Σε προηγούμενο σημείωμά μας αναφερθήκαμε στην περίπτωση του χρηματιστικού κολοσσού της Εβεργκραντ, δεύτερης σημαντικότερης κινέζικης εταιρίας στο Real Estate, που απειλείται με χρεοκοπία, λόγω των συσσωρευμένων χρεών της (100 δισεκατομμύρια δολάρια χρέους, και 200 δισεκατομμύρια δολάρια σε μελλοντικές καταβολές τόκων) και της αδυναμίας της να εξασφαλίσει την αναμενόμενη κερδοφορία της με κερδοσκοπικές δραστηριότητες μεταπώλησης γης με ανέγερση συγκροτημάτων πολυκατοικιών στις βιομηχανικές πόλεις της Κίνας. Η Εβεργκραντ κερδοσκοπούσε πάνω στην εκτιναγμένη διαφορική γαιοπρόσοδο, λόγω του ενσωματωμένου σταθερού κεφαλαίου στη γη των βιομηχανικών ζωνών της Κίνας και στη μονοπωλιακή γαιοπρόσοδο, που προκύπτει από τη στενότητα κατοικίας στις βιομηχανικές ζώνες της Νότιας και Ανατολικής Κίνας. Τα δάνεια των πελατών της Εβεργκραντ, τα δάνεια της ίδιας της Εβεργκραντ και βέβαια οι οφειλές της σε εργολάβους που αναλάμβαναν την ανέγερση κτιριακών συγκροτημάτων βρίσκονται στο «κόκκινο».
Τονίσαμε ότι η Εβεργκραντ δεν είναι η μόνη κινέζικη εταιρία του κλάδου που έχει πρόβλημα. Η Εβεργκραντ είναι η κορυφή του παγόβουνου. Η επένδυση στο Real Estate, η επένδυση στον παρασιτισμό και την κερδοσκοπία είναι αναπόφευκτο φαινόμενο στην ιμπεριαλιστική Κίνα. Πίσω από αυτήν κρύβεται η ασθμαίνουσα κερδοφορία στη βιομηχανία.
Μείωση των κεφαλαιακών αποδόσεων, αύξηση του παρασιτισμού
Η υπεραξία (υ), που παράγεται στη βιομηχανία από την απλήρωτη υπερεργασία των εργατών, διαμοιράζεται κατά τη διάρκεια της κυκλοφορίας του παραγωγικού κεφαλαίου (το κεφάλαιο που επενδύεται στη βιομηχανία και μετατρέπεται βαθμιαία κατά την περιστροφή του σε βιομηχανικό εμπόρευμα και τελικά σε χρήμα) σε όλη την αστική τάξη της Κίνας: βιομήχανους, εμπόρους, τραπεζίτες, γαιοκτήμονες, υπό τη μορφή βιομηχανικού κέρδους, εμπορικού κέρδους (για τη μεσολάβηση στη διανομή των εμπορευμάτων), τόκου (για το δανειζόμενο κεφάλαιο) και γαιοπροσόδου (για τη διάθεση γης για τις εγκαταστάσεις του σταθερού κεφαλαίου) αντίστοιχα.
Η απόσπαση της υπεραξίας πραγματοποιείται σε συνάρτηση με το ύψος της κεφαλαιακής επένδυσης που έκανε ο ξεχωριστός καπιταλιστής στη σφαίρα της κυκλοφορίας και παραγωγής, μέσω του άγριου ανταγωνισμού των καπιταλιστών. Ο ανταγωνισμός οδηγεί στην εξίσωση των μέσων ποσοστών κέρδους ανά κλάδο και σε όλους τους κλάδους της βιομηχανίας και του εμπορίου σε ένα μέσο ποσοστό κέρδους.
Οι όροι με τους οποίους πραγματοποιείται η εξίσωση σε κάθε ξεχωριστό κλάδο της καπιταλιστικής οικονομίας, καθώς και η διακύμανση των ξεχωριστών κερδών σε σχέση με το μέσο κέρδος (π.χ. η διακύμανση του τόκου εξαρτάται από τη ζήτηση του πιστωτικού κεφαλαίου στις διαφορετικές φάσεις του βιομηχανικού κύκλου -κρίση, ύφεση, αναζωογόνηση, άνθιση- ή της γαιοπροσόδου, απόλυτης και διαφορικής, που είναι ένα έξτρα κέρδος πάνω από το μέσο κέρδος) παρουσιάζονται στο τρίτο τόμο του «Κεφαλαίου» του Μαρξ, ξεκινώντας από το βιομηχανικό κεφάλαιο, στη συνέχεια το εμπορικό, μετά το τραπεζικό και τέλος την αγροτική οικονομία. Ο Καρλ Μαρξ διαφώτισε την πορεία αυτή με τους τρεις τόμους του «Κεφαλαίου» του, διασυνδέοντας την θεωρία της αξίας με το σχηματισμό του μέσου κέρδους, το μέσο κέρδος δηλαδή για ίσα κεφάλαια που είναι τοποθετημένα σε διαφορετικούς κλάδους της καπιταλιστικής παραγωγής και κυκλοφορίας.
Αν και ο Μαρξ φρόντισε αρκετές φορές στο έργο του να επισημάνει τους όρους υπό τους οποίους θα μπορούσαν να ξεπροβάλουν οι μονοπωλιακοί σχηματισμοί, ο ίδιος δεν έζησε την ιστορική συγκρότησή τους. Ο Λένιν σε δικά του έργα και κυρίως με το βιβλίο του «Ιμπεριαλισμός, το ανώτατο στάδιο του καπιταλισμού» εξέτασε από επαναστατική σκοπιά (σκοπιά που αποκαλύπτει και ξεσκεπάζει τόσο την ένταση της εκμετάλλευσης όσο και την όξυνση των αντιθέσεων ανάμεσα στις παραγωγικές σχέσεις και παραγωγικές δυνάμεις) τους όρους της συγκρότησης των μονοπωλίων από τον ελεύθερο ανταγωνισμό και πώς ο ιμπεριαλισμός είναι μια νέα, ανώτατη μορφή κοινωνικοοικονομικής οργάνωσης του καπιταλισμού.
Τα μονοπώλια, από τους όρους της συγκρότησής τους (καρτέλ και συγχώνευση τραπεζικού και βιομηχανικού κεφαλαίου), κατορθώνουν να εξασφαλίσουν ειδικούς όρους ανταγωνισμού του κεφαλαίου τους, σε βάρος των υπόλοιπων καπιταλιστών. Τα μονοπώλια ανταγωνίζονται μεταξύ τους σε διάφορους κλάδους της οικονομίας για πολύ υψηλότερα κέρδη από τους υπόλοιπους καπιταλιστές, που επενδύουν στον ίδιο κλάδο. Οι μη μονοπωλητές καπιταλιστές εξασφαλίζουν κέρδη στις περισσότερες περιπτώσεις κάτω από το μέσο κέρδος στους κλάδους όπου κυριαρχούν τα μονοπώλια.
Ο κινέζικος καπιταλισμός είναι εδώ και πολλά χρόνια μονοπωλιακός καπιταλισμός. Θα επανέλθουμε σε αυτό το ζήτημα σε επόμενο σημείωμα, εξετάζοντας πλευρές των λενινιστικών κριτηρίων (συγκέντρωση παραγωγής, συγχώνευση βιομηχανικού-τραπεζικού κεφαλαίου, εξαγωγή κεφαλαίου, συμμετοχή στο διαμοιρασμό του κόσμου σε σφαίρες επιρροής και τοποθέτησης κεφαλαίου) στην ιστορική διαμόρφωση του κινέζικου μονοπωλιακού καπιταλισμού. Εδώ, απλώς για τη συνοχή του σημειώματος, θα σημειώσουμε ότι οι τέσσερις μεγαλύτερες τράπεζες της Κίνας, για την ακρίβεια οι τέσσερις μεγαλύτεροι κολοσσοί του χρηματιστικού κεφαλαίου της Κίνας: η Βιομηχανική και Εμπορική Τράπεζα, η Τράπεζα Κατασκευών, η Αγροτική Τράπεζα και η Τράπεζα της Κίνας, είναι οι πρώτοι διεθνώς, από άποψη συγκέντρωσης συνολικής αξίας μετοχών στο ενεργητικό τους (μετοχές σε εμπορικές, βιομηχανικές και άλλες επιχειρήσεις). Τον Δεκέμβρη του 2020, η Βιομηχανική και Εμπορική Τράπεζα παρουσίαζε στο ενεργητικό της συνολικά μετοχές ύψους 5,11 τρισεκατομμυρίων δολαρίων.
Σύμφωνα με δυτικές πηγές, η συγκέντρωση αυτή απηχεί περίπου στο 50% των επιχειρήσεων της Κίνας. Για όποιον εκπλήσσεται, να σημειώσουμε ότι o βαθμός συγκέντρωσης της παραγωγής από τους χρηματιστικούς κολοσσούς των ΗΠΑ, από τη φανερή συμμετοχή σε μετοχές, είναι συγκρίσιμα τεράστιος. Το 2014 οι πέντε μεγαλύτεροι χρηματιστικοί κολοσσοί των ΗΠΑ ήλεγχαν περίπου 15 τρισεκατομμύρια δολάρια σε μετοχές, ισοδύναμα περίπου με το 50% της αμερικάνικης βιομηχανίας.
Η κινέζικη ολιγαρχία του πλούτου, όσοι καθοδηγούν και ελέγχουν τα μεγάλα κινέζικα μονοπώλια που συγκεντρώνουν την παραγωγή (ιδιώτες κινέζοι δισεκατομμυριούχοι, ανώτατα στελέχη της διοίκησης και του κυβερνώντος κόμματος), το εμπόριο και την τραπεζική πίστη, αναζητούν την εξασφάλιση του μέγιστου μονοπωλιακού κέρδους, πολύ πάνω από το μέσο κέρδος που αντιστοιχεί στο γενικό ποσοστό κέρδους, αν πάρουμε τον μέσο όρο του επιχειρηματικού κέρδους σε μια ιμπεριαλιστική χώρα, όπως είναι η Κίνα. Αυτό τους παρακινεί, από την μια να αναπτύσσουν αδιάκοπα την τεχνική στη βιομηχανική παραγωγή, προκειμένου να εκμαιεύσουν μεγαλύτερα ποσά υπεραξίας, αυξάνοντας την εκμετάλλευση των κινέζων εργατών στο έπακρο, κάνοντας εξαγωγή κεφαλαίου σε άλλες χώρες, υποδουλώνοντάς τες με καταλήστευση των πόρων τους και υπερεκμετάλλευση των εργαζομένων των συγκεκριμένων χωρών. Από την άλλη, να διοχετεύουν ολοένα και μεγαλύτερο τμήμα των υπερκερδών τους σε μη παραγωγικούς, παρασιτικούς τομείς της καπιταλιστικής οικονομίας, όπως το Real Estate, τα χρηματιστηριακά παράγωγα ή διάφορα «προϊόντα» που εξασφαλίζουν χρηματοδότηση εκτός του θεσμικού τραπεζικού συστήματος με μεγαλύτερες αποδόσεις από τους τόκους των κλασικών δανείων. Στη σύγχρονη αστική φιλολογία τα τελευταία έχουν λάβει την ονομασία: σκιώδες τραπεζικό σύστημα (shadow banking) και συναντώνται, σε τρομακτικό βαθμό, στο χρηματοπιστωτικό σύστημα των ΗΠΑ.
Σε αυτήν την κατεύθυνση ευνοήθηκαν από το ίδιο το κινέζικο κράτος, που ευνοούσε με δανεισμό και χρηματοδότηση από τον κρατικό κορβανά αυτές τις δραστηριότητες. To χρέος των επιχειρήσεων, κρατικών και ιδιωτικών έχει εκτιναχθεί στη Κίνα και ως ποσοστό του ΑΕΠ έχει ξεπεράσει την Ιαπωνία και τις ΗΠΑ, πλησιάζοντας το 2016 το 200%. Αυτό σημαίνει ότι κάθε χρόνο ένα μεγάλο τμήμα της υπεραξίας που παράγεται καταλήγει να καλύπτει αυτήν την τρύπα υπό τη μορφή τόκων. Το χρέος αυτό είναι διατηρήσιμο στο βαθμό που οι χρεωμένες επιχειρήσεις (κρατικές ή ιδιωτικές αδιάφορο) είναι κερδοφόρες. Σε μια απότομη μείωση της κερδοφορίας λόγω κρίσης υπερπαραγωγής, τα «καμπανάκια» των χρεοκοπιών θα αρχίσουν να χτυπάνε διαδοχικά, από τους οφειλέτες στους πιστωτές, επηρεάζοντας συνολικά την κινέζικη οικονομία.
Η βιομηχανική ανάπτυξη της Κίνας ήταν ραγδαία τα τελευταία 30 χρόνια, παρασύροντας επενδύσεις απ’ όλες τις μεγάλες ανεπτυγμένες καπιταλιστικά χώρες της Δύσης. Η μαζική προσέλευση εκατοντάδων εκατομμυρίων προλεταριοποιημένων αγροτών από την ύπαιθρο στα βιομηχανικά κέντρα της ανατολικής και νότιας Κίνας, που δούλευαν με χαμηλότατα μεροκάματα και σε συνθήκες απόλυτης εξαθλίωσης, ευνόησε την παραγωγή τεράστιων υπερκερδών για τα ξένα μονοπώλια, τμήμα των οποίων κατέληγε σε κινέζικες επιχειρήσεις. Πλάι στους ξένους επενδυτές, το κινέζικο κεφάλαιο άρχισε να αναπτύσσει γοργά τη βιομηχανία ειδών κατανάλωσης, αρχικά με εκτεταμένη εξαγωγή εμπορευμάτων, και στη συνέχεια να ενισχύει σταθερά την κινέζικη βαριά βιομηχανία, καταλήγοντας σε εκτεταμένη εξαγωγή κεφαλαίου σε όλο τον πλανήτη.
Τα τελευταία 15 χρόνια τα κινέζικα μονοπώλια αναδιοργάνωσαν εντελώς τη βιομηχανία τους πάνω σε νέα τεχνική, αυξάνοντας το σταθερό κεφάλαιο. Η οργανική σύνθεση του κεφαλαίου, ο λόγος του σταθερού κεφαλαίου (σ = μηχανές, κτίρια και πρώτες ύλες) προς το μεταβλητό κεφάλαιο (μ = μεροκάματα) αυξήθηκε σημαντικά. Αναπόφευκτα, το μέσο ποσοστό κέρδους (ο λόγος της υπεραξίας υ προς το συνολικό επενδυμένο κεφάλαιο σ+μ) άρχισε να αποκτά φθίνουσα τάση, όπως θα δούμε διεξοδικά στη συνέχεια.
Μια ολοένα μεγαλύτερη μάζα εργατών με πενιχρά μεροκάματα άρχισε να συγκεντρώνεται στα νέα εργοστάσια των μονοπωλιακών κολοσσών της Κίνας, αυξάνοντας συνεχώς την υπεραξία που καρπώνονται οι κινέζοι καπιταλιστές. Οι κεφαλαιακές αποδόσεις, όμως, δεν είναι ίδιες με πριν. Την τελευταία δεκαετία η αύξηση των βιομηχανικών κερδών άρχισε να πέφτει σημαντικά. Το φαινόμενο αυτό είναι αποτέλεσμα του νόμου της πτωτικής τάσης του ποσοστού κέρδους και στη συγκεκριμένη ιστορική συγκυρία δείχνει παραστατικά πως οι καπιταλιστικές σχέσεις παραγωγής γίνονται εμπόδιο στην ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων.
Ποσοστιαία αύξηση των κερδών πριν από την υγειονομική κρίση, όπως καταμετρήθηκαν από τους Financial Times. Η αύξηση των κερδών ξεκάθαρα παρουσιάζει φθίνουσα τάση την τελευταία δεκαετία.
Η ταχεία ανάπτυξη της κινέζικης βιομηχανίας στο παρελθόν
Για να έχουμε, όμως, ολοκληρωμένη την εικόνα, ας πιάσουμε το νήμα της εξέλιξης της κινέζικης βιομηχανίας από την έναρξη των μαζικών ξένων επενδύσεων, αρχές του ‘90 στις «Ειδικές Οικονομικές Ζώνες», που σχηματίστηκαν κυρίως νότια και ανατολικά της Κίνας, στις ήδη ανεπτυγμένες παραγωγικά περιοχές της Κίνας, και άρχισαν να επεκτείνονται αργότερα βαθμιαία προς το κέντρο. Η ραγδαία εξαγωγή κεφαλαίου στην Κίνα από τις ιμπεριαλιστικές χώρες μετά το 2000 οδήγησε στην αθρόα μετανάστευση ξεκληρισμένων αγροτών στις βιομηχανικές μητροπόλεις της Κίνας, αρχικά κυρίως ανατολικά, στη Σαγκάη, και νότια, στην επαρχία Γκουανγκντόνγκ.
Η συγκέντρωση των άμεσων ξένων επενδύσεων στη Κίνα από το 2000 έως το 2012 (πηγή).
Οι εργάτες που κατευθύνθηκαν στις πόλεις για να δουλέψουν στις νέες επιχειρήσεις ήταν συνολικά 244 εκατομμύρια το 2014, έναντι μόλις 69 εκατομμυρίων το 1995. To 2016 το ποσοστό των προλεταριοποιημένων αγροτών υπολογιζόταν ότι συνιστούσε το 40% της εργατικής τάξης των πόλεων. Ο αριθμός αυτός αυξάνεται συνεχώς μέχρι σήμερα.
Μεγάλο κομμάτι αυτών των εργατών διατηρούσε και διατηρεί δηλωμένη την παλιά του ιδιοκτησία, ένα σπίτι με κήπο στο χωριό απ’ όπου κατάγεται. Σύμφωνα με κινέζικο νομικό καθεστώς, όσοι διέθεταν σπίτι στην ύπαιθρο είχαν περιορισμένα δικαιώματα σε περίθαλψη, εκπαίδευση και ασφάλιση στην πόλη, έναντι των εργατών που δήλωναν κατοικία εντός της πόλης. Μέχρι τη μαζική άφιξη των ξένων άμεσων επενδύσεων στην Κίνα, οι εργαζόμενοι στην ύπαιθρο απαγορευόταν να μετακινούνται στις πόλεις. Οι κανόνες που απηχούσαν την εποχή της απαγόρευσης της μετακίνησης διατηρήθηκαν, προκειμένου να καθυποταχτούν πλήρως οι ξεκληρισμένοι αγρότες στις ορέξεις του κεφαλαίου.
Οι κινέζοι και ξένοι καπιταλιστές εκμεταλλεύονταν το νομικό αυτό καθεστώς του περιορισμού των δικαιωμάτων των ξεκληρισμένων αγροτών, για να ρίχνουν τα μεροκάματα στα τάρταρα. Στην αξία της εργατικής δύναμης συνυπολογίζονται και τα έξοδα της κατοικίας, δηλαδή το νοίκι. Από τη στιγμή που είχες δικό σου ιδιόκτητο σπίτι και καλλιεργούσες και κάποια οπωροκηπευτικά το χρόνο στον κήπο σου, υποτίθεται ήσουν «προνομιούχος».
Μη αμελητέο κομμάτι των εργατών αυτών σήμερα έχει εγκατασταθεί μόνιμα στις πόλεις και έχει χάσει τις ρίζες στην ύπαιθρο. Αρκετοί πλέον έχουν εξειδικευτεί και η ζωή τους έχει βελτιωθεί συγκριτικά με το παρελθόν. Ομως, η απόλυτη εξαθλίωση παραμένει για μεγάλο τμήμα του κινέζικου προλεταριάτου. Υπολογίζεται ότι το 2014 116 εκατομμύρια προλεταριοποιημένων αγροτών ανήκαν στο πιο άθλια αμειβόμενο τμήμα του κινέζικου προλεταριάτου, με ανύπαρκτες συμβάσεις εργασίας και συνεχή καταστρατήγηση του ωραρίου εργασίας τους. Οι εργάτες αυτοί καταγράφονται στον λεγόμενο «ανεπίσημο» τομέα εργασίας της Κίνας. Συνολικά το εργατικό δυναμικό της Κίνας αποτιμώταν το 2014 σε 773 εκατομμύρια. Από αυτούς, 228 εκατομμύρια ήταν αγρότες (κυρίως φτωχοί και μεσαίοι) που δούλευαν στη γη τους.
Πολύ γρήγορα το ποσοστό της ιδιωτικής οικονομίας επικράτησε έναντι του κρατικού. Στην κινέζικη οικονομία οι περισσότερες επιχειρήσεις είναι πλέον ιδιωτικές. Αυτό δεν το γράφουν κάποιοι «ξένοι» παρατηρητές. Το δηλώνουν επίσημα οι ίδιοι οι κινέζοι αξιωματούχοι. Διαβάζουμε σε άρθρο των Global Τimes (δηλαδή σε «καρακαθεστωτική» εφημερίδα) στις 18 Ιανουαρίου του 2021, δήλωση του τραπεζικού αξιωματούχου Guo Shuqing, που επιτίθεται σε όσους κατηγορούν την Κίνα για «κρατικομονοπωλιακό καπιταλισμό»:
«Πρώτον, η ιδιωτική οικονομία της Κίνας αντιπροσωπεύει το 60% του συνόλου της οικονομίας και η χώρα δεν είχε ουσιαστικά καμία μη δημόσια οικονομία στα τέλη της δεκαετίας του 1970, όταν ξεκίνησαν οι μεταρρυθμίσεις. Αυτό δεν θα είχε συμβεί εάν η χώρα είχε υιοθετήσει κρατικά μονοπώλια και εθνική προστασία».
H Κίνα ακολούθησε και κρατικά μονοπώλια και κρατικομονοπωλιακό καπιταλισμό και εθνική προστασία. Αλλά ακριβώς το ίδιο κάνουν και οι ΗΠΑ και οι υπόλοιποι δυτικοί ιμπεριαλιστές. Δεν έχει καμία σχέση με «κομμουνισμό» ή «σοσιαλισμό». Τα παπαγαλάκια των δυτικών ιμπεριαλιστών κατηγορούν την Κίνα για «κρατισμό», απευθυνόμενοι σε μικροαστούς φιλισταίους των χωρών τους, που νομίζουν ότι το κυβερνών κόμμα της Κίνας είναι κομμουνιστικό.
Πέρα από τις συγκρούσεις ανάμεσα στο ξένο και το κινέζικο κεφάλαιο, που έχουν αρχίσει να αναπτύσσονται με μεγάλη οξύτητα τα τελευταία πέντε χρόνια και αντανακλώνται στην προπαγάνδα περί «κρατισμού» και «υγιούς ελεύθερης αγοράς», η κοινή ανησυχία ξένων και ντόπιων καπιταλιστών ήταν να εκμεταλλευτούν, από κοινού, την κινέζικη εργατική τάξη στο έπακρο. Οι ξένοι και κινέζοι καπιταλιστές εκμεταλλεύονταν, με υπερενταντικοποίηση της εργασίας και παράταση της εργάσιμης ημέρας, την εργασία των ανειδίκευτων κινέζων εργατών (πρώην ξεκληρισμένων αγροτών), αποκομίζοντας τεράστια μάζα υπεραξίας (υ). Η παράταση της εργάσιμης ημέρας είναι τρομακτική στα στοιχεία που παρουσιάζουν επίσημες κινέζικες έρευνες (κάνοντας δειγματοληψία) για τον επίσημο και αδήλωτο τομέα της οικονομίας. Το 2005 οι προλεταριοποιημένοι αγρότες δούλευαν 72,1 ώρες στον αδήλωτο τομέα της οικονομίας.
Η παράταση της εργάσιμης ημέρας αναπαρίσταται ανάγλυφα και στα επίσημα στατιστικά στοιχεία της Κίνας για τον τομέα της μεταποίησης, παρότι ούτε ολοκληρωμένα είναι ούτε πλήρη, πλην όμως αποκαλύπτουν την τερατώδη αλήθεια. Ο βδομαδιάτικος χρόνος υπερπήδησε τις 50 ώρες το 2005 και δεν έπεσε ποτέ κάτω από τις 45 ώρες μέχρι το 2012. Αυτό συναρτάται άμεσα με τις εξαγωγές του κινέζικου τομέα της μεταποίησης, που εκτινάχτηκαν μετά το 2005, όπως θα δούμε.
Ο μέσος βδομαδιάτικος χρόνος εργασίας από τα επίσημα στοιχεία του κινέζικου κράτους για τον τομέα της μεταποίησης. Η αυξητική τάση των εξοντωτικών ωραρίων συμβαδίζει με τη ραγδαία αύξηση του όγκου της βιομηχανικής παραγωγής (πηγή).
Ξεχωριστές μελέτες ακαδημαϊκών (π.χ. [1], [2]) επιχείρησαν να υπολογίσουν το ποσοστό υπεραξίας (υ/μ), υπολογίζοντας την υπεραξία, αθροίζοντας τα κέρδη τόσο στη βιομηχανία όσο και σε σφαίρες της κυκλοφορίας του κεφαλαίου (οι τάσεις είναι παρόμοιες). Το αποτέλεσμα για τον βαθμό εκμετάλλευσης της εργατικής τάξης είναι τρομοκρατικό. Το ποσοστό υπεραξίας εκτινάχθηκε από 113% το 1997 στο 219% το 2005 και σταθεροποιήθηκε κοντά στο 200% το 2015. Αυτό σημαίνει ότι στο σύνολο της εργάσιμης ημέρας (π.χ. 10 ώρες), ο εργάτης καταβάλλει μόνο 3,34 ώρες για να αναπληρώσει την εργατική του δύναμη και τις υπόλοιπες 6,66 ώρες για να παραγάγει την υπεραξία των καπιταλιστών.
Ποσοστό της Υπεραξίας (πηγή).
Οι άμεσες ξένες επενδύσεις στην Κίνα δημιούργησαν τις προϋποθέσεις για τη μαζική εξαγωγή εμπορευμάτων στον υπόλοιπο κόσμο. Πλάι στις βιομηχανίες που ελέγχονταν από τις ξένες καπιταλιστικές επιχειρήσεις (Foreign Invested Enterprises – FIE), oι ίδιοι οι κινέζοι καπιταλιστές (με ιδιωτικό ή κρατικό περίβλημα) άρχισαν να συγκροτούν τις δικές τους επιχειρήσεις, σαρώνοντας σε εξαγωγές βιομηχανικών εμπορευμάτων σε όλο τον πλανήτη.
Στον παρακάτω πίνακα εμφανίζονται οι εξαγωγές εμπορευμάτων σε δισεκατομμύρια δολάρια των επιχειρήσεων ξένων συμφερόντων (FIE) και των επιχειρήσεων κινέζικων (non-FIE) συμφερόντων. Σταδιακά, οι κινέζικες επιχειρήσεις άρχισαν να επικρατούν στις εξαγωγές των εμπορευμάτων μέχρι το 2012. Παρολαυτά, ακόμη και μετέπειτα, οι εξαγωγές των επιχειρήσεων ξένων συμφερόντων είναι μεγάλο ποσοστό των συνολικών εξαγωγών, δείχνοντας την τεράστια διασύνδεση που υπάρχει ανάμεσα στο ξένο (αμερικάνικο και ευρωπαϊκό) και στο κινέζικο κεφάλαιο, στην υπερεκμετάλλευση της εργασίας της κινέζικης εργατικής τάξης.
Οι εξαγωγές από την Κίνα σε υπηρεσίες και εμπορεύματα αντιστοιχούσαν στο 0,5% των συνολικών εξαγωγών διεθνώς το 1980. Το μερίδιο της Κίνας αυξήθηκε στο 1,3% το 1990, 3,1% το 2000, 8,5% το 2010 και 11,4% το 2015. Η Κίνα ξεπέρασε τις ΗΠΑ σε εξαγωγές εμπορευμάτων το 2013.
Στον παρακάτω πίνακα εμφανίζεται η αύξηση των εσόδων της βιομηχανίας των κινέζων και ξένων καπιταλιστών από το 2000 έως το 2012. Το βιομηχανικό κεφάλαιο της Κίνας δεκαπλασίασε τα έσοδά του μέσα σε μια δεκαετία.
Οι νέες επενδύσεις οδήγησαν σε μια τεράστια μάζα υπεραξίας, σε κεφάλαια λιμνάζοντα, που δεν μπορούσαν να εξασφαλίσουν υψηλά κέρδη σε βιομηχανικές τοποθετήσεις στην Κίνα ή στην αγροτική οικονομία της Κίνας, που όπως σε κάθε χώρα έτσι κι εκεί ασθμαίνει έναντι της ανάπτυξης της βιομηχανίας. Η Κίνα άρχισε με τη σειρά της να κάνει αθρόα εξαγωγή κεφαλαίου. Ηδη η Μαύρη Ηπειρος έχει κατακλυστεί από κεφάλαια της Κίνας. Από το 2014 η Κίνα ξεπέρασε τις ΗΠΑ σε εξαγωγή κεφαλαίου στην Αφρική.
Ολες αυτές οι παράμετροι αποτιμώνται και στο κινέζικο ΑΕΠ. Βλέπουμε ότι μετά το 2005, όταν αρχίζει η ραγδαία εξαγωγή εμπορευμάτων από τις κινέζικες επιχειρήσεις, εκτινάσσεται και το ΑΕΠ της Κίνας, ξεπερνώντας το ΑΕΠ της Ιαπωνίας λίγο πριν από το 2010.
Πτωτική τάση του ποσοστού κέρδους
Οι επενδύσεις στη νέα τεχνική στη βιομηχανία οδήγησαν σε ραγδαία αύξηση της οργανικής σύνθεσης του κεφαλαίου (σ/μ). Σύμφωνα με ξεχωριστές μελέτες ακαδημαϊκών (π.χ. [1], [2]) πάνω στην εκτίμηση της οργανικής σύνθεσης του κεφαλαίου, οι τάσεις είναι παρόμοιες. Το 1997 ο λόγος της οργανικής σύνθεσης ήταν 5 και έφτασε στο 9. Το ποσοστό κέρδους υ/(σ+μ) είναι ίσο με τον εξής λόγο: (υ/μ)/(σ/μ+1), αν διαιρέσουμε αριθμητή και παρονομαστή με το μεταβλητό κεφάλαιο (μ). Οταν, λοιπόν, η οργανική σύνθεση του κεφαλαίου (σ/μ) αυξάνεται γρηγορότερα από το ποσοστό της υπεραξίας (υ/μ), τότε το ποσοστό κέρδους τείνει να πέσει. Αυτό φαίνεται στο παρακάτω σχήμα.
Οργανική σύνθεση του κεφαλαίου στον αριστερό κατακόρυφο άξονα, ποσοστό της υπεραξίας στον δεξιό κατακόρυφο άξονα (πηγή).
Το ποσοστό κέρδους είτε υπολογισμένο με το σύνολο της υπεραξίας στον αριθμητή για το προκαταβλημένο παραγωγικό κεφάλαιο στον παρονομαστή (πάνω καμπύλη), είτε υπολογισμένο ως κέρδος ανά κλάδο της καπιταλιστικής οικονομίας με το αντίστοιχο προκαταβλημένο κεφάλαιο στον παρονομαστή (κάτω καμπύλη). Η δεύτερη καμπύλη συσχετίζεται και με τις κεφαλαιακές αποδόσεις του IRR που παραθέσαμε παραπάνω (πηγή).
Η πτωτική τάση του ποσοστού κέρδους δεν σημαίνει ότι δεν αυξάνεται η υπεραξία ως απόλυτο μέγεθος, τουναντίον. Με μια όμως σημαντική προϋπόθεση: εφόσον μια μεγαλύτερη μάζα εργατών ενσωματώνεται στην παραγωγή και τα κέρδη εκτινάσσονται από την υπερεργασία τους. Η πτωτική τάση, λοιπόν, σημαίνει ότι στενεύουν τα περιθώρια για τα ίδια κέρδη, με τα ίδια προκαταβλημένα κεφάλαια όπως στο παρελθόν. Πλέον, χρειάζεται μια αρκετά μεγαλύτερη μάζα παραγωγικού κεφαλαίου για σημαντικότερα κέρδη.
Οι αγορές, όμως, δεν εξασφαλίζονται πάντα για τόσο μεγάλες νέες επενδύσεις. Ο ανταγωνισμός πλέον των μονοπωλίων των διαφορετικών ιμπεριαλιστικών χωρών οξύνεται στο έπακρο για την εξασφάλιση σφαιρών τοποθέτησης κεφαλαίου και εξασφάλισης αγορών εμπορευμάτων. Γι’ αυτό το λόγο, αρκετοί κινέζοι καπιταλιστές προτιμούν εδώ και χρόνια επενδύσεις σε μη παραγωγικούς τομείς, που αποφέρουν μεγαλύτερες αποδόσεις και κέρδη με μικρότερα κεφάλαια. Καταφεύγουν στην κερδοσκοπία και ρισκάρουν σε επενδύσεις που μπορούν να αποβούν μοιραίες, όπως στην περίπτωση της Εβεργκραντ.
Εκτίμηση του ποσοστού της υπεραξίας που καταλήγει σε μη παραγωγικούς τομείς και εμφανίζει συνεχή ανοδική τάση από το 2000 και έπειτα (πηγή).
Ετσι λοιπόν, φτάσαμε, από τα διψήφια νούμερα στο ρυθμό αύξησης του ΑΕΠ το 2000, στο μονοψήφιο. Η ιμπεριαλιστική Κίνα βρίσκεται αντιμέτωπη με όλα τα προβλήματα στα οποία βρέθηκαν οι προηγούμενες ιμπεριαλιστικές χώρες στο παρελθόν. Αργά ή γρήγορα, την επόμενη δεκαετία, ο κινέζικος μονοπωλιακός καπιταλισμός θα βρεθεί αντιμέτωπος με κρίση υπερπαραγωγής. Οι ΗΠΑ, η Γερμανία, η Ιαπωνία, η Γαλλία, η Μεγάλη Βρετανία, όλες οι ιμπεριαλιστικές χώρες αντιμετώπισαν ανάλογα φαινόμενα. Η Κίνα δεν θα είναι εξαίρεση. Λόγω της διασύνδεσης της κινέζικης οικονομίας με τα ξένα μονοπώλια, η συνέπεια σε όλο τον πλανήτη θα εξαρτάται άμεσα από την οξύτητα της πτώσης των κερδών της βιομηχανίας.