Η συμφωνία AUKUS εμφανίστηκε σαν «κεραυνός εν αιθρία». Η Γαλλία έχασε μια τεράστια παραγγελία όπλων, αξίας δεκάδων δισεκατομμυρίων ευρώ (στο Παρίσι την αποκαλούν «συμφωνία του αιώνα»), από παρασκηνιακές ενέργειες του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού. Δεν έχουμε απλώς ένα παζάρι που δεν ευοδώθηκε, όπως το παρουσιάζουν οι «διαρροές» της αυστραλιανής πλευράς, και ακολούθησε μια πιο ευνοϊκή προσφορά από τους αμερικανούς και τους βρετανούς ιμπεριαλιστές. Αυτά είναι παραμύθια για αφελείς. Η Γαλλία, όπως κάθε ιμπεριαλιστική χώρα, πουλάει όπλα σε εξαρτημένες χώρες. Η πώληση όπλων είναι μια επικερδής οικονομική δραστηριότητα των ιμπεριαλιστικών χωρών. Μεγάλο τμήμα του εθνικού εισοδήματος, αντί για παραγωγικές επενδύσεις, εισρέει κάθε χρόνο στη στρατιωτικοποίηση της οικονομίας τους που εξασφαλίζει υπέρογκα κέρδη στα μονοπώλια και τροφοδοτεί τον άγριο ανταγωνισμό των ιμπεριαλιστικών χωρών για την εξασφάλιση αγοραστών.
Πλην όμως, στην προκειμένη περίπτωση, οι γάλλοι πωλητές είχαν ανταγωνιστεί τις προσφορές γερμανών και ιαπώνων στο παρελθόν και είχαν εξασφαλίσει υπογραφές των Αυστραλών για την ανανέωση του στόλου των υποβρυχίων τους, όταν η Αυστραλία εκδήλωσε ενδιαφέρον δημόσια το 2016. Το Ρolitico, ενημερωτικό πολιτικό περιοδικό, κατεξοχήν κέντρο προπαγάνδας συμφερόντων της αντιπέρας όχθης του Ατλαντικού, ανάμεσα σε διάφορα ευφάνταστα σενάρια που «δικαιώνουν» την αυστραλιανή στάση έναντι της Γαλλίας, αναγκαζόταν να αποκαλύψει στις 16 Σεπτέμβρη: «Το πρόβλημα άρχισε να εμφανίζεται σχεδόν αμέσως, αφού η Καμπέρα επέλεξε τη γαλλική προσφορά αντί των εναλλακτικών σχεδίων από τη Γερμανία και την Ιαπωνία, τον Απρίλιο του 2016».
Επομένως, το 2016 ούτε η Βρετανία ούτε οι ΗΠΑ ανταποκρίθηκαν στην εκδήλωση ενδιαφέροντας των Αυστραλών. Τι άλλαξε τώρα;
Εδώ και πολύ καιρό διεξάγεται μια κλιμακούμενη διπλωματική διένεξη ανάμεσα στον γαλλογερμανικό άξονα και τις ΗΠΑ για τη στάση του πρώτου απέναντι στη σύγκρουση που αναπτύσσεται στη Νότια Σινική Θάλασσα. Οι Αμερικανοί επιδιώκουν ολομέτωπη αναμέτρηση με την Κίνα, προκειμένου να αδυνατίσουν μια νέα ανταγωνίστρια υπερδύναμη που εισέρχεται δυναμικά στην διεθνή σκακιέρα (κυρίως οικονομική και δευτερευόντως στρατιωτική) και απειλεί την πρωτοκαθεδρία τους.
Η περαιτέρω ενδυνάμωση της ιμπεριαλιστικής Κίνας εξαρτάται άμεσα από τον έλεγχο του διεθνούς εμπορίου «έξω από το σπίτι της», δηλαδή στη Νότια Σινική Θάλασσα. Εχουμε αναφερθεί εκτενώς στη σύγκρουση στη Νότια Σινική Θάλασσα σε άρθρο μας στις 11 Αυγούστου (εδώ). Κι αυτό η Κίνα το πράττει με τον «πατροπαράδοτο» ιμπεριαλιστικό τρόπο που το έπραξαν και το πράττουν όλες οι ιμπεριαλιστικές χώρες: εκβιάζοντας στρατιωτικά και οικονομικά τις εξαρτημένες χώρες που έχουν όχθες στη Νότια Σινική Θάλασσα.
Από την άλλη, ο γαλλογερμανικός άξονας θέλει να επεκτείνει ανενόχλητος την εξαγωγή κεφαλαίου στην Κίνα, κόντρα στα εμπόδια που ο κινέζικος κρατικομονοπωλιακός καπιταλισμός έχει επιβάλει στους ξένους επενδυτές. Οι Αμερικανοί ενδιαφέρονται «να μην ψηλώσει» η Κίνα, οι Ευρωπαίοι -σε αυτή τη φάση- «καίγονται» πρωτίστως να αυξήσουν τα κέρδη τους από τις επενδύσεις τους στη Κίνα.
Λόγω του προσανατολισμού των Γάλλων και Γερμανών σε αυτή την κατεύθυνση, ο γαλλογερμανικός άξονας εισέπραξε ένα πρώτο δυνατό ράπισμα από τις ΗΠΑ. Μια τεράστια συμφωνία πώλησης όπλων της Γαλλίας υπονομεύτηκε από τις ΗΠΑ και ακυρώθηκε. Οι ΗΠΑ επέβαλαν στην πρώην αποικία της Μεγάλης Βρετανίας, την Αυστραλία, την εξαγορά όπλων από κοινό κονσόρτσιουμ με τη Βρετανία.
Την ίδια στιγμή, οι ΗΠΑ ανασυγκροτούν τις στρατιωτικές δυνάμεις τους στον Ειρηνικό και στον Ινδικό, συνεργαζόμενες με δυνάμεις που τους είναι απόλυτα αφοσιωμένες. Στον Ειρηνικό Ωκεανό, ακόμη και στην ίδια τη Νότια Σινική Θάλασσα, δεν έχουν όλες οι κυβερνήσεις κοινή σύμπλευση με τις θέσεις των ΗΠΑ. Το ακριβώς αντίθετο συμβαίνει. Η Κίνα προπορεύεται ήδη στην επιβολή της κυριαρχίας της, επιβάλλοντας τη θέλησή της σε κυβερνήσεις όπως αυτή του Ντουτέρτε στις Φιλιππίνες.
Το Βιετνάμ προσπαθεί να αντιρροπήσει τη στρατιωτική και οικονομική επέκταση της Κίνας στην ΑΟΖ του, απλώνοντας χέρι βοήθειας στις ΗΠΑ. Κρατάει, όμως, στάση ουδετερότητας. Δεν ανεβάζει τους τόνους, όπως επιθυμεί η κυβέρνηση Μπάιντεν, και δεν έχει κανένα πρόβλημα να υποδεχτεί τον κινέζο «νταβατζή» υπουργό Εξωτερικών που απαιτεί δημόσια από τη βιετναμέζικη κυβέρνηση να υποβιβάσει τα ζητήματα για τη Νότια Σινική Θάλασσα και να μην επηρεάζεται από «ξένες επεμβάσεις», δείχνοντας τις ΗΠΑ. Η οικονομική ισχύς της Κίνας πάνω στο Βιετνάμ είναι τρομακτική και το κρατικοκαπιταλιστικό βιετναμέζικο καθεστώς επιχειρεί να συμβιβαστεί με το διαρκή εξευτελισμό από την ευθεία επέμβαση δυο υπερδυνάμεων στις εσωτερικές υποθέσεις της χώρας.
Η κυβέρνηση της Νέας Ζηλανδίας, με φανερό το βλέμμα προς την Κίνα, δήλωσε ότι δεν πρόκειται να επιτρέψει στα θαλάσσια ύδατά της τη διέλευση… πυρηνοκίνητων υποβρυχίων, δηλαδή της κοινοπραξίας Βρετανίας-ΗΠΑ. Σε αυτές τις περιπτώσεις οι δηλώσεις «νομιμοφροσύνης» έχουν τη σημασία τους. Η Κίνα είναι ο μεγαλύτερος εμπορικός εταίρος και της Νέας Ζηλανδίας και της Αυστραλίας και έχει καταφέρει, τουλάχιστον στην περίπτωση της πρώτης, να εκμαιεύσει στάση ευμενούς «ουδετερότητας».
Οι κυβερνήσεις στις εξαρτημένες χώρες έρχονται και παρέρχονται, αλλά η εξωτερική πολιτική καθορίζεται από τις ιστορικά διαμορφωμένες σχέσεις εξάρτησης, από τη θέση της εξαρτημένης χώρας στον παγκόσμιο καπιταλιστικό καταμερισμό της εργασίας, που καθορίζει και τα συμφέροντα της αστικής τάξης της εξαρτημένης χώρας. Αυτές οι ιστορικά διαμορφωμένες σχέσεις εξάρτησης καθορίζουν την εξωτερική πολιτική των εξαρτημένων χωρών και όχι οι «ιδέες» της μιας ή της άλλης κλίκας του πολιτικού της προσωπικού.
Ο θείος Σαμ αρχίζει να χτίζει στιβαρές βάσεις προκειμένου να σφίξει την πολιορκία του στο μέλλον. Η σύγκρουση στο θαλάσσιο δρόμο από τον Ινδικό Ωκεανό και διαμέσου της Νότιας Σινικής Θάλασσας προς τον Ειρηνικό, θα κρατήσει δεκαετίες. Η διέλευση μεγάλου κομματιού του διεθνούς εμπορίου πραγματοποιείται από αυτόν τον θαλάσσιο δρόμο. Από την ίδια την αυγή του καπιταλισμού, ο δρόμος από τον Ινδικό προς την Κίνα ήταν το πεδίο σύγκρουσης ανάμεσα στις μεγάλες δυνάμεις της εποχής (Ολλανδία, Βρετανία) για τον έλεγχο του διεθνούς εμπορίου, και κατά προέκταση του κόσμου, με νικήτρια να αναδεικνύεται στην πορεία η Βρετανική Αυτοκρατορία.
Αλλά ας ξετυλίξουμε το κουβάρι των γεγονότων από την αρχή. Σε έγγραφό της τον Μάρτη του 2019, η Κομισιόν ξεκαθάριζε τις βασικές της διαφορές με την Κίνα. Το έγγραφο αυτό, ανάμεσα σε άλλα, αναφέρεται στην ανάγκη ευθυγράμμισης της βιομηχανίας της Κίνας στις ανάγκες προστασίας του περιβάλλοντας (μείωση βιομηχανικών ρύπων), στα δικαιώματα που πλήττονται στην επαρχία Ξινγιάνκ (έμμεσα, χωρίς καν αναφορά στην εθνική ταυτότητα, αναφέρονταν στους Ουϊγούρους που καταπιέζονται από τον μεγαλοκινέζικο σωβινισμό των Χαν). Τα δικαιώματα των Ουϊγούρων τα είχαν γραμμένα εκεί που δεν πιάνει μελάνι οι ευρωπαίοι και οι αμερικανοί ιμπεριαλιστές την πρώτη δεκαετία του 2000, όταν οι Κινέζοι τους ξεσπίτωναν από τις πατρογονικές εστίες τους στα χωριά τους για να χτίσουν βιομηχανίες. Τα θυμήθηκαν όταν η Κίνα άρχισε να προβάλει με δύναμη τις ιμπεριαλιστικές βλέψεις της σε παγκόσμιο επίπεδο, διεκδικώντας -ως ιμπεριαλιστική δύναμη- αναδιανομή αγορών και σφαιρών επιρροής σ’ έναν ήδη διαμοιρασμένο κόσμο.
Παραθέτουμε το «ζουμί» του εγγράφου της Κομισιόν (οι επισημάνσεις δικές μας):
«Οι ενεργητικές και κρατικά υποκινούμενες βιομηχανικές και οικονομικές πολιτικές σαν την “Μade in China 2025” στοχεύουν στην ανάπτυξη εγχώριων πρωταθλητών και τους βοηθούν να γίνουν παγκόσμιοι ηγέτες σε στρατηγικούς τομείς υψηλής τεχνολογίας. Η Κίνα διατηρεί τις εγχώριες αγορές της για τους πρωταθλητές της, προστατεύοντάς τες από τον ανταγωνισμό, μέσω επιλεκτικού ανοίγματος της αγοράς, αδειοδότησης και άλλων επενδυτικών περιορισμών. […]
Οι διαπραγματεύσεις για μια Συνολική Συμφωνία Επενδύσεων συνεχίζονται από το 2013. Αυτό θα ήταν ένα βασικό εργαλείο για την εξισορρόπηση των επενδυτικών σχέσεων και τη διασφάλιση της δίκαιης και ίσης μεταχείρισης για τις εταιρείες της ΕΕ που δραστηριοποιούνται στην Κίνα καθώς και τη νόμιμη συρρίκνωση της αβεβαιότητας για τις κινεζικές εταιρείες στην ενιαία αγορά. Οι δύο πλευρές πρέπει να επιτύχουν ουσιαστική πρόοδο στις διαπραγματεύσεις κατά τη διάρκεια του 2019 με σκοπό την ολοκλήρωση μιας φιλόδοξης συμφωνία το 2020».
Παραθέτουμε και την αρχική αξιολόγηση του εγγράφου της Κομισιόν για την Κίνα τότε:
«Η Ευρωπαϊκή Ενωση και η Κίνα συνδέονται με μια διαχρονική σχέση. Είναι δύο από τις τρεις μεγαλύτερες οικονομίες και δυο από τους τρεις μεγαλύτερους εμπορικούς εταίρους στον κόσμο. Η Κίνα είναι τώρα ο δεύτερος μεγαλύτερος εμπορικός εταίρος της ΕΕ πίσω από τις Ηνωμένες Πολιτείες και η ΕΕ είναι ο μεγαλύτερος εμπορικός εταίρος της Κίνας. […]
Την τελευταία δεκαετία, η οικονομία της Κίνας, η δύναμη και η πολιτική επιρροή έχουν αυξηθεί με πρωτοφανή κλίμακα και ταχύτητα, αντανακλώντας τις φιλοδοξίες της να γίνει ηγετική παγκόσμια δύναμη. Η Κίνα δεν μπορεί πλέον να θεωρηθεί ως αναπτυσσόμενη χώρα. Είναι βασικός παγκόσμιος παράγοντας και κορυφαία τεχνολογική δύναμη. Η αυξανόμενη παρουσία της στον κόσμο, συμπεριλαμβανομένης της Ευρώπης, θα πρέπει να συνοδεύεται από μεγαλύτερες ευθύνες για την τήρηση των κανόνων διεθνούς τάξης […]»./
Οι διαπραγματεύσεις γαλλογερμανικού άξονα και Κίνας συνεχίζονταν πυρετωδώς έως το 2020. Στις 18 Δεκέμβρη του 2020, ο σύμβουλος εθνικής ασφάλειας του Μπάιντεν δήλωνε στο Τουΐτερ: «Η διοίκηση Μπάιντεν-Χάρις θα καλωσόριζε τις έγκαιρες διαβουλεύσεις με τους ευρωπαίους εταίρους μας σχετικά με τις κοινές μας ανησυχίες για τις οικονομικές πρακτικές της Κίνας».
Ο «κάρφαρος» από την άλλη πλευρά του Ατλαντικού ήταν εμφανής. Στις 30 Δεκέμβρη, ανακοινώθηκαν τα εξής από πλευρά Κομισιόν: «Οσον αφορά τις επενδύσεις, η Συνολική Συμφωνία Επενδύσεων ΕΕ-Κίνας (ΣΣΕ) θα είναι η πιο φιλόδοξη συμφωνία που έχει συνάψει ποτέ η Κίνα με τρίτη χώρα. Εκτός από τους κανόνες κατά της αναγκαστικής μεταφοράς τεχνολογιών, η ΣΣΕ θα είναι επίσης η πρώτη συμφωνία που θα εκπληρώνει υποχρεώσεις για τη συμπεριφορά κρατικών επιχειρήσεων, συνολικούς κανόνες διαφάνειας για επιδοτήσεις και δεσμεύσεις που σχετίζονται με τη βιώσιμη ανάπτυξη».
Η συμφωνία περιελάμβανε τις εξής δεσμεύσεις:
«Μεταποίηση: Η Κίνα έχει αναλάβει ολοκληρωμένες δεσμεύσεις με πολύ περιορισμένους αποκλεισμούς (ιδίως σε τομείς με σημαντική πλεονάζουσα παραγωγική ικανότητα). Οσον αφορά το επίπεδο φιλοδοξίας, αυτό θα ταιριάζει με το άνοιγμα της ΕΕ.Περίπου το ήμισυ των άμεσων ξένων επενδύσεων ανήκει στον τομέα της μεταποίησης (π.χ. εξοπλισμός μεταφορών και τηλεπικοινωνιών, χημικά, υγειονομικός εξοπλισμός κ.λπ.). Η Κίνα δεν έχει αναλάβει τόσο εκτεταμένες δεσμεύσεις πρόσβασης στην αγορά με οποιονδήποτε άλλο εταίρο.
Τομέας αυτοκινήτων: Η Κίνα συμφώνησε να καταργήσει και να καταργήσει σταδιακά τις απαιτήσεις των κοινοπραξιών. Η Κίνα θα δεσμευτεί για πρόσβαση στην αγορά νέων ενεργειακών οχημάτων».
Στις 4 Φλεβάρη του 2021 ο Μακρόν δήλωνε σε αμερικανικό ακροατήριο, μέσω τηλεδιάσκεψης από το προεδρικό μέγαρο στο Ελιζέ: «Να ενωθούμε όλοι εναντίον της Κίνας, αυτό είναι ένα σενάριο της υψηλότερης πιθανής σύγκρουσης. Αυτό για μένα είναι αντιπαραγωγικό [..]»!
Την ίδια στιγμή, όταν αναφερόταν στην απόφασή του να μην εξαρτάται στο 5G 100% από την Κίνα, συμπλήρωνε με νόημα: «Δεν θέλω να εξαρτώμαι από την αμερικανική απόφαση 100%. Διαφορετικά, θα βρεθώ σε μια κατάσταση που δεν θα αποφασίζω για την ίδια την ευρωπαϊκή ήπειρο».
Και δεν ήταν βέβαια μόνο ο Μακρόν. Μέχρι και σήμερα η Μέρκελ κάνει ακόμη πιο ευνοϊκές δηλώσεις για την προώθηση της στενής οικονομικής συνεργασίας με την Κίνα. Βλέπετε, τα περισσότερα αυτοκίνητα που παράγονται στη Γερμανία τα τέσσερα τελευταία χρόνια δεν προορίζονται για τη γερμανική αγορά, αλλά για… την κινέζικη.
Η στάση της Μέρκελ και του Μακρόν αντανακλώνται, φυσικά, στα κείμενα της Κομισιόν από το 2019 μέχρι σήμερα, που είναι ξεκάθαρα ως προς την κατεύθυνση που κινούνται οι γάλλοι και οι γερμανοί ιμπεραλιστές έναντι της Κίνας, αναζητώντας ευνοϊκότερους όρους επενδύσεων για τα δικά τους μονοπώλια εντός της κινέζικης αγοράς και παραγωγής.
Στις 12 Ιούλη του 2021, ο υπουργός Εξωτερικών της Κίνας δήλωσε μετά από συνάντησή του με τον Ζοζέπ Μπορέλ, ύπατο εκπρόσωπο της ΕΕ για τα εξωτερικά ζητήματα: «Δεν υπάρχει σύγκρουση θεμελιωδών συμφερόντων μεταξύ της Κίνας και της Ευρωπαϊκής Ενωσης».
Στις 16 Σεπτέμβρη, ο Μπάιντεν, περιστοιχισμένος από δυο οθόνες στις οποίες εμφανίστηκαν ο πρωθυπουργός της Αυστραλίας Σκοτ Μόρισον και ο πρωθυπουργός του Ηνωμένου Βασιλείου Μπόρις Τζόνσον, ανακοίνωσε τη στρατιωτική συμφωνία για την κατασκευή ενός στόλου πυρηνοκίνητων υποβρύχιων στην Αυστραλία. Στη διάρκεια της συνέντευξης, ο Τζόνσον δήλωσε ότι τα υποβρύχια θα είναι πυρηνοκίνητα, αλλά δεν θα φέρουν πυρηνικές κεφαλές. Για τον Τζόνσον η συμφωνία αυτή ήταν μια πρώτης τάξης ευκαιρία να δημαγωγήσει στο βρετανικό ακροατήριο ότι το Brexit δημιουργεί ευκαιρίες για… έρευνα και ανάπτυξη πάνω σε νέες τεχνολογίες. Σε ολόκληρη τη συνέντευξη Τύπου (περίπου 12 λεπτά) δεν ακούστηκε μια φορά η λέξη Κίνα, δηλαδή ο στόχος της στρατιωτικής συνεργασίας.
Για τον ίδιο τον Μακρόν, η ακύρωση της συμφωνίας πίσω από τις πλάτες του ήταν πολιτική ήττα. Ακυρώθηκε η «συμφωνία του αιώνα» έγραφαν με πηχυαίους τίτλους τα γαλλικά έντυπα. Ο Μακρόν κατηγόρησε τους συμμάχους (δηλαδή τις ΗΠΑ) για «πισώπλατη μαχαιριά», ακούστηκαν κορώνες από τον γάλλο υπουργό Εξωτερικών: «Υπάρχει σοβαρή κρίση με τις ΗΠΑ που θα έχει επιπτώσεις και στο ΝΑΤΟ». Στη συνέχεια, ο Μακρόν ανακάλεσε τους πρέσβεις σε ΗΠΑ, Αυστραλία για διαβουλεύσεις, απείλησε την Αυστραλία με κυρώσεις (ότι δεν θα προχωρήσει η οικονομική συνεργασία με την ΕΕ για απόσυρση δασμών στα εμπορεύματά της) και μετά από λίγες μέρες μίλησε απευθείας στο τηλέφωνο με τον Μπάιντεν. Δεν ξέρουμε τι του είπε ο Μπάιντεν, αλλά φανταζόμαστε, επειδή ακριβώς είναι ο “Sleepy Joe”, ότι θα τον… παρηγόρησε μια χαρά για τις μελλοντικές δουλειές που μπορεί να εξασφαλίζει ως σύμμαχος των ΗΠΑ. Αλλά και θα του θύμισε σίγουρα ότι άλλη φορά πρέπει να συνεννοείται έγκαιρα… και νωρίτερα με τους συμμάχους.
Οι εκπρόσωποι του γερμανικού και γαλλικού ιμπεριαλισμού σε πλείστες περιπτώσεις εδώ και δεκαετίες έχουν μάθει να δέχονται αγόγγυστα τον εξευτελισμό από την υπερδύναμη. Οι «λεονταρισμοί» του Μακρόν είναι για εσωτερική κατανάλωση και μόνο. Σε αυτή τη φάση, με αυτούς τους συσχετισμούς, δεν μπορούν να κάνουν αλλιώς οι γάλλοι και οι γερμανοί ιμπεριαλιστές. Το ΝΑΤΟ είναι δημιούργημα των ΗΠΑ για την πολιτική κυριαρχία της υπερδύναμης στη Μέση Ανατολή (η νατοϊκή Τουρκία ήταν πάντα ο μπαμπούλας για τους Αραβες), στην Ανατολική Ευρώπη το ΝΑΤΟ παραμένει η «προστάτιδα» δύναμη των βαλτικών χωρών και της Πολωνίας έναντι της ιμπεριαλιστικής Ρωσσίας, το ίδιο και στη Μεσόγειο (σε διάφορες χώρες όπως η δική μας, η Ισπανία κ.ο.κ.), και σε τελική ανάλυση για την επιβολή στους ίδιους τους γάλλους και γερμανούς ιμπεριαλιστές.
Μπορεί σε κάποιους να κάνει εντύπωση, αλλά ο ίδιος ο Στάλιν κάποτε εκμυστηρευόταν στους γερμανούς κομμουνιστές ηγέτες της Λαϊκής Δημοκρατίας της Γερμανίας την πεποίθησή του ότι οι αμερικανικές στρατιωτικές βάσεις στη μεταπολεμική Ευρώπη δεν χτίζονταν για τον κίνδυνο από την ΕΣΣΔ, αλλά για την επιβολή στους ευρωπαίους ιμπεριαλιστές. Για άλλη μια φορά επιβεβαιώθηκε στις προβλέψεις του.
Υπάρχει, όμως, μια σημαντική λεπτομέρεια σε όλη αυτή την ιστορία, που έχει τονιστεί ελάχιστα στον αστικό Τύπο. Την ίδια μέρα, στις 16 Σεπτέμβρη, η Κομισιόν εξέδωσε ανακοίνωση για τη στάση της ΕΕ στην ενδοϊμπεριαλιστική σύγκρουση που οξύνεται στη Νότια Σινική Θάλασσα, με τίτλο: «Η στρατηγική της ΕΕ για την συνεργασία στον Ινδικό-Ειρηνικό». Αυτό το «Ινδικός-Ειρηνικός» είναι νεολογισμός των Αμερικανών για την προπαγάνδα που προωθούν, κρύβοντας τη σύγκρουσή τους στη Νότια Σινική Θάλασσα. Η Κομισιόν απλώς υιοθέτησε τον όρο.
Η ανακοίνωση επισκιάστηκε από την εξαγγελία της συγκρότησης της ΑUKUS, που πραγματοποιήθηκε τα ξημερώματα της ίδιας μέρας. Παραθέτουμε ένα απόσπασμα:
«Η ΕΕ και ο Ινδικός-Ειρηνικός είναι φυσικοί εταίροι όσον αφορά το εμπόριο και τις επενδύσεις. Η ΕΕ είναι ο κορυφαίος επενδυτής, ο κορυφαίος πάροχος αναπτυξιακής συνεργασίας και ένας από τους μεγαλύτερους εμπορικούς εταίρους στην περιοχή του Ινδικού-Ειρηνικού. Μαζί, ο Ινδικός-Ειρηνικός και η Ευρώπη αντιπροσωπεύουν πάνω από το 70% του παγκόσμιου εμπορίου αγαθών και υπηρεσιών και πάνω από το 60% των άμεσων ξένων επενδυτικών ροών (σ.σ.: εννοεί εξαγωγή κεφαλαίου). Οι εμπορικές ανταλλαγές μεταξύ του Ινδικού-Ειρηνικού και της Ευρώπης είναι υψηλότερες σε σχέση με οποιαδήποτε άλλη γεωγραφική περιοχή στον κόσμο, με το ετήσιο εμπόριο να φτάνει σε ευρώ 1,5 τρισεκατομμύρια το 2019. Η περιοχή είναι ο δεύτερος μεγαλύτερος προορισμός των εξαγωγών της ΕΕ και τέσσερις από τους δέκα μεγαλύτερους εμπορικούς εταίρους της ΕΕ […]».
Στη συνέχεια, η ανακοίνωση αναφερόταν στη συνέχιση της πολύπλευρης συνεργασίας με την Κίνα, όπως έχει τονιστεί στην ανακοίνωση του… 2019. Οι γερμανοί και οι γάλλοι ιμπεριαλιστές θα συνεχίσουν στη στρατηγική που έχουν χαράξει έναντι της Κίνας, κόντρα στην πίεση των αμερικανών ιμπεριαλιστών. Η ενίσχυση των οικονομιών τους περνά από την στενή συνεργασία με την Κίνα.
Αμέσως μετά την εξαγγελία της συμφωνίας AUKUS, οι κινέζοι ιμπεριαλιστές έκαναν μια αναπάντεχη ντρίπλα. Εκαναν αίτηση να ενταχθούν στην CPTPP. Η CPTPP είναι μια ομπρέλα οικονομικής συνεργασίας ελεύθερου εμπορίου που περιλαμβάνει σχεδόν όλες τις χώρες που πλήττονται από την επεκτατική πολιτική της Κίνας στη Νότια Σινική Θάλασσα και χώρες της αμερικανικής ηπείρου που επηρεάζονται από τις ΗΠΑ, πέραν του Ειρηνικού. Δεν χρειάζεται να τονίσουμε ότι σε μια τέτοια ένωση η Κίνα θα ήταν ο μεγαλύτερος ωφελούμενος, ως ο μεγαλύτερος εμπορικός εταίρος. Η CPTPP στήθηκε επί προεδρίας Ομπάμα με τη συμμετοχή των ίδιων των ΗΠΑ, προκειμένου να αντιμετωπιστεί η οικονομική επιρροή της Κίνας, αλλά στη συνέχεια, επί διακυβέρνησης Τραμπ το 2017, οι ΗΠΑ αποχώρησαν.
Μετά την αίτηση της Κίνας για συμμετοχή στη CPTTP, παραθέτουμε από Reuters:
«Ερωτηθείς να σχολιάσει την προσφορά της Κίνας, εκπρόσωπος του αμερικανικού Στέιτ Ντιπάρτμεντ είπε ότι δεν αναμειγνύεται στη CPTPP, δεδομένου ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν είναι μέλος, αλλά πρόσθεσε: “Τούτου λεχθέντος, αναμένουμε ότι οι κινεζικές εμπορικές πρακτικές (εκτός αγοράς) (σ.σ.: αυτά είναι τα “κινέζικα“ των Γιάνκηδων όταν τα χώνουν στους κινέζους καπιταλιστές, ότι δεν αγαπάνε τις αγορές όπως αυτοί) και η χρήση του οικονομικού καταναγκασμού εναντίον άλλων χωρών θα συμβάλλει στην αξιολόγηση της υποψηφιότητας της Κίνας από τα μέλη της CPTPP για την ένταξη της”».
Το αστείο είναι ότι η Κινα επικαλέστηκε ως επιχείρημα για την ένταξή της ότι είναι ο μεγαλύτερος εμπορικός εταίρος χωρών όπως… η Αυστραλία…
Για να θυμηθούμε και τον Δημοσθένη «δει δη χρημάτων, ω άνδρες Αθηναίοι, και άνευ τούτων ουδέν εστί γενέσθαι των δεόντων». Καλή η στρατιωτική υπεροχή, πλην όμως, δεν σου εξασφαλίζει πάντα την ηγεμονία.