Ενός κακού μύρια έπονται. Το αρχαιοελληνικό ρητό θυμίζει τμήμα της «εκτός των τειχών Αριστεράς», μετά την ανακοίνωση του μέτρου της «απαγόρευσης των άσκοπων μετακινήσεων». Αντέδρασε με αντανακλαστικά «αντίστασης στην καταστολή», αφαιρώντας το μέτρο από το συνολικό του πλαίσιο, με αποτέλεσμα –αντί να στριμώχνει την κυβέρνηση, όπως (υποτίθεται ότι) είναι η πρόθεσή της- να τη βοηθάει να αποκτά κοινωνική νομιμοποίηση.
Το βασικό επιχείρημα που ακούγεται λέει: «η κυβέρνηση, αντί να παίρνει μέτρα καταστολής, όπως η απαγόρευση κυκλοφορίας, να ενισχύσει το δημόσιο σύστημα Υγείας, να προσλάβει γιατρούς, να ανοίξει κρεβάτια ΜΕΘ κτλ».
Γιατί, όμως, αντιπαρατίθενται αυτά τα δύο; Γιατί η διεκδίκηση για άμεση ενίσχυση του δημόσιου συστήματος Υγείας (στην οποία πρέπει πάντοτε να προσθέτουμε τις διεκδικήσεις για πλήρη πληρωμή και ασφάλιση των εργατών και εργαζόμενων και της απαγόρευσης των απολύσεων) να αντιπαρατίθεται στα (όποια) απαραίτητα μέτρα για την ενίσχυση αυτού που οι επιδημιολόγοι διεθνώς έχουν ονομάσει social distancing (κοινωνική αποστασιοποίηση); Γιατί να μη διεκδικούμε και το ένα και το άλλο;
Γιατί, επομένως, το μέτρο της απαγόρευσης (περιορισμού επί της ουσίας) της κυκλοφορίας να μην το εξετάσουμε από τη σκοπιά της αναγκαίας «κοινωνικής αποστασιοποίησης», όπως και τα προηγούμενα; Και να το κρίνουμε ως ημίμετρο, επειδή δε συνοδεύεται από το κλείσιμο κάθε μη αναγκαίας παραγωγικής, εμπορικής και υπηρεσιακής καπιταλιστικής δραστηριότητας;
Κάποιοι «κατάπιαν» το κλείσιμο κάθε χώρου συγκέντρωσης ανθρώπων (καφετέριες, χώροι εστίασης κτλ.) και μετά την απαγόρευση των συναθροίσεων άνω των δέκα ατόμων, αλλά τους «σκάλωσε στο λαιμό» η απαγόρευση κυκλοφορίας. Γιατί όμως –για να το πάμε μέχρι το τέλος- οι καταγγελίες για το μέτρο δε συνοδεύονται και από εκκλήσεις για ανυπακοή στο μέτρο;
Το αρχικό «κακό», που φέρνει τα επόμενα, είναι η έλλειψη σαφούς τοποθέτησης για την αντιμετώπιση της πανδημίας. Υπήρξαν αιτήματα για την ενίσχυση του δημόσιου συστήματος Υγείας και για την προστασία των εργαζόμενων, όχι όμως και για την πανδημία ως απειλή για τον ελληνικό λαό και τα μέτρα που θα έπρεπε να ληφθούν για τον περιορισμό της εξάπλωσης της CoviD-19. Το τελευταίο αφέθηκε στην πρωτοβουλία της κυβέρνησης. Ετσι, φτάσαμε στο τραγελαφικό σημείο, η κυβέρνηση να παίρνει ημίμετρα «κοινωνικής απομόνωσης», με μοναδικό γνώμονα να προστατέψει μέχρις εσχάτων τα συμφέροντα του κεφαλαίου, και κάποιοι –αντί να ζητούν αποφασιστικά μέτρα και όχι ημίμετρα- να διαμαρτύρονται για τον –εξ ορισμού- περιοριστικό χαρακτήρα αυτών των μέτρων, προσφέροντας στην κυβέρνηση άλλοθι «υπευθυνότητας»! Βοηθούν να εμφανίζεται ο Μητσοτάκης ως υπεύθυνος κυβερνήτης και ο Τσιόδρας ως ο επιστήμονας που αγωνιά να βάλει τάξη, κρύβοντας τις εγκληματικές ευθύνες της κυβέρνησης και των επιστημόνων που αυτή έχει «ενσωματώσει» στην επικοινωνιακή διαχείριση της επιδημίας.
Πώς να το κάνουμε, είναι (τουλάχιστον) ανακόλουθο, από τη μια να ζητάμε να κλείσουν οι εκκλησιές και να σταματήσουν οι μεταλαβιές (και σωστά το κάναμε) και από την άλλη να καταγγέλλουμε την κυβέρνηση για την απαγόρευση των συναθροίσεων (όπως έκαναν κάποιοι, μέχρι ν’ αναγκαστούν να «μαζευτούν»).
Οταν, όμως, έχεις μια πρόταση, που αναπτύσσεται , τότε δεν τρέχεις πίσω από την κυβέρνηση, συμφωνώντας με πλευρές της πολιτικής της και καταγγέλλοντας άλλες, αλλά βρίσκεσαι , υπερασπιζόμενος τα συμφέροντα της εργατικής τάξης και του λαού. Δεν ετεροπροσδιορίζεσαι έναντι της κυβέρνησης, αλλά σφυροκοπάς την κυβέρνηση με αιτήματα σε όλα τα επίπεδα, αποκαλύπτοντας την αναξιοπιστία της, την αδιαφορία της για την προστασία του λαού από μια σοβαρή επιδημία, την εξυπηρέτηση των συμφερόντων του κεφαλαίου, που αποτελεί το μοναδικό γνώμονα της δράσης της.
Συνοπτικά μιλώντας, οι άξονες στους οποίους πρέπει να αναπτύσσεται μια συνολική ταξική τοποθέτηση απέναντι στην επιδημία της CoviD-19 είναι τρεις:
♦
♦
♦ .
Και για να τελειώνουμε με τη μονομέρεια και τον εκλεκτικισμό, να σημειώσουμε ότι η αστική τάξη και οι κυβερνήσεις της πάντοτε εκμεταλλεύονται κάθε ευκαιρία για να προωθήσουν μέτρα πειθάρχησης του λαού. Είτε πρόκειται για μέτρα ανοιχτής καταστολής (στις εργασιακές σχέσεις και στις πολιτικές και κοινωνικές διεκδικήσεις) είτε πρόκειται για μέτρα απόσπασης συναίνεσης στην κυρίαρχη πολιτική (πλευρά που συχνά υποβιβάζεται, θεωρείται ήσσονος σημασίας). Σήμερα, μάλιστα, ο ύπουλος εχθρός δεν είναι η υπό όρους απαγόρευση της μετακίνησης (η οποία μετά την επιδημία θα αρθεί, γιατί δεν μπορεί το ίδιο το σύστημα να δουλέψει έτσι), αλλά η δημιουργία συναίνεσης γύρω από την κυρίαρχη πολιτική, με τον Μητσοτάκη επικεφαλής.
Ηδη, τα παπαγαλάκια της κυβερνητικής προπαγάνδας καλούν τον ελληνικό λαό, όπως βοηθάει τώρα για την αντιμετώπιση της επιδημίας, με την ίδια ζέση να «βάλει πλάτη» για την αντιμετώπιση των οικονομικών δυσκολιών που θα ακολουθήσουν. Αυτό δε χρειάζεται μετάφραση, όλοι καταλαβαίνουμε τι υποκρύπτει. Η οικονομική κρίση δε θα αποδοθεί στο καπιταλιστικό σύστημα, αλλά στον… κακό μας τον κοροναϊό. Και θα ζητηθεί «να μοιραστούμε τα βάρη», ώστε «να ορθοποδήσει η χώρα» (τα κέρδη των καπιταλιστών, δηλαδή, όπως έγινε και κατά τη μνημονιακή περίοδο, που ακόμα συνεχίζεται).
Πώς αντιπαλεύεται αυτή η τάση σε συνθήκες κρίσιμες, όπως οι σημερινές; Με μια πολιτική, της κυρίαρχης πολιτικής. Με μια ολοκληρωμένη πολιτική που θα αποκαλύπτει την ουσία της κυρίαρχης πολιτικής, θα αποσπά την εργατική τάξη και το λαό από την επιρροή της και θα προσπαθεί να τον συσπειρώσει γύρω από μια ταξική πολιτική. Οχι ταξική γενικά και αόριστα, από άποψη προθέσεων, αλλά ταξική επί της ουσίας, επί των συγκεκριμένων προβλημάτων. Μόνο τότε μια ταξική πολιτική μπορεί να ξεφύγει από το επίπεδο της αυτοαναφορικότητας και να γίνει πραγματικά αποτελεσματική, τραβώντας την εργατική τάξη και το λαό από την επιρροή της κυρίαρχης πολιτικής.
Η αριστερίστικη-μικροαστική φλυαρία περί «οργουελικών σεναρίων», που υλοποιούνται σήμερα απ’ αφορμή την πανδημία της CoviD-19, χωρίς μάλιστα να συνοδεύεται από προσκλητήρια για μαζική ανυπακοή (που θα έπρεπε, αν ήθελε να είναι συνεπής με τον εαυτό της), επιτρέπει στον κάθε Μητσοτάκη και στον κάθε Τσίπρα να εμφανίζεται ως προστάτης του λαού, ενώ στην πραγματικότητα διαχειρίζονται μια κρίση, για την ένταση της οποίας φέρουν εγκληματικές ευθύνες, και τη διαχειρίζονται προς όφελος του κεφαλαίου.
Το αστικό κράτος έχει αποδείξει άπειρες φορές ότι δε χρειάζεται επιδημίες και έκτακτες καταστάσεις για να πάρει τα πιο σκληρά μέτρα καταστολής. Οταν δεν αποσπά τη συναίνεση, καταφεύγει άμεσα στην καταστολή. Οι μηχανισμοί του είναι έτοιμοι να επέμβουν σε κάθε περίπτωση που θα αισθανθούν απειλή από τον «εσωτερικό εχθρό». Για να μην πάμε στο παρελθόν, ας θυμηθούμε τι έγινε την περίοδο των Μνημονίων. Οσο οι «αγανακτισμένοι» των πλατειών απλώς μούντζωναν με κατεύθυνση τη Βουλή, τονίζοντας τον ειρηνικό χαρακτήρα της διαμαρτυρίας τους, το αστικό κράτος έδειχνε ανοχή. Οταν υπήρξε βιαιότητα στο κίνημα αντίστασης στα Μνημόνια, με αποκορύφωμα το βράδυ της 12ης Φλεβάρη του 2012, το κράτος επιτέθηκε με αποφασιστικότητα και αγριότητα.
Το θέμα δεν είναι να κλαψουρίζουμε επικαλούμενοι «οργουελικά καθεστώτα», αλλά να αφοπλίσουμε την αστική εξουσία, τραβώντας την εργατική τάξη και το λαό από την επιρροή της. Κι αυτό δεν επιτυγχάνεται χωρίς . Αν ο λαός τραβηχτεί από την πολιτική ουράς στον κάθε Τσιόδρα και στον κάθε Μητσοτάκη, αν δώσει αγώνα για την προστασία της δημόσιας υγείας και της ζωής των πιο ευάλωτων ανθρώπων του (ηλικιωμένων, με υποκείμενα νοσήματα, με πεσμένο ανοσολογικό σύστημα), θα μπορέσει να δώσει με αξιώσεις τη μάχη ενάντια σ’ αυτά που θα ακολουθήσουν (γιατί είναι σίγουρο ότι θα ακολουθήσουν).
Είναι, επίσης, ολοφάνερο ότι με την αποθέωση της «ατομικής ευθύνης», στην οποία εναποθέτουν τα πάντα, οι κυβερνώντες προσπαθούν να κρύψουν τις δικές τους εγκληματικές ευθύνες για την εξάπλωση της επιδημίας και για τη διάλυση του δημόσιου συστήματος Υγείας. Αυτό, όμως, μπορεί να αποκαλυφθεί στα μάτια του ελληνικού λαού μόνο όταν υπάρχουν αιτήματα για την προστασία από την επιδημία και όχι όταν υπάρχει μόνο αντι-κατασταλτική καταγγελία (η οποία ακόμα και στα μάτια των καλοπροαίρετων φαντάζει σαν «γκρίνια»). Και για να μιλήσουμε συγκεκριμένα, όταν η κυβέρνηση αποφασίζει απαγόρευση κυκλοφορίας, η ταξική απάντηση πρέπει να είναι: κλείστε κάθε μη αναγκαία παραγωγική, εμπορική και άλλη οικονομική δραστηριότητα, για να μπει φραγμός σε κάθε εστία δυνητικής διάδοσης της επιδημίας και να έχει νόημα κάθε άλλο μέτρο «κοινωνικής αποστασιοποίησης».
Η διεθνής εμπειρία πρέπει να είναι οδηγός μας σ’ αυτό το μέτωπο. Ελληνας γιατρός που εργάζεται στο νοσοκομείο του Μπέργκαμο, έλεγε πριν από μερικές μέρες ότι η μόνη λύση που έχουν τώρα είναι να μη βγαίνουν καν από τα σπίτια τους οι άνθρωποι! Ελεγε χαρακτηριστικά: «Το πρώτο πράγμα που μας είπαν οι Κινέζοι, ήρθε κλιμάκιο κινέζων γιατρών για να μας δώσουν συμβουλές, το πρώτο πράγμα που είπαν είναι: κυκλοφορούν ακόμα πάρα πολλοί στο δρόμο. Κι αυτό πρέπει να καταλάβει ο κόσμος, το έχουν καταλάβει εδώ αλλά το έχουν καταλάβει με πολύ υψηλό κόστος ζωών». Αυτό κανένας δε δικαιούται να το πετάξει στα σκουπίδια. Εκτός αν θέλουμε να φτάσουμε στο σημείο που περιέγραφε με δραματικό τρόπο ο ίδιος γιατρός: «Κοιτάξτε εμείς εφαρμόζουμε αυτή τη στιγμή πολεμική ιατρική, ιατρική μάχης. Κι όπως γίνεται, δυστυχώς, όπως βλέπετε στα έργα, όπου διαλέγει – έρχεται ο αναισθησιολόγος, δεν το κάνω εγώ προσωπικά- έρχονται οι αναισθησιολόγοι, οι οποίοι έχουν την τελευταία λέξη στο αν ο ασθενής θα μπει ή όχι σε μια εντατική, και αποφασίζουμε: αυτός μπορεί, αυτός δεν μπορεί. Λοιπόν, επομένως είναι κατά κάποιο τρόπο ο γιατρός ένας θεός, ο επί γης θεός, εκείνη τη στιγμή, δυστυχώς…».
Δείτε τι γίνεται στην Ιταλία: τα ρεφορμιστικά και αστικά συνδικάτα αναγκάστηκαν από τους εργάτες να προκηρύξουν 24ωρη απεργία, ζητώντας να φύγουν τα «παραθυράκια» από την κυβερνητική απόφαση και να σταματήσει κάθε μη αναγκαία βιομηχανική και άλλη δραστηριότητα. Για να κλειστούν στα σπίτια τους, σε αυστηρή καραντίνα, μπας και σταματήσει η εξάπλωση της επιδημίας, έστω και τόσο αργά.
Δείτε τι ζητούν εργάτες της Bic: να κλείσει το εργοστάσιο. Εργάτες του ΟΤΕ: να κλείσουν τα καταστήματα, να σταματήσουν οι πωλήσεις, να εργάζεται η επιχείρηση μόνο με το απαραίτητο προσωπικό ασφάλειας. Ταξικά αιτήματα και όχι αντι-κατασταλτική φλυαρία.
Είναι αλήθεια ότι στην αρχή όλοι (και δεν εξαιρούμε τους εαυτούς μας) υποτιμήσαμε τον κίνδυνο. Περισσότερο μιλούσαμε ενάντια στην υστερία και λιγότερο για τον κίνδυνο. Σε ό,τι μας αφορά, δε θα επικαλεστούμε τις λειψές πληροφορίες που έφταναν στη χώρα μας. Θα παραδεχτούμε την αδυναμία μας (η συνειδητοποίηση της οποίας μας κάνει πιο σοφούς). Ομως, όταν συνειδητοποιήσαμε τον κίνδυνο σε όλες του τις διαστάσεις, δε διστάσαμε να βγούμε δημόσια με μια συνολική πρόταση.
♦ Διακηρύξαμε ότι Να μην τους εμπιστευτούμε τις ζωές των ανθρώπων μας. Να τους πιέζουμε να πάρουν όλο και πιο αποφασιστικά μέτρα, .
♦ Ζητήσαμε ενίσχυση του δημόσιου συστήματος Υγείας, με προσλήψεις για-τρών και νοσηλευτών, με δημιουργία κλινών ΜΕΘ, με την προμήθεια όλων των μέσων που χρειάζονται οι μαχητές της πρώτης γραμμής (γιατροί, νοσηλευτές, διασώστες, τραυματιοφορείς κ.ά.) για να δώσουν με αξιώσεις τη μάχη, με επίταξη του ιδιωτικού τομέα (εγκαταστάσεων και υλικού) κτλ. κτλ.
♦ Ομως, κανένα σύστημα Υγείας, ακόμα και το πιο ανεπτυγμένο, δεν μπορεί να αντιμετωπίσει μια πανδημία που εξελίσσεται σε μικρό χρονικό διάστημα. Αν είχαμε 2.000 κλίνες ΜΕΘ, πλήρως εξοπλισμένες και στελεχωμένες, αλλά μέσα σε μια βδομάδα προέκυπταν 3.000 βαριά περιστατικά, τα 1.000 θα έμεναν χωρίς περίθαλψη. Οι γιατροί θα αναγκάζονταν να κάνουν επιλογή περιστατικών, όπως γίνεται εδώ και πολλές μέρες στην Ιταλία, πλέον και στην Ισπανία. Επομένως, προέκυψε ανάγκη για λήψη μέτρων περιορισμού της εξάπλωσης της επιδημίας. Εμείς ζητήσαμε από την πρώτη στιγμή κάθε παραγωγική, εμπορική και άλλου τύπου οικονομική δραστηριότητα του καπιταλισμού και του κράτους του, πλην των απαραίτητων για την τροφοδοσία του λαού με είδη άμεσης ανάγκης και της κοινής ωφέλειας, χωρίς για τους εργαζόμενους, που πρέπει να εξακολουθήσουν να παίρνουν ολόκληρο το μισθό τους και πλήρη ασφάλιση. Και κάθε φορά που η κυβέρνηση έπαιρνε κάποια περιοριστικά μέτρα, ζητούσαμε να πάει στην ουσία του περιορισμού, στην αναστολή της παραγωγικής, εμπορικής και υπηρεσιακής λειτουργίας των μη απαραίτητων καπιταλιστικών επιχειρήσεων, για να εξαλειφθούν εστίες μαζικής συγκέντρωσης ανθρώπων και επομένως δυνατότητας μετάδοσης του ιού, αλλά και να περιοριστούν οι μη αναγκαίες μετακινήσεις.
♦ Απαιτήσαμε . Να απαγορευτούν οι απολύσεις, να πληρώνονται κανονικά και να ασφαλίζονται πλήρως οι εργαζόμενοι στις επιχειρήσεις που κλείνουν, από τους καπιταλιστές και όχι με κρατικά προνοιακά επιδόματα πείνας. Και συνεχίζουμε τον αγώνα σ' αυτή την κατεύθυνση.
ΥΓ. Ας σταματήσουν κάποιοι να μας κουνούν το δάχτυλο παριστάνοντας τους ντούρους μαχητές ενάντια στην κρατική καταστολή. Εκτός των άλλων γίνονται και γελοίοι. Γιατί όταν εμείς (και όχι μόνον εμείς) ορθώναμε ανάστημα ενάντια σε εφιαλτικές εκδηλώσεις της κρατικής καταστολής, αυτοί όχι μόνο σφύριζαν αδιάφορα, αλλά δεν έχαναν ευκαιρία να προβοκατορολογούν.