Μια ηρωική μορφή της λιβανέζικης αντίστασης, η Σούχα Μπεσάρα, δεν μπόρεσε να περάσει ούτε τράνζιτ από το αεροδρόμιο της Αθήνας. Πιστό τσιράκι των σιωναζιστών του Ισραήλ, η κυβέρνηση Μητσοτάκη υποχρέωσε την Μπεσάρα να επιστρέψει στη Βηρυττό και να ταξιδέψει με άλλη διαδρομή προς την Ελβετία, όπου διαμένει μόνιμα, έχοντας και την ελβετική ιθαγένεια (εκτός από τη λιβανέζικη).
Μια ματιά στο βιογραφικό της λιβανέζας αγωνίστριας είναι αρκετή για να καταλάβουμε τους λόγους για τους οποίους η κυβέρνηση Μητσοτάκη της επιφύλαξε αυτή τη μεταχείριση.
Η Σούχα Μπεσάρα μεγάλωσε στις συνθήκες του εμφύλιου πολέμου και της ισραηλινής εισβολής στο Λίβανο. Στρατεύτηκε στον αγώνα του δίκιου και της λευτεριάς. Ηταν 20 χρόνων όταν πυροβόλησε και τραυμάτισε σοβαρά τον Αντουάν Λαχάντ, επικεφαλής του δωσιλογικού «Στρατού του Νοτίου Λιβάνου», που πολεμούσε στο πλευρό των σιωνιστών εισβολέων. Συνελήφθη και βασανίστηκε φρικτά επί τρίμηνο. Χωρίς να περάσει από δίκη, κλείστηκε για δέκα χρόνια στο κάτεργο του Κιάμ, τα έξι απ’ αυτά σε απομόνωση. Περήφανη και αμετανόητη, αρνήθηκε κάθε συνεργασία με τον εχθρό.
Την 1η Σεπτέμβρη του 1998 απελευθέρωθηκε στο πλαίσιο ανταλλαγής αιχμαλώτων, με τη μεσολάβηση του Ερυθρού Σταυρού. Στη Βηρυτό έγινε δεκτή ως ηρωίδα. Ο λαός τής έδωσε τα ονόματα «Ζαν ντ’ Αρκ του Λιβάνου» και «η αρραβωνιαστικιά του Λιβάνου». Η ιστορία της αποτυπώθηκε σε βιβλία και έγινε ταινία. Η ίδια, μολονότι μετακόμισε στην Ελβετία, δεν έπαψε να αγωνίζεται για την απελευθέρωση των Λιβανέζων που εξακολουθούν να κρατούνται παράνομα στο Ισραήλ όπως και των παλαιστίνιων κρατούμενων.
Δεν είναι τυχαίες, λοιπόν, οι αντιδράσεις που υπήρξαν αμέσως μόλις έγινε γνωστή η απαγόρευση εισόδου της Μπεσάρα στην Ελλάδα. Το ΚΚ Λιβάνου εξέδωσε σκληρή ανακοίνωση καταγγελίας των ελληνικών αρχών. Στην ανακοίνωση τονίζεται ότι «αυτό το επικίνδυνο προηγούμενο αποτελεί κατάφωρη επίθεση εναντίον μιας λιβανέζας εθνικής ηρωίδας που συνέβαλε στην επίτευξη της απελευθέρωσης και της ελευθερίας των Λιβανέζων και πέρασε 10 χρόνια αιχμαλωσίας στο στρατόπεδο κράτησης του Κιάμ, το οποίο είναι διάσημο για τις απάνθρωπες πρακτικές βασανιστηρίων που καταγράφηκαν από διεθνείς οργανισμούς, συμπεριλαμβανομένου του Διεθνούς Ερυθρού Σταυρού. Η ελληνική κυβέρνηση θα έπρεπε να είχε συλλάβει τους σιωνιστές αξιωματούχους που δημιούργησαν το κέντρο κράτησης Κιάμ και επόπτευαν τα βασανιστήρια της Σούχα Μπεσάρα και χιλιάδων Λιβανέζων. Αντ’ αυτού τους βλέπουμε να καταδιώκουν και να συλλαμβάνουν μια ηρωίδα για την οποία οι Λιβανέζοι και όλοι οι πατριώτες, οι αριστεροί και οι κομμουνιστές σε όλο τον κόσμο είναι υπερήφανοι».
Το κόμμα κάλεσε το υπουργείο Εξωτερικών του Λιβάνου «να καλέσει αμέσως τον έλληνα πρέσβη και να λάβει αυστηρά μέτρα» και «να θεωρήσει τη σύλληψη ως επίθεση στην εθνική κυριαρχία του Λιβάνου και την ελευθερία και την ασφάλεια των πολιτών του». Ανακοινώσεις εξέδωσαν η οικογένεια της Μπεσάρα και η δημοτική αρχή της πόλης καταγωγής της Deir Mimas. Η Σούχα Μπεσάρα, μόλις επέστρεψε στην Ελβετία (μέσω Τουρκίας) επικοινώνησε με δικηγόρους και στην Ελβετία και στην Ελλάδα και τους έδωσε εντολή να ξεκινήσουν δικαστική διαδικασία κατά των ελληνικών αρχών, ενώ το υπουργείο Εξωτερικών του Λιβάνου ανακοίνωσε ότι θα κινηθεί για την ακύρωση της απόφασης των ελληνικών αρχών.
Να γιατί της απαγόρευσαν την είσοδο στην Ελλάδα
Παραθέτουμε αποσπάσματα από συνέντευξη της Σούχα Μπεσάρα στο επίσημο σάιτ της λιβανέζικης «Χεζμπολά». για να γίνουν κατανοητοί οι λόγοι για τους οποίους τα τσιράκια των σιωναζιστών στην Ελλάδα τής απαγόρεψαν να περάσει ακόμα και τράνζιτ από το αεροδρόμιο της Αθήνας:
- Για να ξεκινήσουμε, ποια είναι τα κίνητρα που ώθησαν τη Σούχα Μπεσάρα, τη νεαρή κυρία, να εγκαταλείψει την κανονική της ζωή για την αντίσταση ενάντια στον σιωνιστή εχθρό;
Υπό το πρίσμα του εμφυλίου από τη μια πλευρά και της σιωνιστικής κατοχής του νότιου Λιβάνου από την άλλη, δεν μπορώ να μιλήσω για μια κανονική ζωή, γιατί η ζωή μου επηρεάστηκε βαθιά από τον εμφύλιο πόλεμο… Ως εκ τούτου, ο αντίκτυπος που άφησε η άνοδος των Σιωνιστών στον αραβικό κόσμο και η εμφύτευση του «Ισραήλ» στην καρδιά της Παλαιστίνης, στο ζήτημα των παλαιστίνιων προσφύγων και στην υπόθεση του παλαιστινιακού λαού… όλα αυτά παρέμειναν στο περιθώριο στον εμφύλιο πόλεμο.
Εμείς οι νέοι που ζούμε στη Βηρυτό ειδικότερα επηρεαστήκαμε σοβαρά από τον καθημερινό φόρο του εμφυλίου πολέμου. Ωστόσο, με την «ισραηλινή» εισβολή στον Νότιο Λίβανο το 1978, αυτός ο αντίκτυπος έγινε πιο εμφανής, μέχρι που κορυφώθηκε με την «ισραηλινή» εισβολή το 1982. Τότε ήταν που όλα άλλαξαν για μένα. Σε εκείνο το στάδιο κατάλαβα ότι πρέπει να αντισταθώ στους «Ισραηλινούς». Και με τη σφαγή της Sabra και της Shatila συνειδητοποίησα ότι πρέπει να συμμετάσχω στο μέτωπο της εθνικής λιβανέζικης αντίστασης. Το να υπερασπιστώ την ταυτότητά μας, το είναι μας, τη χώρα μας έγινε η προτεραιότητά μου. Και η πυξίδα του πολέμου, κατ’ εμένα, δείχνει προς την κατεύθυνση του αληθινού εχθρού, δηλαδή της «ισραηλινής» κατοχής… Πρέπει να ενωθούμε απέναντι στον εχθρό, την «ισραηλινή» κατοχή. Αυτός ήταν ο πραγματικός μας πόλεμος, όχι ο εμφύλιος. Και καταλάβαμε ότι η κυριαρχία του Λιβάνου ξεκίνησε με την απελευθέρωσή του από τον «ισραηλινό» εχθρό.
- Ησουν φυλακισμένη στη φυλακή Κιάμ για δέκα χρόνια. Τι αντιπροσωπεύει αυτή η φυλακή για σένα; Και τι αναμνήσεις έχεις ακόμα από αυτή;
Η φυλακή Κιάμ αντιπροσωπεύει την ιστορία του Λιβάνου και συγκεκριμένα, την ιστορία των Νότιων κατά την «ισραηλινή» κατοχή. Αντιπροσωπεύει επίσης τους χιλιάδες Λιβανέζους που επηρεάστηκαν άμεσα από αυτή την κατοχή. Αυτή η φυλακή ήταν ενάντια σε όλους τους νόμους, διεπόταν από το νόμο της ζούγκλας. Ωστόσο, καθώς η Κιάμ αντιπροσωπεύει τον πόνο και τα βάσανα, συνεχίζει επίσης να αντιπροσωπεύει την αντίσταση. Αυτό το μέρος είναι χαραγμένο στις αναμνήσεις μας και οι αναμνήσεις μας είναι χαραγμένες στα ερείπια αυτής της φυλακής.
- Τι ένιωσες όταν είδες τους Λιβανέζους να εισβάλλουν στη φυλακή Κιάμ για να απελευθερώσουν τους φυλακισμένους εκεί;
Ηταν μια μοναδική στιγμή, όχι μόνο για μένα ή για τους Λιβανέζους, αλλά για την ιστορία της ανθρωπότητας. Ηταν ελευθερία για όλους τους κρατούμενους και νίκη για όλους τους μάρτυρες που μας προσέφεραν τα πιο πολύτιμα για να μπορέσουμε να ζήσουμε αυτή τη μεγάλη στιγμή. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι το έτος 2000, είχαμε ακόμη κρατούμενους στις «ισραηλινές» φυλακές και πως τα αγροκτήματα Σεμπάα και οι λόφοι Κφαρσούμπα εξακολουθούν να είναι κατειλημμένα.
- Πώς ζει τη ζωή της σήμερα η αγωνίστρια της ελευθερίας Σούχα Μπεσάρα ως μητέρα δύο κοριτσιών; Τι κάνεις για να τους εμφυσήσεις το πνεύμα της αντίστασης;
Δίπλα στην καθημερινή οικογενειακή μου ζωή συνεχίζω να υπερασπίζομαι την παλαιστινιακή υπόθεση στην Ευρώπη και τη Δύση, καθώς η υπόθεση του παλαιστινιακού λαού θεωρείται το κύριο ζήτημα για μένα, όχι μόνο στη Μέση Ανατολή αλλά σε διεθνές επίπεδο επίσης. Οσον αφορά τα παιδιά μου, ο στόχος μου δεν είναι τόσο να τους εμφυσήσω την ψυχή της αντίστασης όσο να τους διδάξω την αγάπη για τη ζωή και πώς να αμύνονται και να συγχωνεύονται με τους άλλους, να σκέφτονται τους άλλους και να θυσιάζονται… και αργότερα, είναι ελεύθερα να αποφασίσουν μ’ αυτό το πνεύμα.
- Στις 25 Μαΐου γιορτάζουμε τη δέκατη επέτειο από την ημέρα της Αντίστασης και της Απελευθέρωσης. Τι αντιπροσωπεύει αυτή η ημερομηνία για σένα; Και τι θα ήθελες να πεις στο λιβανέζικο κοινό με αυτή την ευκαιρία;
Η 25η του Μάη είναι το τέλος 22 χρόνων «ισραηλινής» κατοχής της χώρας μας, εκτός από τα αγροκτήματα Σεμπάα και τους λόφους Κφαρσούμπα. Η 25η του Μάη είναι η επιστροφή των Νοτίων στα χωριά τους με ψηλά το κεφάλι. Η 25η του Μάη είναι η ημερομηνία απελευθέρωσης των κρατούμενων από τη φυλακή Κιάμ από τους ίδιους τους χωρικούς. Αυτή η ημερομηνία είναι μια νίκη για όλους τους Λιβανέζους που είπαν ΟΧΙ στο “Ισραήλ” και για όλες τις μητέρες που αρνήθηκαν να συνεργαστούν με τον εχθρό. Είναι μια νίκη όλων των αντιστασιακών που ξεπέρασαν το φόβο και συνέχισαν να αντιστέκονται. Η 25η του Μάη είναι η επιστροφή των μαρτύρων μας για να μοιραστούν μαζί μας αυτή τη μεγάλη στιγμή. Είναι κρίσιμο να ελευθερώσουμε τη χώρα μας, αλλά το πιο σημαντικό είναι να τη διατηρήσουμε. Ως εκ τούτου, εμείς, ως Λιβανέζοι είμαστε υπεύθυνοι μπροστά στις μελλοντικές γενιές και στους μάρτυρες να διατηρήσουμε αυτή τη νίκη και αυτό επιτυγχάνεται μέσω της προστασίας της Αντίστασης.