Ιδιαίτερα ενοχλημένος δείχνει ο Λευκός Οίκος από τη δραστηριότητα που αναπτύσσει τα τελευταία χρόνια ο κινέζικος ιμπεριαλισμός στη Λατινική Αμερική. Ο εγκλωβισμός στο βάλτο του Ιράκ και ο χωρίς ορατό τέλος πόλεμος των ΗΠΑ κατά της «τρομοκρατίας» από τη μια και από την άλλη η ανάδειξη στην εξουσία σοσιαλδημοκρατών ηγετών σε μια σειρά χώρες της Λατινικής Αμερικής, οι οποίοι αναζητούν ισχυρά διεθνή οικονομικά και πολιτικά ερείσματα ως αντίβαρο στις πιέσεις του Λευκού Οίκου, έχουν δημιουργήσει ευνοϊκούς όρους για τη διείσδυση της Κίνας στην περιοχή. Κινέζικες επενδύσεις δισεκατομμυρίων δολαρίων έχουν γίνει και γίνονται στο πετρέλαιο, στο φυσικό αέριο, στους σιδηρόδρομους, στα λιμάνια, στη χαλυβουργία και στη βιομηχανία όπλων σε όλη τη Λατινική Αμερική. Στους στενότερους οικονομικούς εταίρους της Κίνας συγκαταλέγονται οι μεγαλύτερες και πλουσιότερες χώρες της περιοχής, όπως η Βραζιλία, η Αργεντινή και η Βενεζουέλα.
Η εξέλιξη αυτή φαίνεται να ανησυχεί σοβαρά το Λευκό Οίκο, ο οποίος, σύμφωνα με ρεπορτάζ του BBC (3/4/06), αποστέλλει τον αναπληρωτή υπουργό Εξωτερικών, Thomas Shannon, στο Πεκίνο «με σκοπό να διαπραγματευτεί ακριβώς τη γραμμή που η Κίνα δεν πρέπει να διασχίσει στη δημιουργία της νέας στρατηγικής της συμμαχίας με τη Λατινική Αμερική», με άλλα λόγια να βάλει όρια και να περιορίσει την κινέζικη διείσδυση στην περιοχή. Μόνο που τα ζητήματα αυτά δεν διευθετούνται μέσω διαπραγματεύσεων, παρά μόνο προσωρινά. Τα κενά που αφήνει μια ιμπεριαλιστική δύναμη σπεύδουν να τα καλύψουν οι ανταγωνιστές της, οι μεταξύ τους αντιθέσεις οξύνονται στο έπακρο, προκαλώντας συνήθως πολέμους, και αυτός που επιβάλλει τελικά τη θέλησή του κρίνεται από το συσχετισμό δυνάμεων που διαμορφώνεται κάθε φορά.