Γράφαμε την περασμένη Παρασκευή, σε σχόλιό μας για τις αμερικάνικες ενδιάμεσες εκλογές, ότι οι Δημοκρατικοί μπορεί να μη χρειαστεί να περιμένουν τις επαναληπτικές εκλογές στη Τζόρτζια, αλλά να κερδίσουν από τώρα τον έλεγχο της Γερουσίας, γιατί έχουν σίγουρη την Αριζόνα, ενώ παίζεται και η έδρα στη Νεβάδα, όπου με καταμετρημένο το 90% των ψήφων ο Ρεπουμπλικανός προηγούνταν με διαφορά μόλις 9.000 ψήφων και το αποτέλεσμα θα μπορούσε να γυρίσει.
Αυτό και έγινε. Οι Δημοκρατικοί κέρδισαν «χαλαρά» την Αριζόνα (με διαφορά 5,3%) και γύρισαν το σκορ στη Νεβάδα, κερδίζοντας με διαφορά 6.600 ψήφων. Ετσι, έχουν από τώρα πλειοψηφία, με τη διπλή ψήφο της προεδρεύουσας αντιπροέδρου των ΗΠΑ Καμάλα Χάρις, ενώ έχουν τις περισσότερες πιθανότητες να πάρουν και τη Τζόρτζια, όπου προηγείται ο υποψήφιός τους με διαφορά 35.000 ψήφων και ποντάρουν και στους ψηφοφόρους του υποψήφιου του Libertarian Party, που ήταν 81.192 (2,1%). Aρα σε επίπεδο Γερουσίας οι Δημοκρατικοί ενδέχεται να είναι περισσότερο ενισχυμένοι σε σχέση με το 2020.
Στη Βουλή, το σκορ αυτή τη στιγμή είναι Δημοκρατικοί 203 – Ρεπουμπλικανοί 212, ενώ απομένει η καταμέτρηση για 20 έδρες. Τα προγνωστικά λένε ότι οι Ρεπουμπλικανοί θα κερδίσουν την πλειοψηφία, η οποία όμως θα είναι ισχνή (ίσως μόλις 3 έδρες).
Κοντολογίς, τα δυο κόμματα εξουσίας της ιμπεριαλιστικής υπερδύναμης έρχονται αυτή τη στιγμή ισόπαλα. Η ανατροπή των δημοσκοπήσεων που προέβλεπαν σαρωτική νίκη των Ρεπουμπλικανών οδήγησε τον Ντόναλντ Τραμπ, που είχε πάρει πάνω του αυτές τις εκλογές και τις χρησιμοποιούσε ως όχημα για μια δεύτερη προεδρική υποψηφιότητα, στον πάσαλο της ατίμωσης.
Το μεγαλύτερο ίσως πλήγμα για τον Τραμπ είναι η στροφή του μεγιστάνα των μίντια Ρούπερτ Μέρντοχ εναντίον του. Ο Μέρντοχ ήταν φανατικός υποστηρικτής του Τραμπ και στήριγμά του τα προηγούμενα χρόνια. Τώρα, η «New York Post» δημοσιεύει σατιρικά-εξευτελιστικά πρωτοσέλιδα για τον Τραμπ, ενώ η «σοβαρή» «Wall Street Journal» χαρακτηρίζει τον Τραμπ «loser», θυμίζει ότι «έχει αποτύχει το 2018, το 2020, το 2021 και το 2022», καταγγέλλει ότι «ο Τραμπ τα έκανα μαντάρα στις εκλογές του 2022» και πως «οδηγεί τους Ρεπουμπλικανούς στο ένα εκλογικό φιάσκο μετά το άλλο».
Ο Τραμπ τα πήρε στο κρανίο και κατήγγειλε τις αγαπημένες του φυλλάδες του Μέρντοχ ότι συντάσσονται πίσω από τον Ρον ΝτεΣάντις, τον κυβερνήτη της Φλόριντα, που δεν είναι παρά ένας… «σοβαρός Τραμπ» (κατά το «μια σοβαρή Χρυσή Αυγή», που ζητούσε κάποτε βουλευτής της ΝΔ).
Το μόνο που μένει είναι να διατάξει ο Μέρντοχ και το πανίσχυρο ακροδεξιό δίκτυο Fox News, ν’ αρχίσει να χτυπάει τον Τραμπ και να προβάλλει τον ΝτεΣάντις. Τότε να δείτε πως θα αντιδράσει ο Τραμπ.
Ηδη δημοσιεύτηκε και το πρώτο γκάλοπ που δείχνει τον ΝτεΣάντις να προηγείται του Τραμπ, για πρώτη φορά. Αυτό δεν είναι πρόβλημα μόνο για τον Τραμπ αλλά και για τους Δημοκρατικούς, που πρέπει να δουν ποιον θα βάλουν απέναντι στο νέο «πουλέν» των Ρεπουμπλικανών, που ανανεώνει τον τραμπισμό και από ακροδεξιά εκκεντρικότητα τον μετατρέπει σε θεσμική κανονικότητα. Ολοι ξέρουν πως δεν μπορούν να πάνε σε εκλογές σε δυο χρόνια με τον «ετοιμόρροπο» (λόγω ηλικίας) Τζο Μπάιντεν (πάλι έχασε τα λόγια του προχθές, καθώς μπερδεύτηκε με το «αόρατο» οτοκιού). Βλέπουν, επίσης, ότι η εντελώς «άχρωμη» Καμάλα Χάρις δύσκολα θα νικήσει τον ορμητικό σούπερ δημαγωγό ΝτεΣάντις. Πρέπει να βρουν έγκαιρα –και όχι την τελευταία στιγμή- κάποιον άλλο. Κατά προτίμηση άνδρα, για να υπάρχει σύγκριση με τη «μάτσο» εικόνα του καλού οικογενειάρχη Ρον.
Η ισοπαλία ανάμεσα στα δυο κόμματα, που εκκινούν από την ίδια αφετηρία για τις εκλογές του 2024, είναι το πιο καλό νέο για τους καπιταλιστές των αμερικάνικων μονοπωλίων. Η άσκηση της εσωτερικής πολιτικής θα αφεθεί στον αυτόματο πιλότο της κρατικής γραφειοκρατίας, για να μην υπάρχουν μπερδέματα στα δύο νομοθετικά σώματα. Από εκεί θα περνούν μόνο το απαραίτητα. Τα υπόλοιπα θα τα ρυθμίζει ο Λευκός Οίκος που συνδέεται με απευθείας γραμμή με τα διοικητήρια των μονοπωλιακών ομίλων και των επιφανών παραγόντων της αμερικάνικης κεφαλαιοκρατίας.
Οσο για την εξωτερική πολιτική του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού, αυτή ουδέποτε υπήρξε διακύβευμα μεταξύ των δύο κομμάτων εξουσίας. Οπως γράψαμε την Παρασκευή, η εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ καθορίζεται από το «βαθύ κράτος», που δεν είναι η γραφειοκρατία της Ουάσινγκτον, όπως έλεγε ο Τραμπ, αλλά τα πανίσχυρα αμερικάνικα μονοπώλια που έχουν ανθρώπους τους και στην κρατική γραφειοκρατία και (κυρίως) στη διοίκηση.
Δεν υπάρχει χάσμα στις κορυφές της αμερικάνικης πολιτικής σε ό,τι αφορά τον ιμπεριαλιστικό πόλεμο στην Ουκρανία και τον ανταγωνισμό με τη Ρωσία ή σε ό,τι αφορά τον ιμπεριαλιστικό ανταγωνισμό με την Κίνα ή τον εμπορικό και γενικότερο τον οικονομικό πόλεμο με τη Γερμανία. Η εκάστοτε διοίκηση μπορεί να αλλάξει κάποιες επιμέρους πλευρές της πολιτικής, όχι όμως τη βασική της κατεύθυνση. Αυτό επιβεβαιώνεται συνεχώς στη σύγχρονη Ιστορία και είναι αυτό που δίνει τη συντριπτικότερη απάντηση στους εγχώριους λακέδες της αμερικανοδουλείας, που προσπαθούν να κάνουν τον ελληνικό λαό παρακολούθημα των όποιων εκλογικών-κοινοβουλευτικών διαδικασιών στο εσωτερικό της πέραν του Ατλαντικού ιμπεριαλιστικής υπερδύναμης.