Η σκηνή της αποχώρησης του τελευταίου αμερικανού στρατιώτη από το Αφγανιστάν παραπέμπει αναπόφευκτα στην οριστική αποχώρηση του «κόκκινου στρατού» τον Φλεβάρη του 1989. Η μια ιμπεριαλιστική δύναμη μετά την άλλη, που τόλμησε να εισβάλει στο Αφγανιστάν, ηττήθηκε κατά κράτος μετά από λυσσαλέα αντίσταση του αφγανικού λαού.
Πρώτη και καλύτερη είχε προηγηθεί η Βρετανική Αυτοκρατορία, είτε υπό τη σκέπη της διαβόητης βρετανικής «Εταιρίας των Ανατολικών Ινδιών», που όταν μεσουρανούσε, στις αρχές του 19ου αιώνα, έλεγχε το 50% του διεθνούς εμπορίου με ορμητήριο την Ινδία και διατηρούσε το δικό της πολυάριθμο στρατό μισθοφόρων, είτε αργότερα, στις αρχές του 20ού αιώνα, υπό τον άμεσο έλεγχο του βρετανικού στέμματος.
Ακολούθησε η εισβολή της σοσιαλιμπεριαλιστικής Ε«Σ»«Σ»Δ το 1979. Ακολουθώντας την αλαζονεία των προγενέστερών τους, οι τυχοδιώκτες ηγέτες του Κρεμλίνου νόμιζαν ότι θα επιβληθούν με τα τανκ και τα μαχητικά τους στους «απολίτιστους» Aφγανούς. Ηττήθηκαν ταπεινωτικά το 1989, δυο χρόνια πριν από την οριστική κατάρρευση του κρατικού καπιταλισμού στη Ρωσία.
Τον Αύγουστο του 2021 έφτασε η στιγμή της ταπεινωτικής συντριβής των ΗΠΑ. Το Αφγανιστάν ήταν και είναι το νεκροταφείο των αυτοκρατοριών.
H γονυκλισία του ρεβιζιονισμού στον ιμπεριαλισμό, αμερικάνικο και «σοβιετικό»
Οι ρεβιζιονιστές, τα στελέχη και μέλη του Περισσού, ψηφοφόροι και οπαδοί του, αναπαράγουν διαρκώς ότι η εισβολή του «κόκκινου στρατού» το 1979 στο Αφγανιστάν ήταν μια δίκαιη πράξη αντίστασης στον αμερικάνικο ιμπεριαλισμό. Υποτίθεται ότι στο Αφγανιστάν μια λαϊκή-αντιιμπεριαλιστική επανάσταση βρισκόταν σε κίνδυνο από «εξωτερικούς εχθρούς», πράκτορες της CIA, και ο «κόκκινος στρατός» εισέβαλε προκειμένου να τη σώσει.
Οι ηγέτες του Κρεμλίνου είχαν προ πολλού ξεπουλήσει την Οκτωβριανή Επανάσταση του 1917 και είχαν διαλύσει το σοσιαλισμό τη δεκαετία του ‘60, παλινορθώνοντας τον καπιταλισμό υπό κρατικό μανδύα. Είχαν σφυρηλατήσει με απανωτά πραξικοπήματα την αντεπαναστατική στροφή στα κομμουνιστικά κόμματα της Δύσης και της Ανατολής, τα οποία είχαν εκφυλίσει σε σοσιαλδημοκρατικά μορφώματα. Οπως η συντριπτική πλειοψηφία των σοσιαλδημοκρατών της Δεύτερης Διεθνούς μετατράπηκαν σε σωβινιστές, αντεπαναστάτες, κατά τη διάρκεια του Πρώτου Παγκόσμιου Πολέμου, λαμβάνοντας το προσωνύμιο σοσιαλσωβινιστές (σοσιαλιστές στα λόγια, σωβινιστές στην πράξη) από τους μπολσεβίκους των Λένιν-Στάλιν, έτσι και οι ηγέτες του Κρεμλίνου δεν ήταν τίποτ’ άλλο εκτός από σοσιαλιστές στα λόγια, ιμπεριαλιστές στην πράξη, που στόχος τους ήταν να διατηρήσουν μια όμορη χώρα της Ασίας υπό τη σφαίρα επιρροής τους, προκειμένου να αναχαιτίσουν την επιρροή του δυτικόφιλου Πακιστάν και της νατοϊκής Τουρκίας.
Κάποιος ίσως να αναρωτηθεί σε αυτό το σημείο: «Περασμένα ξεχασμένα, γιατί να ενδιαφέρεται κανείς για το 1979»; Γιατί η ιστορία αυτή συνδέεται με το πρόσφατο παρελθόν και το παρόν και με την ακατάσχετη πρακτορολογία του Περισσού για τους Ταλιμπάν. Γιατί αυτή την ιστορία την αναμασούν χωρίς δεύτερη σκέψη και άνθρωποι μη προκατειλημμένοι που επηρεάζονται από τα ψέματα και τη διαστρέβλωση του Περισσού γιατί δεν γνωρίζουν την ιστορία.
Σε αυτό το σημείωμα θα αναφερθούμε σε γεγονότα που συσχετίζονται ιστορικά με την επίθεση στους Δίδυμους Πύργους. Θα επανέλθουμε με εκτενή σημειώματα στην «επανάσταση» του Σαούρ.
Η αστική προπαγάνδα κατισχύει αυτή την περίοδο, δαιμονοποιώντας τους Ταλιμπάν, παρουσιάζοντάς τους σαν «αιμοσταγή τέρατα». Πολύ εύκολα άνθρωποι του κινήματος παρασύρονται από τα ΜΜΕ που μέχρι πρότινος παρουσίαζαν τις «φεμινίστριες» εκπροσώπους των ΜΚΟ, γυναίκες που ανήκουν στην άρχουσα του Αφγανιστάν, ως γνήσιους εκπροσώπους του λαού του Αφγανιστάν. Σημειώνουμε ότι η συντριπτική πλειονότητα των γυναικών, το 84%, μέχρι το 2017, σύμφωνα με τους θεσμούς του δοσιλογικού καθεστώτος, δεν ήξερε ούτε γραφή ούτε ανάγνωση.
Mετά την 11η Σεπτέμβρη του 2001, όταν μια ομάδα ισλαμιστών, κυρίως Σαουδαράβων, με ηγέτη τον αιγύπτιο μηχανικό Μοχάμεντ Ατα, ο οποίος διατηρούσε στενές σχέσεις με τον ιδρυτή της Αλ-Κάιντα Οσάμα Μπιν Λάντεν, πραγματοποίησε τις αεροπειρατείες στα Μπόινγκ και τα «κάρφωσε» στους δίδυμους πύργους του Μανχάταν και στο Πεντάγωνο, ο Περισσός και ουκ ολίγα στελέχη της «εκτός των τειχών» αριστεράς άρχισαν τις θεωρίες συνωμοσίας. Σε ολόκληρη την ανατολή επικρατούσαν σκηνές χαράς και αγαλλίασης. Ο κόσμος έβγαινε στους δρόμους και πανηγύριζε. Το παρακάτω βίντεο δείχνει Παλαιστίνιους να πανηγυρίζουν μαζικά στην Ιερουσαλήμ στο άκουσμα της είδησης για την επίθεση στους Δίδυμους Πύργους.
Για πρώτη φορά η μεγαλύτερη ιμπεριαλιστική υπερδύναμη δεχόταν αντίποινα στο έδαφός της για τους νεκρούς που κατέβαλαν καθημερινά οι πληβείοι στον Λίβανο, στην Παλαιστίνη και σε άλλες ανατολικές χώρες που βρίσκονταν και βρίσκονται υπό τον ιμπεριαλιστικό ζυγό είτε της κατοχής είτε των αμερικανόδουλων δυναστειών και τυραννικών καθεστώτων. Οι Αμερικανοί έζησαν μέσα στη χώρα τους στιγμιαία τη φρίκη που ζούσαν και ζουν χιλιάδες άμαχοι στον μουσουλμανικό κόσμο από τις βομβιστικές επιχειρήσεις των αμερικανών ιμπεριαλιστών και των συμμάχων τους.
Η δικαιολόγηση αυτής της επίθεσης και της ολόθερμης στήριξής της από τους πληβείους της Ανατολής ήταν αμάρτημα καθοσιώσεως για το αμερικανόδουλο πολιτικό προσωπικό της άρχουσας τάξης στη χώρα μας. Δεν θα έπρεπε όμως να είναι για πραγματικούς διεθνιστές που αντιλαμβάνονται ότι τα μονοπώλια, με ορμητήριο τις ιμπεριαλιστικές χώρες, υποδουλώνουν οικονομικά το μεγαλύτερο τμήμα του πλανήτη, το οποίο αποτελείται από εξαρτημένες χώρες μεσαίου επιπέδου καπιταλιστικής ανάπτυξης (χώρες σαν την Ελλάδα, το Μεξικό, τη Βραζιλία) και μισοαποικίες (χώρες σαν το Αφγανιστάν, το Ιράκ, το Σουδάν, την Υεμένη), στις οποίες οι λαοί στενάζουν από τη φτώχεια και την εξαθλίωση. Οσο το προλεταριάτο των ιμπεριαλιστικών χωρών και των εξαρτημένων χωρών που τις ακολουθούν (σαν την Ελλάδα) δεν καταδικάζει και δεν καταδεικνύει αυτά τα εγκλήματα δυναμικά στις δυτικές μητροπόλεις, τόσο στα μάτια των πληβείων της Ανατολής είναι συνένοχο στο έγκλημα.
Οι Μαρξ-Ενγκελς δεν είχαν κανένα πρόβλημα στην εποχή τους να αναδείξουν το ζήτημα. Το διεθνές εμπόριο στην αυγή του καπιταλισμού περνούσε από τον Ινδικό Ωκεανό και την Κίνα. Η Βρετανία, με αλλεπάλληλες πολεμικές επιχειρήσεις εναντίον των ευρωπαίων ανταγωνιστών της, κυρίως Ολλανδών, κατόρθωσε να το ελέγχει. Αρχές του 19ου αιώνα, το εμπορικό ισοζύγιο της βρετανικής αυτοκρατορίας άρχισε να εμφανίζει σημαντικό έλλειμα υπέρ της Κίνας και η Βρετανία αναγκαζόταν να καταβάλλει πληρωμές σε σκληρό νόμισμα (ασήμι), με την Κίνα να θησαυρίζει. Οι ιθύνοντες νόες της «Εταιρίας των Ανατολικών Ινδιών», που είχαν καταλάβει την Ινδία και τη χρησιμοποιούσαν ως ορμητήριό τους για τον έλεγχο του διεθνούς εμπορίου, αποφάσισαν να καλλιεργήσουν εντός της Ινδίας όπιο και να το εξάγουν μαζικά στη Κίνα, προκειμένου να αντισταθμίσουν τις βρετανικές απώλειες από τις κινεζικές εισαγωγές. Το όπιο άρχισε να διοχετεύεται σε όλη την Κίνα και να αποσαθρώνει τον κοινωνικό της ιστό. Η κινέζικη δυναστεία αποφάσισε να πάρει μέτρα και να σταματήσει τις εισαγωγές. Οταν άρχισαν οι πρώτες κατασχέσεις πλοίων με όπιο, οι Βρετανοί αποφάσισαν να εισβάλουν στην Κίνα. Μετά τις πρώτες ήττες, η κινεζική δυναστεία αποδέχτηκε την κατοχή των βασικών της λιμανιών και την προσάρτηση του Χονγκ-Κονγκ στους Βρετανούς. Η κινεζική δυναστεία άρχισε να καταρρέει και βαθμιαία άρχισε να αναδύεται ένα κίνημα πληβείων που αναζητούσαν εκδίκηση και χειραφέτηση από το ζυγό των βρετανών.
Ο Ενγκελς έγραφε στη New York Daily Tribune το 1857 για τον ξεσηκωμό των πληβείων κινέζων εναντίον των βρετανών αποικιοκρατών που λυμαίνονταν τη χώρα τους (οι επισημάνσεις παρακάτω παντού δικές μας):
«Είναι φανερό ότι τώρα υπάρχει διαφορετικό πνεύμα στους Κινέζους από εκείνο που έδειξαν στον πόλεμο από το 1840 έως το 1842. Τότε ο λαός ήταν ήσυχος. Αφησαν τους στρατιώτες του αυτοκράτορα να πολεμήσουν τους εισβολείς και υποτάχτηκαν με ανατολίτικη μοιρολατρία στη δύναμη του εχθρού. Τώρα, όμως, τουλάχιστον στις νότιες επαρχίες, στις οποίες έχει περιοριστεί μέχρι στιγμής η διαμάχη, η μάζα του λαού παίρνει ενεργητικό, ακόμα και φανατικό μέρος στην πάλη ενάντια στους ξένους.
Βάζουν δηλητήριο στο ψωμί της ευρωπαϊκής κοινότητας στο Χονγκ-Κονγκ μαζικά και με την ψυχρότερη προμελέτη, […]
Πάνε με κρυμμένα όπλα πάνω σε εμπορικά ατμόπλοια κι όταν βρεθούν στα ανοιχτά, στη διάρκεια του ταξιδιού, σφάζουν το πλήρωμα και τους ευρωπαίους επιβάτες και καταλαμβάνουν το πλοίο. Απαγάγουν και σκοτώνουν όποιον ξένο βρίσκουν στην εμβέλεια τους. [..]
Οι ίδιοι οι κούληδες που μεταναστεύουν σε ξένες χώρες προχωρούν σε ανταρσία, σαν να το έχουν προσυμφωνημένο, πάνω σε κάθε πλοίο μεταναστών και πολεμούν για να το καταλάβουν, προτιμώντας, αντί να παραδοθούν, να βυθιστούν μαζί του ή να χαθούν στις φλόγες του. Ακόμα κι έξω από την Κίνα, οι απόδημοι Κινέζοι που ήταν μέχρι τώρα οι πιο υποτακτικοί και ήμεροι υπήκοοι, συνωμοτούν και ξαφνικό ξεσηκώνονται σε νυχτερινές εξεγέρσεις, όπως στο Σαρα Βακ ή στη Σιγκαπούρη, όπου η εξέγερση καταπνίγηκε μόνο με τη βία και την επαγρύπνηση. Η πειρατική πολιτική της βρετανικής κυβέρνησης έχει προκαλέσει αυτό το γενικευμένο ξέσπασμα όλων των Κινέζων εναντίον όλων των ξένων και του έδωσε το χαρακτήρα πολέμου εξόντωσης.
Τι μπορεί να κάνει ένας στρατός ενάντια σε έναν λαό που καταφεύγει σε τέτοια μέσα πολέμου; Πού, πόσο μακριά, μπορεί να διεισδύσει στη χώρα του εχθρού, πώς να διατηρηθεί εκεί μέσα; Οι φλυαρούντες περί πολιτισμού, οι οποίοι ρίχνουν πύρινες οβίδες σε μια ανυπεράσπιστη πόλη και προσθέτουν τους βιασμούς στους φόνους, μπορούν να αποκαλούν το σύστημα αυτό δειλό, βάρβαρο, φρικαλέο.
Τί νοιάζει, όμως, αυτό τους Κινέζους, εάν είναι αποτελεσματικό; Αφού οι Βρετανοί τους μεταχειρίζονται σαν βάρβαρους, δεν μπορούν να τους αρνηθούν και όλα τα αγαθά της βαρβαρότητάς τους. Εάν οι απαγωγές τους, οι αιφνιδιασμοί, οι σφαγές του μεσονυκτίου είναι αυτό που ονομάζουμε δειλία, οι φλυαρούντες περί πολιτισμού δεν θα πρέπει να ξεχνούν ότι, σύμφωνα με όσα οι ίδιοι πράττουν, δεν θα μπορούσαν να αντιμετωπιστούν τα ευρωπαϊκά μέσα καταστροφής με τα συνήθη δικά τους πολεμικά μέσα».
Διαφέρει -επί της ουσίας- σε τίποτα η επίθεση στους Δίδυμους Πύργους και το Πεντάγωνο από τις επιθέσεις κατά αμάχων ευρωπαίων που πραγματοποιούσαν οι κινέζοι πληβείοι;
Δεν ήταν μήπως αποτελεσματική η επίθεση στο σύστημα προαστιακού σιδηροδρόμου της Μαδρίτης, στις 11 Μάρτη του 2004, παρότι βάρβαρη και φρικιαστική, τυφλή επίθεση εναντίον αμάχων, μόλις δυο μέρες πριν από τις βουλευτικές εκλογές; Η συντηρητική κυβέρνηση του Χοσέ Αθνάρ, που είχε στηρίξει την εισβολή των Αμερικανών στο Ιράκ με ισπανικά στρατεύματα, απέδιδε επί δυο μέρες γκεμπελίστικα την επίθεση στους Βάσκους της ΕΤΑ προκειμένου να κερδίσει τις εκλογές. Οταν αποκαλύφθηκε η αλήθεια, το κόμμα του Αθνάρ καταποντίστηκε εκλογικά και η νέα κυβέρνηση που προέκυψε από τις εκλογές απέσυρε άρον-άρον τα στρατεύματα από το Ιράκ.
Την περίοδο που περιέγραφε ο Ενγκελς, η κινεζική εξέγερση πραγματοποιούνταν κάτω από το λάβαρο της αναβίωσης των μεσαιωνικών παραδόσεων και της εξάλειψης της δυτικής επιρροής, κάτω δηλαδή από προγράμματα και ιδέες που είχαν ξεκάθαρα αντιδημοκρατικό και αντιδραστικό περιεχόμενο. Αυτό σε καμία περίπτωση δεν εμπόδισε τον Ενγκελς να υπερασπιστεί τον ξεσηκωμό των κινέζων πληβείων. Ο Ενγκελς, ως γνήσιος διεθνιστής, δεν είχε κανένα πρόβλημα να επιτεθεί στη δυτική υποκρισία περί αποτροπιαστικών εγκλημάτων, την ίδια ώρα που οι πύρινες οβίδες των βρετανικών κανονιοφόρων διαμέλιζαν αμάχους, και να επιβραβεύσει τον λαϊκό ξεσηκωμό ως πόλεμο «υπέρ βωμών και εστιών»:
«Εν συντομία, αντί να ηθικολογεί κανείς για τις τρομερές φρικαλεότητες των Κινέζων, όπως κάνει ο ιπποτικός εγγλέζικος Τύπος,θα έπρεπε καλύτερα να αναγνωρίσουμε ότι αυτός είναι ένας πόλεμος pro aris et focis (υπέρ βωμών και εστιών), ένας λαϊκός πόλεμος για τη διάσωση της κινέζικης εθνότητας, με όλη την παραφορτωμένη προκατάληψη, ανοησία, μορφωμένη αμάθεια και λόγια βαρβαρότητά της, αν θέλετε – ένας λαϊκός πόλεμος, πάντως. Και σε έναν λαϊκό πόλεμο τα μέσα που χρησιμοποιεί το εξεγερμένο έθνος δεν μπορούν να μετρηθούν με τους κοινώς αναγνωρισμένους κανόνες διεξαγωγής τακτικού πόλεμου, ούτε με οποιοδήποτε άλλο αφηρημένο μέτρο σύγκρισης, αλλά μόνο από το βαθμό πολιτισμού στον οποίο έχει φτάσει αυτό το εξεγερμένο έθνος».
Σε αντίθεση με τον Ενγκελς, οι πάσης φύσεως αριστεροί οπορτουνιστές ευθυγραμμίστηκαν αμέσως με το κλίμα της «τρομοϋστερίας» που καλλιεργούσαν τα μίντια μετά την επίθεση στο Μανχάταν και στο Πεντάγωνο. Τα στελέχη του Περισσού επιδόθηκαν στο αγαπημένο τους σπορ, αυτό της συνωμοσιολογίας και πρακτορολογίας, που αξιοποιούν περίτεχνα κάθε φορά που δεν μπορούν ή δεν θέλουν να στηρίξουν μια σύγκρουση που πραγματοποιείται έξω από τα όρια της νομιμότητας που θέτει το ίδιο το σύστημα. Σε αντίθεση με τα στελέχη του Συνασπισμού, που τότε καταδίκαζαν τη βία «από όπου κι αν προέρχεται», συλλογίστηκαν πονηρούτσικα ότι μπορούν να εμφανιστούν πιο «αριστεροί», αν παρουσιάσουν την επίθεση ως έργο των ίδιων των Αμερικανών, κατρακυλώντας στο βάλτο των ψεκασμένων, ουφολόγων της οικουμένης. Σύμφωνα με τις «ψεκασμένες» θεωρήσεις τους, όλα ήταν «στημένα» από τη CIA, προκειμένου να εισβάλουν οι ΗΠΑ στο Αφγανιστάν και να ενισχύσουν το κατασταλτικό οπλοστάσιο των αστικών δημοκρατιών στη Δύση. Στην πράξη, υιοθετώντας την πρακτορολογία, οι ηγέτες του Περισσού προσέφεραν τα καλύτερα διαπιστευτήρια υποτέλειας στις ΗΠΑ. Στην αξιολόγηση της επικινδυνότητας, ένας «ψεκασμένος» θεωρείται πάντα χρυσή εφεδρεία για το σύστημα, έστω και έμμεση.
Αναφερθήκαμε σε προηγούμενο σημείωμα στις «ψεκασμένες» αναφορές του «Ριζοσπάστη» το 2005 ότι δεν υπήρξε ποτέ επίθεση στο Πεντάγωνο και ότι η επίθεση στους δίδυμους πύργους ήταν «στημένη ιστορία», «χρυσή ευκαιρία» που αναζητούσαν οι ιμπεριαλιστές να εισβάλουν στο Αφγανιστάν και μετέπειτα στο Ιράκ.
Παραθέτουμε μερικά απολαυστικά αποσπάσματα, για τη συνοχή του σημειώματος:
«Εντούτοις, τα τέσσερα αυτά χρόνια ο ορυμαγδός των αποκαλύψεων αναφορικά με τα πραγματικά ή μη περιστατικά της 11ης Σεπτέμβρη έχει καταστήσει ως κοινή συνείδηση της οικουμένης ότι μάλλον το παιχνίδι ήταν στημένο εξ αρχής – εξάλλου, όλοι γνωρίζουν πια ότι το Πεντάγωνο ποτέ δεν το χτύπησε κάποιο κατειλημμένο από αεροπειρατές αεροσκάφος ή ότι το χτύπημα στους Δίδυμους Πύργους ήταν άσκηση επί χάρτου της Ομοσπονδιακής Εταιρίας για την Αντιμετώπιση Εκτάκτων Αναγκών (FEMA) με ημερομηνία Ιούνης του 2000!».
Η συντάκτης του Ριζοσπάστη ίσως να μη γνώριζε -ή νόμιζε ότι οι αναγνώστες της είναι Λωτοφάγοι- ότι οι δίδυμοι πύργοι είχαν δεχτεί βομβιστική επίθεση νωρίτερα, το 1993. Εξι άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους τότε.
Επομένως, εύλογα, αρμόδιες αμερικανικές υπηρεσίες θα είχαν καταρτίσει σχέδιο έκτακτης ανάγκης σε περίπτωση νέας επίθεσης. Δεν ανέμεναν βέβαια επίθεση στο έδαφός τους με αεροπλάνα. Επίσης, μετά από πολλά χρόνια, η αμερικανική κυβέρνηση έδωσε στη δημοσιότητα φωτογραφίες και ντοκουμέντα για την επίθεση στο Πεντάγωνο, ξεφτιλίζοντας τους «ψεκασμένους» και τους συνοδοιπόρους τους στον Περισσό, που υποστήριζαν ότι η επίθεση στο Πεντάγωνο δεν έγινε ποτέ.
Το «ρεπορτάζ» συνέχιζε παραληρηματικά ως εξής:
«Τέσσερα χρόνια πέρασαν έκτοτε, και οι αμφιβολίες μηδαμινές ως προς το ότι η 11η Σεπτέμβρη αποτέλεσε την αφορμή για τον “προσδιορισμό με αίμα του νέου αμερικανικού ιμπέριουμ, όπως είχαν σχεδιάσει οι νεοσυντηρητικοί και χριστιανοί σιωνιστές φίλοι του Τζορτζ Μπους“, κατά τον διευθυντή των “New York Times”, Μπιλ Κέλερ. Ετσι ο φαντομάς, Οσάμα Μπιν Λάντεν, και η 11η Σεπτέμβρη έγιναν η “χρυσή ευκαιρία”».
Σύμφωνα με τον «Ριζοσπάστη», οι «χριστιανοί σιωνιστές» είχαν προσχεδιάσει το δρόμο του… νέου «αμερικάνικου… ιμπέριουμ»! Αυτά βέβαια παραπέμπουν σε γνωστές θεωρίες «ψεκασμένων», συνωμοσιολόγων, ότι οι «εβραιομασώνοι» ελέγχουν τον κόσμο μέσω του χρηματιστηρίου. Ο βάλτος των «ψεκασμένων» ως προορισμός είναι αναπόφευκτος όταν η συνωμοσιολογία έχει μετατραπεί σε διαρκές πολιτικό «βίωμα» για το πως αντικρίζεις τα πολιτικά ζητήματα.
Oταν το 2011 ειδικό απόσπασμα αμερικανών καταδρομέων επιτέθηκε και εξόντωσε τον Μπιν Λάντεν στο κρησφύγετό του στο Πακιστάν, οι ρεβιζιονιστές άρχισαν πάλι το συνωμοσιολογικό παραλήρημα. Ο «Ριζοσπάστης» εντόπιζε τον Μπιν Λάντεν… ντυμένο ως αξιωματικό του Πακιστάν, αναπαράγοντας φτηνιάρικη προπαγάνδα από ανυπόληπτα σάϊτ «ψεκασμένων» του Ιντερνετ της εποχής.
Παραθέτουμε χαρακτηριστικό απόσπασμα:
«Κωδικός Τιμ Οσμάν
Το θρίλερ που παίζεται από την 11η Σεπτέμβρη 2001 σχετικά με το εάν είναι ζωντανός ή πού κρύβεται ο Μπιν Λάντεν συνεχίστηκε και όσον αφορά στη σορό του δίχως να παρουσιαστεί κανένα στοιχείο που να αποδεικνύει οτιδήποτε.
Ο Οσάμα Μπιν Λάντεν, γόνος πλούσιας οικογένειας από τη Σαουδική Αραβία με συναλλαγές με τις ΗΠΑ, γεννήθηκε στις 10 Μάρτη του 1957, στρατολογήθηκε από τη CIA ως μουτζαχεντίν για να αιματοκυλίσει τη ΛΔ του Αφγανιστάν στην προσπάθεια που έκανε τη δεκαετία του ’80 να ξεκολλήσει από το σκοταδισμό με τη βοήθεια των σοσιαλιστικών χωρών. Είχε επαφή με κωδικό “Τιμ Οσμάν“ στον πακιστανικό στρατό με τον Ζμπίγκνιου Μπρεζίνσκι, γνωστό αντικομμουνιστή σύμβουλο Εθνικής Ασφαλείας του τότε Προέδρου Τζίμι Κάρτερ και νυν σύμβουλο του Προέδρου Ομπάμα. «Το όνομα “Αλ Κάιντα”, επί της ουσίας, είναι ο κωδικός του αρχείου των αμερικανικών υπηρεσιών με τα ονόματα χιλιάδων μαχητών μουτζαχεντίν που είχαν στρατολογηθεί και εκπαιδευτεί από τη CIA», όπως είχε δηλώσει ο πρώην υπουργός Εξωτερικών της Βρετανίας Ρόμπιν Κουκ σε συνέντευξή του στη βρετανική εφημερίδα “Γκάρντιαν“, στις 8 Ιούλη 2005».
Πρώτη παρατήρηση: Ο Οσάμα Μπιν Λάντεν δεν ήταν ποτέ αξιωματικός του πακιστανικού στρατού. Ο εικονιζόμενος στη φωτογραφία είναι όντως στέλεχος του πακιστανικού στρατού, αλλά καμία σχέση δεν έχει με τον Μπιν Λάντεν ή με κάποιον στρατολογημένο πράκτορα της CIA… Τιμ Οσμάν. Ο Οσάμα Μπιν Λάντεν μαζί με άλλους Αραβες συμμετείχε σε στρατιωτικά αποσπάσματα που στήριζαν τους αφγανούς μουτζαχεντίν. Το Πακιστάν τότε χρηματοδοτούσε, εξόπλιζε και προσέφερε κρησφύγετο και άσυλο στους μουτζαχεντίν. Για ευνόητους λόγους που αφορούν την κοινή πείρα και την κοινή λογική, οι μαχητές αυτοί δεν φορούσαν πακιστανικές στολές και μάλιστα στολές… αξιωματικών! Μόνο ένας στημένος προβοκάτορας θα μπορούσε να ψυχανεμιστεί το αντίθετο. Θα επανέλθουμε, όμως, παρακάτω.
Δεύτερη παρατήρηση: Ο Οσάμα Μπιν Λάντεν ανήκε όντως σε μια πλούσια οικογένεια σαουδαράβων εργολάβων που στήριζαν το αντάρτικο εναντίον των εισβολέων του «κόκκινου στρατού», αυτό όμως δεν τους κάνει πράκτορες της CIA, εκτός αν είσαι θερμόαιμος οπαδός της εισβολής του «κόκκινου στρατού» στο Αφγανιστάν και βαπτίζεις το 80% του αφγανικού λαού που ήταν εναντίον της ρωσικής εισβολής και κατοχής ως πράκτορες της CIA. Ο Οσάμα μαζί με άλλους ισλαμιστές συμμαχητές του στο Αφγανιστάν αποφάσισαν να συνεχίσουν το αντάρτικο, αυτή τη φορά εναντίον των Αμερικανών.
Τρίτη παρατήρηση: Οι μυστικές υπηρεσίες του Πακιστάν ήταν αυτές που διαχειρίζονταν και διοχέτευαν τα κονδύλια των Αμερικανών στους μουτζαχεντίν πολέμαρχους. Πώς το ξέρουμε; Μα αυτή είναι όλη η ιστορία της σύγκρουσης Πακιστάν-Αφγανιστάν από τη δεκαετία του ‘60, πολύ προτού εμπλακούν οι Αμερικανοί. Η μοναρχική κυβέρνηση της Καμπούλ χρηματοδοτούσε φυλάρχους των Παστούν στο Πακιστάν προκειμένου να ανακινήσουν συνοριακό ζήτημα και συνένωσης των εδαφών τους με το Αφγανιστάν και σε αντίποινα οι πακιστανικές αρχές χρηματοδοτούσαν τους αφγανούς ισλαμιστές της Αδελφότητας εναντίον της αφγανικής κυβέρνησης.
Οι πακιστανικές μυστικές υπηρεσίες, λοιπόν, ήταν αυτές που διέθεταν το «know how», όχι η CIA. Οι πακιστανικές μυστικές υπηρεσίες παρείχαν όπλα στους μουτζαχεντίν και έδαφος για τα στρατόπεδά τους, είτε εντός του Πακιστάν είτε εντός του Αφγανιστάν. Οι άραβες εθελοντές έπαιρναν όπλα που διαχειρίζονταν οι πολέμαρχοι αφγανοί. Ο Μπρεζίνσκι, σύμβουλος εθνικής ασφάλειας του Κάρτερ, ήταν όντως ο ιθύνων νους πίσω από τη χρηματοδότηση των μουτζαχεντίν, αλλά τα χρήματα διοχετεύονταν από τις πακιστανικές αρχές στους ισλαμιστές που ανήκαν σε διασπάσεις της αφγανικής Μουσουλμανικής Αδελφότητας (Μασούντ, Χεκματιάρ και άλλους). Ο βασικός χρηματοδοτούμενος με τα χρήματα της CIA οπλαρχηγός των μουτχαζεντίν ήταν ο Γκουλμπουντίν Χεκματιάρ. Δεν υπάρχουν πουθενά δημοσιευμένα αρχεία της CIA στα οποία ο Μπιν Λάντεν να αναφέρεται ως στρατολογημένος πράκτοράς της με το κωδικό όνομα Tim Osman στο Πακιστάν. Αυτά όλα είναι φέικ νιούζ «ψεκασμένων», συνωμοσιολόγων.
Τέταρτη παρατήρηση: Ο συντάκτης του «Ριζοσπάστη» παραποιεί ελαφρά τα λεγόμενα του «εργατικού», αντιπολιτευόμενου στον Τόνι Μπλερ, Ρόμπιν Κουκ, προκειμένου να «βολέψει» καλύτερα το σενάριο. Παραθέτουμε το επίμαχο απόσπασμα σε άρθρο του Ρόμπιν Κουκ (και όχι συνέντευξή του, όπως γράφει ο «Ριζοσπάστης») στον «Γκάρντιαν», στις 8 Ιούλη του 2005. Η ημερομηνία έχει τη σημασία της.
«Ωστόσο, ο Μπιν Λάντεν ήταν προϊόν ενός μνημειώδους λανθασμένου υπολογισμού από τις δυτικές υπηρεσίες ασφαλείας. Κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του ’80 ήταν εξοπλισμένος από τη CIA και χρηματοδοτήθηκε από τους Σαουδάραβες για να πραγματοποιήσει τζιχάντ κατά της ρωσικής κατοχής του Αφγανιστάν. Η Αλ Κάιντα, κυριολεκτικά “η βάση δεδομένων”, ήταν αρχικά το αρχείο υπολογιστή των χιλιάδων μουτζαχεντίν που στρατολογήθηκαν και εκπαιδεύτηκαν με τη βοήθεια της CIA για να νικήσουν τους Ρώσους. Ανεξήγητα και με ολέθριες συνέπειες, ποτέ δεν φαίνεται να έγινε αντιληπτό στην Ουάσινγκτον, ότι μόλις η Ρωσία βγει εκτός δρόμου, η οργάνωση του Μπιν Λάντεν θα στρέψει την προσοχή της προς τα δυτικά».
Ο Κουκ κάνει ένα ειρωνικό λογοπαίγνιο με το όνομα της Αλ Κάιντα που σημαίνει βάση. Αλ Κάιντα ονομάστηκε μια από τις πρώτες στρατιωτικές βάσεις εκπαίδευσης, στην οποία συμμετείχαν άραβες εθελοντές μουτχαζεντίν στο Αφγανιστάν, ανάμεσά τους και ο Μπιν Λάντεν. Από κει εμπνεύστηκε και το όνομα για την οργάνωσή του ο Μπιν Λάντεν μετέπειτα. Ο Κουκ είναι πολύ προσεκτικός στις διατυπώσεις του, δεν λέει πουθενά ότι ο Μπιν Λάντεν ήταν πράκτορας της CIA ή ότι χρηματοδοτήθηκε-εξοπλίστηκε απευθείας από τις ΗΠΑ ή ότι η Αλ Κάιντα ήταν κωδική ονομασία στα κατάστιχα της CIA για την οργάνωσή του (όπως ισχυρίζεται ψευδώς ο «Ριζοσπάστης»). Λέει ότι ήταν «προϊόν» της πολιτικής της CIA, ότι χρηματοδοτήθηκε από τους Σαουδάραβες και ότι εξοπλίστηκε με τα όπλα της CIA. O λόγος αυτός όντως είναι διφορούμενος, δεν έχει όμως τη σαφήνεια που του προσδίδει ο «Ριζοσπάστης».
Αν κάποιος αναρωτιέται γιατί τα λέει αυτά ο Κουκ, θα πρέπει να καταλάβουμε τη συγκυρία. Εχουν προηγηθεί τέσσερις επιθέσεις στο δίκτυο των μέσων μαζικής μεταφοράς του Λονδίνου στις 7 Ιούλη το 2005 (τρεις στο μετρό και μία σε λεωφορείο) σε αντίποινα για τη συμμετοχή της Μεγάλης Βρετανίας στην κατοχή του Ιράκ και η μητρόπολη του νησιού αποδεικνύεται ανοχύρωτη σε επιθέσεις, παρότι έχει προηγηθεί η εισβολή στο Αφγανιστάν και στο Ιράκ. O Κουκ εναντιώθηκε στην εισβολή της Μεγάλης Βρετανίας στο Ιράκ, παρότι ανήκε στους «Εργατικούς». Στο άρθρο του στον «Γκάρντιαν» με τίτλο «Ο αγώνας κατά της τρομοκρατίας δεν μπορεί να κερδηθεί με στρατιωτικά μέσα» εναντιώνεται εμμέσως πλην σαφώς στον Μπλερ που ακολούθησε τον Μπους στην εισβολή στο Ιράκ. Το άρθρο κλείνει ως εξής:
«Ο Πρόεδρος Μπους δικαιολογεί την εισβολή στο Ιράκ με το σκεπτικό ότι με την καταπολέμηση της τρομοκρατίας στο εξωτερικό, η Δύση δεν χρειάζεται να πολεμήσει τους τρομοκράτες στο εσωτερικό της. Ο,τι μπορεί να ειπωθεί για την υπεράσπιση του πολέμου στο Ιράκ σήμερα, δεν μπορεί κανείς να ισχυριστεί ότι μας έχει προστατεύσει από την τρομοκρατία στο έδαφός μας».
Πέμπτη παρατήρηση Για την ιστορία, αυτή η φωτογραφία πάρθηκε στις 3 Φλεβάρη του 1980, όταν σύμφωνα με ρεπορτάζ της Washington Post (δημοσιεύτηκε στις 4 Φλεβάρη) ο Μπρεζίνσκι βρέθηκε στο Πακιστάν κοντά στο πέρασμα Χαϊμπέρ στα πακιστανοαφγανικά σύνορα, σε δημόσια περιοδεία που έκανε. Παραθέτουμε απόσπασμα από το ρεπορτάζ της εφημερίδας:
«Ο σύμβουλος εθνικής ασφάλειας του προέδρου Κάρτερ κοίταξε αποφασιστικά με το όπλο στο χέρι στο Αφγανιστάν που ελέγχεται από τη Σοβιετική Ένωση από την κορυφή ενός πακιστανικού στρατιωτικού φυλακίου ψηλά πάνω από το στρατηγικό πέρασμα του Χαϊμπέρ. Εμοιαζε με σκηνή από τηλεοπτική ταινία δευτέρας διαλογής με τίτλο “o Ζμπιγκ στο Χαϊμπέρ Πας” καθώς ο Ζμπίγκνιου Μπερζίνσκι, υψηλόβαθμός βοηθός του Λευκού Οίκου, δίστασε για ένα δευτερόλεπτο και στη συνέχεια αρνήθηκε την προσφορά να πυροβολήσει με το κινεζικής κατασκευής ελαφρύ πολυβόλο προς το Αφγανιστάν. Αντ’ αυτού, κάλεσε τον πακιστανό στρατιώτη να πυροβολήσει. Ο στρατιώτης πυροβόλησε και το όπλο μπλόκαρε. Αφού το καθάρισε, έριξε έναν γρήγορο γύρο. Αλλά η ανάκρουση έριξε τον στρατιώτη πίσω στον Μπρεζίνσκι και το όπλο άρχισε να στέλνει άγρια σφαίρες έξω από τη κάνη. “Δόξα τω Θεώ, οι Ρώσοι δεν άρχισαν να πυροβολούν”, είπε ένας Πακιστανός αξιωματικός που συνόδευε την περιοδεία του Μπρεζίνσκι».
Οσο για τον Τιμ Οσμάν, δεν είναι τίποτε άλλο παρά μια φωτογραφία ενός τύπου που ποζάρει με κινητό και κάποιοι σε ανυπόληπτα σάιτ συνωμοσιολόγων στο Ιντερνετ τον συσχέτισαν με τον Μπιν Λάντεν στο εικονιζόμενο κακοστημένο ντεκόρ στη φωτογραφία που παραθέτουμε. Δεν αποκλείεται να είναι απλώς ένα κακοστημένο φώτοσοπ.
Τι σηματοδότησε η 11η Σεπτέμβρη για τις ΗΠΑ
Η 11η Σεπτέμβρη δεν ήταν «μια χρυσή ευκαιρία». Ηταν μια προκλητική πολεμική ενέργεια στο έδαφος της υπερδύναμης από ένα κομμάτι του ισλαμικού κινήματος που είχε ήδη επιτεθεί σε στόχους των ΗΠΑ και είχε κηρύξει ανοιχτά τον πόλεμο εναντίον τους. Ανάμεσα στις σημαντικότερες επιθέσεις της Αλ-Κάιντα και των συνοδοιπόρων της πριν τις 11 Σεπτέμβρη του 2001 συγκαταλέγονται η επίθεση στην αμερικανική πρεσβεία της Κένυας στο Ναϊρόμπι και η επίθεση στην αμερικανική πρεσβεία της Τανζανίας το 1998, με απολογισμό 224 νεκρούς, ανάμεσά τους και 12 Αμερικανούς.
Δυο βδομάδες αργότερα, ο Μπιλ Κλίντον είχε κατονομάσει τον Μπιν Λάντεν ως τον μεγαλύτερο εχθρό της Ουάσινγκτον και είχε επιτεθεί με πυραύλους στο Αφγανιστάν και στο Σουδάν, σε περιοχές που υποπτεύονταν ότι υπήρχαν στρατόπεδα της Αλ-Κάιντα.
Στις 12 Οκτωβρίου του 2000, το αμερικανικό πολεμικό πλοίο Cole δέχτηκε επίθεση στο λιμάνι του Αντεν. Ο απολογισμός ήταν 17 ναύτες νεκροί. Δυο μέρες πριν από την επίθεση στους Δίδυμους Πύργους, ο πλιατσικολόγος τατζίκος πολέμαρχος της κοιλάδας του Παντσίρ, πατέρας του Μασούντ που υποτίθεται ότι «αντιστέκεται» σήμερα εναντίον των Ταλιμπάν με τα υπολείμματα του δοσιλογικού αφγανικού στρατού, στενός συνεργάτης της CIA, έπεφτε νεκρός από επίθεση που αποδίδεται σε συνεργασία της Αλ-Κάιντα και των Ταλιμπάν.
Το ισλαμικό κίνημα που πραγματοποιούσε αυτές τις επιθέσεις και εκτεινόταν σε διαφορετικές μουσουλμανικές χώρες κατήγγειλε την παραμονή των αμερικανικών στρατευμάτων που εγκαταστάθηκαν στη Σαουδική Αραβία με αφορμή τον δεύτερο πόλεμο του Κόλπου το 1990-1991 (ο πρώτος ήταν ανάμεσα στο Ιράν και στο Ιράκ, το 1980-1988) ως κατοχικό στρατό, την κατίσχυση του στρατιωτικού καθεστώτος στην Αύγυπτο ως τυραννία, το πραξικόπημα στην Αλγερία σε βάρος της εκλεγμένης δημοκρατικής κυβέρνησης της Αδελφότητας το 1991 ως ευθεία παρέμβαση των ιμπεριαλιστών στην περιοχή και απαιτούσε από τους Αμερικανούς να αποσύρουν τις δυνάμεις τους από τις χώρες τους.
Μετά την επίθεση στο έδαφός τους, οι ΗΠΑ έπρεπε να ανταποδώσουν, αν ήθελαν να διασώσουν το κύρος τους ως ιμπεριαλιστική δύναμη. Μια ιμπεριαλιστική υπερδύναμη που επιβλέπει και ελέγχει τη ροή του πετρελαίου από τη Σαουδική Αραβία προς την ενεργοβόρα αναπτυγμένη βιομηχανία της Ευρώπης και της Ιαπωνίας (σήμερα και της Κίνας), καθώς και σημαντικό τμήμα του συνολικού διεθνούς εμπορίου σε αυτές τις περιοχές, διαθέτοντας κάθε χρόνο δισεκατομμύρια δολάρια σε στρατιωτικές δυνάμεις, βάσεις, πολεμικά πλοία, αεροπλανοφόρα στον Περσικό, καθώς και άφθονες πιστώσεις στο Ισραήλ πρωτίστως και δευτερευόντως στη στρατιωτική χούντα της Αιγύπτου, δεν θα άφηνε ποτέ μια τέτοια ενέργεια χωρίς απάντηση. Αυτό θα σήμαινε αυτομάτως για τους λαούς που καταδυναστεύονταν από τα ανδρείκελα των Αμερικανών, ότι η υπερδύναμη είναι ανίσχυρη, ωθώντας τον κόσμο μαζικά να εξεγερθεί.
Στο επιτελείο του Τζορτζ Μπους έλαχε η επίθεση (παρόμοια θα αντιδρούσαν και οι «Δημοκρατικοί», άλλωστε είχαν ήδη μεταφέρει τον πόλεμο στην Ευρώπη, στη Γιουγκοσλαβία), αυτό άρχισε να διερευνά εξαρχής ποιο χτύπημα θα στείλει το «ηχηρότερο μήνυμα» σε εχθρούς και φίλους, όχι μόνο σε λαούς που καταπιέζονταν από το Ισραήλ, από τα στρατιωτικά και τυραννικά καθεστώτα σε Αίγυπτο, Τυνησία, Σαουδική Αραβία, Ιορδανία και αλλού, αλλά και στους ίδιους τους συμμάχους ηγέτες των Αράβων, που ενδεχομένως ενθαρρύνονταν από μια τέτοια ενέργεια προκειμένου να αποκτήσουν μια σχετική αυτονομία κινήσεω,ν όπως ο Σαντάμ Χουσεΐν, όταν αιφνιδιαστικά εισέβαλε στο Κουβέιτ το 1990.
Νωρίτερα ο Σαντάμ έπαιζε το παιχνίδι τους, όταν εξαπέλυε έναν άδικο πόλεμο ενάντια στο Ιράν, που κράτησε 8 χρόνια (από το 1980 ως το 1988) και προκάλεσε ένα εκατομμύριο νεκρούς και τεράστια οικονομική καταστροφή. Το Ιράκ παρέπαιε οικονομικά. Ο Σαντάμ έπρεπε να καταβάλει τα υπέρογκα τοκοχρεολύσια για τα δάνεια του πολέμου στη Σαουδική Αραβία και στις ΗΠΑ που τον στήριζαν. Τα αποθέματα του Ιράκ μαζί με αυτά του Κουβέιτ ανέτρεπαν τις ισορροπίες στη διεθνή αγορά του πετρελαίου, οπότε ο τυχοδιώκτης Σαντάμ προχώρησε στην επίθεση στο Κουβέιτ, απειλώντας το βασίλειο της Σαουδικής Αραβίας με εκτεταμένη εισβολή σε περίπτωση που αντιστεκόταν στις επιλογές του. Στο πίσω μέρος του μυαλού του υπολόγιζε ότι η κρατικοκαπιταλιστική Ε«Σ»»Σ»Δ θα τον έσωζε από τη στρατιωτική συντριβή, αλλά έπεσε έξω.
Οι δυο επιλογές που έπεσαν στο τραπέζι του επιτελείου του Μπους στις 18 Σεπτέμβρη του 2001 ήταν το Αφγανιστάν των Ταλιμπάν και το Ιράκ του Σαντάμ Χουσεΐν. Εσωτερικό έγγραφο του υφυπουργού Ντάγκλας Φέιθ, ενός από τους αρχιτέκτονες του πολέμου του Ιράκ, έγραφε ρητά για το Αφγανιστάν των Ταλιμπάν:
«Στιγμιαίες παρατεταμένες επιθέσεις εναντίον του μικρότερου κράτους χορηγού του τρομοκρατικού δικτύου μπορεί να μην είναι αρκετές […]. Μια τέτοια περιορισμένη επίθεση μπορεί να εκληφθεί ως σημάδι αδυναμίας και όχι δύναμης».
Στην περίπτωση του Αφγανιστάν, η επίθεση δικαιολογούνταν άμεσα με το γεγονός ότι οι Ταλιμπάν παραχωρούσαν καταφύγιο στον Μπιν Λάντεν που διωκόταν ήδη για τις βομβιστικές επιθέσεις στις αμερικανικές πρεσβείες των δυο χωρών της ανατολικής Αφρικής και την επίθεση στο USS Cole. Στην περίπτωση του Ιράκ, αξιωματούχοι με επικεφαλής τον Ντάγκλας Φέιθ, σκαρφίστηκαν το ευφάνταστο σενάριο περί «όπλων μαζικής καταστροφής» στο οπλοστάσιο του Σαντάμ, που όπως αποδείχτηκε ήταν ένα καθαρό ψέμα. Τα γεράκια του Πενταγώνου είχαν πάρει το ΟΚ και έτσι άρχισε η ιστορία.
Μετά την εισβολή των Αμερικανών στο Αφγανιστάν το 2001 και την υποχώρηση των Ταλιμπάν, τα στελέχη του Περισσού αισθάνθηκαν «δικαιωμένα». Εσπευσαν να συνταχθούν πίσω από τις αναφορές των «ενσωματωμένων» παπαγάλων των μίντια ότι η αμερικανική κατοχή επικράτησε και έβγαιναν στα κανάλια να ξερνούν τη χολή τους για τους δήθεν πράκτορες των Αμερικανών, Ταλιμπάν, που αφού έκαναν τη «βρωμοδουλειά» τους… εξαϋλώθηκαν.
Κι όμως, τα πράγματα δεν στάθηκαν ευνοϊκά για τον Περισσό. Για άλλη μια φορά υπολόγιζαν χωρίς τον ξενοδόχο. Αν η 11ηΣεπτέμβρη ήταν ένα γερό ράπισμα εντός του εδάφους των ΗΠΑ, η αποχώρηση με την ουρά στα σκέλια από το Αφγανιστάν είναι ισοδύναμη με πυρηνική βόμβα για την υπερδύναμη και ίσως σηματοδοτεί την αρχή του ξηλώματος της καθολικής στρατιωτικής ηγεμονίας που απολάμβανε για χρόνια μετά το 1991. Γι’ αυτό και ο εσμός των μίντια, που δίνει ραπόρτο στην πρεσβεία, φρόντισε να μας μας βομβαρδίζει καθημερινά εδώ και 25 μέρες με σκηνές τρόμου για τους Ταλιμπάν, προκειμένου να υποτιμήσει τη σημασία αυτού του γεγονότος. Εκδούλευση κάνουν στους Αμερικανούς με στημένες αναλύσεις και ρεπορτάζ που δαιμονοποιούν τους Ταλιμπάν και εξωραΐζουν την αμερικανική κατοχή και το δοσιλογικό καθεστώς.
Στην αρθρογραφία της η «Κόντρα», από την πρώτη στιγμή της ύπαρξής της ως εφημερίδα, ασχολήθηκε με το αντάρτικο τόσο σε Αφγανιστάν και σε Ιράκ, όσο και Λίβανο και Παλαιστίνη, όπου τα ισλαμικά κινήματα (Ταλιμπάν, Ισλαμικό Κράτος του Ζαρκάουϊ, Χεζμπολάχ, Χαμάς) διεξήγαγαν έναν εθνικοαπελευθερωτικό, δίκαιο πόλεμο εναντίον εισβολέων, Αμερικανών και Ισραηλινών. Η «Κόντρα» το έκανε αυτό αδιάκοπα και για δεκαετίες, όταν σύμπασα η «εκτός των τειχών» Αριστερά σφύριζε αδιάφορα για τον αγώνα της Χεζμπολάχ και της Χαμάς και ο Περισσός υποκλινόταν στη δοσιλογική Παλαιστινιακή Αρχή του Αμπάς.
Στην αρθρογραφία μας αναδείξαμε συστηματικά πώς το ισλαμικό αντάρτικο στο Ιράκ μετατράπηκε βαθμιαία σε ένα σεκταριστικό στρατό εξουσιαστών σουνιτών, που από ένα σημείο και έπειτα άρχισε να αδιαφορεί για τις ζωές των απλών σιιτών πληβείων, εξαπολύοντας τυφλές επιθέσεις σε αμάχους σιίτες (ενδεικτικά παραπέμπουμε στο συγκεκριμένο άρθρο), προς εκδίκηση για την δοσιλογική στάση που κρατούσε η πλειοψηφία των σιιτικών πολιτικών δυνάμεων. Οι επιθέσεις αυτές ώθησαν την πλειοψηφία των σουνιτών στην απομάκρυνση από την ένοπλη αναμέτρηση με τους αμερικανούς κατακτητές και στην απομόνωση του Ισλαμικού Κράτους.
Οι Αμερικάνοι άρχισαν να εξοπλίζουν και να χρηματοδοτούν απογοητευμένους σουνίτες που νωρίτερα συμμετείχαν στο αντάρτικο εναντίον της κατοχής, προκειμένου να τσακίσουν τους ισλαμιστές, πράγμα που συνέβη μετά το 2008. Οταν το Ισλαμικό Κράτος του Ζαρκάουϊ ηττήθηκε και τα συλληφθέντα μέλη και στελέχη του μπήκαν στα στρατόπεδα συγκέντρωσης, οι Αμερικανοί έκοψαν την κάνουλα της χρηματοδότησης. Στη συνέχεια, η δοτή κυβέρνηση του πρωθυπουργού Μαλίκι στο Ιράκ, αντί να προωθήσει την ενότητα στις δυο βασικές κοινότητες της χώρας, έθεσε τη σουνιτική κοινότητα στο περιθώριο και αργότερα άρχισε την άγρια καταστολή με δεκάδες νεκρούς. Ακολουθούσε την ίδια ακριβώς πολιτική του Σαντάμ Χουσεΐν εναντίον των σιιτών, αυτή τη φορά υπέρ των σιιτών και εναντίον των σουνιτών.
Το ISIS προέκυψε από την αντίδραση των ιρακινών σουνιτών στην περιθωριοποίησή τους, ως συνένωση των παλιών σανταμικών αξιωματικών και αξιωματούχων και των μαχητών του Ισλαμικού Κράτους κάτω από τη σημαία της «σαρία», παρασέρνοντας τους σουνίτες πληβείους σε έναν αντιδραστικό αγώνα αντεκδίκησης, που πλέον είχε χάσει κάθε εθνικοαπελευθερωτικό και αντιιμπεριαλιστικό χαρακτήρα. Η αντίδραση των σουνιτών δεν έλαβε προοδευτικά χαρακτηριστικά, γιατί δεν φυσάει ο «ούριος άνεμος της προόδου» σχεδόν πουθενά σε όλο τον πλανήτη. Η επαναστατική συνείδηση έχει υποχωρήσει παντού σε Ανατολή και Δύση.
Το κενό εκπροσώπησης που είχαν αφήσει οι μπααθιστές, το συμπλήρωσαν αμέσως οι ισλαμιστές. Το φρικιαστικό πρόσωπο των εκκαθαρίσεων του ISIS δεν είναι λιγότερο αποκρουστικό από αυτό των σιιτικών πολιτοφυλακών και της κυβέρνησης του Μαλίκι, που σκόρπιζαν το θάνατο σε σουνίτες διαδηλωτές που ζητούσαν ψωμί και δουλειές ή την απομάκρυνση των Αμερικανών, ούτε είναι λιγότερο αποτρόπαιο από τα χημικά που έριχνε ο σουνίτης Σαντάμ στους Κούρδους και βέβαια από τις σφαγές που πραγματοποιούσε σε βάρος των σιιτών του Ιράκ. Τα όπλα των Αμερικανών που εξόπλισαν τους Κούρδους της Ροτζάβα για να νικήσουν τους μαχητές του ISIS, και πράγματι τους παρείχαν προσωρινά την αυτοδιάθεσή τους, δεν εξασφαλίζουν κάποια «επαναστατική διαδικασία» όπως ονειροφαντασιώνονται όσοι μένουν μονίμως στο επιφαινόμενο και στα «είδωλα» (εικόνες μαχητριών γυναικών χωρίς μαντίλες). Ο θείος Σαμ δεν απελευθερώνει, υποδουλώνει.
H σημερινή έκδηλη αμηχανία του Περισσού
Οι ρεβιζιονιστές αυτή τη φορά ήταν πιο προσεκτικοί στην αναφορά τους στα επίσημα όργανά τους, χωρίς να επιδίδονται στην παραληρηματική πρακτορολογία του παρελθόντος, αλλά και χωρίς τελικά να την αποφεύγουν. Aμήχανοι για τη καθαρή νίκη των Ταλιμπάν, που έκανε σκόνη τις ανοησίες που εκτόξευαν από το 2001, άρχισαν την υποτίμηση του αγώνα τους, υποστηρίζοντας ότι οι Ταλιμπάν νίκησαν, γιατί οι Αμερικάνοι έχουν… άλλες προτεραιότητες αυτή την περίοδο, εναντίον των κινέζων ιμπεριαλιστών στη Νότια Σινική Θάλασσα. Διαβάζουμε από τον «Ριζοσπάστη» στις 17 Αυγούστου (οι επισημάνσεις παντού δικές μας παρακάτω):
«Σε πλήρη αντίθεση με τα τότε ιμπεριαλιστικά προσχήματα, αλλά και με τη σημερινή αποπροσανατολιστική φιλολογία και επιχειρηματολογία των ίδιων δυνάμεων, οι ίδιες οι εξελίξεις επιβεβαιώνουν ότι όπως το 2001 η ιμπεριαλιστική επέμβαση υπηρετούσε τις τότε γεωπολιτικές προτεραιότητες των ΗΠΑ και των συμμάχων τους έναντι της Ρωσίας και της Κίνας, έτσι και η τωρινή “αποχώρηση” από το Αφγανιστάν εξυπηρετεί την αναδιάταξη δυνάμεων στους ενδοϊμπεριαλιστικούς ανταγωνισμούς, με επίκεντρο την εδώ και καιρό διακηρυγμένη «στροφή προς Ασία – Ειρηνικό».
Διαβάζουμε στο «Ριζοσπάστη» στις 4 Σεπτέμβρη, από ομιλία του Ελισαίου Βαγενά σε εκδήλωση της ΚΟ Λάρισας του ΚΚΕ:
«Σήμερα οι αμερικανικές προτεραιότητες μετατοπίζονται προς τον Ειρηνικό Ωκεανό, στην “κόντρα” με την Κίνα για την πρωτοκαθεδρία στο καπιταλιστικό σύστημα. Αυτές τις οδηγούν σε ανασχεδιασμό των στρατιωτικών τους εγκαταστάσεων.
Ταυτόχρονα, όμως, βλέπουμε σχεδιασμένα να παραδίνουν τον εξοπλισμό τους στους Ταλιμπάν. Υπολογίζεται πως τα όπλα που άφησαν στο Αφγανιστάν οι ΗΠΑ είναι αξίας 85 δισ. δολαρίων. Γιατί; Μα γιατί προσδοκούν πως τα υπαρκτά και διαφορετικά συμφέροντα ντόπιων φυλάρχων – καπιταλιστών και ξένων δυνάμεων (Κίνα, Ρωσία, Πακιστάν, Ινδία, Τουρκία, Ιράν, Κατάρ κ.ο.κ.) θα δράσουν ως νέα “εύφλεκτη ύλη”, που θα δημιουργήσει γενικότερο κλίμα “αποσταθεροποίησης”, εμποδίζοντας την προώθηση συμφερόντων που είναι ανταγωνιστικά με αυτά των ΗΠΑ και χαράζοντας στην προοπτική νέους δρόμους στην περιοχή για τα αμερικανικά μονοπώλια.
Πρέπει να σημειώσουμε πως η επικράτηση των Ταλιμπάν, που έγινε με αρκετά γρήγορους ρυθμούς, συνδέθηκε με την αποχώρηση των αμερικανικών και ΝΑΤΟικών Ενόπλων Δυνάμεων, μετά τη συμφωνία της Ντόχα (2020), στην οποία κατέληξαν ΗΠΑ και Ταλιμπάν. Υπάρχουν ερωτήματα, αλλά όλα δείχνουν πως δεν μιλάμε για αμερικανική στρατιωτική ήττα και στρατιωτική νίκη των Ταλιμπάν στα πεδία των μαχών, αλλά για παράδοση της διακυβέρνησης από τους Αμερικανούς στους Ταλιμπάν.
Είναι φανερό πως οι ΗΠΑ πέρα από τη συμφωνία με τους Ταλιμπάν στην Ντόχα, εκτός όλων αυτών που έχουν ανακοινωθεί, πρέπει να έχουν καταλήξει σε ένα είδος “συνεννόησης” με τους Ταλιμπάν, ή με ένα από τα ισχυρά καθοδηγητικά κέντρα αυτής της οργάνωσης».
Τι να πρωτοσχολιάσεις; Ας ξεκινήσουμε λοιπόν από το καθαρά προβοκατόρικο ότι οι Ταλιμπάν δεν νίκησαν τις ΗΠΑ, αλλά οι ΗΠΑ έφυγαν κατόπιν… συνεννόησης. Καλά οι δεκάδες χιλιάδες νεκροί της αφγανικής αντίστασης, που έπεσαν στα πεδία των μαχών, πολεμώντας είκοσι χρόνια το δοσιλογικό στρατό και τις ίδιες τις δυνάμεις των νατοϊκών εισβολέων, τί ήταν; Αθύρματα των ΗΠΑ που τους έδιναν διαταγή να τους επιτίθενται για να… δικαιολογούν την ύπαρξή τους στο Αφγανιστάν; Υπάρχει κάποια λογική σε αυτή την ηλιθιότητα; Είναι δυνατόν να είσαι σοβαρό άτομο και να υποστηρίζεις ότι οι Αμερικανοί παρέδωσαν οπλισμό στους Ταλιμπάν (ανάμεσα στον οπλισμό υπάρχουν πολεμικά ελικόπτερα που δεν διαθέτουν καν πολύ πιο αναπτυγμένες χώρες σαν την Ελλάδα) και όχι ότι οι Αμερικανοί δεν ανέμεναν ότι ο δοσιλογικός στρατός που είχαν εξοπλίσει με ελικόπτερα, αεροπλάνα, τανκς θα κατέρρεε από την προέλαση των Ταλιμπάν; Οτι στην τελική, υπό το βάρος της προέλασης των Ταλιμπάν, οι αμερικανοί ιμπεριαλιστές βρίσκονταν σε πλήρες αδιέξοδο. Από τη μια έβλεπαν ότι δεν καταβάλλουν πια δισεκατομμύρια σε έναν πόλεμο που τον είχαν χάσει, από την άλλη έπρεπε να φύγουν με όσο το δυνατόν λιγότερες απώλειες για το κύρος τους ως υπερδύναμη. Ε, αυτά τα δυο δεν συμβιβάζονται. Οταν έχεις ηττηθεί κατά κράτος, θα ξεφτιλιστείς διεθνώς, θες δε θες.
Οι ρεβιζιονιστές βαπτίζουν «κομπρεμί» τις διαπραγματεύσεις των Ταλιμπάν με τις ΗΠΑ. Γιατί «λησμονούν» ότι οι Ταλιμπάν δεν συμμετείχαν ποτέ στο δοσιλογικό κοινοβούλιο σε αντίθεση με τις σιιτικές πολιτικές δυνάμεις στο Ιράκ; Γιατί κρύβουν την αλήθεια ότι κάθε φορά που πραγματοποιούνταν διαπραγματεύσεις, οι Ταλιμπάν κέρδιζαν χρόνο για να ανασυντάξουν τις δυνάμεις τους και να προελάσουν σε νέες περιοχές του Αφγανιστάν αμέσως μετά; Αλήθεια, οι βιετναμέζοι αντάρτες δεν έκαναν διαπραγματεύσεις με τους Αμερικανούς; Μήπως αυτοί δεν κατέλαβαν εξοπλισμό του δοσιλογικού στρατού του Νότιου Βιετνάμ, που τους είχαν παραδώσει οι Αμερικανοί; Μπας και τότε οι Αμερικανοί το έκαναν σκόπιμα;
Κι όμως, οι ρεβιζιονιστές και ορισμένοι ακόλουθοί τους στην «εκτός των τειχών» Αριστερά δεν έχουν ιδέα από ιστορία, αλλιώς δεν θα άφηναν αυτές τις υπόνοιες περί… συνεννόησης. Ο αμερικανικός στρατός αποχώρησε από το Βιετνάμ κατόπιν διαπραγματεύσεων ειρήνευσης με τους βιετναμέζους αντάρτες τον Μάρτη του 1973, που περιελάμβανε και απελευθέρωση αιχμαλώτων στο Ανόι. Ανέλαβε αποκλειστικά ο δοσιλογικός στρατός του Νότιου Βιετνάμ τη σύγκρουση. Στη Σαϊγκόν παρέμεναν περίπου 7.000 μέλη του Στέιτ Ντιμπάρτμεντ και της πρεσβείας, ανάμεσά τους και στρατιώτες που συμμετείχαν στη φύλαξη των αμερικανικών τοποθεσιών, αλλά δεν αναμετριούνταν με τους βιετναμέζους αντάρτες. Δυο χρόνια μετά, το 1975, οι βιετναμέζοι αντάρτες τσάκιζαν το δοσιλογικό στρατό στη Σαϊγκόν, απελευθερώνοντας το Βιετνάμ. Οι σκηνές στην Καμπούλ είναι ολόιδιες με τις σκηνές στη Σαϊγκόν, με τη διαφορά ότι οι Ταλιμπάν χρειάστηκαν τρεις μήνες για να τσακίσουν το δοσιλογικό καθεστώς, γιατί το τελευταίο δεν είχε κανένα απολύτως έρεισμα στον αφγανικό λαό, ενώ οι βιετναμέζοι αντάρτες δυο χρόνια.
Τα κείμενα των ρεβιζιονιστών αποπνέουν καθαρή δουλικότητα έναντι των ιμπεριαλιστών. Αλήθεια, δεν πρέπει να πολεμούν οι λαοί τον ιμπεριαλισμό; Θα κάθονται με σταυρωμένα χέρια μέχρι να εμφανιστούν «κομμουνιστές» σαν τους «δικούς μας» να τους καθοδηγήσουν; Τι ακριβώς έπρεπε να περιμένουν; Δεν ήταν άδικη η εισβολή των νατοϊκών δυνάμεων στο Αφγανιστάν; Δεν θα έπρεπε λοιπόν οι Αφγανοί να εξεγερθούν εναντίον της εισβολής ακόμη και κάτω από τη σκοταδιστική σημαία των Ταλιμπάν; Μήπως δεν έπρεπε να εξεγερθούν, γιατί στη θέση του ενός ξένου δυνάστη θα έρθει ο άλλος, ο «κινέζος» ή ο «ρώσος», όχι υπό τη μορφή της κατοχής αλλά της οικονομικής εξάρτησης; Προφανώς, αυτές είναι θεωρίες μικροαστών που προτείνουν να καθόμαστε «στα αυγά μας». Πόσοι θυμούνται σήμερα ότι το ρεβιζιονιστικό κόμμα στο Ιράκ, με το οποίο συναγελαζόταν το «Κ»ΚΕ, είχε υποδεχτεί τους αμερικάνους κατακτητές που θα έφερναν δήθεν την… ειρήνη;
Ο Περισσός βολεύεται με τη «δαιμονοποίηση» των Ταλιμπάν. «Να ποιοι είναι οι Ταλιμπάν» αναφωνούν στην προπαγάνδα τους. «Αυτοί που τα έτρωγαν από τους Αμερικανούς όταν πολεμούσαν ως μουτζαχεντίν τον ”κόκκινο στρατό”». Επειδή η γηραιότερη γενιά που ίδρυσε τους Ταλιμπάν πολέμησε τους «σοβιετικούς», σου λέει θα ξεγελάσουμε τον κόσμο μας που δεν ξέρει, ότι δεν συμμετείχαν στο φαγοπότι της CIA όλοι οι μουτζαχεντίν πολέμαρχοι, παρά μόνοι συγκεκριμένοι πολέμαρχοι και τα τσιράκια τους. Κι όμως, όπως δείξαμε στο προηγούμενο σημείωμά μας, αυτοί που τα έτρωγαν από τους Αμερικανούς και έφτιαχναν περιουσίες ήταν αυτοί που έστησαν ένα μακρόσυρτο εμφύλιο με πλιάτσικο μετά την αποχώρηση του «κόκκινου στρατου» και αργότερα συγκρότησαν το δοσιλογικό καθεστώς των αμερικανών κατακτητών.
Σε αυτό το πλιάτσικο δεν συμμετείχαν οι ηγέτες τους Ταλιμπάν. Για την ακρίβεια, ο Μουλά Ομάρ δεν πολέμησε ούτε τον ρωσόδουλο δοτό πρόεδρο Νατζιμπουλάχ, όταν αποχώρησε ο «κόκκινος στρατός» το 1989. Ενας απλός μαχητής ήταν. Θεώρησε ότι η κατοχή τέλειωσε, και αποχώρησε όπως χιλιάδες αντάρτες που γύρισαν στα χωράφια τους και στις δουλειές τους, αηδιασμένοι από τους πλιατσικολόγους, πολέμαρχους. Τους κατονομάσαμε και περιγράψαμε με δυτικές πηγές έναν προς έναν: Μασούντ, Ντόστουμ (το δικό τους παιδί, ρεβιζιονιστής που έγινε ισλαμιστής μετά την κατάρρευση της «ΕΣΣΔ»), Χεκματιάρ στην Κανταρχάρ, Ισμαήλ Χαν στη Χεράτ κτλ.).
Αντιθέτως, οι Ταλιμπάν προέρχονται από τις χαμηλότερες τάξεις των αγροτών και των πληβείων της Κανταχάρ, που ήθελαν να βάλουν τέλος στο βασίλειο της αυθαιρεσίας των πολέμαρχων το 1994. Τη χρονιά εκείνη, σε κάθε χιλιόμετρο ένας «λοχίας» των πολέμαρχων επέβλεπε το πλιάτσικο της συμμορίας του και τους βιασμούς νεαρών αγοριών, «έθιμο» που αναβίωσε και γιγαντώθηκε από τις αστυνομικές δυνάμεις του δοσιλογικού καθεστώτος μετά την εισβολή των νατοϊκών δυνάμεων το 2001. Τότε δημιουργήθηκαν οι Ταλιμπάν, ως στρατός εκδικητών, απλών πρώην μαχητών και νέων Αφγανών που είχαν χάσει τους γονείς τους από τη ρωσική εισβολή, ένας στρατός που επεδίωκε να ξεριζώσει το ζυγό των πολέμαρχων και να επιβάλει στοιχειώδη δικαιοσύνη. Γι’ αυτό και ο λαός του Αφγανιστάν τους στήριξε, όπως τους στήριξε και σήμερα απέναντι στα τέρατα της κατοχής.
Οι μπολσεβίκοι, ακολουθώντας τις υποδείξεις των Μαρξ-Ενγκελς, δεν ήταν υποτελείς στον ιμπεριαλισμό. Στήριζαν όλα τα εθνικά κινήματα που αναμετριόνταν μαζί του, ανεξάρτητα από το περιεχόμενο του προγράμματος τους. Παραθέτουμε απόσπασμα από το έργο του Στάλιν «Για τις Βάσεις του Λενινισμού», από τα «Ζητήματα Λενινισμού», βιβλίο που «άνδρωσε» εκατομμύρια κομμουνιστών σε όλη την υφήλιο:
«Μέσα στις συνθήκες της ιμπεριαλιστικής καταπίεσης, ο επαναστατικός χαρακτήρας του εθνικού κινήματος δεν προϋποθέτει καθόλου την υποχρεωτική ύπαρξη προλεταριακών στοιχείων στο κίνημα, του επαναστατικού προγράμματος ή δημοκρατικού προγράμματος στο κίνημα, την ύπαρξη δημοκρατικής βάσης σε αυτό. Ο αγώνας του Εμίρη του Αφγανιστάν, για την ανεξαρτησία του Αφγανιστάν, αντικειμενικά είναι επαναστατικός αγώνας, παρ΄ όλες τις μοναρχικές αντιλήψεις του Εμίρη και των οπαδών του, γιατί εξασθενίζει, αποσυνθέτει, υποσκάπτει τον ιμπεριαλισμό, ενώ ο αγώνας που έκαναν στη διάρκεια του ιμπεριαλιστικού πολέμου τέτοιοι “τρομεροί” δημοκράτες και “σοσιαλιστές“ “επαναστάτες“ και ρεπουμπλικάνοι, όπως π.χ. ο Κερένσκι και ο Τσερετέλι, ο Ρενοντέλ και ο Σάιντεμαν, ο Τσέρνοφ και ο Νταν, ο Χέντερσον και ο Κλάινς, ήταν αγώνας αντιδραστικός, γιατί είχε σαν συνέπεια το φτιασίδωμα, το δυνάμωμα, τη νίκη του ιμπεριαλισμού». [Για τις βάσεις του Λενινισμού, Ι. Στάλιν, «Ζητήματα Λενινισμού», σελ. 62].
Δεν είναι τυχαίο, λοιπόν, που οι ηγέτες του Περισσού στέκονται δουλικά απέναντι στον ιμπεριαλισμό. Δεν πέρασαν πολλά χρόνια από τότε που μετατράπηκαν σε κυβερνητικούς Σάιντεμαν και Κερένσκι, είτε στη συγκυβέρνηση της «κάθαρσης» με Μητσοτάκη και ΕΑΡ είτε στη συνέχεια στη «οικουμενική» με την προσθήκη και του ΠΑΣΟΚ. Πώς θα μπορούσε να έχει αλλάξει αυτό το κόμμα στάση, στρατηγική, τακτική, πολιτική αρχών; Πάντα θα φτιασιδώνει τον ιμπεριαλισμό, πάντα θα τον παρουσιάζει παντοδύναμο και πάντα θα προβοκάρει όσους τολμούν να αναμετρηθούν μαζί του.
Την ιστορία δεν μπορούν να την παραποιήσουν όσοι έχουν «λερωμένη τη φωλιά τους». Στα επόμενα σημειώματα θα θυμίσουμε αναλυτικά τι ήταν η περίφημη «επανάσταση» του Σαούρ, και πώς -με δικές τους αναφορές στα γεγονότα- οι ρεβιζιονιστές ξεφτιλίζονταν στα έντυπά τους ακόμη και δεκαετίες μετά.