ως κοινωνικός θεσμός που εξασφαλίζει στους εργαζόμενους ένα στοιχειώδες δικαίωμά τους. Γι’ αυτό και η έννοια που κυριαρχεί στην αντιμετώπιση του ασφαλιστικού είναι η «βιωσιμότητα». Οταν κρίνεται ότι κινδυνεύει η βιωσιμότητα, επιχειρούνται αντιασφαλιστικές ανατροπές, ώστε να μειωθούν οι δαπάνες του ή των Ταμείων. Η λογιστική θέση του Ταμείου και οι προοπτικές της βιωσιμότητάς του αποτελούν μια συνεχή πηγή πίεσης πάνω στις ασφαλιστικές παροχές, πάνω στα δικαιώματα εργαζόμενων και συνταξιούχων. Ας δούμε, λοιπόν, πως διαμορφώνονται τα πράγματα σε σχέση με τους δυο αυτούς παράγοντες στο ασφαλιστικό των εργαζόμενων στο δημόσιο.
Δε χρειάζεται να επιχειρηματολογήσουμε για το ότι η αναλογιστική σχέση στο δημόσιο πηγαίνει από το κακό στο χειρότερο. Οχι με ευθύνη των εργαζόμενων, βέβαια, αλλά με ευθύνη του κράτους, που μειώνει τις προσλήψεις, χρησιμοποιεί σε όλο και μεγαλύτερη κλίμακα συμβασιούχους (ακόμη και ανασφάλιστους πλέον, με τα κακόφημα προγράμματα stage), έχει καθιερώσει και στο δημόσιο τη μερική απασχόληση και θέλει να τη διευρύνει. Στο όνομα αυτής της επιδείνωσης αυτής της αναλογιστικής σχέσης, στο όνομα της «γήρανσης του πληθυσμού», έχουν γίνει (και) στο δημόσιο οι ασφαλιστικές ανατροπές της τελευταίας 18ετίας (αύξηση ορίων ηλικίας, θέσπιση ασφαλιστικών εισφορών κ.λπ.).
Τι γίνεται, όμως, με την αποθεματοποίηση; Οι εργαζόμενοι στο δημόσιο ασφαλίζονται εδώ και δεκαετίες. Πληρώνουν ασφαλιστικές εισφορές εδώ και δεκαετίες (και τότε που τυπικά δεν πλήρωναν, αυτό είχε γίνει σε αντάλλαγμα με τη χορήγηση αυξήσεων, άρα στην ουσία πλήρωναν). Υπήρξε μακρόχρονη περίοδος που το ασφαλιστικό τους σύστημα είχε πολλούς εργαζόμενους και λίγους συνταξιούχους. Δηλαδή, περίοδος μεγάλης αποθεματοποίησης, η οποία όμως ουδέποτε έγινε, γιατί είχαν «ασφάλιση στον εργοδότη». Ο εργοδότης-δημόσιο εισέπραττε τις ασφαλιστικές εισφορές, τις αξιοποιούσε όπως αυτός έκρινε και πλήρωνε τις συντάξεις.
Τώρα που ετοιμάζονται να φτιάξουν Ταμείο, τι αποθεματικά θα έχει αυτό; Παρ’ τ’ αυγό και κούρευ’ το, που λέει η παροιμία. Ξέρουμε πολύ καλά τι γίνεται σ’ αυτές τις περιπτώσεις. Ομως, στη συγκεκριμένη περίπτωση έχουμε και σαφέστατη ένδειξη που ισοδυναμεί με απόδειξη. Εχουμε την προσπάθεια που έγινε επί ΠΑΣΟΚ με το περιβόητο non paper του Σκανδαλίδη (Μάης 2003). Σ’ αυτό το αδρό προσχέδιο προβλεπόταν η δημιουργία ενός υπερταμείου για τους εργαζόμενους στο δημόσιο, που θα χορηγεί κύρια, επικουρική και εφάπαξ. Ποιοι θα ήταν οι πόροι του; Οι ασφαλιστικές εισφορές (6,67% των ασφαλισμένων, 13,33% του εργοδότη και 10% του κράτους) και «τα έσοδα από την κινητή και ακίνητη περιουσία των υφιστάμενων ταμείων επικουρικής ασφάλισης και πρόνοιας των δημοσίων υπαλλήλων». Δηλαδή, μηδέν αποθεματικά, ύστερα από λειτουργία δεκαετιών του ασφαλιστικού συστήματος. Μηδέν αποθεματικά ύστερα από δεκαετίες λειτουργίας ενός συστήματος (με πλήρη απασχόληση των ασφαλισμένων του και χωρίς εισφοροδιαφυγή)! Και άαρπαγή των αποθεματικών που σχημάτισαν τα επικουρικά!!
Καταλαβαίνετε, λοιπόν, τι έχει να γίνει μόλις σχηματιστεί Ταμείο και για τους εργαζόμενους στο δημόσιο. Αν δεν σας αρκούν τα παραπάνω, τότε διαβάστε το ιστορικό του ασφαλιστικού συστήματος των εργαζόμενων στη ΔΕΗ, που υφίστανται πριν από τους δημόσιους υπάλληλους τα ίδια:
Οι εργαζόμενοι στη ΔΕΗ είχαν επίσης «ασφάλιση στον εργοδότη». Το σύστημα αυτό θεσπίστηκε το 1966, όχι για να κάνουν χάρη στους εργαζόμενους, αλλά επειδή η ΔΕΗ ήθελε να χρησιμοποιήσει τις ασφαλιστικές εισφορές για τις επενδύσεις της. Εβγαλαν, λοιπόν, τους εργαζόμενους της ΔΕΗ από το ΙΚΑ και η ίδια η επιχείρηση ανέλαβε την ασφάλισή τους. Δηλαδή, κρατούσε τις ασφαλιστικές εισφορές και τις χρησιμοποιούσε ως κεφάλαιο και πλήρωνε τις παροχές (συντάξεις, περίθαλψη κ.λπ.). Ο κανονισμός ασφάλισης διαμορφώθηκε σε μια σειρά ετών, ανάλογα με την πορεία της ταξικής πάλης ανάμεσα στους εργαζόμενους και τη ΔΕΗ (το κράτος, δηλαδή). Ετσι, με τους αγώνες τους, οι εργαζόμενοι στη ΔΕΗ κατέκτησαν ένα σχετικά καλύτερο επίπεδο ασφάλισης. Αλλά και η επιχείρηση, που ήθελε κεφάλαια για τη συνεχή επέκτασή της, εξασφάλισε «ζεστό» χρήμα, γλιτώνοντας έτσι τα υπέρογκα τραπεζικά επιτόκια.
Με τον αντιασφαλιστικό νόμο Σιού-φα (ν. 2084/1992) αποφασίστηκε να γίνει κάποιο «νοικοκύρεμα», ώστε το ασφαλιστικό να λειτουργεί ως ανεξάρτητος λογαριασμός και να παρακολουθούν την εξέλιξη των εσόδων και των δαπανών του. Ανέθεσαν, λοιπόν, στις εταιρίες WYATT και PRUDENTIAL να κάνουν μια αναλογιστική μελέτη, για να βρουν τι αποθεματοποίηση υπήρξε από τη λειτουργία του ασφαλιστικού συστήματος. Αυτή η μελέτη κατατέθηκε το 1995 και, μολονότι έγινε έτσι που να βολεύει τη ΔΕΗ (αυτή πλήρωνε άλλωστε), δε μπορούσε να μην αναγνωρίσει ότι από τη λειτουργία του ασφαλιστικού συστήματος σχηματίστηκαν αποθεματικά, τα οποία είναι ενσωματωμένα στην περιουσία της ΔΕΗ.
Οταν το ΠΑΣΟΚ έβαλε μπροστά την ιδιωτικοποίηση της ΔΕΗ, αυτή η περιουσία, αυτό το οιονεί ασφαλιστικό απόθεμα αποτελούσε αγκάθι, όπως αγκάθι αποτελούσε και το ίδιο το σύστημα της «ασφάλισης στον εργοδότη».
Ο τότε υπουργός Ανάπτυξης Ε. Βενιζέλος έβαλε μπροστά το σχέδιο ανατροπής αυτού του ασφαλιστικού συστήματος και βρήκε πρόθυμους συνεργάτες στα πρόσωπα των συνδικαλιστών του ΠΑΣΟΚ, της ΝΔ και του ΣΥΝ. Μες στο κατακαλόκαιρο, Αύγουστο του 1999, έκλεισαν συμφωνία με τον Βενιζέλο, πετώντας στα σκουπίδια απόφαση πρόσφατου συνέδριου της ΓΕΝΟΠ, που επέμενε στην «ασφάλιση στον εργοδότη». Συμφώνησαν να καταργηθεί η «ασφάλιση στον εργοδότη» και να δημιουργηθεί Ταμείο με τη μορφή ΝΠΔΔ, ο ΟΑΠ-ΔΕΗ.
Αυτό το Ταμείο, όμως, έπρεπε να έχει και μια περιουσία (αποθεματικό). Η αναλογιστική μελέτη του 1995 είχε υπολογίσει ότι αυτό το αποθεματικό στα τέλη του 1992 ξεπερνού-σε το 1,5 τρισεκατομμύρια δραχμές (4,4 δισ. ευρώ). Φυσικά, η ΔΕΗ ή η κυβέρνηση δεν θα έδιναν αυτά τα λεφτά στον ΟΑΠ-ΔΕΗ. Ομως, οι εργατοπατέρες της ΓΕΝΟΠ δεν είχαν πρόβλημα να δεχτούν να γίνει Ταμείο με «πέτσινα» αποθεματικά. Ο ΟΑΠ-ΔΕΗ δεν πήρε ποτέ την περιουσία του για να τη διαχειριστεί. Απλά, το κράτος ανέλαβε… εγγυητής, ανέλαβε να καταβάλλει κάθε χρόνο τη διαφορά ανάμεσα σε έσοδα και δαπάνες του ΟΑΠ-ΔΕΗ!
Γράφαμε στην «Κόντρα» (φύλλο 135, 6.11.1999), όταν η επαίσχυντη αυτή συμφωνία πήρε τη μορφή νομοσχέδιου: «Καταργούν την ασφάλιση στον εργοδότη, που ήταν όντως μια σημαντικότατη κατάχτηση γι’ αυτό το κομμάτι της εργατικής τάξης, και στη θέση της φτιάχνουν μια ασφάλιση–φάντασμα, ένα ασφαλιστικό ταμείο θνησιγενές, χωρίς αποθεματικά, που θα κρέμεται από τη θέληση της εκάστοτε κυβέρνησης, που ξέρουμε πολύ καλά πως συμπεριφέρεται έναντι των ασφαλιστικών ταμείων γενικά».
Εκτοτε έγιναν πολλά και διάφορα, που υποβάθμιζαν συνεχώς τη θέση αυτού του ταμείου-φάντασμα. Σήμερα, οχτώμισι χρόνια μετά, ήρθε η ώρα να παραδοθεί και αυτό στην Ιστορία και οι εργαζόμενοι της ΔΕΗ να επανέλθουν στο ΙΚΑ, 42 χρόνια από τότε που τους έβγαλαν απ’ αυτό. Τους τάζουν και πάλι «κατοχύρωση», όμως οι πάντες γνωρίζουν ότι τα ταξίματα του κράτους είναι «τζού-φια». Οι πάντες (και σίγουρα οι γραφειοκράτες συνδικαλιστές της ΓΕΝΟΠ) ξέρουν ότι πάρα πολύ σύντομα όλες οι υποχρεώσεις, που ασμένως αναλαμβάνει σήμερα το κράτος, θα αθετηθούν, όπως αθετούνται τώρα αυτές που είχαν αναληφθεί το 1999. Εχουν σκοπό να μετατρέψουν το ΙΚΑ σ’ ένα τεράστιο μπλέντερ, το οποίο θα αλέσει και θα ομογενοποιήσει διαφορετικά ασφαλιστικά καθεστώτα, ώστε στο τέλος να βγει ένας πολτός, που θα συνενώνει τους πάντες στην κατώτερη δυνατή βάση.
Τα ίδια και χειρότερα θα πάθουν οι δημόσιοι υπάλληλοι, αν επιτρέψουν να καταργηθεί η σημερινή «ασφάλιση στον εργοδότη» και να δημιουργηθεί Ταμείο. Χειρότερα, γιατί αυτοί δεν θα έχουν καν την τυπική αναγνώριση ενός αποθεματικού, που είχαν οι εργαζόμενοι στη ΔΕΗ, αλλά θα ξεκινήσουν από ένα ολοστρόγγυλο μηδενικό.