Ενα κακόγουστο θέατρο παίζεται τις τελευταίες εβδομάδες στη χώρα μας. Η κυβέρνηση υποτίθεται πως δίνει μάχη με την τρόικα για να υπερασπιστεί τις συλλογικές συμβάσεις. Η κυβέρνηση, βέβαια, δεν είχε κανένα πρόβλημα να νομοθετήσει τα εξής: «Οι όροι των Ομοιοεπαγγελματικών και Επιχειρησιακών Συμβάσεων Εργασίας μπορούν να αποκλίνουν έναντι των αντίστοιχων όρων Κλαδικών Συμβάσεων Εργασίας, καθώς και των Εθνικών Γενικών Συλλογικών Συμβάσεων Εργασίας και οι όροι των Κλαδικών Συμβάσεων Εργασίας μπορούν να αποκλίνουν έναντι των όρων Εθνικών Γενικών Συλλογικών Συμβάσεων Εργασίας».
Δεν πρόκειται για το Μνημόνιο, αλλά για το νόμο 3845/ 2010 (άρθρο 2, παράγραφος 7). Θα καταργηθεί, άραγε, αυτή η διάταξη; Αν δεν καταργηθεί, οποιαδήποτε ρύθμιση για τις συλλογικές συμβάσεις δεν θα έχει καμιά αξία. Θα έχουμε δυο διατάξεις (μία αυτή του νόμου 3845/2010 και μία η νέα που θα ψηφίσει η Κατσέλη), από τις οποίες οι καπιταλιστές θα διαλέγουν και θα παίρνουν. Οπως διάλεξαν ήδη κάποιοι καπιταλιστές, μαζί με κάποια εργοδοτικά σωματεία, να υπογράψουν επιχειρησιακές συμβάσεις με αποδοχές κατώτερες από τις βασικές της ΕΓΣΣΕ, κάνοντας ευθεία αναφορά στη σχετική διάταξη του νόμου 3845/2010. Περιττεύει να θυμίσουμε ότι η Κατσέλη χαρακτήρισε νόμιμες αυτές τις συμβάσεις.
Τη στιγμή που γράφονται αυτές οι γραμμές (Πέμπτη βράδυ) δεν είναι ακόμα καθαρό τι θα θεσμοθετήσει η Κατσέλη. Το υπουργικό συμβούλιο ακόμα συνεδριάζει, ενώ δεν είναι καθαρό αν έχει επιτευχθεί συμφωνία με την τρόικα. Η ίδια η Κατσέλη παραδέχτηκε την Τετάρτη, εμμέσως πλην σαφώς, ότι υπήρχε κάποιου είδους εμπλοκή, χωρίς να γίνει σαφές ποια ζητήματα αυτή αφορούσε. Ακόμα και στις 8 το βράδυ της Πέμπτης το γραφείο Τύπου του υπουργείου Εργασίας έστελνε «ατυπο ενημερωτικό σημείωμα», ζητώντας τα αναγραφόμενα σ’ αυτό να μην αποδοθούν στην υπουργό, αλλά σε «κύκλους του υπουργείου»! Τι στο διάολο, φοβόταν ότι το υπουργικό συμβούλιο θα άλλαζε τις θέσεις που υποτίθεται ότι είχε συμφωνήσει με την τρόικα ή απλά εμφανιζόταν ως η «φιλεργατική», ρίχνοντας την ευθύνη στην τρόικα και στους συναδέλφους της στο υπουργικό συμβούλιο;
Το μόνο βέβαιο είναι πως ξεβρακώθηκε ο πρόεδρος της ΓΣΕΕ Ι. Παναγόπουλος, που κατήγγελνε τους καπιταλιστές ότι του έστησαν προβοκάτσια και στο τέλος αναγκάστηκε να παραδεχτεί (αφού τον ξεμπρόστιασαν Δασκαλόπουλος και σία), ότι έκανε κρυφή συνάντηση μαζί τους και επί εξάωρο συζητούσαν για να καταλήξουν σε κοινή πρόταση προς την Κατσέλη!
Οποια κι αν είναι, όμως, τελικά η ρύθμιση, ελάχιστη σημασία έχει στη σημερινή συγκυρία. Αν ας πούμε η ρύθμιση γράφει πως οι επιχειρησιακές συμβάσεις δεν μπορούν να κατέβουν κάτω από το επίπεδο της ΕΓΣΣΕ, τι ακριβώς θα κατοχυρώσει; Μήπως τα 740 ευρώ της ΕΓΣΣΕ; Μα αυτά έχουν ήδη κατατρατηγηθεί στην πράξη με ένα σωρό τρόπους. Χρειάζεται μήπως ν’ αναφερθούμε στην εκ περιτροπής εργασία με τα τριήμερα και τα διήμερα τη βδομάδα, που χρησιμοποιούν κατά κόρον οι καπιταλιστές, χωρίς καν να παίρνουν την τυπική άδεια; Χρειάζεται μήπως ν’ αναφερθούμε στην ευθαία παραβίαση των συλλογικών συμβάσεων και στον ωμό εκβιασμό «ή παίρνετε όσα σας δίνουμε ή αρχίζουμε τις απολύσεις»; Χρειάζεται μήπως ν’ αναφερθούμε στις απλήρωτες υπερωρίες;
Οταν οι καπιταλιστές έλεγαν ότι η κρίση είναι ταυτόχρονα και μια ευκαιρία, ήξεραν πολύ καλά τι έλεγαν. Η κρίση είναι γι’ αυτούς μια ευκαιρία να γονατίσουν τελείως την εργατική τάξη, να μετατρέψουν τους εργαζόμενους σε δούλους που θα εργάζονται όσο και όποτε θέλει η επιχείρηση και να πληρώνονται όσο θέλει η επιχείρηση. Η εργατική νομοθεσία υπάρχει για να την καταπατούν, εκβιάζοντας τους εργάτες ότι αν κάνουν κάτι να αμφισβητήσουν το διευθυντικό τους δικαίωμα, θα βρεθούν χωρίς δουλειά.
Από την άλλη, δεν τους αφήνει αδιάφορο και το νομικό καθεστώς. Θέλουν να εξαφανίσουν ό,τι έχει μείνει από την εποχή που το εργατικό κίνημα διεκδικούσε και κατοχύρωνε κάποιες μεταρρυθμίσεις, κάποιες εγγυήσεις στους όρους πώλησης της εργατικής δύναμης. Εχουν αρχίσει να ξηλώνουν το πουλόβερ με όλο και πιο γρήγορους ρυθμούς. Ετσι, το νέο, εντελώς αποσαθρωμένο νομικό πλέγμα θα τους δώσει τη δυνατότητα για μεγαλύτερες αυθαιρεσίες και σφετερι- σμούς στην καθημερινή πρακτική τους.
Για τους εργαζόμενους, αυτή η καθημερινή αυθαιρεσία και ασυδοσία των καπιταλιστών είναι το μείζον πρόβλημα. Το νομικό καθεστώς έρχεται σε δεύτερη μοίρα. Αλλωστε, ποιος θα υπερασπιστεί την εφαρμογή αυτού του νομικού καθεστώτος; Η πουλημένη εργατοπατερία των περισσότερων επιχειρησιακών σωματείων; ‘Η μήπως οι εργατοπατέρες της ΓΣΕΕ και των Ομοσπονδιών της; Αυτοί περιορίζονται σε μια υποκριτική μάχη οπισθοφυλακών, διαπραγματευόμενοι τους όρους της παράδοσης στο κεφάλαιο. Το θέμα είναι τεράστιο και θα χρειαστεί να επανέλθουμε.