Πρώτα είχαμε τον Αναστασιάδη που «πέταξε μια κουβέντα» περί επανόδου στο Σύνταγμα του 1960! Η αντιπολίτευση τού την έπεσε, ζήτησε εξηγήσεις, αλλά δεν πήρε καμιά απάντηση, εκτός του ότι επρόκειτο για κάτι που ο πρόεδρος είπε… «εν τη ρύμη του λόγου» για να στριμώξει την τουρκική-τουρκοκυπριακή πλευρά.
Κανένας έμπειρος πολιτικός (και ο Αναστασιάδης είναι έμπειρος) δεν μπορεί να κάνει τέτοιο λάθος εν τη ρύμη του λόγου. Γιατί, απλούστατα, το κυπριακό Σύνταγμα του 1960 ήταν Σύνταγμα ενός κράτους, ενώ η βάση πάνω στην οποία γίνονται εδώ και δεκαετίες οι υπό την αιγίδα του ΟΗΕ συζητήσεις για την επίλυση του Κυπριακού είναι αυτή της διζωνικής, δικοινοτικής ομοσπονδίας.
Υπάρχει περίπτωση η τουρκική-τουρκοκυπριακή πλευρά να συζητήσει έστω επιστροφή στο Σύνταγμα του 1960; Ούτε κατά διάνοια. Αλλωστε, έχει ξεπεράσει πλέον και τη διζωνική, δικοινοτική ομοσπονδία και έχει καταθέσει στο τραπέζι των υπό τον ΟΗΕ συνομιλιών, με τον πιο επίσημο τρόπο, πρόταση για λύση δύο κρατών.
Και βέβαια, το καθεστώς του 1960 έχει -με όλους τους τύπους- ξεπεραστεί και από την ελληνοκυπριακή-ελληνική πλευρά, με την έμμεση παραδοχή ότι αυτό οδήγησε σε συνεχείς «εντάσεις» μεταξύ των κοινοτήτων (για τις σφαγές Τουρκοκυπρίων στην Κόφινο και αλλού δε γίνεται λόγος, φυσικά), στο πραξικόπημα της ελληνικής χούντας και στην τουρκική εισβολή.
Τότε γιατί το επαναφέρει ο Αναστασιάδης; Αβυσσος η ψυχή του αστού πολιτικού που το παίζει «πολλά βαρύς» και την ίδια στιγμή βλέπει τον Ερντογάν να σουλατσάρει στα κατεχόμενα, να ανοίγει τμήματα της περίκλειστης πόλης της Αμμοχώστου και κανείς από τη «διεθνή κοινότητα» να μην συγκινείται, επιτρέποντας στον Ερντογάν να διευρύνει αυτά που έχει κατακτήσει η Τουρκία «επί του πεδίου».
Κι ενώ ο Αναστασιάδης βομβαρδιζόταν από την αντιπολίτευσή του για τα περί επιστροφής στο Σύνταγμα του 1960, ο ύπατος αρμοστής της Βρετανίας στην Κύπρο, Στίβεν Λίλι, επιβεβαίωσε αυτό που ψιθυριζόταν τελευταία στην Κύπρο, περί ύπαρξης βρετανικής πρότασης για διέξοδο από το αδιέξοδο. Ο Λίλι δήλωσε ότι δεν υπάρχει επίσημη βρετανική πρόταση αλλά «άτυπες ιδέες», σημασία όμως έχει το περιεχόμενο αυτών των «ιδεών». Πρόκειται για λύση «αποκεντρωμένης ομοσπονδίας» (τη λένε έτσι για να μην την πουν «συνομοσπονδία δύο ανεξάρτητων κρατών»).
Τιμώντας την παράδοση της βρετανικής διπλωματίας («διαίρει και βασίλευε»), ο ύπατος αρμοστής θύμισε πως αυτή η προοπτική διατυπώθηκε για πρώτη φορά από τον πρόεδρο Αναστασιάδη, στρέφοντας προς τα εκεί (και όχι προς τη Βρετανία) τα αντιπολιτευτικά βέλη. Γιατί ο Αναστασιάδης όντως έχει μιλήσει για «αποκεντρωμένη ομοσπονδία», ενώ έχει συζητήσει παρασκηνιακά ακόμα και για συνομοσπονδία δύο κρατών (τον «έδωσε» στεγνά ο Τσαβούσογλου).
Η βρετανική πρόταση ζητάει ουσιαστικά από τα δύο μέρη να συναντηθούν στη μέση. Η «αποκεντρωμένη ομοσπονδία» τύποις δεν είναι «συνομοσπονδία δύο κρατών», στην ουσία όμως είναι μια παραλλαγή της, επομένως θα μπορούσε η τουρκική-τουρκοκυπριακή πλευρά να τη δεχτεί ως έσχατο σημείο υποχώρησης (το κεντρικό κράτος έχει μόνο την αρμοδιότητα της διεθνούς εκπροσώπησης, ενώ όλες οι άλλες αρμοδιότητες ανήκουν στις κυβερνήσεις των κοινοτήτων). Παράλληλα, απαιτεί από την ελληνική-ελληνοκυπριακή πλευρά να ξεπεράσει το στάτους της λεγόμενης διζωνικής, δικοινοτικής ομοσπονδίας, που περιλαμβάνει ισχυρή κεντρική κυβέρνηση (τύποις πάντοτε, γιατί στην ουσία είδαμε τι προέβλεπε το περιβόητο «σχέδιο Ανάν»).
Η «άτυπη» βρετανική πρόταση «δουλεύει» ήδη στους λεγόμενους «ρεαλιστές» της Κύπρου, οι οποίοι υποστηρίζουν ότι είναι η μόνη που μπορεί να άρει το σημερινό αδιέξοδο και να αποτρέψει την οριστική διχοτόμηση που επιδιώκουν ο Ερντογάν με τον Τατάρ. Είναι πολύ δύσκολο, όμως, αυτή η πρόταση να γίνει -τουλάχιστον στη σημερινή φάση- αποδεκτή ακόμη και από την πλειοψηφία του πολιτικού προσωπικού, πόσω μάλλον από την πλειοψηφία του κυπριακού λαού που έχει απορρίψει το πιο «ήπιο» σχέδιο Ανάν.
Προς το παρόν, λοιπόν, όλες οι «ιδέες» ανήκουν στην κατηγορία «κουβέντα να γίνεται». Ακόμη και ο Γκουτέρες δεν έχει κάνει το (υπεσχημένο από τον ίδιο) βήμα να καλέσει και πάλι όλα τα εμπλεκόμενα μέρη σε νέα πενταμερή ή έστω μόνο τους Αναστασιάδη και Τατάρ. Προφανώς, υπάρχει έντονο παρασκήνιο, ώστε να βρεθεί κάποια βάση συζήτησης (όχι συμφωνίας), ώστε να μην καταλήγουν σε φιάσκο συναντήσεις στις οποίες προεδρεύει ο ίδιος ο γενικός γραμματέας του ΟΗΕ. Σ’ αυτή την κατεύθυνση φαίνεται πως εργάζεται η βρετανική διπλωματία (η Βρετανία, ως παλιά αποικιοκρατική δύναμη που είχε στην κατοχή της την Κύπρο, είναι μια από τις «εγγυήτριες δυνάμεις», μαζί με την Ελλάδα και την Τουρκία).
YΓ. Στην Ελλάδα όλα αυτά περνάνε «στα ψιλά». Εντολή της κυβέρνησης Μητσοτάκη προς τα «πετσωμένα» ΜΜΕ είναι ν’ ακολουθούν τη γραμμή «Ελλάδα-Κύπρος: μακριά κι αγαπημένοι».